Ο Κ. Μαρξ διαπιστώνει: «Ο πλούτος των κοινωνιών όπου κυριαρχεί ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής εμφανίζεται σαν ένας “τεράστιος σωρός από εμπορεύματα”». (Eισαγωγή στον Πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου»).
Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι βουνά από τηλεοράσεις και κρέατα, κοιλάδες από σιτηρά και κινητά τηλέφωνα, ποτάμια από γάλα και πετρέλαιο, εκατομμύρια εκατομμυρίων εμπορευμάτων συσσωρεύονται απούλητα στις αποθήκες, τους σταθμούς και τα λιμάνια, όπου τα στοιβάζει η κερδοσκοπική διάθεση των πλούσιων και η αδυναμία της αγοραστικής δύναμης των φτωχών. Την ίδια στιγμή, η τεράστια ανάπτυξη των άψυχων παραγωγικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, και κυρίως της ψηφιακής τεχνολογίας, έχει δημιουργήσει όρους και προϋποθέσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας των μηχανών που δεν σταματούν να παράγουν, κινούμενες από την απληστία του κέρδους των καπιταλιστών. Αυτή η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνικής και της τεχνολογίας, που σηματοδοτεί την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, δημιουργεί ταυτόχρονα και την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους των εκμεταλλεύσεων. Έτσι, η εγγενής τάση των καπιταλιστών για μηχανοποίηση, τεχνική και τεχνολογική ανάπτυξη της παραγωγής, μειώνει τη χρησιμοποιούμενη ποσότητα ζωντανής εργασίας, τη μόνη πηγή δημιουργίας αξίας και υπεραξίας και επιβάλλει αναγκαστικά μια πτωτική τάση στο ποσοστό κέρδους καθώς ο αριθμητής (υπεραξία και κέρδη) μειώνεται ή αυξάνεται λιγότερο από όσο αυξάνεται ο παρονομαστής (πάγιο κεφάλαιο, δηλ. νέες τεχνικές και τεχνολογίες) στο μαθηματικό τύπο του ποσοστού κέρδους. Η ατομική επιδίωξη του υπερκέρδους για κάθε ένα μεμονωμένο κεφάλαιο επιφέρει την πτώση του ποσοστού κέρδους για το κεφάλαιο συνολικά. Όταν έπειτα από κάποια χρονική περίοδο η συνεχής μείωση του ποσοστού κέρδους επιφέρει και μείωση της μάζας του κέρδους σε σχέση με την προηγούμενη χρονική περίοδο, τότε εκδηλώνεται η οικονομική κρίση. Έτσι, η κρίση παρουσιάζεται αναπόφευκτα σαν προϊόν της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και παραγωγής και είναι αποτέλεσμα της τυπικής λειτουργίας του καπιταλιστικού συστήματος και όχι κάποιων λαθεμένων επιλογών ή θεσμικών μεταβολών.
Η τελευταία, και πιθανότατα αγιάτρευτη, κρίση σηματοδοτήθηκε με την κατάρρευση της Lehman Brothers το Σεπτέμβρη του 2008. Η συγκεκριμένη καπιταλιστική κρίση τράνταξε συθέμελα το παγκόσμιο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα, και επηρέασε τις ανακατατάξεις στη δύναμη των ιμπεριαλιστικών κέντρων, την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, με έναν ασίγαστο εμπορικό πόλεμο και τέλος τροφοδότησε τη ραγδαία άνοδο των ακροδεξιών και φασιστικών δυνάμεων ιδιαίτερα στις χώρες της Ε.Ε. Ο «εμπορικός πόλεμος» των ΗΠΑ κατά της Κίνας αλλά και της Γερμανίας, η γεωπολιτική αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας, η διαπάλη στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, το Brexit, κλπ., υπογραμμίζουν αυτό το συμπέρασμα. Αλλά και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις αστικές τάξεις της Ε.Ε. παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Σοβαρές διαφωνίες εκφράζονται στις προτάσεις «εμβάθυνσης» της Ε.Ε. και περιορισμών της αυτοτέλειας της πολιτικής των κρατών-μελών. Οξύνονται επίσης οι διαφωνίες στο Προσφυγικό, για τις κυρώσεις στη Ρωσία, για το κοινό σύστημα ρύθμισης και εποπτείας των τραπεζών, για την πρόταση μετεξέλιξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο (ΕΝΤ), κλπ. Ο ανταγωνισμός εκφράζεται τόσο με διαφορετικές συμμαχίες ομάδων κρατών (π.χ. Ομάδα του Βίζενγκραντ) όσο και στο εσωτερικό των αστικών τάξεων του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης (π.χ. Γερμανία, Γαλλία).
★★★
Στο φετινό ετήσιο συνέδριο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας, που πραγματοποιήθηκε από τις 9 μέχρι τις 14 Οκτώβρη στο Μπαλί της Ινδονησίας, έγινε λόγος από τους εισηγητές, για την «…παγκόσμια οικονομία που συνεχίζει να αναπτύσσεται και αναμφίβολα οδηγείται σε ένα πιο ασφαλές χρηματοπιστωτικό σύστημα…». Από την άλλη, η ίδια η Έκθεση του ΔΝΤ διαπιστώνει «σοβαρούς κινδύνους που σε κάθε στιγμή μπορούν να ανατρέψουν την εύθραυστη παγκόσμια οικονομική ισορροπία. Αυξημένες ανισότητες, πολιτική αβεβαιότητα, εμπορικές εντάσεις, περιορισμός της εμπιστοσύνης στις διμερείς ή και πολυμερείς διαπραγματεύσεις, κ.α.» Το ΔΝΤ θεωρεί επίσης εξαιρετικά σοβαρό τον κίνδυνο από την εκτίναξη του παγκόσμιου χρέους στα 237 τρις δολάρια ή 317,8% του ΑΕΠ, από 113 τρις ή 200% του ΑΕΠ το 2008, αλλά και τη στενότατη διασύνδεσή του με τις τράπεζες, μέσω της διακράτησης κρατικών ομολόγων. Ουσιαστικά κρούει τον κώδωνα μίας νέας πιθανής παγκόσμιας κρίσης, με όλα τα καταστροφικά στοιχεία της προηγούμενης.
Να σημειώσουμε εκ προοιμίου πως ο κρατικός δανεισμός με την έκδοση κρατικού ομολόγου δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι η Χ χώρα βρίσκεται σε οικονομική κρίση. Ωστόσο, παρά την κολοσσιαία διόγκωση του χρηματιστικού κεφαλαίου και κυρίως του μέρους του τραπεζικού κεφαλαίου, με τη συσσώρευση υπεραξίας κατά τη «γόνιμη» τριακονταετία 1970-2000, οι επενδύσεις στη σφαίρα της πραγματικής παραγωγής έχουν μειωθεί την τελευταία δεκαετία, ενώ υπερτροφική ανάπτυξη επισυμβαίνει στο λεγόμενο πλασματικό κεφάλαιο. Στο σημείο αυτό ξεκινά ο στροβιλισμός όλης αυτής της χρηματιστηριακής «επενδυτικής» φρενίτιδας σε «βαριά» και άλλα χαρτιά (ομόλογα, μετοχές, αμοιβαία, και κάθε άλλου είδους τραπεζικά «παράγωγα»). Αυτό το κρατικό χρέος, το οποίο σαν υλική υπόσταση έχει ήδη φαγωθεί από τα κράτη-χρεώστες (κατά κύριο λόγο φτωχά κράτη), κυκλοφορεί πλέον –μέσω των τραπεζών- με τη μορφή των κρατικών ομολόγων που παραχώρησε ο χρεώστης στον πιστωτή-δανειστή. Επί της ουσίας πρόκειται για ένα φανταστικό/άυλο χρήμα που δανείζεται συνεχώς (επίμονη μόχλευση) σαν επενδυτικό κεφάλαιο από τον ένα στον άλλο, μέσω των «συστημικών τραπεζών», εμπλουτισμένο με εκατοντάδες ή και χιλιάδες τραπεζικών «παραγώγων», που δεν αντιπροσωπεύουν πραγματική παραγωγή εμπορευμάτων, δημιουργώντας κατά την κίνησή τους μία αλυσίδα από «φούσκες» που με τη σειρά τους τροφοδοτούν τις αλλεπάλληλες επιμέρους μικρές ή μεγάλες κρίσεις.
Οι ίδιες οι τράπεζες δημιουργούν «παράγωγα» σε παντοειδείς τομείς όπως λ.χ. στη στέγαση, στις υποθήκες κατοικιών, στις μετοχές σημαντικών Οργανισμών, στα ομόλογα, στις πιστώσεις, στα ίδια τα προϊόντα, στα ιδιωτικά και δημόσια αμοιβαία κεφάλαια, κλπ. Ο μηχανισμός στησίματος ενός τραπεζικού «παραγώγου» ενέχει εκ προοιμίου το στοιχείο της απάτης. Κι αυτό γιατί. Σε ένα κομμάτι χαρτί αθροίζονται π.χ. το 10% του στεγαστικού δανείου του Α, 12% του Β, 23% του Γ, 40% του Δ και 15% του Ε προσώπου. Αυτό το χαρτί (bond) αξιολογείται στη συνέχεια από τους καθ’ όλα «αξιόπιστους» Οίκους Finch, Moody’ s, Standard and Poors, σαν ΑΑΑ+ και στη συνέχεια διοχετεύεται στη διεθνή διατραπεζική «αγορά», αποκτώντας την ισχύ χρήματος. Αν τώρα κάποιοι από τα παραπάνω πρόσωπα Α, Β, Γ, κλπ., ή και όλοι μαζί, αδυνατούν να αποπληρώσουν τις δόσεις των δανείων τους, ή αν αυτά τα στεγαστικά τους δάνεια δεν έχουν κάποια εξασφάλιση, τότε το τραπεζικό «παράγωγο» μετατρέπεται σε «τοξικό» χάνοντας εν μέρει ή τελείως την αξία του. Η πτώχευση της Lehmann Bros, η οποία στον τελευταίο Ισολογισμό της έδειξε μόχλευση 30,7 φορές (δηλ. 691 δις $ περιουσιακών στοιχείων σε «χαρτιά» μηδενικής αξίας, έναντι 22 δις $ μετοχών του πραγματικού της κεφαλαίου), πυροδότησε την τελευταία παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, καθώς και άλλες τράπεζες σε πολλές χώρες είχαν «επενδύσει» και είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους τέτοια «τοξικά παράγωγα».
★★★
Η τελευταία κρίση προκλήθηκε από τη διευρυμένη μόχλευση/δανεισμό στον τομέα των στεγαστικών δανείων και δημιούργησε τη μεγαλύτερη πιστωτική «φούσκα» στην ανθρώπινη ιστορία. Άλλωστε η «φούσκα» αποτελεί ένα φαινόμενο που κάνει συχνά την εμφάνισή του στη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομίας. Πρόκειται για περιπτώσεις χρηματιστηριακής –κατά κανόνα- παράνοιας, με καταστροφικές συνέπειες για τους επενδυτές, που αποζήτησαν το εύκολο και γρήγορο κέρδος.
Θυμίζουμε τη «φούσκα» της τουλίπας στην Ολλανδία του 16ου αιώνα, όπου οι βολβοί σπάνιων ποικιλιών του είδους, απέκτησαν τεράστια χρηματιστηριακή αξία. Μάλιστα, η τιμή ενός και μόνο βολβού τουλίπας έφτασε να είναι ίδια με εκείνη μιας άμαξας δύο αλόγων! Όταν η «αγορά» κατέρρευσε λόγω υπερπαραγωγής, ο πανικός κυρίευσε τους επενδυτές που άρχισαν να ξεπουλούν τις μετοχές τους όσο-όσο!
Θυμίζουμε επίσης τη «φούσκα» της βρετανικής «Εταιρείας της Νότιας Θάλασσας», το 1711, με τους ιδιοκτήτες της να αναλαμβάνουν μέρος του χρέους της Βρετανίας με αντάλλαγμα αποκλειστικά δικαιώματα εμπορίου στη Νότια Αμερική. Οι μετοχές της εταιρείας έγιναν ανάρπαστες και οι τιμές τους σχεδόν δωδεκαπλασιάστηκαν. Η «φούσκα» έσκασε όταν τα εμπορικά δικαιώματα αποδείχθηκαν μηδαμινής αξίας, οδηγώντας στην οικονομική καταστροφή χιλιάδες επενδυτές.
Άλλες «φούσκες» ήταν της εταιρείας του Μισισιπή, των ακινήτων της Φλόριντας στις ΗΠΑ και φυσικά του μεγάλου κραχ του 1929, όπου εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριών μέσα στη γενική οικονομική ευφορία, έπαιρναν δάνεια επενδύοντάς τα σε κάθε λογίς μετοχές, ποντάροντας στη χρηματιστηριακή άνοδο για εύκολο πλουτισμό (κάτι ανάλογο έγινε και στη χώρα μας επί Σημίτη). Οι ελπίδες εξανεμίστηκαν τελικά όταν στις 13 Οκτώβρη 1929 πουλήθηκαν κοψοχρονιά 13 εκατ. μετοχές από πανικοβλημένους επενδυτές. Δυο μέρες μετά το Χρηματιστήριο κατέρρευσε, προκαλώντας το χάος της Μεγάλης Ύφεσης που επί μία σχεδόν δεκαετία πλανιόταν πάνω από τον Πλανήτη και κυρίως τις ΗΠΑ.
Τέλος, θυμίζουμε τη «φούσκα Dot-Com» της δεκαετίας του ’90, όπου το διαδίκτυο και οι νέες τεχνολογίες προκάλεσαν ένα τεράστιο κύμα ευφορίας στους επενδυτές που επιχείρησαν να κερδοσκοπήσουν αγοράζοντας μετοχές του κλάδου της τεχνολογίας. Ο σύνθετος δείκτης NASDAQ αυτών των μετοχών, εκτοξεύτηκε από τις 500 μονάδες τον Απρίλιο του 1991 σε πάνω από 5.500 μονάδες τον Μάρτιο του 2000, για να κατρακυλήσει το 2002 στις 120 μονάδες, εξαφανίζοντας εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια από τα χαρτοφυλάκια των αφελών (;) επενδυτών.
Η τελευταία στεγαστική «φούσκα» των ΗΠΑ ξεκίνησε από την υπερβολική έκδοση στεγαστικών δανείων, από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ορισμένους τομείς του επιχειρηματικού και δημοσίου τομέα, τα περισσότερα χωρίς καμία εξασφάλιση από την πλευρά των δανειοληπτών. Αυτή η πρακτική επεκτάθηκε και οδήγησε σε υπερβολική μόχλευση/δανεισμό νέων στεγαστικών «παραγώγων» προς άλλες τράπεζες. Όταν ένας μεγάλος αριθμός δανειοληπτών βρέθηκε σε αδυναμία να πληρώσει τις δόσεις του, έσκασε η «φούσκα», δημιουργώντας την παγκόσμια κρίση. Τράπεζες κατέρρευσαν (Lehmann Bros, ισλανδικές), άλλες πουλήθηκαν (Merrill Lynch, Bear Stearns), άλλες μπήκαν ουσιαστικά κάτω από κρατικό έλεγχο (Fannie Mae, Freddie Mac, AIG). Το φαινόμενο επεκτάθηκε και στην Ευρώπη όπου διακινήθηκαν τα «τοξικά παράγωγα».
Παρατηρούμε πως σε όλα τα παραπάνω παραδείγματα, ενυπάρχει το καθοριστικό στοιχείο της υπερπαραγωγής εμπορευμάτων, σε τουλίπες, σε διάφορα αγαθά, σε ακίνητα, σε τεχνολογίες. Ωστόσο στην τελευταία «φούσκα» -και ενδεχόμενα σε πολλές επόμενες- υπεισέρχεται ο παράγοντας του εμπορεύματος «δάνειο» ή «τραπεζικό παράγωγο», που κινούνται ταχύτατα στη σφαίρα του φανταστικού κεφαλαίου, χωρίς κανένα αντίκρισμα στη σφαίρα της πραγματικής παραγωγής ήδη από τις αρχές του 2000.
Πριν λίγες ημέρες το Χρηματιστήριο της Σαγκάης οδηγήθηκε σε «βουτιά», μετά το ξεπούλημα μετοχών που έγινε στη Γουόλ Στριτ και την ανακοίνωση της Fed για αύξηση των βασικών επιτοκίων, ενώ σημαντικές απώλειες καταγράφηκαν στα χρηματιστήρια στην Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Αυστραλία. Μεγάλες απώλειες καταγράφουν και οι ευρωπαϊκές μετοχές. Όλοι οι κλάδοι στην Ευρώπη κινούνται σε αρνητικό έδαφος με τις μετοχές τεχνολογίας να υφίστανται τις μεγαλύτερες πιέσεις καθώς οι μεγάλες αμερικανικές τεχνολογικές μετοχές σημειώνουν βαριές απώλειες.
★★★
Είναι γνωστό πως η κατάρρευση των σάπιων ρεβιζιονιστικών καθεστώτων της Αν. Ευρώπης και κυρίως της πρώην ΕΣΣΔ, ενοποίησε την παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, που είχε διασπαστεί με τη νίκη της Οκτωβριανής επανάστασης στη Ρωσία και μια σειρά σοσιαλιστικών χωρών μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εξάλλου, έδωσε την ευκαιρία στην αμερικάνικη υπερδύναμη να θεωρητικοποιήσει το «Τέλος της Ιστορίας» και να ξεκινήσει μία νέα ιμπεριαλιστική επέλαση κάτω από τον ψευδεπίγραφο τίτλο της «παγκοσμιοποίησης». Παράλληλα, κατά το διάστημα της δεκαετίας του ’90 και δώθε, άρχισαν να ξηλώνονται βαθμιαία οι εργατικές κατακτήσεις, με πρώτες και κύρια την κατάργηση του ιστορικού οκταώρου και τη μείωση του μισθού εργασίας. Το παντοδύναμο πλέον χρηματιστικό κεφάλαιο, έπαιρνε πίσω όσα με αιματηρούς αγώνες είχε κατακτήσει η εργατική τάξη τα προηγούμενα χρόνια με μπροστάρηδες τα κομμουνιστικά κόμματα και κυρίως το επαναστατικό κόμμα της ΕΣΣΔ.
Ο κυρίαρχος αμερικάνικος ιμπεριαλισμός σάρωνε κυριολεκτικά τις αγορές, ενώ η «παρουσία» του πλασματικού (άυλου) κεφαλαίου, στη δεκαετία του ‘90 επιταχύνθηκε με την ανάπτυξη της «Νέας Οικονομίας», δηλ. των ψηφιακών οικονομικών συστημάτων, αποφέροντας αστρονομικά κέρδη στους εμπνευστές τους. Έτσι, μέσα σε μία δεκαετία, δίπλα στην παραγωγή προϊόντων και εμπορευμάτων, εμφανίζονται ένας τεράστιος αριθμός κρατικών ομολόγων και αμέσως μετά τα τραπεζικά «παράγωγα», που διακινούνται με ασύγκριτα μεγαλύτερη εμβέλεια, κυρίως στη χρηματιστηριακή αγορά, σέρνοντας μαζί του αναρίθμητες «φούσκες». Παράλληλα, στο επίκεντρο του πανίσχυρου τραπεζικού κεφαλαίου, και με βάση την ψηφιακή τεχνολογία, εργάζεται ένας πρωτόγνωρος αριθμός ατόμων που διακινούν αυτό τον τεράστιο όγκο τόσο του πραγματικού, όσο και του φανταστικού/άυλου κεφαλαίου. Οι «εξειδικεύσεις» σ’ αυτό τον ιδιόμορφο κόσμο είναι πολλές: πολιτικοί, δημοσιογράφοι, χρηματοπιστωτικοί επαΐοντες, ασφαλιστές, golden boys, αξιολογητές, εκκαθαριστές, σύμβουλοι επιχειρήσεων, οικονομολόγοι, ορκωτοί λογιστές, οικονομικοί επιθεωρητές, εντολείς αγορών ή πωλήσεων, οικονομικοί αναλυτές, χρηματιστές, αναλυτές δεδομένων, προγραμματιστές λογισμικού, μηχανικοί ρομποτικής, σχεδιαστές διεπαφών ανθρώπου-μηχανής, ειδικοί ηλεκτρονικού εμπορίου και κοινωνικών δικτύων, επαγγελματίες των πωλήσεων και του μάρκετινγκ, της εκπαίδευσης και ανάπτυξης συστημάτων, επαγγελματίες θεμάτων που σχετίζονται με τον πολιτισμό, ειδικοί οργανωτικής ανάπτυξης των επιχειρήσεων, επαγγελματίες καινοτομίας, κ.α., διαγκωνίζονται για μία θέση στο καθημερινό παιγνίδι των «αγορών». Οι «αγορές» αποτελούν το Eldorado γι’ αυτή την κατηγορία των εργαζομένων. Οι «αγορές» κρατούν σε εγρήγορση όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις του Κόσμου. Οι «αγορές» αποτελούν το ρότορα του μεγαλύτερου μέρους της παγκόσμιας οικονομίας, με στάτορα το τραπεζικό κεφάλαιο.
H φρενίτιδα της παγκόσμιας επενδυτικής δραστηριότητας, οδηγεί σε νέες, αχαρτογράφητες περιοχές την παγκόσμια οικονομία. Το χρηματιστηριακό και επενδυτικό σύστημα ζει πρωτοφανείς καταστάσεις, μέσω τρομερής ρευστότητας, παγκοσμιοποιημένων μετοχών των πλανητικών μονοπωλίων Amazon, Apple, Google, Facebook κ.α., που δεν έχουν σύνορα και περιορισμούς στη δραστηριοποίησή τους, δεν έχουν οροφή σε τζίρους και κερδοφορία! Και φυσικά, ούτε αν οι μετοχές αυτές αντιπροσωπεύουν πραγματικό ή φανταστικό/άυλο κεφάλαιο.
★★★
Μέσα σ’ αυτό τον τρικυμισμένο Ωκεανό βολοδέρνει σαν καρυδότσουφλο η «ελεγχόμενα χρεοκοπημένη» και πάντως διάτρητη ελληνική οικονομία με το εξ ίσου χρεοκοπημένο και συνεχώς αναστημένο με τα χρήματα του λαού, τραπεζικό σύστημα. Παρά τις συνεχείς ενέσεις κεφαλαιοποίησης οι τραπεζικές μετοχές των τεσσάρων τραπεζών (Εθνικής, Πειραιώς, Alpha, Eurobank), μέσα στα τρία τελευταία χρόνια, καταγράφουν πτώση του 67% του κεφαλαίου τους. Η δανειοδότηση της βιομηχανίας, του εμπορίου, των καταναλωτών, κλπ., έχει ουσιαστικά σταματήσει, ενώ οι λαϊκές καταθέσεις έχουν πέσει στο κατακόρυφο. Η «μεταμνημονιακή εποχή», της «ανέφελης και δίκαιης ανάπτυξης», έχει τελειώσει πριν καν αρχίσει, παραχωρώντας τη θέση της στην αβεβαιότητα μπροστά στον κίνδυνο μίας νέας καταβύθισης. Προς το παρόν καμία «έξοδος στις αγορές» δεν διαφαίνεται στο βάθος του τούνελ. Ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο, την περασμένη εβδομάδα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας, Γ.Δραγασάκης, ανακοίνωσε το μεγαλόπνοο σχέδιο «Ολιστικής Αναπτυξιακής Πολιτικής», σύμφωνα με το οποίο η κυβέρνηση σκοπεύει να «ρίξει» στην αγορά μέσω των τραπεζών περίπου 10 δις € για την «ανάπτυξη» της βιομηχανίας και του εμπορίου. Μέσα από τα 35 ειδικά προγράμματα περιλαμβάνεται και αυτό της «ανακούφισης» των τραπεζών από το βραχνά των «κόκκινων» δανείων, μέσω της «αναβαλλόμενης φορολογίας των τραπεζών»! Πρόκειται προφανώς για ενέργειες και χρήματα που θα πληρώσουν διαμέσου της φοροληστείας τα εργατολαϊκά νοικοκυριά.
Στο Χρηματιστήριο Αθηνών, του οποίου ο δείκτης έχει κατρακυλήσει στα χαμηλότερα της τελευταίας τεσσαρακονταετίας, πραγματοποιήθηκε πριν λίγες εβδομάδες ένα πρωτοφανές ξεπούλημα των τραπεζικών μετοχών, δημιουργώντας σοβαρές ανησυχίες στα κυβερνητικά επιτελεία. Οι διάφορες ερμηνείες περί μετάδοσης της ιταλικής κρίσης, περί μη εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, περί αδυναμίας της κυβέρνησης να βγει στις «αγορές», περί ανεπάρκειας κεφαλαίων, κλπ., κλπ., δεν είναι καθόλου πειστικές. Κι αυτό γιατί ένα μεγάλο (ίσως το μεγαλύτερο) μέρος του μετοχικού κεφαλαίου των «ελληνικών» τραπεζών κατέχουν ξένοι επενδυτές, οι οποίοι προβλέποντας τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις, «ξεφορτώθηκαν» ένα σημαντικό μέρος των μετοχών τους.
Εκείνο ωστόσο που είναι το προφανές είναι το ότι η κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών έγινε μία ημέρα μετά την κατάθεση του Προϋπολογισμού 2019, όπου διαφαίνονται ισχυρές αναταράξεις, όταν οι δανειστές αμφισβητήσουν τα «υπερπλεονάσματα» της κυβέρνησης Τσίπρα και ο Προϋπολογισμός βρεθεί κυριολεκτικά στον αέρα. Πέραν αυτού μία σοβαρότατη χρόνια βόμβα στα θεμέλια των ουσιαστικά χρεοκοπημένων «ελληνικών» τραπεζών αποτελούν τα «κόκκινα» δάνεια ύψους 88,6 δις €, για τα οποία οι δανειστές απαιτούν το άμεσο ξεκαθάρισμα των τραπεζικών Ισολογισμών κατά 27% ως το τέλος του 2018 και κατά 60% ως το τέλος του 2021, είτε εκπλειστηριάζοντας είτε ξεπουλώντας τα όσο-όσο στα ξένα αρπαχτικά (funds) που κερδοσκοπούν από την καταστροφή των εργατολαϊκών στρωμάτων.
★★★
Σαν συμπέρασμα να αναφέρουμε πως μία νέα παγκόσμια οικονομική κρίση σιγοκαίει πίσω από τις βαρύγδουπες δηλώσεις για την «παγκόσμια ανάπτυξη». Οι αναλύσεις για τις αιτίες που γεννούν τις κρίσεις, έχουν λίγο ως πολύ φωτίσει το θέμα. Η αλυσίδα της διαλεκτικής σχέσης ξεκινά από την αντίφαση ανάμεσα στην παραγωγή από δισεκατομμύρια εργαζόμενους και στην ιδιοποίηση του κέρδους από μερικές εκατοντάδες πλανητικά μονοπώλια και καμιά πεντακοσαριά δισεκατομμυριούχους που αναγράφονται στις λίστες του Forbes. Η αλυσίδα συνεχίζεται με την αναρχία στην παραγωγή που οδηγεί στην όξυνση του ανταγωνισμού και καταλήγει στην υπερσυσσώρευση εμπορευμάτων και παραγωγής και επομένως στην οικονομική κρίση, όταν το συσσωρευμένο κεφάλαιο δεν μπορεί να επενδυθεί και τα εμπορεύματα δεν μπορεί να πουληθούν. Σ’ όλο αυτό το διάστημα, οι συνθήκες που αφορούν τις παραγωγικές (εργασιακές) σχέσεις σε συνάρτηση με τις παραγωγικές δυνάμεις, συνεχώς επιδεινώνονται. Από εδώ βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι οι οικονομικές κρίσεις είναι σύμφυτες με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και άραγε η εξάλειψή τους προϋποθέτει και την ανατροπή του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Οι κρίσεις έχουν ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην εργατική τάξη και τη φτωχομεσαία αγροτιά προκαλώντας μαζική ανεργία, που καταδικάζει σε αναγκαστική αργία και απαξιώνει τις εξειδικευμένες γνώσεις και τις δεξιότητες δεκάδων εκατομμυρίων εργαζομένων. Παράλληλα καταδικάζει στην εξαθλίωση, την πείνα και τη φτώχεια εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους. «Οι κρίσεις επιδεινώνουν σε τεράστιο βαθμό την αβεβαιότητα της ύπαρξης των εργαζομένων, την αγωνία τους για το αύριο. Οι προλετάριοι που χρόνια ολόκληρα δεν βρίσκουν δουλειά, χάνουν την ειδικότητά τους. Ύστερα από τον τερματισμό της κρίσης πολλοί απ’ αυτούς δεν μπορούν να γυρίσουν πια στην παραγωγή. Χειροτερεύουν στο έπακρο οι συνθήκες κατοικίας των εργαζομένων, αυξάνει ο αριθμός των αστέγων που περιπλανιούνται στη χώρα αναζητώντας δουλειά. Στα χρόνια των κρίσεων μεγαλώνει απότομα ο αριθμός των αυτοκτονιών ανθρώπων που έφθασαν σε απόγνωση, αυξάνει η επαιτεία και η εγκληματικότητα». (Πολιτική Οικονομία της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ). Θα πρέπει να προσθέσουμε ότι οι κρίσεις αποτελούν την αφετηρία για νέες μεγάλες επενδύσεις του κεφαλαίου σε νέες τεχνικές και τεχνολογίες. Εξ αιτίας των διεθνώς μειωμένων τιμών και των εξαιρετικά χαμηλών μεροκάματων, εισάγονται νέες μηχανές, ανακαλύπτονται νέες τεχνικές και εφαρμόζονται νέες μέθοδοι παραγωγής, στοιχεία δηλ. που δημιουργούν προϋποθέσεις που προετοιμάζουν το έδαφος για τη νέα επερχόμενη κρίση.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις οι ταξικές αντιθέσεις οξύνονται κατακόρυφα, με αποτέλεσμα τα καταπιεζόμενα εργατολαϊκά στρώματα και η φτωχομεσαία αγροτιά να διακατέχονται από οργή και αγανάκτηση απέναντι στους εργοδότες και το κράτος. Σ’ αυτή την πραγματικά ιστορική συγκυρία, καταλυτικό ρόλο στη διαδικασία μετατροπής της αγανάκτησης και οργής σε συνείδηση κατά του ταξικού τους εχθρού, έρχεται να παίξει ένα πραγματικά επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα. Αυτό, θα μπορέσει να εμφυσήσει την επαναστατική αποφασιστικότητα και παράλληλα θα καθοδηγήσει νικηφόρα την ταξική πάλη μέχρι τη νίκη. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι προφανές ότι οι κεφαλαιοκράτες θα επωφεληθούν και πάλι από την ανεργία και τον συνεχώς αυξανόμενο εφεδρικό στρατό ανέργων, για να μειώσουν τα μεροκάματα και τους μισθούς, να περιορίσουν τα εργασιακά δικαιώματα και ελευθερίες, να κατεβάσουν τις εργασιακές σχέσεις στα κατώτατα όρια για τον κόσμο της εργασίας, να δημιουργήσουν νέους δυσμενέστερους όρους εργασίας.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr