Ειδήσεις από την Ειδική Περιοχή Μπιχάρ-Τζάρκχαντ

Οι αναγνώστες του PeoplesMarch γνωρίζουν καλά ότι η περιοχή Μπιχάρ-Τζάρκχαντ είναι μια από αυτές που το ΚΚΙ (Μαοϊκό) στοχεύει να εξελίξει σε απελευθερωμένη ζώνη. Σε αυτό το τεύχος παρουσιάζουμε μια σύντομη ανασκόπηση των κινητοποιήσεων από τις Επαναστατικές Μαζικές Οργανώσεις και τις ενέργειες αντιποίνων από τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Αντάρτικο Στρατό σε αυτή την Ειδική Περιοχή.

Μπιχάρ και Τζάρκχαντ είναι τα τελευταία χρόνια παραμελημένες όσο καμία άλλη πολιτεία στη χώρα. Από τις κυβερνήσεις των δύο πολιτειών δεν προωθείται καμία πραγματική ανάπτυξη του λαού. Ο κυβερνητικός μηχανισμός είναι προσηλωμένος στην εξασφάλιση μιας «ασφάλειας», με στόχο την καταστολή του εν εξελίξει και υπό την ηγεσία του ΚΚΙ (Μαοϊκού) Λαϊκού Πολέμου. Όμως, ο λαός χρειάζεται ανάπτυξη. Επομένως, έχει ξεκινήσει διάφορες κινητοποιήσεις για την αποκάλυψη των κατασταλτικών πολιτικών των πολιτειακών κυβερνήσεων που ασκούνται με τη συνεργασία της κεντρικής κυβέρνησης. Ένας από τους λαϊκούς αγώνες έχει να κάνει με το ερώτημα: «Τα σχολεία είναι για εκπαίδευση ή για στρατόπεδα της αστυνομίας;»

Το Ινδικό Εφεδρικό Τάγμα δημιούργησε ένα στρατόπεδο στο σχολικό συγκρότημα Κουίντα στο Γκοϊλκέρα (σ.parapoda: περιφέρεια Δυτικής Σίνγκμπουμ της Τζάρκχαντ). Ο λαός είχε εξοργιστεί με το στρατόπεδο που στερούσε από τα παιδιά του την εκπαίδευση. Έτσι, οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στο Γραφείο Ανάπτυξης Επαρχίας και έκαναν μια διαδήλωση υπό τη σημαία της Περιφερειακής Επιτροπής Γκοϊλκέρα της Ένωσης τοπικών συμβουλίων (Manki Munda Sangh, σ.parapoda: βλ. εδώ). Αμφισβήτησαν το δικαίωμα της κυβέρνησης να δημιουργήσει στρατόπεδο χωρίς την άδεια της Τοπικής Συνέλευσης (Gram Sabha, σ.parapoda: βλ. εδώ) και ζήτησαν την άμεση απόσυρση του στρατοπέδου. Επίσης, απαίτησαν διώξεις εναντίον συγκεκριμένων αξιωματούχων του. Άνθρωποι από 13 χωριά της περιοχής όπως το Μπουρουντουίγια, το Μπιχαντουίγια και το Κιταπί διένυσαν μια απόσταση 20 χιλιομέτρων για να φτάσουν στο γραφείο ώστε να διαμαρτυρηθούν. Μια αντιπροσωπεία 11 ατόμων υπέβαλε υπόμνημα στον κυβερνήτη της πολιτείας μέσω του διοικητή του Γραφείου Ανάπτυξης.

Ο λαός του χωριού Πάινταμπουρ και των γύρω χωριών στην επαρχία Τσάκρανταρπουρ διαμαρτύρεται για το νέο στρατόπεδο της αστυνομίας στο Πάινταμπουρ. Οι κάτοικοι έκαναν μια συγκέντρωση και προειδοποίησαν τους αξιωματούχους ότι θα εντείνουν τον αγώνα, αν το αίτημά τους για απόσυρση του στρατοπέδου δεν υλοποιηθεί.

Άλλο ένα στρατόπεδο των Κεντρικών Εφεδρικών Αστυνομικών Δυνάμεων (CRPF) που σχεδιάζεται να δημιουργηθεί στην περιοχή Παντέντιχ-Παρμπατούρ αρμοδιότητας του αστυνομικού σταθμού της Κούκρα της επαρχίας Πιρτάντ της περιφέρειας Τζίριντιχ αποτέλεσε αφορμή για το ξέσπασμα ενός αγώνα στα γύρω χωριά. Οι χωρικοί διεξήγαν μια διαδήλωση φέροντας τα παραδοσιακά τους όπλα, διαμαρτυρόμενοι για τη στάση της κυβέρνησης που δεν εισάκουσε την προηγούμενη διαμαρτυρία τους για το στρατόπεδο. Οργάνωσαν μια συγκέντρωση δύο ωρών στο σημείο που προορίζεται να κατασκευαστεί το στρατόπεδο της αστυνομίας. Ζήτησαν σχολεία και νοσοκομεία, αντί για στρατόπεδο. Όταν το μέλος της Νομοθετικής Συνέλευσης της πολιτείας που εκπροσωπεί τη Τζίριντιχ έφτασε στο σημείο και συζήτησε με τους χωρικούς, αυτοί ξεκάθαρα του δήλωσαν ότι δεν έχουν καμία ανάγκη ένα στρατόπεδο της αστυνομίας στην περιοχή τους.

Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του λαού της περιοχής, δεν υπήρξε αλλαγή στην απόφαση της κυβέρνησης. Δέκα μέρες αργότερα, οι κάτοικοι άλλη μια φορά διαδήλωσαν, αυτή τη φορά με πιο δυναμικό τρόπο. Έσπασαν τα οδοφράγματα που είχαν τοποθετηθεί μπροστά στο υπό ανέγερση στρατόπεδο και το κατέστρεψαν. 12 μηχανές, μία μπουλντόζα και μια γεννήτρια με αντλία νερού, καθώς και καλώδια επίσης καταστράφηκαν, σύμφωνα με την αστυνομία. Αντί να λάβει υπόψη τα αιτήματα του λαού, η αστυνομία ασχολείται τώρα με τη δίωξη των διαδηλωτών.

Να άλλο ένα περιστατικό από την επαρχία Τζίριντιχ. Ένα στρατόπεδο της αστυνομίας ανεγείρεται στο χωριό Κάλχαμπαρ στο όνομα ενός κολεγίου. Οι χωρικοί αντιτάχθηκαν στην οικοδόμηση αυτή. Η κυβέρνηση δεν τους εισάκουσε. Τότε ο λαός έλαβε τη βοήθεια του ΛΑΑΣ. Ο ΛΑΑΣ πυρπόλησε έναν αναμεικτήρα μεταφοράς σκυροδέματος JCB. Μετά από αυτό, ο εργολάβος δεν τόλμησε να συνεχίσει το έργο.

Ο λαός, επίσης, παλεύει ενάντια στις παράνομες συλλήψεις των χωρικών. Οι κάτοικοι του χωριού Κενταμπίρ, που βρίσκεται στην περιοχή αρμοδιότητας του αστυνομικού τμήματος της Σόνουα στην περιφέρεια της Δυτικής Σίνγκμπουμ της Τζάρκχαντ περικύκλωσαν το αστυνομικό τμήμα, απαιτώντας την απελευθέρωση ενός νεαρού που αρπάχτηκε από την αστυνομία από το χωριό. Η αστυνομία βρισκόταν σε περίπολο στην περιοχή «σε αναζήτηση Μαοϊστών». Οι κάτοικοι ακολούθησαν τους αστυνομικούς ως το αστυνομικό τμήμα και μπλόκαρε τον κύριο δρόμο. Έφτασαν ως το τμήμα φέροντας παραδοσιακά όπλα, όπως τόξα και βέλη.

Σε ένα άλλο περιστατικό σύλληψης στο χωριό Ραντζντακότσα της περιοχής Οτάρ της Καραϊκέλα, ο λαός του χωριού περικύκλωσε το αστυνομικό τμήμα της Καραϊκέλα απαιτώντας την απελευθέρωση ενός χωρικού που συνελήφθη από τις CRPF και την τοπική αστυνομία. Οι κάτοικοι εξέφρασαν τη διαμαρτυρία τους και για τον ξυλοδαρμό ενός ακόμα νέου του χωριού. Φέροντας τα παραδοσιακά τόξα και βέλη, περικύκλωσαν το τμήμα για σχεδόν μία ώρα, ωσότου το αίτημά τους ικανοποιηθεί. Μόνο όταν η αστυνομία άφησε ελεύθερο το νεαρό, έφυγαν οι κάτοικοι. Επίσης, επιτυχώς απαίτησαν τη διερεύνηση του επεισοδίου του νέου που δάρθηκε. Προειδοποίησαν, μάλιστα, την αστυνομία ότι θα εντείνουν τον αγώνα, αν ξαναβγεί για περιπολία.

Η κυβέρνηση επιδίδεται σε νέες μορφές καταστολής

Ενώ ο λαός παλεύει για τα δικαιώματά του σε νερό-δάσος-γη, η κυβέρνηση προχωρά με δρακόντεια μέτρα προκειμένου να εξαλείψει το λαϊκό κίνημα. Η αντίσταση, βεβαίως, σε αυτά θεριεύει. Υπήρξε ένας ξαφνικός βομβαρδισμός από τις CRPF σε έναν ουλαμό του ΛΑΑΣ την ημέρα των εκλογών (σ.parapoda: οι εκλογές για τα τοπικά συμβούλια – παντσαγιάτ, που είναι συμβούλια ενός αριθμού χωριών με συνολικό πληθυσμό από 500 ως 3.000 – διεξήχθησαν μεταξύ 24/9-12/12 στη Μπιχάρ), στο δάσος μεταξύ των χωριών Λανγκουράχι-Πατσρουκχίγια της Μπιχάρ από τις 11 ως τις 12 το μεσημέρι. Εκτοξεύτηκαν γύρω στις 60-70 βόμβες, ρουκέτες κ.ά., μεγάλης ισχύος. Την ίδια μέρα, ο λαός και μια ομάδα Λαϊκής Πολιτοφυλακής (Jan Militia) και ο λαός της περιοχής εξαπέλυσαν επίθεση σε αστυνομικό στρατόπεδο που έχει εγκατασταθεί σε σχολείο στο χωριό Σοντάχα της Μπανκεμπαζάρ στην περιφέρεια Γκάγια στις 10 το πρωί. Δύο γεννήτριες, ηλεκτρικός εξοπλισμός, αντίσκηνα, καρέκλες, καναπέδες και τρόφιμα καταστράφηκαν.

Η κυβέρνηση εγκαινίασε ένα μεγάλο πρόγραμμα κατασκευής δρόμων στα βάθη των περιοχών του επαναστατικού κινήματος σε όλη τη χώρα. Ως τμήμα της προσπάθειας διακοπής του, ο ΛΑΑΣ πυρπόλησε 2 οχήματα JCB και 2 τρακτέρ που χρησιμοποιούνταν στην διάνοιξη δρόμου στο χωριό Τσαρίγια. Ένας ιδιώτης εργολάβος ανέλαβε το έργο της διάνοιξης δρόμου από το χωριό Ναουάντιχ ως την Τζαρίγια και μέχρι τη Μακούντα. Ο δρόμος περνά μέσα από το δάσος και θα διευκολύνει την κίνηση των παραστρατιωτικών και των πολιτειακών ενόπλων δυνάμεων για την επίθεση ενάντια στο λαό και τους αντάρτες. Σε ένα παρόμοιο περιστατικό με 2 μηχανήματα που χρησιμοποιούνταν στην διάνοιξη δρόμου μεταξύ του φράγματος Τζάγκαρναντ ως το κανάλι, στην περιοχή αρμοδιότητας του αστυνομικού τμήματος Ντεβ στην περιφέρεια Αουαρανγκαμπάντ, ένας οδοστρωτήρας και ένα μηχάνημα διάτρησης εδάφους πυρπολήθηκαν στο χωριό Κχάκντα στην περιοχή του λόφου Λούκου της περιφέρειας Μπόκαρο στο Τσότα Νάγκπουρ. Δύο επιπλέον μηχανήματα JCB που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή δρόμου πυρπολήθηκαν στο χωριό Πατριγιαπάνι στην περιφέρεια Χαζάριμπαγκ.

Παραθέτουμε ακολούθως εν συντομία μια πρόσφατη έκθεση εύρεσης στοιχείων για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Τζάρκχαντ

Στις 12 Ιούνη 2021, τα ΜΜΕ ανέφεραν μια σύγκρουση ανάμεσα σε δυνάμεις ασφαλείας και Μαοϊστές στο δάσος Κούκου-Πίρι, που βρίσκεται στην αρμοδιότητα του αστυνομικού τμήματος της πόλης Γκάρου της περιφέρειας Λατεχάρ στη Τζάρκχαντ. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, ένας Ναξαλίτης σκοτώθηκε και όπλα βρέθηκαν. Την επομένη, πολλές τοπικές εφημερίδες ανέφεραν ότι ο 24χρονος Μπράμαντεβ Σινγκχ από το χωριό Πίρι είχε σκοτωθεί στη σύγκρουση αυτή. Είχε πάει στο δάσος με άλλους χωρικούς για κυνήγι με αφορμή το φεστιβάλ Σάρουλ (σ.parapoda: θρησκευτική γιορτή για την έλευση του νέου έτους για τις φυλές Χο, Μούντα και Οράον).

Η Μεγάλη Συνέλευση Λαϊκών Δικαιωμάτων Τζάρκχαντ (Τζάρκχαντ Τζανάντικαρ Μαχασάμπχα-JJM) διερεύνησε την υπόθεση διεξάγοντας έρευνα που περιλάμβανε συνεντεύξεις με εκπροσώπους οργανώσεων, δημοσιογράφους, νομικούς και κοινωνικούς αγωνιστές. Η ομάδα που συγκροτήθηκε από τη Μαχασάμπχα περιλάμβανε τις ακόλουθες κοινωνικές και μιντιακές οργανώσεις – Αντιβάσι Άντικαρ Μαντς (Φόρουμ Δικαιωμάτων Αντιβάσι), Δίκτυο Γυναικών Αντιβάσι, Δίκτυο Ανθρωπιστικού Δικαίου, και την Τοπική Συνέλευση. Στις 17 Ιούνη, η ομάδα επισκέφτηκε το χωριό Πίρι, συνάντησε τους χωρικούς και τα θύματα, ανέλυσε την απάντηση της τοπικής διοίκησης κι της αστυνομίας, τον φάκελο της υπόθεσης και ρεπορτάζ των τοπικών ΜΜΕ.

Η ομάδα κατέληξε στο ότι το περιστατικό της 12ης Ιούνη δεν ήταν «ανταλλαγή πυρών». Αθώοι χωρικοί δέχτηκαν τα πυρά των δυνάμεων ασφαλείας. Οι έξι Αντιβάσι που σχετίζονται με το περιστατικό (συμπεριλαμβανομένου του Μπράμαντεβ) είχαν βγει για παραδοσιακό τελετουργικό κυνήγι, όπως κάθε χρονιά, για το φεστιβάλ Σάρουλ. Όλοι έφεραν από ένα όπλο Μπάρτουα, που υπάρχει στις οικογένειές τους και κληρονομείται από γενιά σε γενιά. Αυτό το όχι αυτόματο όπλο χρησιμοποιείται για το κυνήγι μικρών ζώων και πουλιών, όπως λαγοί, γουρούνια και κότες και για την προστασία των σπαρτών από τα ζώα.

Την ημέρα του περιστατικού, καθώς μια ομάδα έξι χωρικών κινήθηκε περίπου 50 πόδια μέσα στο δάσος, ένας από αυτούς είδε μέλη των δυνάμεων ασφαλείας στην άκρη του δάσους. Έκανε δυο βήματα πίσω και ζήτησε και από τους άλλους να κάνουν πίσω. Αυτό προκάλεσε πανικό και οι άνθρωποι που ήταν πίσω άρχισαν να τρέχουν. Ξαφνικά, οι δυνάμεις ασφαλείας άνοιξαν πυρ χωρίς προειδοποίηση. Οι χωρικοί, ωστόσο, δεν άκουσαν κανέναν πυροβολισμό από όπλα Μπάρτουα που κουβαλούσαν. Αντίθετα, σήκωσαν τα χέρια, φώναξαν ότι είναι απλοί άνθρωποι, όχι μαοϊστές και ζήτησαν από την αστυνομία να μην πυροβολεί. Όμως οι δυνάμεις ασφαλείας συνέχιζαν. Μια από τις σφαίρες τους χτύπησε τον Ντίνενατ, έναν από τους χωρικούς, στο χέρι. Μια άλλη σφαίρα, χτύπησε τον Μπράμαντεβ στο σώμα. Τα πυρά συνέχιζαν για περίπου μισή ώρα. Φοβούμενοι μη χτυπηθούν από αυτά, οι πέντε άντρες έφυγαν τρέχοντας από το δάσος. Ακολούθως, οι δυνάμεις ασφαλείας πήραν τον Μπράμαντεβ στην άκρη του δάσους και του έριξαν άλλους τρεις πυροβολισμούς, κάτι που οδήγησε στο θάνατό του. Οι χωρικοί επίσης είπαν στην ερευνητική ομάδα ότι κανένα από τα έξι θύματα δεν συνδέονται με κάποια οργάνωση των Μαοϊστών.

Ο φάκελος που σχηματίστηκε από την αστυνομία καθιστά ξεκάθαρο ότι η αστυνομία προσπαθεί να κρύψει την αλήθεια. Ο φάκελος δεν αναφέρει το θάνατο του Μπράμαντεβ από τα πυρά της αστυνομίας. Σύμφωνα με την έκθεση του φακέλου, το περιστατικό ήταν μια ανταλλαγή πυρών, όπου, μάλιστα, ο πρώτος πυροβολισμός ρίχτηκε από την ομάδα των ένοπλων χωρικών και μερικοί από αυτούς διέφυγαν μέσα στο δάσος. Η έκθεση αυτή αναφέρει, ακόμα, ότι το πτώμα του Μπράμαντεβ βρέθηκε στην άκρη του δάσους. Αυτές οι αναφορές έρχονται σε αντίφαση με τα γεγονότα. Η αστυνομία άσκησε δίωξη ενάντια στους έξι Αντιβάσι (συμπεριλαμβανομένου και του Μπράμαντεβ), με διάφορα προσχήματα (συμπεριλαμβανομένου του νόμου περί Όπλων). Αυτό επίσης αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις της αστυνομίας – θέλει να ασκήσει πίεση στους χωρικούς για να τους αποτρέψει να αμφισβητήσουν νομικά την εκδοχή της αστυνομίας για τα πυρά και τη δολοφονία. Στο αστυνομικό τμήμα, και τα πέντε θύματα υποχρεώθηκαν να υπογράψουν (ή να βάλουν τα δακτυλικά τους αποτυπώματα) σε πολλές σελίδες, μερικές γραμμένες και μερικές κενές, χωρίς να ενημερωθούν για το περιεχόμενο αυτών των σελίδων.

Παρόμοια περιστατικά συνεχώς λαμβάνουν χώρα στη Τζάρκχαντ. Για παράδειγμα, τον Ιούνη του 2020, οι Αντιβάσι του χωριού Τσιριγιαμπέντα της περιφέρειας Δυτικής Σίνγκμπουμ δάρθηκαν ανηλεώς από CRPF κατά τη διάρκεια επιχείρησης έρευνας και εντοπισμού Μαοϊστών. Παρότι ο ανώτερος επιθεωρητής της αστυνομίας στην Τσαϊμπάσα (σ.parapoda: πρωτεύουσα της περιφέρειας) αναγνώρισε το ρόλο των CRPF στη βία, ο φάκελος που σχηματίστηκε από την αστυνομία δεν αναφέρει καν τις CRPF. Μέχρι σήμερα, τα θύματα ούτε έχουν λάβει κάποια αποζημίωση, ούτε κάποια δράση έχει αναληφθεί εναντίον των υπεύθυνων για αυτό μελών των CRPF.

Παράλληλα με την έκθεση, η JJM και η ομάδα διερεύνησης της αλήθειας απαίτησαν να αναδειχτούν τα γεγονότα, να συγκροτηθεί μια επιτροπή από δικαστές και να διερευνήσει τα γεγονότα, καθώς και να εφαρμοστεί ο PESA (σ.parapoda: Νόμος για την επέκταση της δικαιοδοσίας των τοπικών συμβουλίων, με τον οποίο δεν μπορούν να λάβουν χώρα μεγάλες επενδύσεις και έργα χωρίς να ρωτηθούν αυτά.)

Ο λαός ενάντια στον βραχμανικό ινδουιστικό φασισμό

Ο λαός επίσης παλεύει ενάντια στον βραχμανικό ινδουιστικό φασισμό. Σχετικά, είναι ενδιαφέρουσα η κινητοποίηση για την προστασία των αγελάδων από τις σαφράν δυνάμεις (σ.parapoda: το χρώμα που χρησιμοποιούν αυτές).

Στο χωριό Μπάρα, που βρίσκεται στην αρμοδιότητα του αστυνομικού σταθμού της Ντίμπρα στην περιφέρεια Αουρανγκαμπάντ της Μπιχάρ, λειτουργεί ένα «Ίδρυμα Ενημέρωσης για τις Αγελάδες» σε έναν «Οίκο Αγελάδας». Στόχο έχει το σταμάτημα των αρπαγών αγελάδων και την αποτροπή σφαγιασμού τους. Το ίδρυμα συνέλεξε εκατοντάδες αγελάδες και τις έβαλε στον οίκο. Όμως για την φροντίδα τους δεν υπήρχε ούτε τροφή ούτε κατάλληλες εγκαταστάσεις. 10 με 15 αγελάδες πέθαιναν ημερησίως. Θάβονταν με μπουλντόζα. Ο λαός από τα γύρω χωριά ήταν δυσαρεστημένος. Ήταν, ακόμα, θυμωμένος γιατί ο οίκος αυτός χτίστηκε σε γη που είχαν δημεύσει από έναν γαιοκτήμονα και καλλιεργούσε. Ο λαός κατανόησε ότι ο οίκος αγελάδας αποτελούσε, συν τοις άλλοις, μια συνωμοσία για να ξαναδοθεί η γη στον γαιοκτήμονα. Πέραν αυτού, ο οίκος βρισκόταν στη μέση του δρόμου και προκαλούσε δυσκολίες στην κυκλοφορία. Η υπόθεση αυτού υποστηριζόταν από τους τοπικούς προύχοντες σε συνεργασία με τους εκπροσώπους των αρχών και τους φασίστες του BJP (σ.parapoda: Ινδικό Λαϊκό Κόμμα, το κυβερνών κόμμα σε πανινδικό επίπεδο). Χρειαζόταν πυγμή. Επομένως, οι κάτοικοι απευθύνθηκαν στον ΛΑΑΣ. Μια ωραία ημέρα, λοιπόν, στις 15 Αυγούστου, ο ΛΑΑΣ ανατίναξε σε μία στιγμή τον οίκο αγελάδας και απελευθέρωσε τις αγελάδες, οι οποίες διανεμήθηκαν στο λαό. Έτσι ο λαός απέδειξε ότι οι πραγματικοί προστάτες της αγελάδας ήταν αυτός και όχι οι σαφράν δυνάμεις που κάνουν ό,τι κάνουν στο όνομα της προστασίας της αγελάδας.

Ενώ το περιστατικό προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού στο λαό, συγκλόνισε τους «προστάτες της αγελάδας» και τη διοίκηση της αστυνομίας και της πολιτειακής κυβέρνησης. Ο λαός έχει βιώσει πολλά περιστατικά κακομεταχείρισης Νταλίτ και Μουσουλμάνων με πρόσχημα την προστασία της αγελάδας. Το ίδρυμα ενημέρωσης για τις αγελάδες ήταν μια ΜΚΟ των σαφράν δυνάμεων. Αυτή η ενέργεια του ΛΑΑΣ έβαλε το αστυνομικό τμήμα σε δυσχερή θέση. Στην πραγματικότητα, δεν γνώριζε την ύπαρξη του οίκου. Προφανώς υποχρεώθηκε να κάνει έρευνα για τις συνθήκες θανάτου εκατοντάδων αγελάδων στον οίκο. 

Ο λαός της Μπαστάρ διεξάγει θυελλώδεις αγώνες ενάντια στα αστυνομικά στρατόπεδα

Το όνομα του χωριού Σίλινγκερ (σ.parapoda: ή Σίλγκερ) στην περιφέρεια Σούκμα της Τσατίσγκαρχ αντηχεί σε όλη την Μπαστάρ και την πολιτεία. Ο αγώνας του λαού ενάντια στη δημιουργία ενός νέου αστυνομικού στρατοπέδου στο χωριό Σίλινγκερ, σύντομα, αναπτύχθηκε σε κύματα, περιλαμβάνοντας όλο και περισσότερο κόσμο. Ήδη τράβηξε την προσοχή καλοπροαίρετων έναντι των ιθαγενών ανθρώπων, των δημοκρατών και των προοδευτικά σκεπτόμενων στη χώρα. Ο αγωνιζόμενος λαός συνεχίζει για να αποκτήσει ακόμα μεγαλύτερη υποστήριξη, παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση εμμένει. Να πώς ξεκίνησαν και πώς έχουν τα πράγματα.

Στις 13 Μάη 2021, η Κεντρική Εφεδρική Αστυνομική Δύναμη (CRPF) ξαφνικά πήγε και δημιούργησε ένα στρατόπεδο στο Σίλινγκερ. Αυτό διάκειται ενάντια στις πρόνοιες του ίδιου του Ινδικού Συντάγματος. Η περιοχή υπάγεται στις διατάξεις του Πέμπτου Προγράμματος (σ.parapoda: αφορά τη διοίκηση των περιοχών όπου ζουν Καταγεγραμμένες Φυλές στις λοιπές πλην βορειοανατολικών πολιτειών) και οποιαδήποτε δραστηριότητα όπως δασοκομία, κοπή δέντρων και εξόρυξη μπορεί να γίνει μόνο με την άδεια της Τοπικής Συνέλευσης, δηλαδή του λαού όλου του χωριού. Ο PESA είναι ο νόμος που διευκρινίζει το δικαίωμα αυτό. Η κυβέρνηση δεν λαμβάνει υπόψη τίποτα από αυτά και δημιουργεί στρατόπεδα σε όλες τις περιοχές του λαϊκού κινήματος στην πολιτεία. Οι αγώνες αυτοί έχουν ενταθεί από τα μέσα του 2020 (Για περισσότερες λεπτομέρειες αυτών των αγώνων στη Νάραγιανπουρ, την Κάνκερ και την Μπίτζαπουρ, βλ. ειδικό τεύχος του περιοδικού για τα 20 χρόνια του ΛΑΑΣ, Φλεβάρης 2021).

Ο λαός, αρχικά, προέβη σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας μπροστά από το στρατόπεδο στις 17 Μάη. Ο Γενικός Επιθεωρητής (IG) της αστυνομίας της Τσατίσγκαρχ Π. Σούνταρατζ και ο αστυνομικός διοικητής της Μπίτζαπουρ Καμαλότσαν Κάσυαπ προσωπικά έδωσαν εντολή στην αστυνομία να ανοίξει πυρ ενάντια στο λαό που διαδήλωνε ειρηνικά. Τρία άτομα σκοτώθηκαν και 18 τραυματίστηκαν από τα πυρά. Τις τέσσερις πρώτες μέρες, από τις επιθέσεις της αστυνομίας με γκλομπ οι τραυματίες από 36 χωριά ανήλθαν στους 296. Μάλιστα, μία γυναίκα υπέκυψε αργότερα στα τραύματά της.

Ο λαός εξοργίστηκε με τις δολοφονίες. Αποφάσισε να τελέσει τις κηδείες των προσφιλών νεκρών στον τόπο που άνοιξαν πυρ, μπροστά στο νέο αστυνομικό στρατόπεδο. Άναψε τη φωτιά και ολοκλήρωσε την τελετή της κηδείας. Στις 28 Μάη, ο λαός εγκαινίασε μια επιτύμβιο στήλη στη μνήμη των ανθρώπων που σκοτώθηκαν από τα πυρά και απέτισε τιμή.

Σιγά-σιγά, ο αγώνας κέρδισε μια πρωτοφανή υποστήριξη από πολλά στρώματα του λαού της χώρας και άλλων χωρών. Πολιτικά κόμματα της Τσατίσγκαρχ κάθε απόχρωσης, κάποια λίγα πανινδικά κόμματα και οργανώσεις από τη Μάντυα Πραντές, τη Ρατζαστάν, τη Μαχαράστρα και τη Τζάρκχαντ ήρθαν προς υποστήριξη του αγώνα. Ακόμα και το BJP καταδίκασε το άνοιγμα πυρ σε βάρος των διαδηλωτών. Η Αντιβάσι Σαμάτζ («Κοινωνία Αντιβάσι»: ιθαγενική οργάνωση) της πολιτείας τοποθετήθηκε υπέρ του λαού. Λίγοι πολιτικοί ηγέτες και άλλοι προσπάθησαν να καλμάρουν το λαό. Επίσης, εκπρόσωποι οδηγήθηκαν να συναντήσουν τον πρωθυπουργό της πολιτείας. Αυτός μίλησε μόνο για την απόδοση χρημάτων, θέσεων εργασίας και άλλα τέτοια, ενώ οι εκπρόσωποι του αγωνιζόμενου λαού μόνο για την απόσυρση του στρατοπέδου.

Φόρουμ για την προστασία των ιθαγενών

Ο λαός διοργάνωσε το Μουλβάσι Μπατσάο Μαντς (Φόρουμ για την προστασία των ιθαγενών).

Στις 8-9 Ιούνη, ο αριθμός των συμμετεχόντων έφτασε τους πάνω από 50.000. Ο περιφερειάρχης στη Μπίτζαπουρ κάλεσε τους ηγέτες του Φόρουμ σε ένα στρατόπεδο στο Τέρεμ, που δημιουργήθηκε το 2020, για συνομιλίες, μάταια. Στο μεταξύ, η Λαϊκή Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες (PUCL) εξέδωσε ένα βιβλίο σχετικά με τις αιτίες του εν εξελίξει αγώνα και τα γεγονότα. Η οργάνωση Προστασία των Διαδηλώσεων στην Τσατίσγκαρχ (Τσατίσγκαρχ Μπατσάο Άντολαν) συνάντησε τους κατοίκους και τους εξέφρασε την αλληλεγγύη της. Ο αγώνας επεκτάθηκε σε όλες τις περιφέρειες της Μπαστάρ, τη Μπίτζαπουρ, τη Νταντεουάντα, τη Ναραγιάνπουρ, την Κοννταγκάον, τη Μπαστάρ και την Κάνκερ.

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο φόβος της πανδημίας του κορονοϊού ή της κρατικής αντίδρασης δεν τρόμαξε το λαό, που στάθηκε και στέκεται συνεπής προς το αίτημά του. Όταν η αστυνομία απείλησε τους κατοίκους ότι διεξάγουν συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις χωρίς άδεια, αυτοί απάντησαν: «Εσείς δεν μας ζητήσατε άδεια να φτιάξετε στρατόπεδο. Επομένως, γιατί πρέπει να πάρουμε την άδειά σας να αντιταχτούμε σε αυτό;»

Η διαμαρτυρία ενός γέροντα ήταν αποκαλυπτική. Η αστυνομία προχώρησε ως το μέρος των διαδηλωτών. Τότε ο καλός γέροντας έπιασε έναν από τους αστυνομικούς. Δεν τον άφηνε. Οι αστυνομικοί χρειάστηκε να τον παρακαλέσουν πολλές φορές πριν αφήσει τον συνάδελφό τους.

Οργανώσεις υπεράσπισης ιθαγενών, δημοκρατικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως και μεμονωμένα άτομα, προσήλθαν μαζικά προς υποστήριξη του αγώνα. Υπομνήματα άρχισαν να κατακλύζουν το γραφείο του περιφερειάρχη. Ο αγώνας του λαού έγινε ένα σημαντικό θέμα συζήτησης σε πολλά τμήματα της κοινωνίας. Διαφώτισε τους φοιτητές, τη νεολαία, δασκάλους, δημοσίους υπαλλήλους και γυναίκες. Νεολαίοι προσχώρησαν με ενθουσιασμό στο κίνημα και εξέφρασαν την αφοσίωσή τους στην κοινωνία τους.

Στις 29 Αυγούστου οργανώθηκαν συγκεντρώσεις, πορείες και αποκλεισμοί δρόμων σε 15 περιφέρειες, και στις 26 Σεπτέμβρη σε 22 περιφέρειες, που διαμαρτύρονταν κυρίως για τα πυρά στο Σίλινγκερ, πέρα από άλλα λίγα σχετικά αιτήματα. Ο έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος ασχολούταν καθημερινά με την καταγραφή των γεγονότων. Ανταποκριτές και κάμερες έφταναν μαζικά στα σημεία των διαδηλώσεων. Έπαιρναν συνεντεύξεις από το λαό, έδειχναν πώς οι άνθρωποι έμεναν σε αντίσκηνα παρά τη βροχή και το σφοδρό κρύο. Ομάδες στα ΜΚΔ κυκλοφορούσαν βίντεο, φωτογραφίες, παρουσιάσεις σε Powerpoint κ.ο.κ.

Οι κάτοικοι έλεγαν στους δημοσιογράφους: «Μας είναι δύσκολο να αφήσουμε τις καλλιέργειες και τις οικογένειές μας. Όμως τα στρατόπεδα της αστυνομίας έχουν γίνει ζήτημα ζωής και θανάτου για εμάς. Επομένως, κανονίσαμε να έρθουμε εδώ μαζικά».

Αύξηση των σεξουαλικών επιθέσεων σε βάρος γυναικών

Η δυσκολία δεν έγκειται μόνο στο να συνεχίσουν οι κάτοικοι να έχουν τα μέσα διαβίωσής τους. Αφορά και την επιβίωση και την προστασία των γυναικών, του μισού του πληθυσμού. Υπάρχει μεγάλος αριθμός περιστατικών στα οποία γυναίκες από χωριά, ακόμα και ανήλικες, δέχτηκαν σεξουαλικές επιθέσεις και δολοφονήθηκαν από πολιτειακές ένοπλες δυνάμεις που περιπολούσαν. Τέτοιες θηριωδίες είχαν εντείνει τον αγώνα του λαού παλαιότερα. Τώρα, με την αύξηση των στρατοπέδων της αστυνομίας, ο αριθμός των επιθέσεων σε γυναίκες έχει επίσης αυξηθεί.

«Δεκαπέντε γυναίκες από χωριά, όπου νέα στρατόπεδα της αστυνομίας δημιουργήθηκαν, έχουν δεχτεί σεξουαλικές επιθέσεις. Οι γυναίκες όλο και περισσότερο νιώθουν ανασφαλείς. Μερικές από αυτές τις άρπαξαν ενώ έκαναν μπάνιο. Οι μισθοφορικές ένοπλες δυνάμεις κυνηγούσαν τις γυναίκες που έτρεχαν. Τέτοια ειδεχθή πράγματα αντιπαλεύουμε. Βιάζουν την ίδια την ύπαρξή μας ως ιθαγενικών λαών της χώρας», είπε ένας από τους ακτιβιστές του ΜΒΜ.

Στο μεταξύ, ο αγώνας επεκτάθηκε σε περιοχές με μικρή απόσταση από αυτά τα χωριά. Στις 19 Σεπτέμβρη, 5.000 άνθρωποι έκαναν διαδήλωση στο Κατεκάλυαν, απαιτώντας να σταματήσουν οι θηριωδίες της αστυνομίας και να τιμωρηθούν μέλη του προσωπικού της Περιφερειακής Εφεδρικής Φρουράς (DRG). Απαίτησαν, επίσης, σχολεία και νοσοκομεία. Άνθρωποι από 18 παντσαγιάτ διαδήλωσαν σε αυτή την κινητοποίηση υπό τη σημαία του Σαρβ Αντιβάσι Σαμάτζ, που είναι μια οργάνωση για την προστασία της ζωής και του πολιτισμού της τοπικής φυλής των Γκοντ.

Αλληλεγγύη στο αγροτικό κίνημα

O αγώνας των ιθαγενικών λαών εξέφρασε την αλληλεγγύη του στο αγροτικό κίνημα. Στις 27 Σεπτέμβρη, οργάνωσε μια Κισάν Έκτα Σάμπχα (Συγκέντρωση αγροτικής ενότητας). Η συγκέντρωση εξέφρασε την ενότητα των ιθαγενών με τους αγωνιζόμενους για τα στοιχειώδη δικαιώματά τους αγρότες.

Μερικοί φοιτητές από το Γκάνγκαλουρ της περιφέρειας Μπίτζαπουρ συνελήφθησαν για τη συμμετοχή τους στους αγώνες. Ο λαός διαμαρτυρήθηκε για αυτές τις συλλήψεις. Οι κάτοικοι απέκοψαν σε 42 σημεία το δρόμο εξηγώντας τους λόγους για αυτό στα ΜΜΕ. Στις 6 Οκτώβρη, συγκεντρώθηκαν στην Εντσαμέτα και διεξήγαν φόρουμ και πορείες στις 7 και τις 8 του μηνός. Αργότερα, οργάνωσαν μια πορεία ως τη Γκάνγκαλουρ και συνέχισαν τις διαμαρτυρίες ως τις 15 του μηνός.

Ανέφεραν ότι «δεν θα επιτρέψουμε στην αστυνομία να μας δέρνει, να βάζει σκυλιά να μας επιτίθενται ή να κάνει τέτοια πράγματα». Πράγματι, σκυλιά είχαν ριχτεί κατά πάνω σε διαδηλώτριες στη Γκάνγκαλουρ πριν από ένα χρόνο. Τα ΜΜΕ είχαν καλύψει τότε εκτενώς αυτή τη θηριώδη συμπεριφορά της αστυνομίας. Ο αγώνας αυτός, αργότερα, εξελίχτηκε σε αυτόν ενάντια στα αστυνομικά στρατόπεδα.

Στις 7 Οκτώβρη, χιλιάδες άνθρωποι από 35 παντσαγιάτ της Μποπάλαπατναμ διεξήγαγαν μια συγκέντρωση με 20 αιτήματα. Τον ίδιο μήνα, μαζική διαδήλωση διεξήχθη στο Ντάρμαραμ όπου η αστυνομία σκοπεύει να ιδρύσει στρατόπεδο και ο αγώνας συνεχίζεται ακόμα και τώρα.

Συγκέντρωση για τα δικαιώματα των Ιθαγενών

H 1η Νοέμβρη συμβαίνει να είναι η μέρα που η Τσατίσγκαρχ έγινε ξεχωριστή πολιτεία (σ.parapoda: το 2000). Εκείνη τη μέρα διεξήχθη μια Συγκέντρωση για τα δικαιώματα των Ιθαγενών (Μουλβάσι Άντικαρ Σάμπχα).

Οι οργανωτές της συγκέντρωσης εμφατικά τόνισαν: «Ακόμα και 21 χρόνια μετά τη συγκρότηση ξεχωριστής πολιτείας, οι ιθαγενείς στερούνται συνταγματικά κατοχυρωμένες εξουσίες. Ακόμα και 75 χρόνια μετά τη λεγόμενη ανεξαρτησία, τα αιτήματα για την εφαρμογή του Πέμπτου και Έκτου Προγράμματος (σ.parapoda: το δεύτερο αφορά τις αυτονομίες στις βορειοανατολικές πολιτείες) και την Αυτονομία της Μπαστάρ δεν λαμβάνονται υπόψη».

Στις 5 Νοέμβρη, η αστυνομία επιτέθηκε στο χωριό Ναχόντ και άνοιξε πυρ αδιακρίτως, ενώ 2.000 άνθρωποι είχαν προσέλθει εκεί για διεξαγωγή συγκέντρωσης. Αστυνομικοί ανέβηκαν στην εξέδρα και προσπάθησαν να περάσουν χειροπέδες στον προεδρεύοντα. Οι συμμετέχοντες, στις 7 Σεπτέμβρη, διεξήγαγαν πορεία και έδωσαν συνέντευξη τύπου διαμαρτυρόμενοι για την επίθεση. Έπειτα, η αστυνομία συνέχισε με τις κλασικές μεθόδους της. Έκαψε το αντίσκηνο στο οποίο δινόταν η συνέντευξη και έδειρε τον κόσμο. Αυτό οδήγησε το λαό να εντείνει τον αγώνα. Οι κάτοικοι προέβησαν σε καθιστική διαμαρτυρία μπροστά από το στρατόπεδο στο Ναχόντ.

Στο Γκομπάντ και το Νούλκαντονγκ, στις 12 Νοέμβρη, διεξήχθη μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενάντια στη δημιουργία ενός στρατοπέδου της αστυνομίας στις 12 Νοέμβρη. Οι αναγνώστες θα πρέπει να θυμούνται ότι στο Γκόμπαντ, το 2016, η Μάντκαμ Χίντμε, κάτοικος του χωριού, αρπάχτηκε από το σπίτι της ενώ αποφλοίωνε ρύζι για την οικογένειά της, βιάστηκε και δολοφονήθηκε. Στο Νούλκαντονγκ, πάνω από 10 χωρικοί, συμπεριλαμβανομένων δύο αγοριών, δολοφονήθηκαν από πυρά το 2018. «Γνωρίζουμε πώς θα έχουν τα πράγματα αν στο χωριό μας υπάρξει στρατόπεδο της αστυνομίας. Επομένως, είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στη δημιουργία αστυνομικών στρατοπέδων στα χωριά», είπε ένας κάτοικος του Γκόμπαντ.

Στις 26 Νοέμβρη, διεξήχθησαν συγκεντρώσεις στο Εμπούραμ, το Σίνγκαραμ, το Γκόμπαντ και άλλα χωριά στην περιοχή γύρω από το Σιλίνγκερ, με αφορμή την επέτειο από τις κινητοποιήσεις στο Σιλίνγκερ. Οι διαδηλώσεις επεκτάθηκαν στα χωριά Νταμπακόντα, Ελανταμάγκου, Βετσάπαλ, Πουσουγκούπα-Ράμπουρ, Ναμίνταρ και Ούρεπαλ.

Καθώς η κυβέρνηση δεν υπαναχώρησε στην απόφασή της να δημιουργήσει στρατόπεδα της αστυνομίας, οι κάτοικοι άρχισαν επ’ αόριστον διαδηλώσεις από τις 5 Δεκέμβρη.

Οι κάτοικοι ενάντια στη δημιουργία γέφυρας στην περιφέρεια Κάνκερ

Στην περιφέρεια Κάνκερ της βόρειας Μπαστάρ, ο λαός άρχισε κινητοποίηση πριν από ένα μήνα και περισσότερο ενάντια σε μια γέφυρα στον ποταμό Μέντκι στο Βετσαγκάτ κοντά στο Τσότε Μπετίγια, όπου είχε πριν λίγα χρόνια δημιουργηθεί ένα στρατόπεδο. Τώρα, η κυβέρνηση πρότεινε την ίδρυση ενός στρατοπέδου της Συνοριακής Δύναμης Ασφαλείας (BSF). Ο αγώνας επίσης περιλαμβάνει το αίτημα να σταματήσει η δημιουργία τουριστικού κέντρου στο Παραλκότ (σ.parapoda: όπου είχε γίνει και η ομώνυμη εξέγερση το 1825 ενάντια στους Βρετανούς και τους κομπραδόρους Μαράθα).

Οι κάτοικοι δήλωσαν: «Το τουριστικό κέντρο θα καταστρέψει τον πολιτισμό και τις παραδόσεις μας. Πρόκειται για ιερό χώρο για εμάς, αλλά όχι για τους τρίτους». Η κυβέρνηση, ως τώρα, ούτε ενημέρωσε, ούτε πήρε την άδεια του λαού για το θέμα, παραβιάζοντας άλλη μια φορά τον PESA.

Ο αγώνας ενάντια στην δημιουργία αστυνομικών στρατοπέδων συνεχίζεται στα χωριά Γκόμπαντ, Σίνγκαραμ, Νταρμαβάραμ, Ναχόντ, Πούσναρ, Ελμαγκόντα, Πουσουγκούπα, Ναμίνταρ και Βετσάπαλ χωρίς σταματημό. Οι κάτοικοι διοργανώνουν επ’ αόριστο διαδηλώσεις με συμμετοχή από κάθε χωριό. Έχουν μαζί τους ρύζι και άλλα απαραίτητα υλικά διαβίωσης και διατροφής. Βοηθιούνται στην καθημερινή τους διατροφή από οργανώσεις που τους υποστήριζαν.

Από την άλλη, η κυβέρνηση συνεχίζει την καταστολή εναντίον των αγωνιζόμενων. Δεν επιτρέπει τις μεθόδους διαμαρτυρίας που ορίζονται από τους ίδιους τους δικούς της κανόνες. Οι εκπρόσωποι του ΜΒΜ συνελήφθησαν ενώ βρίσκονταν καθ’ οδόν για  να υποβάλλουν υπόμνημα στον κυβερνήτη της πολιτείας. Κόσμος συγκεντρώθηκε μαζικά στο Σιλίνγκερ, απαιτώντας την απελευθέρωσή τους. Όλα τα κόμματα που υποστηρίζουν τον αγώνα των κατοίκων, επίσης στάθηκαν στο πλευρό τους για αυτό το θέμα. Χάρη σε αυτή την πίεση των διαμαρτυριών, η αστυνομία, τελικά, τους απελευθέρωσε.

Τα αιτήματα

Οι συνεχιζόμενοι αγώνες έχουν αιτήματα: την απόσυρση όλων των στρατοπέδων της αστυνομίας από το Μπαστάρ· τερματισμό των σφαγών· αυστηρή τιμωρία και απόλυση των αξιωματικών και των μελών της αστυνομίας, συμπεριλαμβανομένων και της DRG, που ευθύνονται για τις σφαγές στο Μπαστάρ· αυστηρή τιμωρία των αξιωματικών και των μελών της αστυνομίας που ευθύνονται για την πυρπόληση κατοικιών σε χωριά όπως το Σαρκινγκούντα, το Εντσαμέτα, το Ταντιμέτλα, Μορπάλι και Τιμαπούραμ, σύμφωνα με την έκθεση της δικαστικής έρευνας· τερματισμό των σεξουαλικών επιθέσεων της αστυνομίας σε βάρος ιθαγενών γυναικών· τιμωρία των κατηγορουμένων για συμμετοχή σε θηριωδίες και σε δολοφονίες γυναικών· θέσεις εργασίας σε ντόπιους ανέργους σε όλες τις υπηρεσίες και σε κατάλληλα πόστα στη Μπαστάρ· εξουσιοδότηση των Γκραμ Σάμπχα να εκδίδουν πιστοποιητικά εθνότητας, κατοικίας και εισοδήματος· σχολεία, νοσοκομεία και πόσιμο νερό σε κάθε ένα χωριό· κατάλληλες τιμές για όλα τα δασικά προϊόντα.

Όλοι αυτοί οι αγώνες συνολικά έφεραν μια αλλαγή στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Ο αγώνας έγινε τμήμα της καθημερινής ζωής του λαού. Οι κάτοικοι μαζεύουν ρύζι, λαχανικά, άλλα τρόφιμα και λάδι για τους διαδηλωτές. Συγκεντρώνουν επίσης χρήματα για αυτούς, για τα απαραίτητα αγαθά. Σε όλους τους χώρους των διαδηλώσεων έχουν κατασκευαστεί μια εξέδρα και ένα γραφείο. Οι άνθρωποι επίσης άρχισαν να φυτεύουν λαχανικά γύρω από τα σημεία παραμονής των επ’ αόριστο διαδηλωτών.

Ο λαός της Μπαστάρ συνεχίζει την παράδοση των αντιβρετανικών αγώνων που καθοδήγησαν οι θρυλικοί ηρωές του που έγραψαν ιστορία.

Οι ιθαγενείς του Μαλκανγκίρι ξεσηκώνονται ενάντια στην εξόρυξη ασβεστόλιθου

Αναδημοσίευση άρθρου από την αγγλόφωνη Ορίσα Ποστ (09/01/2022)

Πάνω από 2.000 άνθρωποι από 5 παντσαγιάτ της περιφέρειας Μαλκανγκίρι διεξήγαγαν διαμαρτυρίες την Κυριακή στο Καταμέρου ενάντια στην εξόρυξη ασβεστόλιθου στα παντσαγιάτ Ματαπάκα και Νιλιγκούντα. Φωνάζοντας συνθήματα ενάντια στην πολιτική διοίκηση για το θέμα της εξόρυξης, οι διαδηλωτές δήλωσαν ότι δεν θα θυσιάσουν τη γη, το δάσος και το νερό για εκμετάλλευση. Τόνισαν ότι, μέσω της Εταιρίας Εξόρυξης Οντίσα (ΟMC), η πολιτειακή κυβέρνηση δημοπράτησε περίπου 810 στρέμματα γης για εξόρυξη ασβεστόλιθου στα παντσαγιάτ Ματαπάκα και Νιλιγκούντα το 2015-2016, χωρίς την άδεια των ντόπιων.

«Ούτε η κυβέρνηση, ούτε η OMC δεν είχαν φροντίσει, πολύ πριν τη δημοπράτηση, να ενημερώσουν τους κατοίκους. Ούτε μια συνέλευση ενημέρωσης χωριού (palli sabha, σ.parapoda: βλ.εδώ) δεν διεξήχθη για το ζήτημα», πρόσθεσαν. Τόσα χρόνια, οι ιθαγενείς ζουν και εξαρτώνται από τα δάση, είπαν, προσθέτοντας ότι η διοίκηση δεν δίνει προσοχή στην ανάπτυξη των χωριών της περιοχής.

Ο κόσμος υποφέρει από έλλειψη των κατάλληλων επικοινωνιών. Το Τμήμα Ευημερίας Καταγεγραμμένων Φυλών και Καστών της πολιτείας έχει φτιάξει ένα λύκειο στο Καταματέρου. Πάνω από 500 παιδιά σπουδάζουν στο σχολείο αυτό. Όμως υποφέρουν από την έλλειψη τσιμεντροστρωμένου δρόμου από τη Ματαπάκα στο Καταματέρου. «Με την πάροδο των ετών, βρισκόμαστε σε άθλια κατάσταση όσον αφορά την επικοινωνία, καθώς αυτή αποτελεί πρόβλημα στο Καταματέρου, το Νιλιγκούντα, το Κογιαγκίρι, το Πουρούνα Νιλιγκούντα και το Ούσκαλμπαγκ. Η τηλεφωνία δεν είναι προσβάσιμη. Κάθε χωριό έχει εδώ πολλές χήρες, που στερούνται ακόμα τη σύνταξη. Πολλά κυβερνητικά προγράμματα τελικά δεν φτάνουν στον κόσμο. Οι αγρότες αντιμετωπίζουν δυσκολία στην πώληση των προϊόντων τους κάθε χρόνο. Από την άλλη, η κυβέρνηση προσπαθεί να τους εκτοπίσει με την εξόρυξη», ανέφεραν οι διαδηλωτές, προσθέτοντας ότι δεν θα αφήσουν τα σχέδια της κυβέρνησης να γίνουν πράξη.

Κάτοικοι από το Καλιμέλα, το Καταματέρου, το Ναντιβάντα, το Ούσκαλμπαγκ, το Νιλιγκούντα, το Κογιαγκίρι και το Ιραλγκόντα επίσης δήλωσαν ότι τεράστιες ποσότητες μικρότερων δασικών προϊόντων, φιστικιών και σπόρων σουσαμιού μεταφέρονται σε άλλες πολιτείες, όμως η πολιτειακή κυβέρνηση ποτέ δεν σκέφτηκε να δημιουργήσει αγροδιατροφικά εργοστάσια για την επεξεγργασία των τοπικών προϊόντων και να τα εμπορεύεται. Επίσης επεσήμαναν ότι άνθρωποι από 9 παντσαγιάτ εκτοπίστηκαν εξαιτίας του αποταμιευτήρα νερού στην Τσιτρακόντα, όμως πολλοί από αυτούς δεν έχουν ακόμα αποκατασταθεί. «Γι’ αυτό, είμαστε αντίθετοι στην εξόρυξη ασβεστόλιθου στην περιοχή», είπαν οι εκλεγμένοι επικεφαλής των κοινοτικών συμβουλίων Νιλιγκούντα, Ματαπάκα, Γκορακούντα, Ματέρου και Τανταπάλι.

Ο λαός αντιτίθεται στον κλοιό ασφαλείας

Άλλη μια είδηση, αυτή τη φορά από την Ειδική Ζώνη Συνοριακής Περιοχής Άντρα-Οντίσα.

Η κυβέρνηση της Οντίσα, τα τελευταία δύο χρόνια, στο όνομα της ανάπτυξης, κατασκευάζει δρόμους και γέφυρες, τοποθετεί κεραίες κινητής τηλεφωνίας και άλλα παρόμοια στην απόμερη περιοχή της Τσιτρακόντα στην περιφέρεια Μαλκανγκίρι. Όμως οι κάτοικοι δεν συμφωνούν με αυτή την εξέλιξη. Λύνουν τα βασικά τους προβλήματα, όπως την βύθιση των χωριών τους λόγω της ανέγερσης φραγμάτων, ακολουθώντας το δρόμο του αγώνα υπό την ηγεσία του ΚΚΙ(Μαοϊκού), και κατηγορηματικά δηλώνουν ότι η σημερινή δήθεν ανάπτυξη αποτελεί τμήμα της έντασης των κατασταλτικών μέτρων εναντίον τους και εναντίον του κόμματος που τους καθοδηγεί.

Η κυβέρνηση δαπανά δεκάδες εκατομμύρια ρουπίες σε αυτά τα έργα και τις υποδομές. Έχει αναπτύξει εκατοντάδες άνδρες παραστρατιωτικών δυνάμεων που επιβάλλουν κλοιό ασφαλείας. Συνοριακές Ομάδες Ασφαλείας (BSF), Ομάδες Ειδικών Επιχειρήσεων (SOG), Περιφερειακές Εθελοντικές Ομάδες (DVF) έχουν αναπτυχθεί και νέα στρατόπεδα έχουν δημιουργηθεί τον τελευταίο χρόνο σε Ονταλαγκούντα, Νταρλαμπέντα, Γκουρουσέτυ, Οντράλου και Μουντιλιπάντα. Εξαπολύονται συνεχείς επιθέσεις στα χωριά. Με την υποστήριξη της αστυνομίας, οι γαιοκτήμονες, που παλιότερα είχαν φύγει, επιστρέφουν και προσπαθούν να πάρουν πίσω τη γη από το λαό. Οι εργολάβοι καταβροχθίζουν εκατοντάδες χιλιάδες ρουπίες σε συνεργασία με τους κυβερνητικούς αξιωματούχους.

Σχεδόν 10.000 άνθρωποι από πολλά χωριά των παντσαγιάτ Πανάσαπουτ, Οντράλου και Τζοντάμπα συγκεντρώθηκαν για να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους στον κλοιό ασφαλείας. Το καλοκαίρι, οργάνωσαν μια συγκέντρωση στο Γκουρουσέττυ. Απαίτησαν την άμεση απόσυρση των στρατοπέδων, την άνευ όρων απελευθέρωση των συλληφθέντων, τον τερματισμό των επιθέσεων στα χωριά και του «χτενίσματος» των δασών.

Διαμαρτυρίες για τα Κυβερνητικά Διατάγματα 317 και 3 στην Τελανγκάνα

Η κυβέρνηση της Τελανγκάνα δημοσίευσε το κυβερνητικό διάταγμα 317 στις 6 Δεκέμβρη 2021, που προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες από τους πληττόμενους. Οι δάσκαλοι βρίσκονται στην πρωτοπορία του κινήματος για την απόσυρση του Διατάγματος 317. Οργανώνουν διαδηλώσεις, περικυκλώνουν τα κυβερνητικά κτίρια και προβαίνουν σε άλλες τέτοιες μορφές διαμαρτυρίας. Το Διάταγμα καθιέρωσε ένα σύστημα ζωνών για τον καταμερισμό των θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα στην Τελανγκάνα (σ.parapoda: Η πολιτεία χωρίστηκε σε 7 ζώνες και 2 πολυζωνικά επίπεδα).

Το Διάταγμα εξουσιοδοτεί τον περιφερειάρχη και τον εκάστοτε τομεάρχη της περιφέρειας να αποφασίζουν για τις θέσεις εργασίας και τις μετακινήσεις. Ο επικεφαλής γραμματέας, ο ειδικός αρχιγραμματέας, ο τομεάρχης και ο ανώτατος σύμβουλος της κυβέρνησης εξουσιοδοτούνται να ορίζουν τις θέσεις εργασίας ανά ζώνη και ανά πολυζωνικό επίπεδο. Οι μετακινήσεις και η κατανομή των μόνιμων θέσεων θα γίνεται χωρίς την παράμετρο της εντοπιότητας. Σχεδόν 30.000 υπάλληλοι και δάσκαλοι αντιτίθεται στο διάταγμα. Δήλωσαν ότι δεν είχαν ενημερωθεί προηγουμένως για την πρόταση, όπως ήταν η συνηθισμένη πρακτική κατά το παρελθόν. Οι υπάλληλοι είπαν ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει το Διάταγμα παράτυπα.

Η άποψη των θιγόμενων είναι ότι η κυβέρνηση έφερε βιαστικά το Διάταγμα αυτό για να ακυρώσει προηγούμενο σχετικό Διάταγμα. Η κυβέρνηση είχε εκδώσει ένα Διάταγμα όταν υπήρχαν 10 περιφέρειες που τώρα έχουν γίνει 33. Το πολυζωνικό επίπεδο περιλαμβάνει 4 και 3 αντίστοιχα ζώνες (σ.parapoda: που περιλαμβάνει περισσότερες περιφέρειες) και, έτσι, μια μετακίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει τους υπαλλήλους σε πολύ μακρινά μέρη. Οι διαμαρτυρόμενοι επίσης λένε ότι υπάρχουν διαφορές στην προετοιμασία της λίστας της κατανομής των θέσεων, εξαιτίας διαφθοράς. Οι δάσκαλοι και οι υπάλληλοι, ακόμα, απαιτούν από την κυβέρνηση να ορίσει μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων, υπαλλήλους και δασκάλους για να βρουν μια αποδεκτή λύση.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει το Διάταγμα με τον πιο αντιδημοκρατικό τρόπο, κάτι που προκαλεί σφοδρή κριτική από όλα τα τμήματα της κοινωνίας. Άνεργοι και δάσκαλοι αυτοκτονούν από απόγνωση.

Το κόμμα των μαοϊστών επέκρινε την κυβέρνηση για την αντιδημοκρατική της στάση. Η Επιτροπή Πολιτείας Τελανγκάνα του ΚΚΙ (Μαοϊκού) εξέδωσε δελτίο τύπου, εκφράζοντας την υποστήριξή του κόμματος στα αιτήματα. Στην ανακοίνωση που έβγαλε ο εκπρόσωπος Τύπου της Επιτροπής, Τζαγκάν, απαιτείται η κυβέρνηση TRS (σ.parapoda: Συσπείρωση για Ανεξάρτητη Τελανγκάνα) να αποσύρει το διάταγμα και να διακόψει άμεσα τον καταμερισμό υπαλλήλων.

Το κόμμα των Μαοϊστών απαίτησε η κυβέρνηση να προσλαμβάνει στη βάση της εντοπιότητας και των ποσοστώσεων. Η ανακοίνωση αναφέρει ότι ο καταμερισμός των υπαλλήλων στη βάση της αρχαιότητας έθεσε πολλούς υπαλλήλους, ειδικά γυναίκες, σε δύσκολη θέση.

Οι ιθαγενείς διαμαρτύρονται, επίσης, για την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου υπέρ της ακύρωσης του διατάγματος 3, η οποία τους στερεί την πρόσβαση σε θέσεις δασκάλων. Η απόφαση δέχτηκε σφοδρή κριτική, δεδομένων των αυξανόμενων κινημάτων υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ιθαγενών στη χώρα.

Συγκεκριμένα, το ίδιο το Πέμπτο Πρόγραμμα προέβλεπε 100% ποσόστωση για τους ανθρώπους από καταγεγραμμένες τοπικές φυλές. Ήδη το 1986 είχε εκπονηθεί σχετικά το διάταγμα 275. Λίγοι αντιτάχθηκαν στο διάταγμα στο δικαστήριο, όμως οι ακτιβιστές προστασίας δικαιωμάτων το αντιμετώπισαν επιτυχώς. Έπειτα, στις 10 Γενάρη του 2000, εκδόθηκε το διάταγμα 3 (σ.parapoda:βλ. εδώ) από την κοινή τότε κυβέρνηση της Άντρα Πραντές (σ.parapoda: Η Τελανγκάνα αποσχίστηκε το 2014), το οποίο όριζε 100% ποσόστωση για «τοπικούς ιθαγενείς» σε θέσεις δασκάλων σε Καταγεγραμμένες στο Πρόγραμμα περιοχές.

Κατατέθηκε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο της πολιτείας ενάντια στο Διάταγμα. Όμως το δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του. Το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας τώρα αποφάσισε ενάντια στο διάταγμα.

Το εν λόγω Διάταγμα, ωστόσο, είχε εφαρμοστεί μόνο σε λίγα σχολεία που λειτουργεί το Τμήμα Ευημερίας Ιθαγενών. Δεν είχε εφαρμοστεί στα υπόλοιπα τοπικά σχολεία των φυλών και τα κολέγια. Έτσι, εκατοντάδες μέλη των Καταγεγραμμένων Φυλών στερήθηκαν αυτές τις θέσεις εργασίας. Η τωρινή απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου τυπικά και πλήρως στέρησε τις θέσεις δασκάλων από τους ιθαγενείς.

Άλλο ένα σχετικό ζήτημα είναι ο ορισμός μιας επιτροπής για την πλήρωση 50.000 θέσεων. Το αμφιλεγόμενο σημείο έγκειται στο ότι, αφού ήδη υπάρχει μια διαδικασία, ποιος είναι ο λόγος για μια τέτοια επιτροπή. Σύμφωνα με τους ακτιβιστές, ο λόγος είναι η χειραγώγηση των διορισμών.

Υπάρχει μια έντονη διαμαρτυρία από υπαλλήλους, δασκάλους και ανέργους στα Διατάγματα. Ισχυρίζονται ότι η πολιτειακή κυβέρνηση της Τελανγκάνα όχι μόνο δεν καλύπτει τα κενά, αλλά δημιουργεί πρόβλημα στις ζωές τους.

Μετάφραση από τα αγγλικά parapoda. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “People’s March”, τόμος 17, τεύχος 1, Γενάρης 2022. Οι φωτό από το περιοδικό και το avaninews.com

πηγή: parapoda.wordpress.com

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το