“Αγαπητή κα. Κεραμέως.
Ο Κ είναι 10 χρονώ. Ή τέλος πάντων πάει Έ Δημοτικού. Στο Ίλιον, έχετε υπόψη σας.
Κι εγώ εκεί πάω. Εικαστικός.
Αλλά δεν του κάνω εικαστικά.
Τα κάνει μόνος του.
Κανείς εικαστικός δεν του κάνει εικαστικά.
Με δική σας απόφαση αυτό.
Εικαστικά, παλεύει να του κάνει η κυρία του, που όμως του μαθαίνει γλώσσα ή μαθηματικά.
Αφού εικαστικά δεν ξέρει.
Και με ρωτάει στα διαλείμματα τι να κάνει εικαστικό. Και πελαγώνει, άμα της εξηγώ, όπως θα πελάγωνα κι εγώ να διδάξω μαθηματικά ή φυσική.
Εγώ λοιπόν θα έπρεπε να του κάνω εικαστικά, αυτή είναι η ειδικότης μου, αλλά δεν του κάνω, γιατί με βάλατε σε δύο σχολεία να τρέχω, και δεν επαρκούν οι ώρες. Δεν επαρκούν να κάνω σ’ όλες τις τάξεις εικαστικά, ούτε στο ‘να ούτε στ’ άλλο (σχολείο). Τραβήξαμε λοιπόν κλήρο.
Αυτό, επειδή με βάλατε σε δύο σχολεία, έτσι ώστε:
με πρόσληψη ενός εικαστικού, να λέτε οτι έχουν εκπαιδευτικό εικαστικών δύο σχολεία!
Πανέξυπνο..
Βέβαια, αντί να διδάσκω όλες τις τάξεις του ενός σχολείου (που θα μπορούσα), διδάσκω τις μισές..
Για να τρέχω ανάμεσα στις άλλες μισές.. του άλλου σχολείου.
Αποτέλεσμα: κάποια παιδιά κάνουν εικαστικά από εικαστικό και κάποια όχι!
Αυτό θα το ‘λεγα οικονομία του «μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια», αλλά εδώ έχουμε μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια μισά.
Έτσι το θελήσατε. Εσείς.
Γιατί ο κόσμος δεν το πολυξερει.
Εσείς όμως το ξέρετε.
Κι εμείς. Οι εκπαιδευτικοί στο Ίλιον.
Και αλλού. Παντού.
Μισά θελήσατε λοιπόν να βγαίνουν τα παιδιά.
Γιατί εγώ κάνω όλο μου το ωράριο.
Πληρώνομαι.
Ο Κου όμως όχι. Όχι επαρκώς.
Αλλά εσείς, εξοικονομήσατε έτσι τον ετήσιο μισθό μίας (άλλης) πρόσληψης. Αυτής που δεν έγινε. Συγχαρητήρια.
Κι επειδή δεν είμαι η μόνη, ούτε ο Κ είναι ο μόνος, εξοικονομήσατε χιλιάδες μισθούς, και αφήσατε έτσι εκατονταπλάσια παιδιά.. μισά.
Πάλι συγχαρητήρια.
Γιατί να πληρώνετε δύο εκπαιδευτικούς όταν μπορείτε έναν.
Γιατί 200 όταν μπορείτε 100.
Γιατί αποδείξατε ότι μπορείτε να αφήσετε 100 και 1000ους και 2000άδες Κου, χωρίς εικαστικό.
Χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.
Ο Κου έτσι κι αλλιώς δεν ξέρει ποιον να φταίξει.
Τον εαυτό του ίσως, που δεν ξέρει που να διοχετεύσει την ενέργεια και το χάρισμά του.
Εσείς από την άλλη, αυτοαξιολογηθήκατε με το που αναλάβατε ως άριστη, οπότε πάτε παρακάτω, να αξιολογήσετε τώρα και τους μισούς (εσείς τους εκθέτετε μισούς) εκπαιδευτικούς.
Τους θέλετε μισούς.
Και τα παιδιά μισά;;
Γιατί αν μεθαύριο ψάξετε εικαστικό για τα δικά σας παιδιά, θα βρείτε. Αλλά στο Ίλιον είναι του κατώτερου θεού. Και παντού. Όπου δεν ακούγεται. Υποθέτω.
Τον Κου λοιπόν, δεν θα τον γνώριζα, αν σήμερα δεν έπεφτα πάνω του, στο γραφείο, μετά το σχόλασμα.
Τον μάλωνε η δασκάλα του που κάνει φασαρία, τον «μάλωνε» κι η αγγλικού που στην ώρα αγγλικών ο Κου ζωγραφίζει.
Ο Κου, έμαθα, πάντα ζωγραφίζει, δεν έχει μάθει να ζωγραφίζει σε χρόνο αφιερωμένο.
Κι ο Κου έλεγε πως θα προσπαθήσει να μη ζωγραφίζει πάντα, ή στα αγγλικά, αλλά θέλει να ζωγραφίζει όλο, δεν αντέχει.
Και πέρασα, κρυφάκουσα, και του πα πρόσεχε, γιατί άμα όλο ζωγραφίζεις, θα σε πάρω εγώ στην τάξη μου, που ζωγραφίζουμ’ όλην ώρα. Με κοίταξ’ άναυδος.
– Είστε η κα. εικαστικού;;
– Είμαι
– Και γιατί εμείς δεν σας έχουμε;
– Έπρεπε κανονικά. Αλλά Έ δημοτικού πάω σε άλλο σχολείο (ήθελα κα. Κεραμέως να ‘σασταν εσείς εκεί να του απαντούσατε πιο κομψά).
– Ήθελα να σας έχουμε. Η κυρία μας, μας κάνει τις ιδέες σας. Ωραίες είναι. Πουαντιγισμός..
(δεν είχα τέτοια ιδέα εγώ)
– Να το πεις στην κυβέρνηση Κου μου. Κι εγώ ήθελα να σας έχω. Έχεις κάτι να μου δείξεις;
Κι έβγαλε ένα μεγάλο μπλοκ γεμάτο από μαυρόασπρα αριστουργήματα. Που τα κάνει μόνος του.
Μου πεσε το σαγόνι.
Να βγάλω μια φωτό;
Να βγάλετε (έλαμψε).
Καθήσαμε και τα είδαμε ένα ένα, τα συζητήσαμε, του είπα να φέρει κι άλλα (έχει), καθώς φεύγαμε παρέα απ’ το γραφείο, είπε στους εναπομείναντες δασκάλους:
«μ’ αρέσει να δείχνω τις ζωγραφιές μου, κι άμα τις συζητάμε χαίρομαι..».
Συμφωνήσαμε να προσπαθήσει να μη ζωγραφίζει την ώρα άλλων μαθημάτων, κι είπε «ζωγραφίζω στα διαλείμματα αλλά καμιά φορά παρασύρομαι».
Κι εγώ, ξομολογήθηκα. Παρασύρομαι και φτιάχνω μινιατούρες νύχτα, αντί να κάνω τα του σχολείου κι έρχομαι στις τάξεις ζόμπι. Αλλά ας βρούμε κατάλληλο χρόνο για τα εικαστικά μας, εξάλλου αξίζουν αφοσίωση (κα. Κεραμέως, ο 10χρονος το κατάλαβε, εσείς;).
Έξω πια απ’ την αυλόπορτα, του ‘πα «μου ‘φερες όρεξη για καλλιτεχνικά. Πάω να δουλέψω».
Κι εγώ, φώναξε ο Κου. Τώρα ΣΚ που μπορούμε.
«Καλή έμπνευση!» μου πε.
Κι εσύ, του ‘πα, και κα. Κεραμέως αυτό το παιδάκι, πιθανά, δεν θα το ξαναδώ ποτέ.
Θα το δει η αγγλικού, η γλώσσα, τα μαθηματικά, τα εικαστικά ποτέ.
Δικό σας:
(έργο του. σας αρέσει; εμένα πολύ-πού να χε και δάσκαλο εικαστικών ο Κου. ε;..)
e-prologos.gr