Η σοβούσα κρίση έχει επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στον τρόπο σκέψης των απλών ανθρώπων, των αγωνιστών της αριστεράς, των ταξικών συνδικαλιστών.

Η αντοχή, ο σχεδιασμός, η ταξική ανάλυση και η αντίστοιχη ψυχραιμία έχουν σ’ ένα βαθμό αντικατασταθεί από τον πρακτικισμό της τρεχάλας, την αδημονία τού «εδώ και τώρα», τον αυθορμητισμό και τη λογική τού «να κάνουμε κάτι». Χιλιάδες άνθρωποι και χιλιάδες ώρες έχουν αναλωθεί στη φαντασμαγορική ενέργεια, στη θεαματική κατάληψη, στη στιγμιαία σύγκρουση με την καταστολή και τα ΜΑΤ. Είναι το επιμέρους τμήμα του συνόλου; Αναμφίβολα και κανείς δε θα μπορούσε να πει το αντίθετο. Αλλά αν η πράξη της μέρας δεν εντάσσεται σ’ ένα γενικότερο πολιτικό σχέδιο καταντάει αδιέξοδο και μήτρα απελπισίας. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί ακόμα και αν η ΝΔ του Κ.Μητσοτάκη τροχίζει τα δόντια και τα μαχαίρια της, είναι γιατί το εργατολαϊκό κίνημα δεν έχει -ακόμα- ένα διπλό όπλο. Ταξικό προσανατολισμό και ενιαία δράση. Εμείς, ως Μ-Λ ΚΚΕ, καταθέσαμε από καιρό σ’ όλα τα πεδία της αριστεράς το τρίπτυχο:

-Κομμουνιστική Ανασυγκρότηση

-Πραγματική Αριστερά και

-Λαϊκοί Αγώνες,

σ’ ένα ενιαίο σχέδιο απάντησης στην αστική βαρβαρότητα και τις μεταμφιέσεις του καπιταλισμού. Δυστυχώς όμως οι κυριαρχούσες ιδέες πήγαιναν αλλού. Ας δούμε συνοπτικά ξανά την ακτινοσκόπηση του μικροαστικού εξεγερτισμού.

Η συγκυριακή εκτίμηση

Η ρεαλιστική εκτίμηση των πολιτικών και κοινωνικών δεδομένων δεν είναι «μέσος όρος» και «ό,τι τύχει». Η ακριβής και ταξική αποτύπωση των συσχετισμών δύναμης επιβάλλει για το κίνημα ανάλογες πρακτικές, διάταξη των δυνάμεων, αντίστοιχα μέτωπα.

Οι αντικαπιταλιστές της φράσης  και το ΚΚΕ από δίπλα δεν βλέπουν τη φάση υποχώρησης του εργατικού-κομμουνιστικού και εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος ούτε στη χώρα μας ούτε σ’ όλο τον πλανήτη. Αυτοί μιλούν για αντεπιθέσεις, εφορμήσεις, ανατροπές! Εμείς λέμε για την αναγκαία ταξική άμυνα και τη συγκέντρωση δυνάμεων. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές και συγκρουόμενες λογικές. Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, η άνοδος των φονταμενταλιστών, ο εκφασισμός στην Ευρώπη, η υποχώρηση όλων των κινημάτων στη Λατ. Αμερική, η ρητορεία του Τραμπ στην Αμερική, η καπιταλιστική κρίση που βαραίνει τους εργαζόμενους, η ανυπαρξία παγκόσμιου κομμουνιστικού κέντρου και οι μικρές δυνατότητες των κομμουνιστικών κομμάτων αντί να προβληματίσουν τον αριστερισμό, τον κάνουν να…σαλτάρει. Αν διαβάσει κανείς τα κείμενά τους –από το ΚΚΕ ως την αναρχία- θα σχηματίσει την εντύπωση ότι όπου να ’ναι το κίνημα θα καταλάβει τα «Χειμερινά Ανάκτορα». Ανέκαθεν οι οπορτουνιστές της αριστεράς –ακόμα κι όταν εκκινούσαν από αγαθές προθέσεις- κατέληγαν σε λαθεμένα και σφαλερά συμπεράσματα. Η τωρινή συγκυρία είναι αδιάψευστος μάρτυρας αυτού του γεγονότος.

Εξάρτηση και ιμπεριαλισμός

Συναφές με το παραπάνω είναι και το κεφάλαιο εξάρτηση και ιμπεριαλισμός. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, στην αρχή -δειλά-  το ΝΑΡ, το οποίο δανείστηκε πολιτικές αναλύσεις από τον τροτσκισμό, εισήγαγε την ιδέα της ιμπεριαλιστικής ανεξάρτητης και «κραταιής» Ελλάδας, όπου το ντόπιο κεφάλαιο έλυνε και έδενε στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο. Ύστερα ακολούθησε η ηγεσία του ΚΚΕ, η οποία αφαίρεσε το λενινιστικό σχήμα του Ιμπεριαλισμού και το αντικατέστησε από τους περίφημους «επιχειρηματικούς ομίλους». Στον αντίποδα αυτής της αυθαιρεσίας βρίσκεται η μ-λ ανάλυση, η οποία επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά όσο και δραματικά από τη σημερινή κρίση. Η χώρα μας –όπως γράψαμε αναλυτικότερα στον «Λαϊκό Δρόμο»- από γεννησιμιού της φέρνει το στίγμα της εξάρτησης, υποτέλειας και υποταγής. Η ντόπια μεγαλοαστική τάξη και όλοι οι πολιτικοί εκφραστές της, ανεξάρτητα από τον μανδύα που φορούν, είναι στην ακολουθία «μιας χούφτας ιμπεριαλιστικών κρατών». Η βασική της πλευρά είναι αυτή της εξαρτημένης τάξης και της εξαρτημένης χώρας.

Από αυτό το γεγονός βγάζουμε το πολιτικό συμπέρασμα για την αντιιμπεριαλιστική ενότητα και πάλη που θ’ ανοίξει το δρόμο για τη σοσιαλιστική αναγέννηση του λαού και του τόπου. Οι αντικαπιταλιστές «μας», οι τροτσκιστές, από παλιά η ηγεσία του ΚΚΕ, «θάβουν» την εξάρτηση, αδυνατούν να ερμηνεύσουν όλα τα ιστορικά γεγονότα (κατοχή, εμφύλιος, χούντα, κλπ) και φαντασιώνονται μια ισχυρή Ελλάδα έστω και στο μεσαίο χώρο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Πρόκειται για δύο αντίθετες, συγκρουόμενες θέσεις που απέχουν μεταξύ τους «όσο η γη από τον ουρανό».

Κομμουνιστικό κόμμα

Πρόκειται για τη «λυδία λίθο» της αντιπαράθεσης των επαναστατών κομμουνιστών με το πολιτικό χάος. Η ιστορική αναγκαιότητα της συγκρότησης της πρωτοπορίας είναι επιβεβαιωμένη δεκάδες φορές. Όλος ο 20ός αιώνας έγινε μάρτυρας της προσπάθειας των πρωτοπόρων αγωνιστών να συγκροτήσουν ένα κομμουνιστικό κόμμα ικανό να εμπνέει,  να οργανώνει και να καθοδηγεί τους κοινωνικούς αγώνες ως το τέλος, δηλαδή ως την κατάκτηση της εξουσίας. Οι μπολσεβίκοι δε θα ‘χαν κατορθώσει τον Οκτώβρη και τη σοσιαλιστική επανάσταση αν δεν συγκροτούσαν –και μέσα από διασπάσεις- τη ρώσικη εργατική πρωτοπορία. Στη θέση του αναγκαίου, μαζικού, επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος οι ποικιλώνυμοι αυθορμησίες ορθώνουν τα «οριζόντια δίκτυα», την «αυτο-οργάνωση», το συντονισμό, την επίπεδη πληροφόρηση, τα ασαφή μέτωπα και ό,τι άλλο μας έχει κληρονομήσει ο διαλυτισμός κάθε μορφής. Φυσικά, η δημιουργία, ύπαρξη και κυρίως η  ανάπτυξη του κομμουνιστικού κόμματος θα γίνει μέσα στο καμίνι της ταξικής πάλης, σε συνδυασμό με όλες τις αυθεντικές μορφές λαϊκής δράσης. Εκεί που βρισκόμαστε σε ιδεολογικοπολιτικό «εμφύλιο» πόλεμο με τους διαλυτιστές είναι πρώτον γιατί συκοφαντούν την αναγκαιότητα  του κομμουνιστικού κόμματος, σπέρνοντας σύγχυση στα μυαλά των αγωνιστών της αριστεράς, και δεύτερον γιατί λοιδωρούν τις πραγματικές τιτάνιες προσπάθειες των μαρξιστών-λενινιστών να φέρουν στο προσκήνιο το θέμα των θεμάτων! Η διαφορά μας στο «Κ» δεν είναι αμελητέα.

Λαθολογία και ιστορικός μηδενισμός

Όσοι -σε πείσμα της αναθεώρησης- εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η ιστορία μάς διδάσκει, δεν μπορεί παρά να γυρίζουν τις πλάτες τους σ’ όλη τη μηδενολογία των αριστεριστών κάθε λογής σ’ ό,τι αφορά στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος.
Στο τέλος του 19ου αιώνα ανακαλύπτουν τον νεαρό Μαρξ ενάντια στον ύστερο και αντικειμενιστή Μαρξ. Στη Ρωσία απεχθάνονται το λενινιστικό κόμμα, φυσικά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και τον Στάλιν, στην Κίνα τον Μάο και την Πολιτιστική Επανάσταση, στη χώρα μας τα λάθη του ΚΚΕ και πάει λέγοντας. Είναι άξιο απορίας ότι οι αυθορμησίες οπορτουνιστές επιλέγουν από την ιστορική διαδρομή να «θυμηθούν» τις ήττες του κομμουνιστικού κινήματος και να υμνήσουν την «ουτοπία» και την ηρωϊκότητα (πχ Τσε Γκεβάρα) ενάντια στις λαμπρές σελίδες του εργατολαϊκού παράγοντα. Προσπάθησε, αναγνώστη, ν’ ανοίξεις κουβέντα για την πλέον θαυμάσια σελίδα αντιφασιστικής αντίστασης, όπως είναι η μάχη του Στάλινγκραντ. Είναι αδύνατον. Ακόμα και όταν η ηγεσία του ΚΚΕ «τρυγάει» την ιστορία, τη θυμάται και τη δοξάζει για να αντλήσει ψήφους κι υποστήριξη, το κάνει κουβαλώντας χιλιάδες λάθη, μηδενίζοντας ολόκληρες περιόδους, «ρίχνοντας νερό στο μύλο της αντίδρασης». Η υπεράσπιση εκ μέρους μας της θετικής –παρά τα όποια λάθη- πορείας του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, δε γίνεται για λόγους παρελθοντολογικής νοσταλγίας. Γίνεται με προβολή στο σήμερα. Για να διδαχτούμε και να διδάξουμε. Για να βγάλουμε πολύτιμα συμπεράσματα. Και σ’ αυτό τον αγώνα ο αριστερισμός στέκεται με το σφουγγάρι στο χέρι. Θέλει να σβήσει την ιστορική μνήμη.

Για τα συνδικάτα

Τα εργατικά συνδικάτα και οι δομές τους (καταστατικά, ομοσπονδίες, συνομοσπονδίες, Εργατικά Κέντρα) ήταν έμπνευση και δημιούργημα της αριστεράς. Χιλιάδες άνθρωποι έδωσαν ακόμα και τη ζωή τους για να δημιουργηθούν αυτές οι εργατικές συλλογικότητες. Το σύνθημά μας «ένα συνδικάτο στο χώρο δουλειάς, μία ομοσπονδία, μία συνομοσπονδία» έχει την ιστορική του βαρύτητα και την πολιτική του αξία. Θυμίζουμε ότι η ένταξη στα κάθε λογής συνδικάτα αφορά στο 10% στον ιδιωτικό τομέα και το 20% στο δημόσιο. Πολύ μικρά ποσοστά για να αντισταθεί επαρκώς η εργατική τάξη στη γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου. Για να γίνει πράξη το σύνθημα «η τάξη να βρει τον εαυτό της» χρειάζεται το κόμμα για να οδηγεί το συνδικάτο, για να συσπειρώνει, και οι αγώνες για να διαπαιδαγωγούνται οι εργαζόμενοι. Οι αντικαπιταλιστές «μας» στη θέση του συνδικάτου εφηύραν τις επιτροπές αγώνα, όχι ως βοηθητικά εργαλεία αλλά ως αντικατάσταση των σωματείων από «κάτι άλλο». Αρνούνται οι κομμουνιστές τις επιτροπές, τις γεν. Συνελεύσεις και ό,τι άλλο γεννάει η ταξική ανάγκη και η λαϊκή φαντασία; Κατηγορηματικά όχι! Αλλά το σταθερό μέτρο μας είναι οι μάζες. Να μην ξεπέφτει η πολιτική μας στο βολονταρισμό (θεληματικότητα) και να στενεύει  στον στενό κύκλο των πέντε-δέκα αποφασισμένων. Η υπεράσπιση των συνδικάτων σε συνδυασμό με την ανατροπή της ρεφορμιστικής και συναινετικής πολιτικής τους και την αλλαγή των συσχετισμών είναι η κόκκινη γραμμή αντιπαράθεσής μας με τους οπορτουνιστές της αριστεράς. Από κει και ύστερα οι θεωρίες για τα «ανεξάρτητα κέντρα αγώνα» που θεοποιούν ορισμένες μορφές πάλης  και πάντως γίνονται μακρυά από την κίνηση των μαζών, δεν αφορούν τους κομμουνιστές. Γνωρίζουμε καλά ότι το «καθαρόαιμο ΠΑΜΕ» συγκινεί πάρα πολύ τους συνδικαλιστές του ΝΑΡ που ξανα-βρίσκουν την ασφάλειά τους στο κομματικό πεδίο του ΚΚΕ. Σε αρκετές περιπτώσεις, όπως γνωρίζουμε καλά, το ΝΑΡ συντάσσεται όπως-όπως κάτω από τις φτερούγες των ρεβιζιονιστών. Θέλουμε να ελπίζουμε ότι αυτός ο δρόμος δε θάναι αντίστροφος.
Αν στο όνομα της αντιγραφειοκρατικής πάλης το ΝΑΡ επιλέγει τη «διπλανή πλατεία», όπως κάνει το ΠΑΜΕ, πρέπει να συναντήσει το φράγμα των ταξικών και σοβαρών αγωνιστών. Για το μεταβατικό πρόγραμμα Μέσα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης εμφανίστηκε από τις πολιτικές δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και τη ΛΑΕ (αργότερα), το λεγόμενο μεταβατικό πρόγραμμα. Το μεταβατικό πρόγραμμα ήταν μια θεωρητική σύλληψη του Τρότσκι κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, που κουβαλούν οι πολιτικοί του επίγονοι σαν «πανάκεια». Σύμφωνα με τους μεταβατικούς σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και αστικής διαχείρισης είναι δυνατόν να υλοποιηθούν συνθήματα όπως «εθνικοποίηση τραπεζών», «διαγραφή του χρέους», «απαλλοτριώσεις» και πλήθος παρόμοιων άλλων. Η πολιτική απάντηση είναι πως τα παραπάνω μπορούν να γίνουν μόνον με μία επαναστατική διακυβέρνηση της χώρας. Όταν ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι «έριξαν» παρόμοια συνθήματα υπήρχε το προανάκρουσμα της επανάστασης, λειτουργούσαν τα σοβιέτ ως σύστημα «δυαδικής εξουσίας». Το να ρίχνεις συνθήματα χωρίς να λαβαίνεις υπόψη το συγκεκριμένο συσχετισμό δύναμης είναι σαν να επαναλαμβάνεις μονότονα μια προσευχή ζητώντας από το θεό να σε βοηθήσει. Δεν έχουμε ανοχή σε κανένα «μεταβατικό πρόγραμμα» γιατί αυτό είναι ο ορισμός του ρεφορμισμού και  οδηγεί το κίνημα σε παραλυσία και στην αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ, της ΛΑΕ, κλπ. Άλλωστε η ευκολία εκπόνησης και προβολής των «μεταβατικών προγραμμάτων» οδήγησε τις οργανώσεις ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ στη ΛΑΕ και παλιότερα ορισμένους ντούρους αντικαπιταλιστές στον ΣΥΡΙΖΑ. Το μεταβατικό πρόγραμμα είναι αστικό ρεφορμιστικό  προϊόν!

Κάτω η κυβέρνηση;

Έχουμε αντιπαρατεθεί με σφοδρότητα και επάρκεια στη γνωστή πολιτική αντίληψη «να πέσει η κυβέρνηση». Αντιπαραβάλαμε το σύνθημα «ήττα της αντιδραστικής πολιτικής και όσων την εκφράζουν». Αυτό σημαίνει ανατροπή των συσχετισμών δύναμης, «στρίμωγμα» αστών και ρεφορμιστών σ’ όλα τα κοινωνικά πεδία, κέρδισμα αγωνιστών, αναβάθμιση της ταξικής πτέρυγας στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Δικαιωθήκαμε 100%. Όπως θα παρατηρήσει κάποιος οι «σοσιαλεπαναστάτες» της φράσης εγκατέλειψαν το «να πέσει η κυβέρνηση» (πχ ΣΕΚ), πράγμα που σημαίνει ότι θεωρούνε ήπια την πολιτική Τσίπρα σε σχέση με αυτήν των Σαμαρά-Βενιζέλου.

Είναι σημαντικό σημείο ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης. Τι θα αντικαταστήσει την κυβέρνηση που πέφτει; Σ’ αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει απάντηση εκ μέρους των πούρων αντικαπιταλιστών  οι οποίοι -ειρήσθω εν παρόδω- έχουν ρίξει αρκετές κυβερνήσεις το τελευταίο διάστημα. Ορισμένοι μάλιστα από αυτούς (πχ ΣΕΚ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ) πανηγυρίζουν κάθε τρεις και λίγο για τις πτώσεις των κυβερνήσεων φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να αποθεώνουν  τη λεγόμενη «αραβική άνοιξη».  Ασφαλώς και πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε φασιστικές ή αστικές διακυβερνήσεις. Αλλά σήμερα, πτώση της αστικής κυβέρνησης, χωρίς ήττα της πολιτικής που εξοντώνει το λαό, είναι κούφια, χωρίς περιεχόμενο λόγια.

 

Πολιτική ή ακτιβισμός;

Τα παραπάνω αποτελούν ενδεικτικά θέματα αντιπαράθεσης με όλο το ρεύμα τού μικροαστικού επαναστατισμού. Μπορεί να έχει μια πρόσκαιρη δημοφιλία ιδιαίτερα σε κύκλους της νεολαίας ή στον φοιτητικό κόσμο και μια μεγαλύτερη ευκολία διαπέρασης σε ομάδες διανοούμενων. Άλλωστε, ο τρέχων ακτιβισμός τού να «κάνουμε κάτι», η χαμηλή πολιτικοποίηση και η θεαματικότητα κερδίζουν ευκολότερα τις εντυπώσεις από την πολιτική και τη «δουλειά του μερμηγκιού». Αλλά ο λαός μας λέει «ανεμομαζώματα, διαολοσκορπίσματα» και η ιστορία μάς διδάσκει ότι το χτίσιμο κομμουνιστικών συνειδήσεων και στέρεων δεσμών με τις μάζες δεν είναι υπόθεση της «μιας ριξιάς». Εμείς επιμένουμε να βάζουμε την πολιτική στο τιμόνι και αρνούμαστε τις πρόσκαιρες συμβάσεις που γίνονται φτερό στο πρώτο φύσημα του ανέμου, όπως συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη δημιουργία της ΛΑΕ. Τους αγωνιστές που θέλουν «χειροπιαστά αποτελέσματα» οφείλουμε να τους ακούμε με περίσσια προσοχή, να απαντάμε πειστικά χωρίς υπερφίαλους τρόπους, να τους απλώνουμε το χέρι στους αγώνες και να τους ζητάμε να στρατευτούν στη μεγάλη υπόθεσή μας. «Αν δεν υπήρχαν κομμουνιστές, Θα ‘πρεπε να τους εφεύρουμε».

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το