Ινδία – Πακιστάν 1947: Το πιο βίαιο «διαζύγιο» της Ιστορίας

18 Αυγούστου 2023

Στήλες:

Κλειδιά:

Μοιραστείτε το άρθρο
Κάθε χρόνο στις 14 και 15 Αυγούστου, Πακιστάν και Ινδία, κάποτε τμήματα μιας ενιαίας διοικητικά περιοχής, σήμερα αντίπαλοι και ανταγωνιστές, γιορτάζουν την ανεξαρτησία τους.

Γιορτάζουν την εθνική τους χειραφέτηση, αλλά η ιστορική έρευνα και μνήμη αναπόφευκτα μας οδηγούν στα ίχνη μιας από τις πιο επίπονες και ανθρωπιστικά καταστροφικές διαδικασίες αποαποικιοποίησης: το διαχωρισμό της Ινδίας του 1947.

  • Μία υπόθεση επιπόλαιας πολιτικής διευθέτησης.
  • Πολλές λάθος εκτιμήσεις.
  • Μια ιστορία παραλόγου και μαζικού θανάτου.
  • Η αφορμή για επερχόμενους πολέμους.
  • Απαρχή μίσους κι εθνικισμού που διαρκεί και συντηρείται.

Οι συζητήσεις για ανεξαρτησία στην Βρετανική Ινδία κρατούσαν ήδη για χρόνια, πολύ πριν το 1947. Οι Άγγλοι ήταν αποφασισμένοι να εγκαταλείψουν τη μεγαλύτερη και πολυπληθέστερη αποικία του Στέμματος, την Ινδία. Δεν τους συνέφερε πλέον, ιδίως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την οικονομική δυσπραγία που βίωνε και η δική τους κοινωνία. Έπρεπε λοιπόν να γίνουν οι ίδιοι «δικαστές και διαιτητές» για να ολοκληρωθεί το μοίρασμα της τεράστιας επικρατείας τους και η δημιουργία μιας νέας χώρας.

Ο αντιβασιλέας της Ινδίας λόρδος Μαουντμπάτεν (Mountbatten) όρισε την ημερομηνία της έναρξης ισχύος του διαχωρισμού: 15 Αυγούστου 1947. Σαν να είχε μπροστά του έναν αθλητικό διαγωνισμό που θα έληγε σε καθορισμένο χρονικό πλαίσιο.

Το ζήτημα βέβαια ήταν ότι οι «διαιτητές» αποχώρησαν χωρίς ο αγώνας να έχει τελειώσει και αφέθηκαν οι αντίπαλες πλευρές να λύσουν τις διαφορές τους χωρίς πλαίσιο και κανόνες από ένα σημείο και ύστερα.

Η διακοινοτική βία ανάμεσα σε Ινδουιστές και Μουσουλμάνους είχε ήδη ξεκινήσει από τα προηγούμενα χρόνια, υποβοηθούμενη από τα θρησκευτικά κηρύγματα, τα πολιτικά κόμματα και από τον Τύπο και ήταν ενδεικτική του τι θα ακολουθούσε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ταραχές στην Καλκούτα τον Αύγουστο του 1946 που μάλιστα συντάραξαν την παγκόσμια κοινή γνώμη λόγω των φωτογραφιών που δημοσιεύτηκαν τότε. Εικόνες ασύλληπτης βίας μέσα σε μια πυκνοκατοικημένη αστική περιοχή. (Calcutta killings – «Ημέρα άμεσης δράσης»)

Ως υπεύθυνος για τη διαιτησία και την εφαρμογή του “σχεδίου διαχωρισμού” που πέρασε από το Βρετανικό Κοινοβούλιο ορίστηκε ο δικηγόρος Ράντκλιφ (Sir Cyril Radcliffe). Ο ίδιος δεν είχε ποτέ του βρεθεί στην Ινδία και θα έπρεπε με την κρίση και την υπογραφή του να ορίσει τη ζωή σε μια πολυπληθή και πολύπλοκη χώρα για τα επόμενα πολλά χρόνια. Η επιλογή αυτού του προσώπου έγινε για να υπάρχει διασφάλιση “ουδετερότητας” και καθαρή – αντικειμενική απόφαση για το οτιδήποτε.

Βασικό κριτήριο διαχωρισμού θα ήταν η πληθυσμιακή σύνθεση της κάθε περιοχής ως προς το θρήσκευμα καθώς και οι κατά τόπους ιδιαιτερότητες που θα λύνονταν στη συνέχεια με ψηφοφορίες – δημοψηφίσματα.

Οι Άγγλοι που έως τότε επέβαλαν τα πάντα στους πάντες, τώρα είχαν φορέσει το προσωπείο του δικαίου κριτή δηλώνοντας “θα κάνετε ό,τι θέλετε, να ψηφίσετε, να αποφασίσει ο λαός, να τα βρείτε μόνοι σας”. Οι ίδιοι βιάζονταν να φύγουν και αυτό και μόνο τους απασχολούσε.

Εκείνο που θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ως προς την όλη πολιτική κατάσταση είναι ότι οι μουσουλμάνοι ηγέτες προεξάρχοντος του Μοχάμαντ Τζινάχ και κυρίως το κόμμα της μουσουλμανικής λίγκας ήταν αυτοί που κυρίως ήθελαν το διαχωρισμό σε δύο κράτη και προπαγάνδιζαν την ύπαρξη μιας νέας “εθνότητας”. Εδώ να αναφέρουμε ότι ο Τζινάχ, κάποια χρόνια πριν το διαχωρισμό, ήταν υπέρ της ενότητας της Ινδίας αλλά όταν φάνηκε στον ορίζοντα η ανεξαρτησία κατά τη δεκαετία του 1940, άλλαξε στρατόπεδο και γνώμη. Σήμερα θεωρείται ο πατέρας του «έθνους του Πακιστάν».

Άλλοι μουσουλμάνοι ηγέτες όπως ο Αμπντούλ Γκαφάρ Χαν, που ανήκε στην φυλή των Παστούν, αντέδρασε έντονα στα σχέδια για διαχωρισμό, ήθελε την Ινδία ενωμένη, ζήτησε εκ των υστέρων από τους Βρετανούς τη δημιουργία ενός νέου κρατους που θα ονομαζόταν Παστουνιστάν και θα βρισκόταν στο βορειοδυτικό Πακιστάν και διώχθηκε επανειλημμένα για την πολιτική του δράση κατά τα χρόνια μετά το 1947.

Ο «φόβος» και το πολιτικό επιχείρημα των μουσουλμάνων ήταν ότι θα αποτελούσαν μειοψηφία στο νέο κράτος, άρα αυτό θα έθετε τις βάσεις για αδικίες και μειωμένη επιρροή. Αντίθετα οι Ινδουιστές που ήταν η γενική πλειοψηφία, το κόμμα του Κογκρέσσου του Γκάντι, ήταν υπέρ της ενότητας και έβλεπαν θετικά τη δημιουργία μιας ομοσπονδίας που θα στηριζόταν έτσι κι αλλιώς στην μακραίωνη και δοκιμασμένη συνύπαρξη.

Το δημογραφικό αποτέλεσμα, όπως διαμορφώθηκε με βάση τη θρησκευτική ταυτότητα των κατοίκων, μας δίνει μια ιδέα και για την κατεύθυνση των μετακινήσεων. Σήμερα, στο Πακιστάν των 207 εκατομμυρίων, μόλις τα 4,4 είναι Ινδουιστές (περίπου 2 %). Στην ίδια περιοχή του σημερινού Πακιστάν, κατά προσέγγιση, από το 1900 ως το 1930, ζούσε ένα ποσοστό 15 % Ινδουιστών.

