Ασίγαστος βαίνει ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός μεταξύ των ΗΠΑ, των συμμάχων τους και της Κίνας. Νέο πεδίο αντιπαράθεσης είναι η διαχείριση της πανδημίας του COVID 19 από τις κινεζικές αρχές.
Η ρεβιζιονιστική ηγεσία προχώρησε, κάτω απ’ την κοινωνική πίεση, σε τροποποίηση του αυταρχικού δόγματος των «μηδενικών κρουσμάτων», με τα σκληρά και απάνθρωπα lockdown, διακηρύσσοντας την επιστροφή στην «κανονικότητα». Όπως εμμέσως παραδέχονται και οι ίδιοι, αυτή η τροποποίηση, κάτω απ’ το κύμα των διαδηλώσεων που ξέσπασαν τους προηγούμενους μήνες στις κινεζικές πόλεις, έγινε βιαστικά και με «ατέλειες», με αποτέλεσμα την εκτίναξη των κρουσμάτων της παραλλαγής Όμικρον.
Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύεται η δυτική προπαγάνδα για να στιγματίσει την Κίνα για διασπορά νέων κρουσμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, για νέες πιθανές παραλλαγές και συνολικά για την τριετή διαχείριση της πανδημίας από μέρους της. ΗΠΑ και λοιποί συγγενείς, την ώρα που τις κοινωνίες τους σαρώνουν η γρίπη, οι ιώσεις, ο covid σέρνεται ανεξέλεγκτος και υπάρχει έλλειψη φαρμάκων για τους λαούς, επιδιώκουν να μετατρέψουν την Κίνα σε «αποδιοπομπαίο τράγο». Ενώ τον Νοέμβριο εμφανίζονταν υπερασπιστές των Κινέζων διαδηλωτών και κατακεραύνωναν τον αυταρχισμό του κινεζικού κράτους, τώρα καταγγέλλουν την κινεζική ηγεσία για «άφρονα» πολιτική που οδηγεί στο «χάος και την αταξία».
Απώτερος στόχος είναι να υπονομεύσουν τη διεθνή θέση του Πεκίνου και να υποσκάψουν το όποιο γεωπολιτικό κύρος απέκτησε η Κίνα, προς όφελος του μονοπωλιακού της κεφαλαίου, με τη «διπλωματία της μάσκας και των εμβολίων». Να εξαγνιστούν για τη δική τους αποτυχημένη διαχείριση, με τις εκατόμβες των νεκρών και την κατάρρευση των ιδιωτικοποιημένων συστημάτων υγείας. Ακόμη εκμεταλλεύονται την ευκαιρία για να επιβάλουν νέες κυρώσεις στον ασιατικό ανταγωνιστή τους προχωρώντας αρχικά σε μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων ταξιδιωτών απ’ την Κίνα. Να αποδώσουν στο Πεκίνο την ευθύνη για την έλλειψη φαρμάκων και για μια πιθανή νέα αναζωπύρωση της πανδημίας.
Οι ΗΠΑ βρίσκουν μια ακόμη αφορμή να σύρουν τους συμμάχους στο «μέτωπο των δημοκρατιών» που θέλουν να οικοδομήσουν ενάντια στην αυταρχική Κίνα. Μετά τις Ταϊβάν και Ν. Κορέα, οι ΗΠΑ, η Ινδία, η Ιαπωνία, ο Καναδάς, η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι απ’ τις πρώτες χώρες που εισήγαγαν υποχρεωτικά τεστ για είσοδο απ’ την Κίνα. Ακολούθησαν το Ισραήλ, το Κατάρ και το Μαρόκο. Κατηγορούν επίσης το Πεκίνο για απόκρυψη επιδημιολογικών δεδομένων, όπως αρχικά έκαναν σχετικά με την προέλευση του ιού. Αλλά και η κινεζική πλευρά φαίνεται πως επιδιώκει να υποβαθμίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η τελευταία ημερήσια ενημέρωσή της για τον Covid, στις 24 Δεκεμβρίου, ανέφερε λιγότερα από 5.000 κρούσματα, όταν τα δυτικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για πάνω από δύο εκατομμύρια, που θα μπορούσαν να κορυφωθούν σε σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια αυτόν τον μήνα. Επίσης οι κινεζικές αρχές δίνουν πολύ μικρό αριθμό θανάτων γεγονός που χρησιμοποιούν οι δυτικοί για να μιλήσουν για παραποιημένα στοιχεία.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) προέτρεψε την Κίνα να μοιραστεί περισσότερες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο. Ο διευθυντής της υπηρεσίας αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων του οργανισμού τόνισε ότι: «οι τρέχοντες αριθμοί που δημοσιεύονται από την Κίνα δεν αντιπροσωπεύουν τον πραγματικό αντίκτυπο της νόσου όσον αφορά τις εισαγωγές σε νοσοκομεία, τις εισαγωγές σε ΜΕΘ, ιδιαίτερα όσον αφορά τους θανάτους».
