Οι «αιώνιοι φοιτητές» αποτελούν μια ιδεολογική εμμονή εδώ και δεκαετίες

Είναι σαφές ότι οι «αιώνιοι φοιτητές» δεν αποτελούν πρόβλημα – Έχουν προβλήματα, που τους εμποδίζουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι προκαλούν προβλήματα στα πανεπιστήμια

γράφει ο Παναγιώτης Σωτήρης

Εδώ και κοντά 50 χρόνια συζητάμε για τους «αιώνιους φοιτητές». Και όλο αυτό το διάστημα δεν κάνουμε τίποτε άλλο παρά να τοποθετούμαστε πάνω σε μία ιδεολογική κατασκευή και τελικά εμμονή, γύρω από την οποία έχει διαμορφωθεί μια ολόκληρη μυθολογία, αντί να εξετάσουμε πώς οι «αιώνιοι φοιτητές» στοχοποιήθηκαν ως το μεγάλο πρόβλημα του ελληνικού πανεπιστημίου.

Εάν κανείς πιστέψει τη ρητορική που επαναλαμβάνεται, κατά βάση με παρόμοιο τρόπο, από τη δεκαετία του 1980 το ελληνικό πανεπιστήμιο κινδυνεύει επειδή υπάρχει ένας πολύ μεγάλος αριθμός φοιτητών που δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους.

Τις περισσότερες φορές το γεγονός αυτό και οι αντίστοιχες στατιστικές παρατίθενται κυρίως με όρους ηθικής απαξίας, παρά με μια εξήγηση γιατί αυτό το υπαρκτό φαινόμενο, αποτελεί ταυτόχρονα και πρόβλημα.

Εκεί στην καλύτερη περίπτωση θα ακούσεις κάποιες αναφορές σε «επιπλέον φόρτο εργασίας» ή σε «μεγάλο αριθμό φοιτητών που εμφανίζονται στις εξετάσεις». Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό γίνεται απόπειρα και να κοστολογηθεί.

Τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει. Οι «αιώνιοι φοιτητές» δεν αποτελούν κάποια ιδιαίτερη διοικητική επιβάρυνση σε μια εποχή που όλα τα μητρώα των φοιτητών είναι ψηφιακά και οι περισσότερες διοικητικές διαδικασίες γίνονται διαδικτυακά. Δεν δικαιούνται δωρεάν παροχών. Απλές ενέργειες, πολύ οικείες σε όσους έχουν περάσει από το πανεπιστήμιο όπως είναι οι αντιστοιχήσεις μαθημάτων όταν γίνονται αλλαγές στα προγράμματα σπουδών αντιμετωπίζουν πρακτικά ζητήματα. Η οργάνωση των εξετάσεων ούτως ή άλλως κυρίως στηρίζεται στην πρόβλεψη με βάση τον αριθμό όσων προσήλθαν τις προηγούμενες χρονιές.

Υπάρχουν έπειτα αυτοί που έρχονται και διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους: «μα να πάρουν πτυχίο σε 12 χρόνια;». Εάν τους ρωτήσεις, πέραν του «ηθικού πανικού» δεν έχουν να απαντήσουν κάτι. Γιατί ούτως ή άλλως και όσοι πήραν πτυχίο στην ώρα τους από ένα σημείο και μετά έχουν χρονική απόσταση από το πότε ήταν στα αμφιθέατρα, οπότε η απόσταση ανάμεσα στο πρώτο και το τελευταίο μάθημα που πέρασαν δεν είναι πρόβλημα. Άλλωστε, αυτός είναι ο λόγος που για την άσκηση διαφόρων επαγγελμάτων βάζουμε και επιπλέον δοκιμασίες και δεν μας αρκεί το πτυχίο.

Και αντίστροφα: γιατί είναι κακό κάποια που για τον α ή τον β λόγο σταμάτησε για κάποια χρόνια να δίνει μαθήματα, να αποφασίσει να επιστρέψει και να ολοκληρώσει τις σπουδές της; Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι αντιθέτως αυτό δείχνει θετική επιμονή στον στόχο και θα έπρεπε να είναι λόγος επαίνου.

Ούτε βέβαια υπάρχει κάποιο ζήτημα με το να έχουν τα πανεπιστήμια μια εσφαλμένη εικόνα για το πόσους φοιτητές έχουν γιατί πάντα διαχωρίζουν ενεργούς και μη ενεργούς φοιτητές, άρα έχουν εικόνα του πραγματικού αριθμού των φοιτητών τους.

Είναι σαφές ότι οι «αιώνιοι φοιτητές» δεν αποτελούν πρόβλημα. Για την ακρίβεια οι «αιώνιοι φοιτητές» έχουν προβλήματα, που τους εμποδίζουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι προκαλούν προβλήματα στα πανεπιστήμια.

Εάν δεν αποτελούν πρόβλημα, γιατί τότε υπάρχει όλος αυτός ο θόρυβος;

Για να το καταλάβουμε πρέπει να πάμε πίσω στον χρόνο, στα χρόνια αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση. Τότε υπήρχε, ιδίως από συντηρητικούς πανεπιστημιακούς, αλλά και συντηρητικούς πολιτικούς κύκλους συσσωρευμένη δυσανεξία απέναντι στο ριζοσπαστικό και πολιτικοποιημένο φοιτητικό κίνημα της εποχής. Τους ενοχλούσε ότι οι φοιτητές ήταν πολιτικοποιημένοι, αφιέρωναν χρόνο στις συνελεύσεις, σε αυτές συζητούσαν πολιτικά, αντί να ασχολούνται με τα μαθήματά τους. Και είναι γεγονός ότι ένα μέρος των γενιών εκείνων, ξεκινώντας από τη γενιά του Πολυτεχνείου, ιδίως το πιο πολιτικοποιημένο άργησε να πάρει πτυχίο, ακριβώς επειδή είχε έντονη πολιτική και κινηματική στράτευση. Βεβαίως, τότε ήταν και η εποχή που το φοιτητικό κίνημα ήταν πρωτοπόρο στους αγώνες και έχαιρε πολύ μεγάλου κύρους μέσα στην κοινωνία.

Τότε ήταν που άρχισε να επανέρχεται η έκφραση «αιώνιοι φοιητές» που τη συναντούμε και σε παλαιότερες δεκαετίες για να περιγράψει τον φοιτητή που αρνείται να στρωθεί και να διαβάσει, αλλά διάγει βίον «μποέμ». Τώρα, όμως αποκτά μια διαφορετική σημασία και αφορούσε κυρίως τους πολιτικοποιημένους φοιτητές.

Για τους συντηρητικούς κύκλους αυτό ήταν απαράδεκτο και γι’ αυτόν τον λόγο προσπαθούσαν να σκεφτούν τρόπους ώστε «οι φοιτητές να επιστρέψουν στα αμφιθέατρα και τα μαθήματα». Αυτό οδηγούσε κυρίως σε σκέψεις για την εντατικοποίηση των ρυθμών σπουδών. Και ως ένα καλό κίνητρο θεωρήθηκε να μπει ένα χρονικό όριο στη διάρκεια των σπουδών, ώστε να πιέζονται οι φοιτητές να μην ασχολούνται με… εξωφοιτητικές δραστηριότητες.

Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά στον νόμο 815/78 προβλέφθηκε η απώλεια της φοιτητικής ιδιότητας μετά από χρονικό διάστημα ίσο με τον αριθμό των ετών σπουδών προσαυξημένων κατά το ήμισυ αυτών.

Ήταν μια αποτυχημένη προσπάθεια να «πειθαρχηθεί» το φοιτητικό κίνημα και κομμάτι μιας αυταρχικής στροφής της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή μετά την αρχική περίοδο της… «σοσιαλμανίας». Πάντως η σχετική πρόβλεψη είχε δεχτεί κριτική από προοδευτικούς καθηγητές πανεπιστημίου ως δημαγωγική. Έγραφαν χαρακτηριστικά σε άρθρο τους το 1978 οι Καθηγητές Ν. Αντωνίου, Π. Γεωργίου, Θ. Γιαννόπουλος, Φ. Κακριδής, Φ. Καφάτος, Α. Μπαγιόνας, Σ. Νεγρεπόντης, Μ. Παπαθωμόπουλος και Χ. Φράγκος: «Γίνεται πολύς λόγος για τους ισόβιους ή αιώνιους φοιτητές. Δυστυχώς η εισηγητική έκθεση δεν αναφέρει συγκεκριμένα στοιχεία για τον αριθμό τους σε κάθε Σχολή, την κοινωνική προέλευση και θέση τους, την οικονομική τους κατάσταση και άλλα. Έτσι αναρωτιέται κανείς αν οι απόψεις για τος ισόβιους φοιτητές δεν εκφράζουν απλώς υποκειμενικές εντυπώσεις και συγκινησιακά κίνητρα και αν δεν αποβλέπουν μόνο σε δημαγωγικούς σκοπούς» (ΤΑ ΝΕΑ, 29 Αυγούστους 1978).

Ο νόμος θα προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις και να καταργηθεί μετά από τις φοιτητικές καταλήψεις του 1979.

Η συζήτηση θα επιστρέψει σε επόμενα χρόνια, αλλά κυρίως με τη μορφή ανάδειξης του προβλήματος παρά ως ανάγκη λήψης μέτρων. Έκθεση του υπουργείου Παιδείας το 1987 εκτιμούσε ότι το ένα τρίτο των φοιτητών ήταν επί πτυχίω αποδίδοντάς το κυρίως στο ότι προτιμούσαν να εργάζονται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα ήθελαν να επιστρέψουν και να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.

Ωστόσο ήδη από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 αρχίζουν να πληθαίνουν ξανά οι φωνές που αναδεικνύουν το ζήτημα ως μείζον πρόβλημα των πανεπιστημίων και οι σχετικές τοποθετήσεις πυκνώνουν, παρότι σταδιακά η φιγούρα του «επί πτυχίω» φοιτητή που επιμένει να πηγαίνει για συνδικαλισμό στη σχολή ήδη αρχίζει να υποχωρεί καθώς αλλάζουν τα χαρακτηριστικά της φοιτητικής πολιτικοποίησης από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Παρ’ όλα αυτά θα κλιμακώνεται η ρητορική για τους «αιώνιους φοιτητές» ως αναπόσπαστη πλευρά μια αναγκαίας υποτίθεται «μεταρρύθμισης». Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ούτως ή άλλως θα δει μία πρόταση να αποσύρεται υπό το βάρος των καταλήψεων του 1990-91 και της δολοφονίας του Νίκου Τεμπονέρα, ενώ ο «Νόμος Σουφλιά» δεν θα συμπεριλάβει σχετική πρόταση, ίσως γιατί περιλάμβανε μια δομή δύο κύκλων που ως ένα βαθμό είχε την ίδια στόχευση.

Θα πρέπει έτσι να περιμένουμε την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή για να δούμε να επιστρέφει η ρύθμιση με τον νόμο 3549/2007 που μαζί με την απόπειρα αναθεώρησης του Συντάγματος προκάλεσε μία από τις μεγαλύτερες και πιο παρατεταμένες συγκρούσεις στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση. Και θα είναι στη μνημονιακή εποχή με τον νόμο 4009/2011 που θα επανέλθει και που επίσης προκάλεσε ξεσηκωμό.

Τώρα, επανέρχεται σε εφαρμογή του Ν. 4957/2022 («Νόμος Κεραμέως»), επίσης ένα νομοθέτημα που προκάλεσε μεγάλες και παρατεταμένες συγκρούσεις στα Πανεπιστήμια. Τώρα το υπουργείο Παιδείας λέει ότι όντως θα εφαρμοστεί, σε αντίθεση με τις προηγούμενες απόπειρες, και θα γίνουν μαζικές διαγραφές φοιτητών που έχουν υπερβεί το όριο.

Η ιστορική αναδρομή αυτή είναι σημαντική για να καταλάβουμε ότι στον πυρήνα της συζήτησης για τους «αιώνιους φοιτητές» δεν υπήρξε ποτέ κάποια έγνοια για να αντιμετωπιστούν προβλήματα των πανεπιστημίων ή για να γίνει πιο εύρυθμη η λειτουργία τους. Αντιθέτως, εξαρχής απηχούσε μια συντηρητική και αυταρχική νοοτροπία, μια εχθρότητα προς τους φοιτητές και τους αγώνες τους και μια αντίληψη ότι οι φοιτήτριες και οι φοιτητές δεν θα πρέπει ασχολούνται με τα κοινά και να διαβάζουν μόνο τα μαθήματά τους. Όμως, το πανεπιστήμιο χωρίς τα κινήματά του, απλώς δεν θα είναι πανεπιστήμιο.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το