γράφει ο Γιώργης-Βύρων Δάβος
Καθησυχάζοντας τα παγκόσμια κέντρα, η Ιταλίδα Πρωθυπουργός καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να αποχαρακτηρισθεί η κυβέρνησή της ως «ακροδεξιά»
Τα δάκρυα της Μελόνι πριν λίγες ημέρες, όταν επισκέφτηκε την εβραϊκή κοινότητα της Ρώμης για τους εορτασμούς της Χανουκά, σε συνδυασμό με τους «ψίθυρους», που τη θέλουν να αναβιώνει τον χώρο του… Κέντρου, δείχνουν σε ποιο βαθμό η ακροδεξιά ηγέτιδα επιζητεί να αποδείξει πως η όποια σύνδεσή της με τον φασιστικό χαρακτήρα του κόμματός της είναι ανεπίκαιρη. Σε όλες τις συναντήσεις της με Ευρωπαίους ηγέτες, αλλά και με διάφορες κινήσεις στον οικονομικό, πολιτικό και αμυντικό τομέα, η επικεφαλής των «Αδελφιών της Ιταλίας» επιδιώκει την επιδοκιμασία της ευρωπαϊκής και διεθνούς καθεστηκυίας τάξης.
Καθησυχάζοντας τα παγκόσμια κέντρα για τις προθέσεις της, πείθοντάς τα πως επεισόδια, όπως το προσφυγικό, ουδόλως θα επηρεάσουν την οικονομική-γεωπολιτική συγκυρία που επιζητούν τα ευρωατλαντικά κέντρα και εφαρμόζοντας επακριβώς μέτρα που χαράσσουν αυτά, η Μελόνι καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να αποχαρακτηρισθεί η κυβέρνησή της από «ακροδεξιά». Και στην προσπάθειά της αυτή η Μελόνι, που έχει εξασφαλίσει τη στήριξη των οικονομικών κέντρων της Ιταλίας με τα μέτρα της, βρίσκει πρόθυμους συμμάχους σε παλιά στελέχη της Χριστιανοδημοκρατίας, που ασμένως σπεύδουν να υπερασπιστούν το μετριοπαθές προσωπείο της.
Έχοντας εξασφαλίσει τελεσίδικα την ηγεμονία στη δεξιά παράταξη και εκμεταλλευόμενη την αντιπολιτευτική ανυπαρξία μίας σοσιαλδεξιάς παράταξης, που είτε ως Δημοκρατικό Κόμμα αναζητεί ακόμη νέο ηγέτη, όνομα και προσανατολισμό, είτε ως ανομοιογενές «Κίνημα Πέντε Αστέρων» έχει βυθισθεί σε μία εσωστρέφεια, η Μελόνι αποβλέπει σε κάθε της κίνηση να δείχνει τόσο μετριοπαθής, όσο τη θέλουν οι «σύμμαχοι» της Ιταλίας. Ο προϋπολογισμός, (που φορτώνει όλο το βάρος της δημοσιονομικής πολιτικής στα μεσαία και φτωχά στρώματα, προκειμένου να δώσει «κίνητρα» στους ημεδαπούς και ξένους επενδυτές να επελάσουν πάνω στον πακτωλό του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης), έχει πείσει τους Ευρωπαίους πως η Ιταλίδα πρωθυπουργός δεν τους ετοιμάζει κάποια λαϊκιστική έκπληξη. Η αμέριστη συμμετοχή της Ιταλίας στη βοήθεια για να συνεχίσει ο Ζελένσκι αυτάρεσκα να θεωρεί τον εαυτό του «Ναπολέοντα» της έχει προσπορίσει την εύνοια της Ουάσιγκτον, που παραμερίζει το παρελθόν της φιλίας της με τους Τραμπ και Μπάνον. Η πρωτιά στα συγχαρητήρια στον Νετανιάχου για την επικράτησή του και τα δάκρυα στη Χανουκά εξασφαλίζουν στη Μελόνι ένα διαπιστευτήριο για τις όποιες υποψίες αντισημιτισμού. Ένα «διαβατήριο» για την πολιτική της στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως αποτυπώθηκε στην ομιλία της στο Rome MED-Dialogues στις αρχές του μήνα.
Η ενεργειακή κρίση έχει αναβιώσει τις φιλοδοξίες της Ρώμης να επαναφέρει, παρά τις αμφιβολίες της Ε.Ε., το ζήτημα του αγωγού EastMed, που μαζί με τις βλέψεις στα λιβυκά κοιτάσματα, την ενεργειακή σύνδεση με την Αλγερία, θα καταστήσει την Ιταλία έναν σημαντικό κόμβο για την ενέργεια στην Ευρώπη. Για να τα πετύχει όλα αυτά, η Μελόνι θα πρέπει να προσεταιρισθεί τη μεγάλη δύναμη του Ισραήλ στην ευαίσθητη τούτη περιοχή. Και πασχίζει να δείξει πως οι αρχές του κόμματός της είναι ασύμβατες με τον αντισημιτισμό, που κάποιος θα μπορούσε να του καταλογίσει.
Βέβαια εάν κάποιος ανατρέξει στην ίδια την Ιστορία θα διαπιστώσει πως η «αλλαγή πλεύσης» του παλιού Φασισμού ως προς τον Αντισημιτισμό ξεκίνησε από το 1933 και δώθε, όταν με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία σήμανε η οικοδόμηση του Άξονα και η βαθμιαία προσέλκυση της Ιταλίας στη σφαίρα επιρροής του Ναζισμού. Ίσαμε τότε πολυάριθμοι Εβραίοι της Ιταλίας είχαν συνταχθεί με τον Φασισμό: περίπου 230 είχαν συμμετάσχει στην Πορεία στη Ρώμη στις 28 Οκτωβρίου 1922 και 746 είχαν εγγραφεί ως μέλη στα Fasci di Combattimento, που ίδρυσαν το Φασιστικό Κόμμα.
Από το 1928 έως το 1933 είχαν εγγραφεί σχεδόν 5.000, ενώ ο αριθμός των Εβραίων μελών του κόμματος μέχρι τους Φυλετικούς Νόμους του 1938 είχε φθάσει τους 10.000. Μάλιστα, το 1923, ο Μουσολίνι μετά την συνάντησή του με τον αρχιραβίνο της Ρώμης, Άντζελο Σατσερντότι είχε αποδώσει τον θρυλούμενο αντισημιτισμό των Φασιστών στους «εχθρούς του φασισμού και της σαγήνης, που ασκεί στον κόσμο ολάκερο». Άλλωστε το 1932 σε συνέντευξή του στον Εβραίο δημοσιογράφο, Εμίλ Λούντβιγκ, για το βιβλίο «Διάλογοι με τον Μουσολίνι» του εκδοτικού οίκου Hoepli, ο Ντούτσε κατακεραύνωνε τον ρατσισμό και δήλωνε πως ο αντισημιτισμός δεν εμπεριέχεται στην ιταλική κουλτούρα. Και φυσικά, το 1930 μετά τη Συνθήκη του Λατερανού με το Βατικανό, ο Μουσολίνι εισήγαγε τον Νόμο Φάλκο για την ενοποίηση όλων των εβραϊκών κοινοτήτων υπό τη σκέπη του ραβίνου της Ρώμης, ενώ είχε στόχο να ενσωματώσει και την ιταλο-εβραϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας, δημιουργώντας έναν κοινό χώρο ιταλικής θρησκευτικής επιρροής στη Μεσόγειο.
Η αγνόηση της Ιστορίας εμποδίζει τους πάντες να διανοηθούν ότι εκατό χρόνια νωρίτερα κάτω από το προκάλυμμα της προθυμίας του τότε Φασισμού κρυβόταν μία διαφορετική ατζέντα. Οι γενικεύσεις, που σχετίζονται με το τελικό αποτέλεσμα της φασιστικής «αναγέννησης» και της πολεμικής κατάληξης της μεγαλαυχίας του, συνεχίζουν να ταυτίζουν τον Φασισμό μόνο με τη βίαιη πλευρά του. Αγνοούν οι πάντες, πόσο πολύμορφο, ιδεολογικά ανομοιογενές ήταν το φασιστικό κίνημα και πόσο εξαιτίας της θεωρητικής ελαστικότητάς του κατόρθωνε να προσαρτήσει ιδεολογικά διακριτές προσωπικότητες (βλέπε Renzo De Felice, Breve storia del fascismo, Mondadori, 2000, Milano). Ο Φασισμός του Μουσολίνι είχε κατορθώσει να εμπνεύσει προσωπικότητες, όπως τον Ντ’ Ανούντσιο, τους Φουτουριστές, φιλοσόφους σαν τον Μπενεντέτο Κρότσε και τον Τζεντίλε ή ακόμη και τον Έζρα Πάουντ, που εμφορούντο από διαφορετικά κίνητρα, ιδεολογικές απόψεις και αποβλέψεις. Την ίδια ώρα ο Κρίστοφερ Χίμπερτ (βλέπε Les Cahiers de l’Histoire, no 40, 1964, p.48) υπενθυμίζει πόσοι ξένοι ηγέτες και αρχηγοί κρατών είχαν λούσει με επαίνους και διθυράμβους την αναγεννητική προσπάθεια του Μουσολίνι και εξήραν τη σώφρονα διακυβέρνησή του, που βασίζονταν στη δυναμική πράξη κι όχι στα πολιτικάντικα παιγνίδια.
Η Μελόνι σήμερα πασχίζει να δημιουργήσει ένα νέο μετριοπαθές προπέτασμα καπνού. Μάλιστα, δεν διστάζει να σφετερίζεται αποσπάσματα από ιδεολογικούς της αντιπάλους (όπως στίχους των Φαμπρίτσιο Ντε Αντρέ, Φραντσέσκο Γκουτσίνι, ή κομμάτια από το έργο του Μίχαελ Έντε), και να επικαλείται τον Ρότζερ Σκράτον. Η στροφή της από τον θεωρητικό των νεοφασιστών τραμπούκων του MSI της δεκαετίας του ‘70, που έβαζαν βόμβες και δολοφονούσαν και τραμπούκιζαν, στον νεοσυντηρητικό Σκράτον είναι μία έξοχη τακτική. Εμπνευσμένος από τον Έντουαρντ Μπερκ και τον Ζοζέφ Ντε Μεστρ, ο Σκράτον εκφράζει τα φιλελεύθερα ιδεώδη, την εθνική και ευρωπαϊκή ταυτότητα, στέκεται ενάντια στον μεταμοντέρνο σχετικισμό και κοσμοπολιτισμό. Υπάρχει θεωρία πιο ταιριαστή για τη Μελόνι, που να δείχνει ότι θέλει να διατηρήσει και την εθνική και την ευρωπαϊκή ταυτότητα;
πηγή: kosmodromio.gr
e-prologos.gr