Στην ΕΕ επικρατεί αλαλούμ. Ήδη μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία, εισήγαγαν εθνικά υγειονομικά μέτρα για ταξιδιώτες από την Κίνα πριν ακόμη ο ιμπεριαλιστικός οργανισμός καταλήξει σε κοινή θέση. Η Επιτροπή Ασφάλειας Υγείας φάνηκε να συγκλίνει (κατά πλειοψηφία) σε δράση που περιλαμβάνει διενέργεια προληπτικών τεστ. Μπροστά στις διαφορετικές στρατηγικές, η επίτροπος Υγείας δήλωσε ότι «η ενότητα της ΕΕ παραμένει το ισχυρότερο εργαλείο μας κατά της COVID» και τονίστηκε η ανάγκη για κοινή προσέγγιση των κρατών μελών.
Τελικά, μετά από μαραθώνια συνεδρίαση, ο Μηχανισμός Αντιμετώπισης Κρίσεων της ΕΕ (IPCR) «συνέστησε ισχυρά» στα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια σειρά μέτρα όπως το αρνητικό τεστ 48 ωρών και η χρήση μάσκας σε όλους τους επιβάτες σε πτήσεις από και προς την Κίνα. Επίσης «ενθάρρυνε» τα κράτη μέλη να κάνουν τυχαίους ελέγχους στους επιβάτες που φτάνουν από την Κίνα και να διενεργούν έλεγχο των λυμάτων στα διεθνή αεροδρόμια και τα αεροσκάφη που έρχονται από την Κίνα. Ο εν λόγω μηχανισμός, ο οποίος δεν αποφασίζει αλλά εισηγείται, ενδέχεται να συνεδριάσει ξανά στις 19 Ιανουαρίου.
Πάντως το ευρωπαϊκό ECDC (Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών) φάνηκε να κρατά αποστάσεις από την αντικινεζική υστερία σημειώνοντας ότι «οι μεταλλάξεις που εμφανίζονται στην Κίνα έχουν ήδη εμφανιστεί στην ΕΕ και ως τέτοιες δεν αποτελούν πρόκληση για την ανοσοποιητική αντίδραση» των Ευρωπαίων, αλλά και ότι οι πολίτες της ΕΕ «έχουν σχετικά υψηλότερα επίπεδα ανοσοποίησης και εμβολιασμού». Τη διαφωνία του στην επιβολή αυτών των μέτρων εξέφρασε και ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Συνδέσμου Αερομεταφορών, που εκπροσωπεί περίπου 300 αεροπορικές εταιρείες παγκοσμίως, χαρακτηρίζοντάς τα αναποτελεσματικά.
Αλλά και εντός του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού φαίνεται ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Ο Γερμανός υπουργός Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι «προς το παρόν δεν είναι αναγκαία» τα υποχρεωτικά τεστ προσθέτοντας ότι τηρεί στάση αναμονής.
Απ’ την άλλη η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών, Αν. Μπέρμποκ, των φιλοαμερικανών Πρασίνων, είπε ότι «πρέπει να αντιμετωπίσουμε πολύ, πολύ σοβαρά το κύμα της Covid στην Κίνα» και πρέπει να δοθεί κοινή απάντηση. Υπέρ των μέτρων υπερθεματίζει και το κόμμα Αριστερά της Γερμανίας.
Πάντως η Γερμανία είναι η μόνη χώρα που έστειλε δικά της εμβόλια στην Κίνα για τον εμβολιασμό υπηκόων της που ζουν εκεί. Η αποστολή έγινε κατόπιν συμφωνίας που επετεύχθη, κατά την επίσκεψη του καγκελαρίου, Όλαφ Σολτς, στην κινεζική πρωτεύουσα Πεκίνο, τον περασμένο μήνα.
Η Κίνα μάλιστα απέρριψε την προσφορά της ΕΕ για την προμήθεια αριθμού εμβολίων, λέγοντας ότι διαθέτει «επαρκή προμήθεια». Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι η Κίνα έχει χορηγήσει περισσότερες από 3,4 δισεκατομμύρια δόσεις στο 90% του πληθυσμού της.
Το Πεκίνο φυσικά δεν θα μείνει απαθές μπροστά στον νέο κύκλο αντικινεζικών ενεργειών. Ήδη ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου εξωτερικών, Μάο Νινγκ, ανακοίνωσε ότι σχεδιάζονται να ληφθούν «αντίμετρα με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας». Κατήγγειλε ότι οι περιορισμοί «δεν έχουν επιστημονική βάση και είναι εν μέρει απαράδεκτοι» και τόνισε ότι η κινεζική ηγεσία είναι αντίθετη «στις προσπάθειες χειραγώγησης των μέτρων για τον κορονοϊό για πολιτικούς σκοπούς».
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr