της Εύης Μπίρμπα
Ενώ ο απόηχος από την καταστροφική επιδρομή – τη μεγαλύτερη στρατιωτική επίθεση από αέρος και εδάφους εδώ και δύο δεκαετίες – του Ισραήλ στον προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν, στο βορειότερο άκρο της Δυτικής Όχθης, που άρχισε στις 3 Ιουλίου και άφησε 11 Παλαιστίνιους νεκρούς και τουλάχιστον 3,000 εκτοπισμένους, δεν έχει ακόμα κοπάσει, η μάχη για να κερδίσει το Ισραηλινό κράτος τις μιντιακές εντυπώσεις ακόμα μαίνεται. Εάν δε λάβουμε υπόψη το βίντεο – οδηγό για την «ορθή» ανάγνωση ειδήσεων που αφορούν το Ισραήλ, το οποίο δημιούργησε το Υπουργείο Δημόσιας Διπλωματίας με επικεφαλής την Galit Distel Atbaryan, σε μια προσπάθεια καταπολέμησης της παραπληροφόρησης, τότε καταλαβαίνουμε το μέγεθος της προσπάθειας που καταβάλλει προκειμένου να έχει τον έλεγχο του αφηγήματος, σύμφωνα με το οποίο το Ισραήλ δεν κάνει τίποτα άλλο από το να υπερασπίζεται τις ζωές των πολιτών του απέναντι στην αδίστακτη βία των «τρομοκρατών» Παλαιστίνιων.
Για αυτό άλλωστε, όπως υποστηρίζει, το κοινό πρέπει να επαγρυπνά για τη διόρθωση των κακών κειμένων, όπως για παράδειγμα τη χρήση εισαγωγικών στη λέξη τρομοκράτες. Την επίθεση αυτή στα ξένα μέσα (αναμεσά τους το CNN, το BBC, το REUTERS) καταδίκασε ο σύλλογος ξένων ανταποκριτών, εκφράζοντας την ανησυχία του για τις λανθασμένες εντυπώσεις που μπορεί να δημιουργήσει ή ακόμα και τη βία κατά δημοσιογράφων που μπορεί να υποκινήσει.
Και κάπως έτσι τεχνικές συνειδητής παραπληροφόρησης και προπαγάνδας καταλήγουν ως ένα ακόμα όπλο στα χέρια ενός κράτους που ναι μεν φέτος γιόρτασε τα 75 χρόνια από τη δημιουργία του, αλλά απέχει παρασάγγας από το χαρακτηρισμό του ως δημοκρατία, ιδίως μετά το σχηματισμό, το Δεκέμβριο της προηγούμενης χρονιάς, της πιο ακροδεξιάς κυβέρνησης στην ιστορία της χώρας, η οποία δοκιμάζεται από τις δικές τις εσωτερικές κρίσεις. Υπό την ηγεσία του Benjamin Netanyahu (στην έκτη θητεία του), ο οποίος εν μέσω κατηγοριών για διαφθορά, ψάχνει για συμμάχους, προκειμένου να αποφύγει επερχόμενη δίκη, για αυτό άλλωστε επεξεργάζεται δικαστική μεταρρύθμιση που οι ίδιοι οι Ισραηλινοί θεωρούν ότι θα μετατρέψει τη χώρα σε δικτατορία και διαμαρτύρονται μαζικά στους δρόμους, ο ιδεολογικός και πολιτικός λόγος της ισραηλινής κυβέρνησης, μοιάζει, όπως αναφέρει η Zoe Holman στο New Internationalist, σαν να είναι επηρεασμένος από αναβολικά.
Οι ισορροπίες ανάμεσα στους Υπερορθόδοξους Εβραίους και τους Υπερεθνικιστές κυβερνητικούς εταίρους επιβάλλουν οικονομική ενίσχυση των θρησκευτικών θεσμών των πρώτων και παραχώρηση του ελέγχου της Δυτικής Όχθης και της Ανατολικής Ιερουσαλήμ στους δευτέρους. Αυτό σημαίνει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε άρθρο στο Foreign Affairs, ότι το τίμημα για τη σωτηρία της Ισραηλινής Δημοκρατίας θα το πληρώσουν οι Παλαιστίνιοι. Τότε όμως για ποια Ισραηλινή Δημοκρατία μιλάμε; Μάλλον το κοινό πρέπει να είναι σε εγρήγορση για δείγματα μιας άλλης newspeak – αυτής της φανταστικής γλώσσας του ολοκληρωτικού καθεστώτος της Ωκεανίας, στο μυθιστόρημα του Orwell, το 1984, όπου οι ευφημισμοί και οι ασάφειες πρωτοστατούν.
Χαρακτηριστικό και πρόσφατο δείγμα μιας τέτοιας γλώσσας αποτελεί η συνέντευξη του πρώην Ισραηλινού πρωθυπουργού, Naftali Bennett, στο BBC, με αφορμή την στρατιωτική εισβολή της χώρας του στη Τζενίν. Σε ερώτηση της δημοσιογράφου Anjana Gadgil για το πώς αισθάνονται οι Ισραηλινές δυνάμεις να σκοτώνουν παιδιά, αφού τουλάχιστον 4 από τους νεκρούς ήταν ηλικίας 16 – 18, επέμεινε στη λογική του ότι δεν παύει να «είναι τρομοκράτες» και ότι ο προσφυγικός καταυλισμός που σχεδόν ισοπεδώθηκε, είναι «το επίκεντρο του τρόμου». Το ανήθικο δε της σύγκρισης παιδιών – μαχητών με έναν οργανωμένο και εκπαιδευμένο στρατό, επιχείρησε να το αντιπαρέλθει λέγοντας ότι οι πρώτοι εσκεμμένα και οργανωμένα στοχεύουν άμαχους πολίτες, ενώ ο στρατός τρομοκράτες. Οι τραγικές όμως επιθέσεις έναντι αμάχων αριθμητικά δεν συγκρίνονται με αυτές ενός κράτους που το ίδιο τρομοκρατεί και όταν δεν σκοτώνει παιδιά (από την αρχή της χρονιάς, πάνω από 150 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί από ισραηλινά πυρά, 20 από αυτούς ανήλικοι), παραβιάζει τα δικαιώματα των Παλαιστινίων καθημερινά, με συνεχείς ελέγχους, περιορισμούς στη μετακίνηση και σε οποιαδήποτε μορφής οικονομικής, πολιτικής ή κοινωνικής ελευθερίας. Στη δε ερώτηση της δημοσιογράφου για το που θα πάνε οι 3,000 κάτοικοι της Τζενίν, αρκέστηκε να πει σε «κάποιο καταφύγιο», δικαιολογώντας τον εκτοπισμό ως απόρροια της «εκκαθάρισης» που έπρεπε να κάνουν, αμυνόμενοι σε μια ασύμμετρη επίθεση, «πολεμώντας για τη ζωή τους».
Αυτοί που μάχονται όμως για την επιβίωσή τους και βλέπουν να εκτοπίζονται από τα σπίτια τους, τη δουλειά τους, τις ζωές τους είναι οι Παλαιστίνιοι στα κατεχόμενα εδάφη της Δυτικής όχθης. Υπό τις ευλογίες πλέον της ακροδεξιάς κυβέρνησης, οι έποικοι έχουν επιδοθεί σε «πογκρόμ», αντίποινα σε Παλαιστινίους, όπως οι ίδιοι τις αποκαλούν, ασύμμετρες όμως και τρομερά βίαια επιθέσεις, σε μία από τις οποίες μάλιστα το CNN καταλογίζει στον Ισραηλινό στρατό ολιγωρία. Πρόκειται για μια προσπάθεια αλλαγής της σύστασης του πληθυσμού στην Δυτική όχθη (μια από τις περιοχές, πέρα από την Λωρίδα της Γάζας, την Ανατολική Ιερουσαλήμ, την Χερσόνησο του Σινά και τα Υψώματα του Γκολάν που το Ισραήλ κατέχει μετά και τον πόλεμο των 6 ημερών το 1967) που σε συνδυασμό με τους εποικισμούς, τους οποίους ο ΟΗΕ έχει επανειλημμένα καταδικάσει ως παράνομους, συνιστά μέρος της εθνοκάθαρσης που εδώ και δεκαετίες το Ισραήλ πραγματοποιεί εις βάρος των Παλαιστινίων. Η αντίδραση των Παλαιστινίων (είτε οργανωμένα – Χαμάς, Φάταχ, είτε από ανένταχτους Παλαιστινίους), όχι λιγότερο φονική από αυτή των Ισραηλινών, κάτω από αυτό το πρίσμα, μπορεί να θεωρηθεί ως αντίσταση και όχι ως «τρομοκρατία».
Τα εισαγωγικά λοιπόν, όπως και η χρήση ευφημισμών αποτελεί μέρος της επιχείρησης συνειδητής παραπληροφόρησης εκ μέρους του Ισραήλ που δεν μπορεί αλλιώς να νομιμοποιήσει αυτό που, σύμφωνα και με την Ισραηλινή οργάνωση ανθρώπινων δικαιωμάτων, B’ Tselem, απροκάλυπτα είναι: καθεστώς απαρτχάιντ. Μαζί μάλιστα με την εκστρατεία σπίλωσης των Παλαιστινίων γενικά, της Χαμάς (που το Ισραήλ – χρησιμοποιώντας πολλές φορές ετεροχρονισμένα βίντεο – κατηγορεί ότι υπερβάλλουν στην αρίθμηση των νεκρών τους και ότι συνεχώς εξαπολύουν επιθέσεις με ρουκέτες αντιστοίχως), αλλά και όσων καταδικάζουν την επεκτατική του πολιτική (βλέπε επιχείρηση ακύρωσης Ken Loach, Jeremy Corbyn και προσφάτως Roger Waters) συνιστούν αυτό που θα αποκαλούσαμε ιδεολογικό οπλοστάσιο σε μια άνιση όμως μάχη: αυτή του Δαβίδ εναντίον του Γολιάθ.
πηγή: info-war.gr
e-prologos.gr