ΟΤΑΝ ΕΠΕΣΕΣ, ΑΛΕΞΗ, για να μη ξανασηκωθείς ποτέ, οι ύπατοι αναδεύτηκαν, με φαγούρα, στα έδρανά τους. Ακολούθησαν βροχή οι δηλώσεις, ¨βαθιά οδύνη», «θλιβερό γεγονός», «μεμονωμένο περιστατικό», «ατυχές συμβάν», «παρεξήγηση», «εξοστρακισμός»! Ένας νεκρός που ήθελε να ζήσει, είναι πάντα ένας επικίνδυνος νεκρός.

Οι ύπατοι, ας πούμε, δεν ανησύχησαν ποτέ με την οσμή της πτωμαΐνης που αναδύεται μέσα απ’ τα σωθικά τους ούτε και είπαν ποτέ , «η κυβέρνηση εκφράζει τα θερμά της συλλυπητήρια» για τα τόσα πτώματα, τα αραδιασμένα στους καναπέδες μπροστά από τις αναθυμιάσεις της μικρής οθόνης.

Ένας νέος όμως που περπατά με φίλους και τα χέρια στις τσέπες και ξαφνικά πεθαίνει σα να είναι ο πιο γέρος και ανήμπορος, δεν έχει λογική.Και ο χωρίς λογική θάνατος και μάλιστα ενός παιδιού, μπορεί να γίνει επικίνδυνος.Θάνατος, γενικώς και αορίστως και όχι φόνος γιατί οι επόμενες δηλώσεις, μετά την επίκληση της «βαθιάς οδύνης, ήταν «ατυχές συμβάν» και «μεμονωμένο περιστατικό».

Πού να θυμούνται και οι ύπατοι τόσα ονόματα, τον Πέτρουλα, το Διομήδη, τον Κουμή, την Κανελλοπούλου, τον Καλτεζά, τον Τεμπονέρα και τώρα το Μάγγο κι αυτούς που δεν μνημόνεψε κανείς, το Γιάκα, το Ναμπούζ, το Μουράτη, το Μπουλάτοβιτς, τον Κατσιώτη, το Μέξη, το Λεωνίδη, το Σεγκάκ, το Χριστόπουλο, το Μαραγκάκη; Όλα ατυχή συμβάντα και μεμονωμένα περιστατικά. Νέτοι, σκέτοι θάνατοι.

Έπειτα ήταν κι εκείνος ο εξοστρακισμός. Η κακιά η ώρα που λέμε. Να φεύγει μόνη της μια σφαίρα, να περιδινίζεται στο χαμό, μέχρι να βρει την καρδιά του παιδιού, με τα χέρια στις τσέπες και να φέρνει σε τόση αμηχανία το φονιά, Κορκονέα.

Μετά τις δηλώσεις, βγήκε ο τότε αυτοκράτορας, που δεν ήταν μόνο γυμνός αλλά και σε αποσύνθεση και βροντοφώναξε, «αναλαμβάνω την ευθύνη». Όχι πως του εξοστρακίστηκε αυτουνού η σφαίρα αλλά που λέει ο λόγος. Από κάτω οι ύπατοι, συγκινημένοι, σηκώθηκαν όρθιοι και χειροκροτούσαν ώρα πολλή ώσπου πόνεσαν οι απαλάμες τους κι ας ήταν προπονημένοι παλαμακιστές.

Και μετά οι δικαστές, με τη θεόστραβη, το γράμμα του νόμου και τη γυναίκα του Καίσαρα ανέλαβαν κι αυτοί την ευθύνη. Και πάλι που λέει ο λόγος.

Και τώρα σε φοβούνται, Αλέξη. Διμοιρίες λεγεώνες και ουλαμοί έχουν αποκλείσει το κενοτάφιό σου, όπως φύλαγαν οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι τον τάφο του Χριστού. Κι ας ξέρουν πως κανένας δεν ανασταίνεται ποτέ.

Ούτε καν ένα παιδί που δεν πρόλαβε να ζήσει. Ένα κενοτάφιο, γεμάτο κόκκινα γαρύφαλλα και σοκολάτες. Φοβούνται όμως μήπως, πάλι ένα παιδί, από αυτά που τους κόψανε τη γλώσσα, τα πόδια και τα όνειρα, πεταχτεί, κρατώντας στο ένα χέρι μια πέτρα και στο άλλο δυο νεράτζια, κι αρχίσει να τρέχει και να φωνάζει στον έγκλειστο κόσμο, στους ύπατους και στους λεγεωνάριους, «καλά Χριστούγεννα, μαλάκα κουραμπιέ», ξέροντας πως δεν έχει να περιμένει τίποτα απ’ τους τρεις μάγους, πως ο Άη Βασίλης είναι σκέτη λέρα και μόνο ο Ηρώδης το περιμένει στη γωνία.

Νίνα Γεωργιάδου

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το