Η άνοδος της τιμής της μεγαβατώρας στη χονδρεμπορική αγορά του ηλεκτρικού ρεύματος είναι εκτός ελέγχου. Από την Τρίτη 14/1 έως την Τετάρτη 15/1 σημείωσε αύξηση κατά 46,8%. Από τις αρχές του χρόνου έχει αυξηθεί κατά 82,75 ευρώ, ενώ σε σχέση με το 2019 το ρεύμα έχει αυξηθεί κατά 78%! Οι αυξήσεις αυτές έχουν σαν συνέπεια την ολοένα και αυξανόμενη ενεργειακή φτώχεια του λαού μας και παρ’ όλες τις αλχημείες στις οποίες έχει προβεί η κυβέρνηση της ΝΔ για να μετατρέψει τον λογαριασμό του κάθε νοικοκυριού σε ατομικό, έτσι ώστε να μη μπορεί να συγκριθεί και να συζητηθεί με αυτόν του γείτονα, η πραγματικότητα είναι ότι ο Έλληνας πολίτης πληρώνει υπέρογκα ποσά στους λογαριασμούς του ρεύματος.
Η νέα επιστολή που έστειλε ο Κ. Μητσοτάκης στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για τις τιμές ρεύματος και φυσικού αερίου, ωστόσο, κάθε άλλο πάρα είχε στόχο να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα της ιλιγγιώδους αύξησης των τιμών ενέργειας . Είχε στόχο, από τη μια τον κατευνασμό της ολοένα και αυξανόμενης αγανάκτησης των πολιτών και από την άλλη την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των παραγωγών και των παρόχων ενέργειας. Θυμίζουμε ότι έχει προηγηθεί μια άλλη τον περασμένο Σεπτέμβριο με την οποία ομολογούσε ότι η κυβέρνηση αδυνατεί …να κατανοήσει τον υπολογισμό των χρηματιστηριακών τιμών ενέργειας κάθε δεδομένη στιγμή. Παράλληλα δήλωνε την πρόθεση της κυβέρνησης να υπερβεί τους στόχους και τα χρονοδιαγράμματα που η ΕΕ έχει επιβάλει για τη μεταστροφή των χωρών της από τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) στις ΑΠΕ.
Με τη νέα αυτή επιστολή έρχεται να παραδεχτεί ότι η πολιτική για την οποία τόσο καιρό υπερθεμάτιζε έχει καταστροφικές συνέπειες. Ότι εκτινάσσει τον πληθωρισμό και αυξάνει τα χρέη των πολιτών και των επιχειρήσεων προς τους παρόχους. Στην πραγματικότητα, όμως, το περιεχόμενό της ξεκινά από τα συμφέροντα των παραγωγών και των παρόχων ενέργειας όπως φανερώνει και το αίτημά της για «μια νέα ώθηση στην εσωτερική αγορά». Η επιστολή αναφέρεται στις μεγάλες διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους παρόχους ενέργειας στην Ευρώπη, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει καλύτερους όρους για τα τοπικά μονοπώλια. Έτσι, τόνισε ότι «δεν μπορούμε να έχουμε μία χώρα με τριψήφιες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ενώ, την ίδια ώρα, μια άλλη χώρα έχει μηδενικές ή αρνητικές τιμές».
Αναφέρεται, ακόμα, στο πρόβλημα της παραγόμενης ενέργειας που δεν πωλείται, λόγω αδυναμίας σύνδεσης μεταξύ κρατών για να πει ότι χρειάζεται «μια νέα προσέγγιση για να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ευρώπη». Τονίζοντας ότι η εξάρτηση από το φυσικό αέριο θα διαρκέσει τουλάχιστον δύο δεκαετίες και ότι τα έργα υποδομής φυσικού αερίου πρέπει να μπουν σε άμεση εφαρμογή, επεδίωξε να εξασφαλίσει ότι οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες θα έχουν κομμάτι στην πίτα των έργων αυτών.
Στην πραγματικότητα, ο Κυρ. Μητσοτάκης μπροστά στα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η πολιτική «πράσινης ανάπτυξης» και το ξήλωμα της εγχώριας παραγωγής ενέργειας με λιγνίτη, καθώς και για να εξυπηρετήσει συμφέροντα που επιχειρούν στο φυσικό αέριο, εμφανίζεται να «τροποποιεί» το τροπάρι περί «πράσινης ανάπτυξης», βάζοντας μέσα σε αυτήν και την παράταση της χρήσης ορυκτού καυσίμου (φυσικό αέριο).
Η επιστολή του υποδηλώνει, στην ουσία, ευθυγράμμιση με τις διακηρύξεις Τραμπ για το κλίμα. Κάνοντας λόγο για το κόστος «υπερρύθμισης» των εκπομπών ρύπων, ονομάζοντας έτσι τις νομοθετικές αυτές ρυθμίσεις για την προστασία του περιβάλλοντος που δεν τις θέλουν οι ρυπογόνες εταιρείες, δικαιολόγησε την αλλαγή του «πράσινου» τροπαρίου του με το ότι «θα πρέπει να «αγκαλιάσουμε» τη συμπληρωματικότητα και όχι την ομοιομορφία στην Ευρώπη».
Το βασικότερο όμως συμπέρασμα που βγάζει κανείς από την επιστολή του πρωθυπουργού είναι ότι πουθενά σε αυτήν δεν αναφέρονται μέτρα για την ελάφρυνση των πολιτών από το βάρος του κόστους του ρεύματος. Η μόνη έγνοια της κυβέρνησης, συντάσσοντας την επιστολή αυτή, είναι πώς θα διευκολύνει τις μεγάλες εταιρείες των κλάδων της ενέργειας και της κατασκευής.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr