Την τελευταία του πνοή άφησε χθες ο 27χρονος Βασίλης Μάγγος ο οποίος έναν μήνα πριν είχε πέσει θύμα άγριας αστυνομικής βίας και είχε τραυματιστεί σοβαρά κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης συμπαράστασης στους συλληφθέντες της μαζικής διαδήλωσης της 13ης Ιουνίου ενάντια στην καύση σκουπιδιών από την τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ-Lafarge και της δημιουργίας εργοστασίου SRF από τον δήμο Βόλου.
Ο Βασίλης Μάγγος βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιο του σπιτιού του από τη μητέρα του, η οποία μάταια προσπάθησε να τον επαναφέρει. Στο σημείο έφτασε η αστυνομία, η οποία εξέτασε τον χώρο και απέκλεισε το ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας. Αναμένεται η διενέργεια νεκροψίας – νεκροτομής για να προσδιοριστούν τα αίτια του θανάτου του.
Η Επιτροπή ΑΓΩΝΑ Πολιτών Βόλου κατά της καύσης σκουπιδιών από την ΑΓΕΤ εξέφρασε τη βαθιά της λύπη και το μεγάλο θυμό «για τον άδικο και σκληρό χαμό ενός νέου και άξιου ανθρώπου, «που το έγκλημά του ήταν να αγωνίζεται για τα δημόσια κοινά αγαθά του καθαρού αέρα και νερού. Τα θερμά μας συλλυπητήρια στους δικούς του. Καλό του ταξίδι και ας μην αφήσουμε το θάνατό του να πάει χαμένος! Πολέμησε γενναία με το ήθος του, τις αξίες του, τη στάση ζωής του. Σε έναν πόλεμο άδικο, μονόπλευρο και χωρίς έλεος».
Η Λαϊκή Συνέλευση κατά της Καύσης Σκουπιδιών είχε δώσει στη δημοσιότητα ένα βίντεο στο οποίο είχε καταγραφεί η επίθεση στον Βασίλη Μάγγο από τους αστυνομικούς. «Ο νεαρός χτυπήθηκε άγρια μπροστά στα μάτια περαστικών στο κέντρο του Βόλου και οδηγήθηκε στην Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας. Μέσα στο αμάξι που τον μετέφερε σύμφωνα με μαρτυρία του πατέρα του οι αστυνομικοί συνέχιζαν να τον χτυπούν και να τον βρίζουν. Το ξύλο συνεχίστηκε στο κτήριο της αστυνομικής διεύθυνσης, όπως και οι βωμολοχίες.
Τον χτύπησαν αλύπητα σπάζοντας τα πλευρά του μέχρις σημείου ο νεαρός να φωνάζει “δεν μπορώ να αναπνεύσω”. Και κορυφώνοντας τις βιαιότητες οι αστυνομικοί τον υπέβαλλαν σε βασανιστήριο. Όταν ζήτησε νερό, τον οδήγησαν σε καταψύκτη και του το έδιναν σταγόνα, σταγόνα. Στο τέλος τον άφησαν ελεύθερο για να μην τον οδηγήσουν στο νοσοκομείο, γιατί έχρηζε άμεσης ιατρικής περίθαλψης. Οι γιατροί παρακολουθούν την κατάστασή του προκειμένου τα σπασμένα κόκαλα να μην αγγίξουν ζωτικά όργανα».
Υπενθυμίζεται πως ο ίδιος με ανάρτησή του στο Facebook είχε καταγγέλλει πως υπέστη κατάγματα στα πλευρά αλλά και θλάση στο συκώτι και την χοληδόχο κύστη, καθώς τον χτυπούσαν άγρια και μετά την κινητοποίηση, μέσα στο αυτοκίνητο κατά την μεταφορά του στο αστυνομικό τμήμα, όπου βασανίστηκε και από όπου τον άφησαν να φύγει, επειδή διαπίστωσαν πως θα έπρεπε να τον πάνε στο νοσοκομείο.
«Μια διμοιρία ΟΠΚΕ και μια ΜΑΤ, στοχευμένα και συγκεκριμένα για μένα, μιας και με γνωρίζουν, ήρθαν τρέχοντας κατά πάνω μου και ξεκίνησαν να με βαράνε αναίτια, δολοφονικά, απάνθρωπα κι αλύπητα. Με χτυπούσαν μέχρι που δεν μπορούσα να πάρω ανάσα, γιατί είχα χτυπηθεί άσχημα στα πλευρά» είχε γράψει στην καταγγελία του.
«Όταν (σ.σ. μέσα στο Α.Τ.) ζήτησα λίγο νερό, στην αρχή δεν μου δίνανε κι έπειτα με βάλανε να πιω από έναν καταψύκτη που έτρεχε σταγόνα-σταγονα το νερό και μάλιστα από κάτω προς τα πάνω. Εγώ εντωμεταξύ να ‘μαι σακάτης, κατάκοιτος και να μην μπορώ να πάρω τα πόδια μου. Και αφού διασκέδασαν όλοι μαζί πάνω μου, με ρίξανε στο κρατητήριο. Τελικά με βγάλανε, αφού τους άκουσα να λένε πως αν με κρατούσαν θα έπρεπε να με παν και νοσοκομείο».
Ο πατέρας του 27χρονου, μιλώντας στην Εφημερίδα των Συντακτών, είχε δηλώσει: «έπεσαν πάνω του 10 οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι και τον έσπασαν στο ξύλο, κυριολεκτικά. Σύμφωνα με τους γιατρούς, έχει 6 ή 7 σπασμένα πλευρά και το συκώτι του έχει πάθει μια μικρή θλάση, γεγονός που μας βάζει σε πολύ μεγάλες περιπέτειες διότι ταράχτηκε ζωτικό όργανο του οργανισμού του. Ενώ τον χτυπούσαν και τους φώναζε “σταματήστε, δεν μπορώ να πάρω ανάσα”, αυτοί συνέχιζαν. Και δεν είναι αντιγραφή από αυτό που έγινε στην Αμερική, αφού όταν σπάσει κανείς -ακόμη και ραγίσει- ένα πλευρό, δεν μπορεί να αναπνεύσει από τον φοβερό πόνο».
«Αφού του έβαλαν χειροπέδες, τον χτυπούσαν εκεί που πονούσε ακόμη και μέσα στο αυτοκίνητο που τον έβαλαν για να τον πάνε στο Αστυνομικό Τμήμα. Αλλά και μέσα στο Τμήμα επίσης τον χτυπούσαν με σαδισμό και τον βασάνισαν. Το παιδί τούς παρακαλούσε για ένα ποτήρι νερό και τον έβαλαν σε έναν καταψύκτη ο οποίος έτρεχε σταγόνα σταγόνα και προσπαθούσε, μη μπορώντας να σταθεί στα πόδια του, να βάλει τη γλώσσα του να πάρει μια σταγόνα νερό και αυτοί γελούσαν. Πού ζούμε; Τι καταστάσεις είναι αυτές; Σε ποιον αιώνα ζούμε; Σε αυτή τη χώρα που λέγεται χώρα της δημοκρατίας;», σημείωσε ο πατέρας του Βασίλη.
e-prologos.gr