Αντίστοιχα, στη σημερινή Ινδία του 1,4 δισεκατομμυρίου, ζουν σήμερα περίπου 170 εκατομμύρια μουσουλμάνοι (περίπου 14 %) και μάλιστα αυτό το ποσοστό έχει αυξηθεί από το 1950 ως σήμερα. Το σύνταγμα του Πακιστάν ορίζει ως επίσημη κρατική θρησκεία το Ισλάμ, ενώ το Σύνταγμα της Ινδίας ορίζει το κράτος ως κοσμικό χωρίς επίσημη θρησκεία. Στο μουσουλμανικο Μπαγκλαντές, πρώην ανατολικό Πακιστάν των 165 εκατομμυρίων σήμερα, ζουν 13 εκατομμύρια Ινδουιστές, δηλαδή ποσοστό 8%.

Αυτά τα νούμερα μας δείχνουν ότι στο Πακιστάν και το Μπαγκλαντές δημιουργήθηκαν πολύ πιο ομοιογενή μουσουλμανικά κράτη με θρησκευτικό χαρακτήρα ενώ η Ινδία διατήρησε σε μεγάλο βαθμό τον φυλετικό και θρησκευτικό πλουραλισμό που έτσι κι αλλιώς είχε και πριν το διαχωρισμό του 1947.

Υπήρχαν φυσικά και οι πάρα πολλές- εκατοντάδες – περιπτώσεις πριγκιπάτων και μικρών βασιλείων που κρίθηκε ότι θα έπρεπε να αποφασίσουν μόνα τους μέσω δημοψηφισμάτων. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση μετέπειτα κρίσης ήταν το Κασμίρ, μια αμιγώς μουσουλμανική περιοχή της οποίας όμως ο μαχαραγιάς Hari Singh αποφάσισε ότι θα περνούσε στην Ινδία. Αυτό που είχαν προκρίνει οι Βρετανοί δεν λειτούργησε στην πράξη, η απόφαση- ψήφος δεν εφαρμόστηκε και το Κασμίρ μοιράστηκε με τη βία ανάμεσα σε Ινδία και Πακιστάν αμέσως μετά το 1947 παραμένοντας ακόμα και σήμερα εστία προστριβής. Οι μόνοι «φυλακισμένοι» και πραγματικά αδικημένοι είναι οι ίδιοι οι κάτοικοι του Κασμίρ.

Υπάρχει και το παράδειγμα των λόφων Chittagong, στο ανατολικό Μπαγκλαντές, η μόνη μη πεδινή περιοχή της χώρας, όπου ζει μια συντριπτική πλειοψηφία βουδιστών. Παρόλα αυτά, ενώ θα μπορούσαν να έχουν αποδοθεί στη ομόθρησκη Βιρμανία (που είχε ήδη γίνει ανεξάρτητη το 1937), πέρασαν στο μουσουλμανικο ανατολικό Πακιστάν (σημερινό Μπαγκλαντές).

Οι νότιες επαρχίες του Σιντ στο Πακιστάν, όπως για παράδειγμα το Καράτσι και το Χαϋντεραμπάντ, κατοικούνταν ακόμα τον Αύγουστο του 1947 από μια ακμάζουσα και πολυπληθή κοινότητα Ινδουιστών που όμως αναγκάστηκαν σε άτακτη φυγη μετά από έκρηξη βίας στα τέλη του ίδιου έτους. Αντίστοιχα, η βία αυτή είχε προκληθεί από την άφιξη στο Πακιστάν χιλιάδων μουσουλμάνων προσφύγων μέσα σε άθλιες συνθήκες. Ο διωγμός τους από τη Ινδία είχε προκαλέσει το μείγμα απόγνωσης, θυμού και αντεκδίκησης απέναντι στους πιο πλούσιους αλλόθρησκους που συνέχιζαν να ζουν στο Σιντ. Έτσι, μπροστά στο φάσμα των διωγμών, οι περισσότεροι Ινδουιστές του νότιου Πακιστάν εν τέλει έφυγαν με τραίνα και με πλοία κυρίως προς τη Βομβάη και το Γκουτζαράτ.

Βασικό στοιχείο της κατανόησης των γεγονότων του 1947 είναι ότι δεν υπήρξε πρόβλεψη ή διάταξη – υποχρέωση για ανταλλαγή πληθυσμών. Αυτό σημαίνει ότι αφέθηκαν τεράστιες πληθυσμιακές μάζες στη «λάθος πλευρά» των συνόρων κι έγιναν θύματα της διάθεσης της πλειοψηφίας, των θρησκευτικών και κομματικών παραγόντων, του κατά τόπους φανατισμού, της πρόθεσης για λεηλασία. Η μετακίνηση και η ανταλλαγή έγιναν αυθόρμητα και αυτοσχέδια. Και αυτό ακριβώς ήταν και η πιο τραγική και χαοτική διαδικασία που έζησε τότε η Ινδία. Χιλιάδες τραίνα, εκατομμύρια άνθρωποι έφευγαν όπως όπως προς κάθε κατεύθυνση.

Ειδικά στην περιοχή του Παντζάμπ που είχε μικτό και μοιρασμένο πληθυσμό, παρότι υπήρξε μια σχετική οργάνωση για τις εκατέρωθεν μετακινήσεις, οι σκοτωμοί έγιναν καθημερινό φαινόμενο αν κρίνουμε από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής. Οι Σιχ πήραν το μέρος των Ινδουιστών κατά των μουσουλμάνων και οι τελευταίοι στράφηκαν μετά μανίας απέναντι στις άλλες δύο ομάδες.

Οι καταστροφές σε πόλεις όπως το Αμριτσάρ ήταν τεράστιες. Λεηλασίες καταστημάτων, πυρκαγιές σε ολόκληρες γειτονιές, χιλιάδες άστεγοι, απώλειες περιουσιών και κυρίως καλλιέργεια μίσους. Σε αρκετές περιπτώσεις τα τραίνα κατέληξαν να μεταφέρουν νεκρούς και ζωντανούς μαζί, καθώς σε κάθε σταθμό, ανάλογα με το ποιος είχε επικρατήσει στην κάθε περιοχή, σημειώνονταν κατά βούληση σφαγές κι επεισόδια.

Δημιουργήθηκαν ανεξέλεγκτες ροές προσφύγων, ατελείωτες και τρισάθλιες εγκαταστάσεις/καταυλισμοί και στις δύο πλευρές των συνόρων.

Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών του χάους έχασαν τη ζωή τους έως 1 εκατομμύριο άνθρωποι, μετακινήθηκαν από 12 έως 20 εκατομμύρια (επικρατέστερο νούμερο 14 – 15 εκατομμύρια) και φυσικά προέκυψαν αμέτρητα προβλήματα δομών και υποδομών για τα νέα κράτη.

Το πιο τραγικό είναι ότι αναπτύχθηκε και παγιώθηκε η βία, ο θρησκευτικός διαχωρισμός και η αναγκαστική μετάβαση σε μια νέα εποχή. Οι μουσουλμάνοι συνήθισαν τη νέα τους ταυτότητα και εθνότητα κι έκτοτε γαλουχήθηκαν με το μίσος κατά των Ινδών. Προέκυψε το όνομα και το κράτος Πακιστάν από τα αρχικά των περιοχών Π-αντζαμπ, Α-φγκάνια, Κ-ασμίρ, μια έμπνευση ενός πολιτικού παράγοντα της δεκαετίας του ’30.

Έπρεπε από την αρχή να γίνει διαχωρισμός σε όλα σε βάθος λίγων μηνών:

Νόμισμα και τραπεζικό σύστημα, υπουργεία και φορολογία, στρατός και υπηρεσίες, σιδηροδρομικό δίκτυο, εφημερίδες, βιομηχανίες και προϊόντα, ακόμα και αρχαιολογικές συλλογές. Για όλα τα παραπάνω, συστήθηκαν επιτροπές, έγιναν απογραφές, υπήρξαν διαφωνίες, λάθη και δυσλειτουργίες, προσωπικές αποφάσεις και αυθαίρετες διευθετήσεις. Υπάρχουν τα παραδείγματα αγαλμάτων και κοσμημάτων σε μουσεία που μοιράστηκαν στη μέση για να αποδοθούν κατά το ήμισυ στην κάθε χώρα, στρατιωτικά σύνορα και φυλάκεια που ορίστηκαν μετά από προσωπικές συμφωνίες μεταξύ πρώην συναδέλφων, διαχωρισμοί στρατιωτικών σχηματισμών που προϋπήρχαν και χρήση κοινού νομίσματος για ένα εύλογο διάστημα.

Οι νταλίτ, η κατώτατη ινδουιστική κάστα που είχε γνωρίσει αιώνες παραδοσιακής κοινωνικής καταπίεσης, προτίμησε να μην μετακινηθεί αρχικά και να μείνει σε μουσουλμανικές περιοχές, προσδοκώντας μια πιο δίκαια μεταχείριση από μια θρησκεία που δεν αναγνώριζε κάστες. Αυτό έγινε κυρίως στο Μπαγκλαντές, αλλά μετά από κάποια χρόνια και σε βάθος δεκαετιών, μέχρι το 1971, αναγκάστηκαν οι περισσότεροι να φύγουν για την Ινδία, καθώς αντιμετώπισαν το όλο και αυξανόμενο ή πολιτικά πριμοδοτούμενο κύμα αντι-ινδουιστικού συναισθήματος.

Τα χρόνια πέρασαν και οι άμεσα εμπλεκόμενοι και διωκόμενοι έφυγαν από τη ζωή και το προσκήνιο. Οι δύο χώρες έγιναν τρεις το 1971, καθώς το ανατολικό Πακιστάν έγινε Μπαγκλαντές μέσα από έναν πόλεμο και με τη βοήθεια της Ινδίας. Ο όλος γεωγραφικός χώρος, κεντρικός και βόρειος, η ενιαία Ινδία πριν το 1947, ακόμα και σήμερα μοιράζεται κοινές γλώσσες κι έθιμα, κοινή αρχαία ιστορία, έναν κοινό πολιτιστικό χώρο με κοντινό συγγενή την περσική γλώσσα και κουλτούρα. Εξαίρεση αποτελεί η νότια Ινδία και οι γλώσσες της που ανήκουν σε άλλη κατηγορία και γλωσσική οικογένεια.

Λόγω όμως του διαχωρισμού του 1947 και της λάθος διαχείρισής του, ακολούθησαν διαδοχικοί πόλεμοι ανάμεσα στην Ινδία και το Πακιστάν. Εκατέρωθεν εξοπλισμοί και ανταγωνισμοί. Τα σύνορα ακόμα παραμένουν σε εκκρεμότητα. Το μεν Πακιστάν βρίσκεται παραδοσιακά πιο κοντά στις ΗΠΑ και στις δυτικές χώρες, η δε Ινδία υπήρξε «αδέσμευτη» κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και σήμερα διατηρεί πολύ καλές σχέσεις και με τη Ρωσία. Τα τραγικά επακόλουθα του διαχωρισμού του 1947 παγιώθηκαν και ο κόσμος συνήθισε να ζει με αυτά, είτε ως οικογενειακή ιστορία, είτε ως ανάμνηση, είτε ως μουσειακή αναφορά και ιστορική καταγραφή.

Σχετικά πρόσφατα, εγκαινιάστηκε στην πόλη του Αμριτσάρ της Ινδίας, εκεί που βρίσκεται η κοιτίδα των Σιχ, στο Παντζάμπ, το «Μουσείο του Διαχωρισμού» (Partition Museum), το πρώτο στο είδος του, που περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές πτυχές εκείνης της περιόδου. Το πλούσιο φωτογραφικό υλικό και τα ντοκουμέντα του Μουσείου βάζουν τις βάσεις για μια -έστω και καθυστερημένη- σε βάθος συζήτηση πάνω στα γεγονότα εκείνης της εποχής.

Ο διαχωρισμός της Ινδίας του 1947 αποτελεί μια ιστορική κι επίπονη διαδικασία, τραγική όσο και διδακτική, που θα μπορούσε να φέρει μόνο έναν τίτλο: «διαίρει και βασίλευε».

πηγή: tvxs.gr

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το
Go to Top