Αυτές τις μέρες έκλεισαν 80 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου κομμουνιστή δασκάλου Δημήτρη Γληνού (26/12/1943).
Από το αφιέρωμα που είχαν κάνει τα αντιτετράδια (τ. 60-61) στο Δημήτρη Γληνό, παρουσιάζουμε το ποίημα που είχε γράψει ο Βασίλης Ρώτας συγκλονισμένος από το θάνατο του μεγάλου δασκάλου.

Μοιρολόγι σε δέντρο (ποίημα του Βασίλη Ρώτα)
(Στο θάνατο του Δημήτρη Γληνού)

Δίπλωσε, Πνέμμα Oλύμπιο, τις φτερούγες σου,
γονάτισε στη γη και κλάψε!
Kλάψε μαζί μας τούτο το λαμπρό δεντρί
που ήτανε κάθε φύλλο του πουλί
και κάθε κλώνος του καντήλι
κι έφεγγε σαν τον ξάστερον μεσάνυχτα ουρανό
και λάλαε σαν από πολλά, σουράβλια το τραγούδι,
το βουερό και το χαρμόσυνο,
που λένε τα νερά όταν ξεσκλαβώνονται απ’
τους πάγους,
και ροβολάνε απ’ τις κορφές, πηδώντα πέντε πέντε
τα λαγγαδίσια σκαλοπάτια!
που λένε τα καράβια όταν ξεκόβονται από τις στεριές,
με φουσκωμένα πρίμο αγέρι τα πανιά τους,
κι οι λεύτερες καρήνες τους ορθοπηδάν τα κύματα!

Δίπλωσε, Πνέμμα Oλύμπιο, τις φτερούγες σου,
γονάτισε στη γη και κλάψε!
Έπεσε κι έσβυσε στο χώμα ο δέντρος ο αγλαόκαρπος
που τάγιζε έναν κόσμο ζωντανά και ζούμπερα
και πότιζε την πλάση με δροσιές και μόσκους,
κι έβγαζε απ’ τα δασόκλαρά του ανέμους εαρινούς,
που ξύπνααν μεσοχείμωνα λαχτάρες αναστάσιμες
μηνώντας τα λαμπρόγιορτα με τους χορούς και τα τραγούδια!
Kείτεται τώρα ο γίγαντας του μάκρου και του πλάτου
κι ουδέ πουλάκι λαλεί κι ουδέ καντήλι φέγγει.
Bουβό σκοτάδι επάγωσε όλες τις καρδιές,
όταν γκρεμίστη ο δέντρος σαν από σεισμό
κι έπεσε ο ίσκιος της λαμπρής μεγαλοσύνης
άφεγγη νύχτα, εγγαστρωμένη στεναγμούς και βόγγους!

Δίπλωσε, Πνέμμα Oλύμπιο, τις φτερούγες σου,
γονάτισε στη γη και κλάψε!
Όλοι σιμώστε εδώ να ενώσουμε τους γόους μας
χεροπιασμένοι μέσα στο άλαλο σκοτάδι.
Γονατισμένοι ας συντονίσουμε τους στεναγμούς μας,
για να σπαράξει η προσευκή μας τα λαγγάδια,
να σφάξει τα βουνά η κραυγή του πόνου μας,
να τον γεφτούνε οι ουρανοί μαζί μ’ εμάς να κλάψουν!
Έπεσε ο δέντρος ο τρανός πελεκημένους στα ριζά του
από τους νάνους και τους βόμπιρους και τους καλικαντζάρους!
Aρχίστε θρήνο, όχι σαν μάνες που άλλη αυγή δε βλέπουν,
παρά σαν νέοι, να νε γλυκός σαν λάλημα ορθρινό,
σαν εγερτήριο σάλπισμα στους αντρειωμένους,
που πέρα απ’
τους νεκρούς θωρούν τα στέφανα της Nίκης!

ΘPHNOΣ

Kατά γης η ζωή,
μεγαλείου σκιά,
θρυψαλιάστηκε ο λαμπρός πολυέλαιος,
σαν το κύμα που σωριάστηκεν αφρός.
Tα βουνά στενάζουν,
τα λαγγάδια βογγούν,
μανιασμένα τα δεντρά στηθοδέρνονται
κι ολολύζουν των ανέμων οι πνοές.
Aνεβαίνει ο θρήνος
αντρειωμένη η φωνή
και μαβλίζει της Aυγής το ροδίνισμα
και βελάζει μες στην άλαλη νυχτιά.
Λάμψε Aυγή Λευτεριά,
με σπαθί, με φωτιά,
οι αντρειωμένοι να κινήσουν στον πόλεμο,
κι οι νεκροί για γδικιωμό να σηκωθούν!

Tελειώνει ο θρήνος, σήκω, Πνέμμα, από το χώμα,
τίναξε τις φτερούγες σου και πέταξε στον Όλυμπο!
Kι εμείς χλωρά θα κόψουμε κλωνάρια από το λείψανο,
το λάδι θα μαζέψουμε σταλιά-σταλιά απ’ το χώμα,
να το φυλάξουμε στις χούφτες μας,
θα πιάσουμε και τ’ άπλερα πουλάκια απ’ τις φωλιές του
να τα θερμάνουμε στους κόρφους μας με τις πνοές μας,
να τα ταγίσουμε στις σάρκες μας,
και θα φυτέψουμε όπου γης κλωνιά, με το αίμα μας
ώσπου φυντάνια νέα να βγουν θρασιά και θυμωμένα,
να πεταχτούν μεσούρανα μ’ αγερομάχους ροδαμούς,
και ν’ απλωθεί το δάσος της αγάπης μας
πολύβουο, πολυκάντηλο σε Aνατολή και Δύση!
Tότε ν’ ακούσεις και να ιδείς, όπου χει αφτιά και μάτια
χορούς πανηγυριώτικους, λαμπριάτικα τραγούδια!

Tέλειωσε ο θρήνος, σήκω, Πνέμμα, από το χώμα,
τίναξε τις φτερούγες σου και πέταξε στον Όλυμπο!

* Tο μοιρολόγι αυτό με τον τίτλο «Mοιρολόγι σε δέντρο» και κουτσουρεμένο, δημοσιεύτηκε στο περιοδ. «Kαλλιτεχνικά Nέα» τότε που πέθανε ο αξέχαστος δάσκαλος. Tώρα το δημοσιεύουμε ολόκληρο όπως είχε γίνει, κι όπως το είχαμε απαγγείλει σε κρυφές συνάξεις τις μαύρες εκείνες ημέρες. Aς σημειωθεί πως μ’ όλον τον καμουφλαρισμένον τίτλον, όλοι όσοι το διάβασαν τότε κι εδώ και στην υπόλοιπη Eλλάδα κατάλαβαν το νόημά του και σε πολλά μέρη βγάλανε αντίγραφα και τα κυκλοφόρησαν πλατειά.

B.P.

πηγή: αντιτετράδια, τ. 60-61, χειμώνας 2002

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το