“Νοσταλγώντας το φως” του Πατρίσιο Γκουσμάν
Χιλή – Γαλλία – Ισπανία (2010)
Η απέραντη έρημος Ατακάμα της Χιλής κρύβει συνταρακτικά μυστικά. Η διαμόρφωση των πετρωμάτων της αντιστοιχίζεται μ’ εκείνη των διαφορετικών γεωλογικών περιόδων, η έντονη ξηρασία κι η μοναδική διαφάνεια του υπερκείμενου αέρα δημιουργούν εξαιρετικές δυνατότητες για τη μελέτη των ουράνιων σωμάτων, της πορείας του φωτός και τη διερεύνηση των απαρχών του σύμπαντος• δεδομένα που ο Χιλιανός σκηνοθέτης και ντοκυμαντερίστας Πατρίσιο Γκουσμάν προσεγγίζει με καλλιτεχνική αρτιότητα και ήθος, συμπλέκοντάς τα αρμονικά με το επίμαχο ζήτημα που βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του: την αναζήτηση των δολοφονημένων/αγνοούμενων της χούντας του Πινοσέτ από τις γυναίκες – συγγενείς των θυμάτων.
Επανερχόμαστε στο εξαιρετικό ντοκυμαντέρ του Πατρίσιο Γκουσμάν “Νοσταλγώντας το φως” με αφορμή την 8η του Μάρτη, καθώς ο ανήσυχος κινηματογραφιστής εστιάζει εδώ στις θαρραλέες γυναίκες – συγγενείς των εξαφανισμένων/δολοφονημένων Χιλιανών που βρίσκονται κατά ένα μεγάλο μέρος θαμμένοι στην έρημο Ατακάμα της Χιλής, και στις ακάματες προσπάθειές τους να εντοπίσουν τα οστά των αγαπημένων τους.
Και η πιο πρόχειρη επισκόπηση του έργου του Γκουσμάν (“Η μάχη της Χιλής”, “Υπόθεση Πινοσέτ”, “Σαλβαδόρ Αλιέντε”), φανερώνει έναν αμετακίνητα πολιτικό σκηνοθέτη, έναν γνήσια προοδευτικό δημιουργό αφοσιωμένο στη διερεύνηση της ιστορίας και της φυσιογνωμίας του τόπου του. Το “Νοσταλγώντας το φως” δεν είναι λιγότερο πολιτικό από τη “Μάχη της Χιλής” ή την “Υπόθεση Πινοσέτ”. Ως διαλεκτικός κινηματογραφιστής ωστόσο, ο Γκουσμάν δεν αρκείται στην πειστική παράθεση ντοκουμέντων, ψάχνει εξαντλητικά τη φόρμα που θ’ αναδείξει αρμοστά το φορτισμένο περιεχόμενο.
Οι μεσόκοπες γυναίκες που οργώνουν την Ατακάμα με τα φτυάρια τους, η “λέπρα” της Χιλής για πολλούς, όπως υπογραμμίζεται με πικρία από μια Χιλιανή της ερήμου, έχουν κατανοήσει καλύτερα από κάθε σύγχρονο αστρονόμο και κορυφαίο γεωλόγο πως δεν υπάρχει παρόν αποκομμένο από το παρελθόν, πως το σήμερα γίνεται δυνατό χάρη σ’ αυτό που προηγήθηκε, είτε πρόκειται για εκατομμύρια έτη φωτός που διέτρεξαν το σύμπαν, είτε για μερικές δεκαετίες στην αντιστεκόμενη Χιλή του 20ου αιώνα. Σ’ αυτούς τους νεκρούς, σ’ αυτές τις μανάδες και τις συντρόφους των εξαφανισμένων δεν ταιριάζει η λήθη.
Ο λαϊκός ξεσηκωμός που συντάραξε σχετικά πρόσφατα τη Χιλή απ’ τη μια άκρη ως την άλλη και κλιμακώθηκε στη διάρκεια του 2019, επικαιροποίησε με το παραπάνω την αντίσταση των Χιλιανών στη βάρβαρη Χούντα του Αουγούστο Πινοσέτ• ο λαός πλημμύρισε ξανά τους δρόμους, διεκδικώντας κοινωνική δικαιοσύνη κι αναθεώρηση του κληρονομημένου από τη χούντα Συντάγματος. Ο Μανουέλ Ροντρίγκεζ, ο Πάμπλο Νερούδα, ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο Βίκτορ Χάρα, οι χιλιάδες των δολοφονημένων και των αγνοούμενων ζωντάνεψαν στους νέους αγώνες.
“Έχουμε ηθική υποχρέωση να κρατήσουμε ζωντανή τη μνήμη των νεκρών μας”, ξεστομίζει αναπάντεχα ο μακρυμάλλης αρχαιολόγος, κι η κάμερα του Γκουσμάν επανέρχεται ξανά και ξανά στα σκονισμένα βήματα των γυναικών της Ατακάμα που επιμένουν, στα χέρια που φτυαρίζουν ακαταπόνητα την ατέλειωτη έκταση.
Σε συνέντευξή του με αφορμή την ολοκλήρωση του ντοκυμαντέρ “Οροσειρά των ονείρων”, ο Χιλιανός δημιουργός είχε να πει πολλά: «Όταν ξεκινάω να σκέφτομαι το θέμα μιας ταινίας, γράφω σε μια ποιητική γλώσσα, […] η ποίηση ανέκαθεν με έλκυε και σ’ αυτήν ανατρέχω, ασυνείδητα. Μου αρέσει η αμφισημία που κρύβεται στην ποίηση κι αυτό επιδιώκω και στο σινεμά μου. […] Σαρανταπέντε χρόνια χωρίζουν τα γυρίσματα για τη “Μάχη της Χιλής” και του “Νοσταλγώντας το φως”. Αυτός ο χρόνος είναι παραπάνω από αρκετός για ν’ αλλάξει κανείς στυλ ή εστίαση. […] Κόντρα στις συνθήκες, η “Μάχη” περιέχει αρκετό λυρισμό γιατί έγινε χωρίς φόβο, ανησυχία ή πανικό. Περιέχει κυρίως το πάθος και την ποιητική διάθεση να ειπωθεί με αληθινή έγνοια αυτό που ζούσε ο λαός. Το “Νοσταλγώντας το φως” και η “Οροσειρά των ονείρων” απεικονίζουν άλλες λεπτομέρειες της Χιλής, αλλά πιο “ήσυχα”. Η “Μάχη της Χιλής” είναι η οδύσσεια μιας επαναστατικής εξελικτικής διαδικασίας που μεγάλωνε σε δυναμική μέρα τη μέρα. Κινηματογραφούσαμε τα γεγονότα, και κάνοντάς το, μοιραζόμασταν τις απόψεις μας. […] Το “Νοσταλγώντας το φως”, αφορά την αναζήτηση των νεκρών που η χιλιανή δεξιά δολοφόνησε μετά την εξέγερση. […] Η “Οροσειρά των ονείρων” αφορά τη συνέχεια της επαναστατικής ζωής εκείνων των Χιλιανών, που σήμερα προσπαθούν να χτίσουν ένα καλύτερο μέλλον […] Παντού κρύβεται μια δυνάμει επανάσταση. Ζούμε σε μοιραίους καιρούς, με ένα σκληρό καπιταλισμό, με δικτατορικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι άνθρωποι αναζητούν διαρκώς ένα τρόπο να εκφραστούν. […] Δουλεύω γιατί μ’ αρέσει το παρελθόν, […] είναι ένα σύμπαν που με ελκύει εδώ και πολλά χρόνια. […] Επιπλέον, το θεωρώ σ’ ένα βαθμό χρέος μου».
“Δεν υπάρχουμε χωρίς μνήμη – είμαστε η μνήμη μας”. Κάπως έτσι είχε αποφανθεί ο μεγάλος Ισπανός κινηματογραφιστής Λουίς Μπουνιουέλ στις αρχές της δεκαετίας του ’70 στο αυτοβιογραφικό του πόνημα “Τελευταία πνοή”. Σαράντα χρόνια αργότερα ο Χιλιανός Πατρίσιο Γκουσμάν το προσυπογράφει εμφατικά. Τα οστά των αγνοούμενων θυμάτων γυρεύουν αναγνώριση και δικαίωση, και οι ακούραστες Χιλιανές σφίγγουν τα δόντια κι επιμένουν, τιμώντας τις γυναίκες απανταχού της γης.
Θέμις Αμάλλου
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr