Από την εκδήλωση στο ΣΗΜΑ στις 8 Μάρτη με αφορμή την ημέρα της γυναίκας παρουσιάζουμε σήμερα τις εισηγήσεις της Μαρίας Καπνίζου και της Νίκης Πετράκη.
Η πολύ πετυχημένη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση άρχισε με μια ολιγόλεπτη τοποθέτηση από τον Παναγιώτη Αργυράκη για τον θανάσιμο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσίας στην Ουκρανία, για την καταγγελία της ρώσικης εισβολής, για το αίτημα να φύγουν όλες οι ξένες δυνάμεις από την Ουκρανία, να σταματήσει ο πόλεμος, να μην υπάρξει καμιά εμπλοκή της Ελλάδας, να αναπτυχθεί άμεσα ο αντιπολεμικός – αντιιμπεριαλιστικός αγώνας του λαού μας.
Στη συνέχεια πήραν το λόγο οι δύο εισηγήτριες για την ημέρα της γυναίκας.
Η Μαρία Καπνίζου, αφού έκανε μια ιστορική αναδρομή του γυναικείου κινήματος, επικεντρώθηκε στα προβλήματα που αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει η γυναίκα στο χώρο της εργασίας, στην ποικιλόμορφη εκμετάλλευσή της, στο ρόλο της ΕΕ σ’ αυτόν τον τομέα, στη μεγάλη σχέση που έχει ο αγώνας για τη γυναικεία απελευθέρωση με τον αγώνα για την απόκρουση της πολιτικής της ξενοδουλείας, για την ειρήνη, για την εθνική ανεξαρτησία.
Η Νίκη Πετράκη τοποθετήθηκε πάνω στο πρόβλημα της έξαρσης -την τελευταία διετία- της ενδοοικογενειακής βίας και των δολοφονιών γυναικών, της σεξουαλικής παρενόχλησης και σεξουαλικής κακοποίησης των γυναικών, στο metoo, στον λαθεμένο τρόπο που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα διάφορες συλλογικότητες, καθώς και στις προϋποθέσεις για την ουσιαστική αντιμετώπισή του.
Ακολούθησε, επί δίωρο, πλούσια και ζωντανή συζήτηση.
Παραθέτουμε τις τοποθετήσεις των δύο εισηγητριών:
α) Η τοποθέτηση της Μαρίας Καπνίζου
Η εκδήλωση οργανώνεται με αφορμή την ημέρα της γυναίκας στις 8 του Μάρτη, φέτος μάλιστα, που χωρίς αμφιβολία βρισκόμαστε μέσα σε τόσο ιδιαίτερες συνθήκες, την ώρα που είναι σε εξέλιξη ένας πόλεμος. Καθώς μια νέα κατάσταση διαμορφώνεται τώρα στην Ανατολική Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο ύστερα από την τυχοδιωκτική στρατιωτική επίθεση του Πούτιν στην Ουκρανία, που επιταχύνει τη δημιουργία αντίπαλων στρατοπέδων (ΗΠΑ-ΕΕ, Κίνας-Ρωσίας) και σκοτεινιάζει τον διεθνή ορίζοντα. Καθώς κλιμακώνεται η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, ηχούν και τα τύμπανα του πολέμου στην Ευρώπη και απειλούν να οδηγήσουν σε παγκόσμια ανάφλεξη, πρέπει σταθερά και επίμονα να θέσουμε στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της αντιπολεμικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Για να μην υπάρξει καμιά εμπλοκή της Ελλάδας στα αμερικανονατοϊκά επιθετικά σχέδια στην ευρύτερη περιοχή και να σταματήσει κάθε στρατιωτική αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Ο λαός μας πρέπει να δυναμώσει τον αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, να παλέψει για έξοδο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, για το διώξιμο των αμερικανικών βάσεων, για την ειρήνη και τη φιλία των λαών. Αυτός είναι ένας αγώνας που αφορά το γυναικείο ζήτημα, καθώς συνδέεται με διάφορες πτυχές του, στις οποίες θα αναφερθούμε στη συνέχεια.
Πάμε να δούμε κάποιες από τις ειδικότερες πλευρές του γυναικείου ζητήματος
Η καθιέρωση αυτής της ημέρας έγινε ύστερα από πρόταση της Γερμανίδας κομμουνίστριας Κλάρα Τσέτκιν, στην Δεύτερη Διεθνή Συνδιάσκεψη των σοσιαλιστριών γυναικών στην Κοπεγχάγη, το 1910. Δεν ήταν μια τυχαία ημέρα, καθιερώθηκε στη μνήμη των εργατριών από τα υφαντουργεία και τα ραφτάδικα της Νέας Υόρκης, η κινητοποίηση των οποίων στις 8 του Μάρτη 1857 πνίγηκε στο αίμα. Τότε που χιλιάδες εργάτριες υφάντριες και κλωστοϋφαντουργίνες οργάνωσαν μεγάλη απεργία και διαδήλωση απαιτώντας καλύτερες συνθήκες και λιγότερες ώρες δουλειάς (τότε δούλευαν 14 ώρες) και ίση αμοιβή με τους άνδρες συναδέλφους τους. Η αστυνομία έδωσε αιματηρό τέλος στη διαδήλωση, πολλές γυναίκες συνελήφθησαν και μερικές δολοφονήθηκαν.
Στην Ελλάδα, η πρώτη γυναικεία απεργία, έγινε στις 13 Απρίλη του 1892 από τις υφάντριες του 2ου εργοστασίου υφαντουργίας των αδερφών Ρετσίνα.
Σήμερα, 165 χρόνια μετά την απεργία του 1857, όταν οι γυναίκες ζητούσαν ίδιες συνθήκες δουλειάς και μισθού με τους άντρες, ας δούμε που βρισκόμαστε.
Ανεργία σε υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με τους άντρες, ακόμη πιο ελαστικές σχέσεις εργασίας, μερική απασχόληση, μισθοί χαμηλότεροι από των αντρών, συνθήκες εργασίας χωρίς αξιοπρέπεια, απολύσεις εγκύων, σεξουαλικές παρενοχλήσεις, ξυλοδαρμοί, δολοφονίες, εκπόρνευση και για ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών ανεργία και αποκλεισμός στους 4 τοίχους του σπιτιού. Αυτά επιφύλασσε και για τη γυναίκα στο 1ο τέταρτο του 21ου αιώνα, το στυγνό εκμεταλλευτικό σύστημα του καπιταλισμού.
Από τις αρχές του 20ου αιώνα, το γυναικείο κίνημα πέτυχε αλλού μεγάλες, αλλού μικρότερες, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις λαμπρές νίκες. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων, υπήρξε σαφής βελτίωση στη θέση της γυναίκας, γεγονός το οποίο καθόλου τυχαίο δεν ήταν. Καθοριστική σημασία σε αυτό, όπως και σε όλες τις κατακτήσεις του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, έπαιξε η σοσιαλιστική επανάσταση του 1917.
Η γυναικεία χειραφέτηση συνδέεται αναπόσπαστα με την υπεράσπιση του δικαιώματος της γυναίκας στην εργασία- εργασία με αξιοπρέπεια. Δεν νοείται χειραφετημένη γυναίκα εκείνη που εξαρτάται οικονομικά από άλλο άτομο. Ωστόσο, δεν είναι μόνο η οικονομική διάσταση του θέματος, αλλά και η κοινωνική. Η συμμετοχή της γυναίκας στην εργασία, την εντάσσει στην ευρύτερη κοινωνία, αποκτά ρόλο εκτός σπιτιού, της διαμορφώνει τη συνείδηση της αυτοτέλειας, σπάει αντιλήψεις που μεταδίδονται χιλιετίες τώρα περί, υποδεέστερου ρόλου, ο οποίος περιορίζεται στο να υπηρετεί τον άντρα της, την οικογένειά της.
Η πρώτη επαναστατική κυβέρνηση του Λένιν με την πρώτη στην ιστορία γυναίκα υπουργό, την Αλεξάντρα Κολοντάι, στον τομέα της Πρόνοιας, που είχε άμεση σχέση με τα προβλήματα των γυναικών και πραγματικά άλλαξε τη ζωή τους, έδωσε τεράστια ώθηση και κουράγιο στους αγώνες των γυναικών. Οι γυναίκες έπαιξαν αναντικατάστατο ρόλο στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, στη δουλειά, στην επιστήμη, στον πολιτισμό. Σε εκείνη τη φάση, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε, ότι έγιναν πολύ μεγάλα βήματα στον δρόμο για την πραγματική χειραφέτηση τους.
Η ισοτιμία της γυναίκας, η μόρφωση, η απαλλαγή της από τις πολλές σκλαβιές και προκαταλήψεις της εκμεταλλευτικής κοινωνίας, η δυνατότητα να αναπτύξει την προσωπικότητα και τα ταλέντα της δεν φαινόταν πια σαν ουτοπία και ρομαντικό όνειρο, και όχι μόνο πήραν σάρκα και οστά στη σοσιαλιστική κοινωνία που οικοδομούνταν αλλά έγιναν σημείο αναφοράς, ασκώντας αδιαμφισβήτητη πίεση, έδωσαν την απαιτούμενη ώθηση, προκειμένου να γίνουν αγώνες, να κατακτηθούν δικαιώματα και στις δυτικές κοινωνίες.
Με την οριστική καπιταλιστική παλινόρθωση, την υποχώρηση του κομμουνιστικού κινήματος, την υποχώρηση του συνδικαλιστικού κινήματος που τη συνόδευσε και την συνολική οπισθοδρόμηση που συντελέστηκε σε επίπεδο εργασιακών δικαιωμάτων, επιδεινώθηκε και η θέση της γυναίκας.
Σε έκθεσή της, η Υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για την Ισότητα των Φύλων εκφράζει τη θλίψη της που «σε μια εποχή παγκόσμιου πλούτου χωρίς προηγούμενο», εκατομμύρια γυναίκες είναι αναγκασμένες να αποδέχονται θέσεις εργασίας με χαμηλή αμοιβή και «μέτριας ποιότητας» ενώ ταυτόχρονα τους αρνούνται «βασικές υπηρεσίες υγείας, αλλά και την πρόσβαση σε καθαρό νερό και σε αξιοπρεπείς συνθήκες υγιεινής». Αυτά μας λέει ο ΟΗΕ, ο οποίος βέβαια ταυτόχρονα, συμμετέχει στρατιωτικά και οικονομικά στην ερήμωση χωρών με στρατεύματα και οικονομικές κυρώσεις. Τελική διαπίστωση: Η τραγική θέση της γυναίκας στον αιώνα της απογείωσης της τεχνολογίας, είναι αδιαμφισβήτητη.
Στην ποικιλόμορφη εκμετάλλευση των γυναικών στους χώρους εργασίας, στην «ευημερούσα» Δύση, προστέθηκαν οι στρατιές των γυναικών-προσφυγισσών, από τις χώρες του παλινορθωμένου καπιταλισμού, από τις χώρες της Αφρικής, της Ασίας ή της Μέσης Ανατολής, (που ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος ισοπέδωσε), που πουλάνε το σώμα ή τη «νοικοκυροσύνη» τους. Λόγω του σημερινού πολέμου στην Ουκρανία, μαίνεται να φανεί αν η ίδια «τύχη» αναμένει τις γυναίκες του νέου κύματος προσφυγιάς.
Η φασιστική αντίληψη του 3ου Ράιχ για τη γυναίκα, «Κρεβάτι – Κουζίνα – Εκκλησία», δεν βρήκε την εφαρμογή της μόνο στην Ουγγαρία του Όρμπαν, ή του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, το οποίο εξέτασε την προσφυγή της πολιτείας του Μισισίπι σχετικά με την απαγόρευση των αμβλώσεων, αλλά και στις «αθέατες» μεριές της γης, στην Ασία και την Αφρική, όπου ανήλικες γυναίκες, μικρά κορίτσια, γίνονται θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης και βίας.
Επιπλέον, συνδέεται σαφέστατα με μια μεθοδευμένη διαδικασία καλλιέργειας και επιβολής σκοταδιστικών αναχρονιστικών απόψεων, που και εδώ στη χώρα μας αντιλαμβανόμαστε όλο και συχνότερα να συμβαίνουν. Ας θυμηθούμε το προωθητικό video του 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου “Γονιμότητας και Αναπαραγωγικής Αυτονομίας”, το οποίο πυροδότησε τόσες αντιδράσεις ώστε αφενός αποσύρθηκαν συμμετοχές και χορηγίες και αφετέρου, το Συνέδριο τελικά αναβλήθηκε:
Και ξαφνικά, έρχεται η μέρα που κλείνεις τα πολλά. Κι έτσι απλά, αρχίζει ο απολογισμός. Όχι γι’ αυτά που έκανες, αλλά γι’ αυτά που θα έπρεπε να έχεις κάνει. “Άντε τι κάθεσαι; Πότε θα παντρευτείς; Πότε θα γίνεις μάνα;”. Κι αναρωτιέσαι: Πέρασες στο πανεπιστήμιο. Έπιασες μια καλή δουλειά. Γνώρισες τον άνδρα των ονείρων σου. Και ξαφνικά μαθαίνεις πως αυτό το 4 στον διψήφιο αριθμό της ηλικίας σου, δεν σου επιτρέπει να γίνεις μητέρα. “Τι έχω κάνει λάθος;”. Τίποτα δεν έχεις κάνει λάθος. Απλά δεν γνώριζες. Αν ονειρεύεσαι να κάνεις την δική σου οικογένεια αύριο, φρόντισε να ενημερωθείς σήμερα.
Ή την περίπτωση των video που θα αποστέλλονταν στα σχολεία με την έγκριση μάλιστα του υπουργείου Παιδείας, ώστε αυτό να αποτελέσει υλικό για το μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης. Στα εν λόγω video, με τίτλο «Προγεννητική Αγωγή, προετοιμασία για την γονεϊκότητα, Σεξουαλικότητα – Γονιμότητα – Γονεϊκότητα, μια αδιαχώριστη ενότητα», αναπαράγονταν η θεωρία του «αγέννητου παιδιού», που υποστηρίζει ότι η ζωή του βρέφους αρχίζει με τη σύλληψη. Τα βίντεο αυτά έβριθαν από αντιεπιστημονική θεωρία, ότι η σύλληψη ξεκινά τη στιγμή που η μητέρα συλλαμβάνει την ιδέα να κάνει ένα παιδί, ότι η μητέρα εκτός από το αίμα της περνάει στο έμβρυο τις σκέψεις της, την πνευματική τροφή ή ότι όλες οι ασθένειες του παιδιού ακόμα κι αν εκδηλώνονται δεκαετίες μετά, έχουν σχέση με την εγκυμοσύνη. Δηλαδή αντιλήψεις αντιεπιστημονικές, αναχρονιστικές και εξαιρετικά προβληματικές οι οποίες εκτός από το ότι ενοχοποιούν τη γυναίκα, είναι αυτές που άνοιξαν σε αρκετές χώρες την κερκόπορτα για την απαγόρευση των αμβλώσεων. Το υλικό αυτό προς το παρόν αποσύρθηκε, μετά τη θύελλα αντιδράσεων που ξέσπασε, είναι ωστόσο πέρα από βέβαιο ότι παρόμοιες προσπάθειες της κυβέρνησης της ΝΔ, θα επαναληφθούν.
Ένα επιπλέον ζήτημα που συντηρεί τον εγκλωβισμό της γυναίκας στις μέρες μας και δυσχεραίνει στη χειραφέτηση της είναι το πρότυπο γυναίκας, που η δυτική κοινωνία επιβάλει. Η «νέα – μοντέρνα» γυναίκα, που εξακολουθεί να προτείνεται από την τηλεόραση των ριάλιτι σόου και τα ΜΜΕ γενικότερα, είναι μια αψεγάδιαστη καλλίγραμμη κούκλα και συγχρόνως αναλλοίωτη από το πέρασμα του χρόνου. Γυναίκες δεν διστάζουν να παραμορφώσουν το σώμα τους, ή το πρόσωπό τους, με πλαστικές εγχειρίσεις και κολλαγόνα, προκειμένου να πάρουν την επιθυμητή μορφή των διεθνών προτύπων. Παράλληλα η γυναίκα επιστρέφει στις δεισιδαιμονίες, τις καφετζούδες, τις χαρτορίχτρες, τις μάντισσες και στη θρησκεία. Η επιθυμητή προσωπικότητα της γυναίκας έτσι όπως κατακλύζει τον κόσμο της τηλεόρασης, εξακολουθεί να είναι συνώνυμο της ανοησίας της αφέλειας και της ρηχότητας, η οποία χάρις στην εμφάνισή της είναι ικανή να υποδυθεί με επιτυχία τον ρόλο της γλάστρας.
Μικροαστικός φεμινισμός
Καθώς το κομμουνιστικό κίνημα παλεύει για την ενότητα της εργατικής τάξης και όλου του λαού ανεξάρτητα από φύλο, φυλή, χρώμα, θρησκεία, εθνικότητα, διατηρεί σαφείς αποστάσεις από το μικροαστικό φεμινιστικό κίνημα που στρέφει τα κύρια βέλη του ενάντια στην ανδροκρατία και τον «φαλλοκρατισμό». Αυτή η τάση του γυναικείου κινήματος είναι σαφώς διαχωριστική, δημιουργεί συνθήκες εμφυλίου πολέμου μεταξύ ανδρών –γυναικών, αλλά «ξεχνάει», υποτιμά και καλύπτει το αστικό – καπιταλιστικό, από τη φύση του εκμεταλλευτικό σύστημα, διοχετεύοντας σε δευτερεύοντα κανάλια τον αγώνα. Είναι μεν βέβαιο ότι υπάρχει πολυποίκιλη καταπίεση των γυναικών διαχρονικά και συγκαιρικά από τον ανδρικό πληθυσμό, ενάντια στην οποία το γυναικείο κίνημα σαφώς και έχει να παλέψει, αλλά αυτό είναι υποσύστημα, υποκεφάλαιο, υποδεέστερο του συνολικού αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, την καταπίεση και την απαξίωση. Ο καπιταλισμός άλλωστε, με διάφορους τρόπους έδωσε «χώρο» στις γυναίκες ιδιαίτερα της αστικής τάξης. Οι 400 μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου έχουν από μια γυναίκα στο Δ.Σ. Αυτό ωστόσο, δε μείωσε την εκμετάλλευση των εργαζομένων. Το γεγονός ότι στο ευρωκοινοβούλιο είναι απαραίτητο ένα ποσοστό γυναικών ευρωβουλευτών δεν ανέστειλε τα αντεργατικά μέτρα που ψηφίζονται. Το κομμουνιστικό κίνημα είναι απέναντι στον μικροαστικό φεμινισμό. Οι «γυναίκες καριέρας» δεν έχουν τίποτα το κοινό με τις εργάτριες, τις αγρότισσες, τις γυναίκες που παλεύουν για το βιοπορισμό. Το κομμουνιστικό κίνημα έχει πολύ πιο ευρύ ορίζοντα από τις «ποσοστώσεις» για τις γυναίκες και τις «θετικές διακρίσεις» γιατί θέλει την απελευθέρωση για όλους και όχι για ένα τμήμα της κοινωνίας.
Σε άλλες πτυχές του αστικού-μικροαστικού φεμινισμού, κάποιες καθαρά ορατές αλλά και άλλες καμουφλαρισμένες, θα αναφερθούμε και στη συνέχεια.
Εργασία – Ανεργία – Οικογένεια
Τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης, των μνημονίων, της πανδημίας, τα δικαιώματα όλων των εργαζομένων και των γυναικών ανάμεσα τους, υπέστησαν αλλεπάλληλες επιθέσεις μέσα από σωρεία αντεργατικών νόμων. Εργασιακά δικαιώματα χτυπήθηκαν βάναυσα, μισθοί – συντάξεις καρατομήθηκαν, ασφαλιστικά δικαιώματα καταργήθηκαν. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ειδικά για τις γυναίκες ότι αντιασφαλιστικοί νόμοι του πρόσφατου παρελθόντος εξίσωσαν τα όρια συνταξιοδότησης αντρών γυναικών… στο όνομα μάλιστα της «ισότητας των δύο φύλων», ενώ πλέον οι έγκυες γυναίκες δεν προστατεύονται από την απόλυση. Με τις κυβερνητικές επιλογές στον τρόπο αντιμετώπισης υποτίθεται της πανδημίας, η συνακόλουθη κατάρρευση του όποιου Δημόσιου Συστήματος Υγείας υπήρχε, έχει επιφέρει δραματικές επιπτώσεις στην υγεία και των γυναικών που έχουν μείνει απροστάτευτες, χωρίς γιατρούς και εξετάσεις, ιδιαίτερα προγεννητικού ελέγχου, αφού οι Υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι υπο-στελεχωμένες χωρίς εξοπλισμό ή ακόμα και ανύπαρκτες.
Η θέση της γυναίκας επιδεινώθηκε και αυτή η επιδείνωση έχει πολύ συγκεκριμένα αίτια. Είναι η τεράστια ανεργία, η μερική απασχόληση, γενικότερα οι ελαστικές σχέσεις εργασίας (π.χ. ανασφάλιστη εργασία, ή η πρόσφατα καθιερωμένη τηλεργασία που συνεπάγεται και την απομόνωση του εργαζόμενου είτε άντρα είτε γυναίκας στο σπίτι), και ταυτόχρονα η δραματική συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και των δομών φροντίδας των παιδιών, όλα όσα δηλαδή πρέπει να τονίσουμε αποτελούν χρόνια διακηρυγμένο στόχο της ΕΕ και οι υποτελείς ελληνικές κυβερνήσεις σε απόλυτη συνεργασία, πρόθυμα νομοθετούν. Σήμερα ειδικά, που βιώνουμε τις πολλαπλές συνέπειες της πανδημίας, μια από τις οποίες είναι και η δραματική εκτόξευση της ακρίβειας σε προϊόντα πρώτης ανάγκης, αλλά και στην ενέργεια, η οποία επηρεάζεται άμεσα και από τον εξελισσόμενο πόλεμο και την κλιμάκωση της έντασης στον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστών, το κόστος ζωής έχει λάβει αδιανόητες διαστάσεις και δεν μπορούν να ανταποκριθούν ούτε οικογένειες με δύο εργαζόμενους και μισθούς, πόσω μάλλον οικογένειες που πλήττονται από την ανεργία, ή την ημι-απασχόληση κ.ο.κ.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει και το δίχως άλλο «μαγειρεύει» η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ), προκειμένου να παρουσιαστεί μια κάπως καλύτερη εικόνα από την πραγματική, για τον μήνα Οκτώβριο του 2021, το ποσοστό ανεργίας στις γυναίκες (17,5%) είναι όπως πάντα σταθερά μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των αντρών (9,9%).
Ο βασικός λόγος που η ανεργία στις γυναίκες είναι σταθερά υψηλότερη σε σχέση με τους άντρες, συνδέεται χωρίς αμφιβολία με την μητρότητα. Η γυναίκα είναι αυτή που θα πρέπει να απουσιάσει για κάποιο χρονικό διάστημα από την εργασία, οι εργοδότες θεωρούν βάρος να πληρώνουν την εργαζόμενη που βρίσκεται σε άδεια, ενώ επιπλέον βάρος θα εξακολουθήσει να είναι και όταν επιστρέψει στην εργασία της, καθώς θα έχει να επωμίζεται και την ανατροφή του παιδιού με ότι αυτό συνοδεύεται για παράδειγμα ημέρες που θα απουσιάζει από την εργασία της γιατί το παιδί είναι άρρωστο και δεν μπορεί να πάει παιδικό σταθμό, σχολείο κτλ. Έτσι λοιπόν έχουμε φτάσει στο σημείο να αποτελεί συνηθισμένη ερώτηση σε συνέντευξη για δουλειά σε μια γυναίκα αν έχει σκοπό να κάνει παιδιά ή ακόμη κι αν είναι έγκυος.
Και εδώ να σημειώσουμε το εξής:
Η θέση της ελληνίδας γυναίκας στην οικογένεια, στη συντριπτική πλειοψηφία εξακολουθεί να παίζει καθοριστικά αποτρεπτικό ρόλο στη χειραφέτησή της. Καθώς είναι εκείνη που σηκώνει όλο το βάρος του νοικοκυριού, της οικογένειας και της ανατροφής των παιδιών, το οποίο γίνεται δυσβάσταχτο όταν υπάρχει παιδί με ειδικές ανάγκες στην οικογένεια, επωμίζεται ακόμη και τη φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών, όλα όσα δηλαδή αν και δεν είναι αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων έτσι συμβαίνει, είτε εργάζεται, οπότε είναι εργαζόμενη και ταυτόχρονα νοικοκυρά, είτε είναι άνεργη, όποτε περιορίζεται αποκλειστικά στον ρόλο της νοικοκυράς. Ειδικότερα το ζήτημα της ανατροφής των παιδιών, το οποίο όπως αναφέρθηκε παραπάνω, δεν είναι μόνο γυναικείο ζήτημα, αποτελεί ένα τεράστιο βάρος για κάθε λαϊκή οικογένεια, η οποία έρχεται αντιμέτωπη με την απουσία δομών κοινωνικού κράτους ιδιαίτερα στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας της Πρόνοιας, την απουσία επιδομάτων, και συνολικά με την απουσία μιας πολιτικής, έμπρακτης ενίσχυσης και στήριξης των οικογενειών με παιδιά, τα οποία κάθε κυβέρνηση αποσιωπά όταν αναφέρεται στην περιβόητη «γήρανση του πληθυσμού».
Για να επανέλθουμε στο ζήτημα της εργασίας
Στο επίπεδο των αμοιβών, εξακολουθεί να υπάρχει το λεγόμενο «χάσμα», η διαφορά αμοιβών μεταξύ αντρών-γυναικών. Στην ΕΕ, οι γυναίκες αμείβονται κατά 16 % λιγότερο από τους άνδρες. Μάλιστα σύμφωνα με δικά τους στοιχεία η Ελλάδα περιλαμβάνεται στις χώρες (άλλες είναι: Βέλγιο, Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Κύπρος, Φινλανδία, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία και Σλοβενία), οι οποίες έχουν κάνει ανεπαρκή πρόοδο στη μείωση του χάσματος στις αμοιβές μεταξύ των φύλων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις εντοπίστηκαν, έλλειψη στη διαφάνεια των αμοιβών στην αγορά εργασίας, αναποτελεσματικά ένδικα μέσα και ανεπαρκείς εξουσίες και πόροι των εθνικών φορέων για την ισότητα των φύλων.
Και καθώς η ΕΕ παριστάνει την ευαίσθητη σε τέτοια ζητήματα, αναλαμβάνει υποτίθεται δράσεις για να παρέμβει. Έτσι, θεσπίζει νόμους όπως «τα δικαιώματα της ΕΕ για την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής» ή καθιερώνει την ετήσια «Ημέρα για την Ισότητα των Αμοιβών». Και δεν υπάρχει βέβαια μεγαλύτερη πρόκληση να μιλούν αυτοί, για ευαισθητοποίηση απέναντι στις ανισότητες. Η ΕΕ, ένας μηχανισμός από τον οποίο εκπορεύονται οι πολιτικές που γεννούν ανισότητες, ενώ δεν τους καίγεται καρφί για αυτές που προϋπήρχαν και συνεχίζουν. Μέσα από τη νέο-φιλελεύθερη πολιτική της, τις επιταγές και τις οδηγίες της, πηγάζουν όλα τα αντεργατικά μέτρα, μέτρα που ενισχύουν και διευρύνουν τις ανισότητες, μέτρα που επιτίθενται στις κατακτήσεις ολόκληρου αιώνα, όπως η κατάργηση του 8ωρου, της Κυριακάτικης αργίας κτλ. μέτρα που συρρικνώνουν έως αφανίζουν τελείως τις κοινωνικές υπηρεσίες, το κράτος-πρόνοιας και τόσα άλλα. Ενδεικτική δε, είναι η περίπτωση κατάργησης γυναικείου δικαιώματος, με οδηγία της ΕΕ, σύμφωνα με την οποία δεν απαγορεύεται πλέον η απόλυση εγκύου γυναίκας. Έτσι προφανώς η ΕΕ εννοεί την ισότητα.
Κατά τ’ άλλα η ευαισθητοποιημένη υποτίθεται σε κοινωνικά ζητήματα ΕΕ, εξαντλεί το ενδιαφέρον της για την ισότητα των δύο φύλων, στην αύξηση του ποσοστού εκπροσώπησης γυναικών ευρωβουλευτών και άλλες παρόμοιες κούφιες, ανούσιες ενέργειες.
Κλείνοντας να τονίσουμε τα εξής:
Η πολιτική αυτή της ξενοδουλείας, των μνημονίων, της κατάργησης κοινωνικών δικαιωμάτων, της ανεργίας κλπ πλήττει τόσο την γυναίκα όσο και τον άντρα εργαζόμενο. Και ενάντια σε αυτό πρέπει να συμμαχήσουν μαζί. Ο αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση της γυναίκας περνάει, βαδίζει μέσα και παράλληλα από τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, τόσο για το ζήτημα του μισθού και της δουλειάς, όσο και για το ζήτημα της ειρήνης, όπου γίνεται όλο και πιο κρίσιμο σήμερα, με ακόμη έναν πόλεμο σε εξέλιξη, με τη συνέχιση της υποτελούς πολιτικής όλων των κυβερνήσεων, εμπλοκής της χώρας σε επικίνδυνα παιχνίδια κάτω από την κυριαρχία των ΗΠΑ και της ΕΕ. Όλα συνδέονται με αυτό το κοινό νήμα και βέβαια σε όλα αυτά έχει ζωτικό συμφέρον και ουσιώδη ρόλο η πάλη της γυναίκας για τη χειραφέτησή της.
Ένα πραγματικά επαναστατικό, διεκδικητικό γυναικείο κίνημα, δεν μπορεί παρά να είναι ταξικό, να παλεύει για το ψωμί, τη δουλειά, την απελευθέρωση και για τα δυο φύλα.Τα αιτήματα ενός νέου γυναικείου κινήματος δεν είναι αποκομμένα από αυτά για τα οποία παλεύει ο εργαζόμενος λαός. Είναι άμεσα συνυφασμένα με το συνδικαλιστικό κίνημα, ιδιαίτερα την ταξική πλευρά του και την πραγματική αριστερά.
Γυναίκες εργαζόμενες μέσα στα σωματεία στους χώρους δουλειάς, δίνουν κοινούς αγώνες με τους άντρες συναδέλφους τους και παλεύουν:
• για την κατάργηση όλων των διακρίσεων (και της νομοθεσίας που τις πιστοποιεί και τις αναπαράγει)
• για την ισότητα ανδρών και γυναικών στην εργασία (δημόσιου και ιδιωτικού τομέα)
• για τη δημόσια και δωρεάν υγεία και περίθαλψη, ελεύθερη και υψηλής ποιότητας
• για το δικαίωμα στην άμβλωση, την αντισύλληψη και τα επιδόματα υγείας, ενάντια στο «εμπόριο σαρκός», ιδιαίτερα στις μετανάστριες
• για την πλήρη προστασία της μητρότητας και της μονογονεϊκής οικογένειας
• για τη δημόσια και δωρεάν παιδική φροντίδα και την εκπαίδευση
• Πάνω απ’ όλα για το δικαίωμα στη δουλειά.
β) Η τοποθέτηση της Νίκης Πετράκη
Σήμερα δυστυχώς βρισκόμαστε σε μία φάση πολύ μεγάλης οπισθοχώρησης του εργατολαϊκού συνδικαλιστικού και αριστερού κινήματος. Δεν θα αναφερθούμε διεξοδικά στα δικαιώματα που έχασε η γυναίκα μέσα στα χρόνια των μνημονίων -ασφαλιστικά εργασιακά, επιδόματα άδειες κλπ- στα πλαίσια μίας συνολικής επίθεσης από τη μεριά της άρχουσας τάξης σε όλο το φάσμα των εργατικών συνδικαλιστικών και κοινωνικών κατακτήσεων. Θα σταθούμε στην τελευταία διετία κυρίως. Δύο χρόνια μέσα στα οποία η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ αξιοποιεί την πανδημία για να χτυπήσει τα εργατικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, ενώ ταυτόχρονα εμπεδώνεται ένα καθεστώς άγριας τρομοκρατίας και καταστολής. Η ζωή συνολικά υποβαθμίζεται, οι παροχές πρόνοιας και δημόσιας υγείας περικόπτονται, η ακρίβεια εκτινάσσεται, η ανεργία και η μερική απασχόληση αυξάνονται ραγδαία. Σε συνθήκες εγκλεισμού με δύο παρατεταμένα lock down εξαπλώνεται ένα πέπλο ακραίου φόβου το οποίο αναπαράγεται και συντηρείται από τους κυρίαρχους μέσα από τα ΜΜΕ και τα παπαγαλάκια τους. Η συλλογική δράση χτυπιέται, οι διαδηλώσεις όπως και οι δημόσιες συναθροίσεις απαγορεύονται. Ο όρος κοινωνική αποστασιοποίηση ταυτίζεται με την ασφάλεια μας. Προφανώς σε αυτές τις συνθήκες και ελλείψει ενός κινήματος οργανωμένου και μαζικού που να μπορεί να δώσει διέξοδο, η απελπισία κυριαρχεί ο κόσμος βλέπει μόνο αδιέξοδο και αυτό προφανώς επιδρά και στην σφαίρα των ψυχικών διαταραχών και νόσων οι οποίες αυξάνονται επίσης ραγδαία. Και όλα αυτά βέβαια έρχονται μετά από μία περίοδο όπου το προσφυγικό είχε πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας, καλλιεργείται ένας ακραία ρατσιστικός λόγος, ενώ ξεφυτρώνουν στρατόπεδα συγκέντρωσης στα οποία στοιβάζονται χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες χωρίς καν τα στοιχειώδη, όπως για παράδειγμα η πρόσβαση σε νερό. Με άλλα λόγια μιλάμε για μία εντεινόμενη απαξίωση της ποιότητας ζωής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Σε αυτά τα δύο χρόνια καθόλου αναίτια και ξαφνικά αρχίζουν να εντείνονται τα φαινόμενα της βίας συνολικά και ειδικά κατά των γυναικών. Έχουμε δηλαδή μία ραγδαία αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, των βιασμών και των γυναικοκτονιών. Ταυτόχρονα ξεκινάει και ένα μπαραζ καταγγελιών βιασμών, κακοποιήσεων και σεξουαλικών παρενοχλήσεων, στον χώρο κυρίως του αθλητισμού και του θεάματος με την Μπεκατώρου να κάνει την αρχή και να ακολουθούν δεκάδες αντίστοιχες καταγγελίες. Ενώ «σκάνε» και οι ιστορίες του Λιγνάδη όπως και η ιστορία της Γεωργίας στη Θεσσαλονίκη από τις οποίες αναδύεται όλη η σαπίλα και η βρώμα της άρχουσας τάξης του τόπου, η διαπλοκή της με κυκλώματα μαστροπείας και παιδεραστίας, και η αγωνιώδης προσπάθεια για συγκάλυψη αυτών των γεγονότων.
- Με αφορμή όλα αυτά θέλουμε να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις- σχολιασμούς που σχετίζονται 1. Με την προσπάθεια αφομοίωσης των κακοποιήσεων, των βιασμών, της ενδοοικογενειακής βίας και συνολικά της γυναικείας καταπίεσης, από το αστικό ρεύμα και 2. Με τον στρεβλό τρόπο με τον οποίο αυτά αναδεικνύονται μέσα από «φεμινιστικές» κινήσεις και ομάδες που αναφέρονται κυρίως στο αναρχικό ρεύμα.
Υπάρχει κόσμος που λέει ότι αυτά γινόντουσαν πάντα και απλά τώρα βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας λόγω και της δυνατότητας που δίνουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι όντως έτσι;
Γυναικοκτονίες, βιασμοί, ενδοοικογενειακή βία, ροζ πάρτι στα οποία γυναίκες ναρκώνονται και βιάζονται, παιδεραστία, δεν εμφανίστηκαν τώρα, είναι φαινόμενα που υπήρχαν. Η διαφορά είναι ότι σήμερα εμφανίζονται με άλλη ένταση. Την δεκαετία του ’80 δεν έχουμε τέτοιας έντασης και τέτοιας αγριότητας φαινόμενα, (τουλάχιστον στην κλίμακα που εμφανίζονται σήμερα) και αυτό οφείλεται στις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές συνθήκες του τόπου οι οποίες καθορίζονται σαφώς και από την κατάσταση του εργατικού λαϊκού και αριστερού κινήματος. Και αυτό επιβεβαιώνει αυτό που ήδη ειπώθηκε ότι δηλαδή, ένα πραγματικά επαναστατικό, διεκδικητικό γυναικείο κίνημα, δεν μπορούμε να το δούμε έξω από το εργατολαϊκό συνδικαλιστικό και αριστερό κίνημα. Έξω από την ταξική πάλη.
Λένε πολλοί ότι με την ιστορία του me too άρχισαν να αλλάζουν κάποια πράγματα, να σπάει ο φόβος και η σιωπή. Είναι έτσι;
Το γεγονός ότι βγαίνουν γυναίκες και καταγγέλλουν σεξουαλική παρενόχληση, σεξουαλική κακοποίηση, καταγγέλλουν τον βιασμό τους και τον βιαστή τους αποτυπώνει τη διάσταση του προβλήματος. Αυτό από μόνο δεν είναι απλά θετικό, αλλά αποτελεί ζητούμενο να μπορεί κάθε γυναίκα να καταγγείλει την κακοποίησή της ή τον βιασμό της χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις. Όμως:
1. Η ιστορία του me too αφορά κυρίως διάσημες γυναίκες της showbiz. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν μειώνει τη σοβαρότητα του ζητήματος, αποτελεί όμως την η κορυφή του παγόβουνου. Στην πραγματικότητα η κατάσταση στους εργασιακούς χώρους για τις γυναίκες των φτωχών λαϊκών και μικρομεσαίων στρωμάτων σε συνθήκες υπονόμευσης της συλλογικής δύναμης του σωματείου και της συνδικαλιστικής δράσης, σε συνθήκες αύξησης της ανεργίας και της φτώχειας παραμένει ίδια και χειρότερη, όπως ακριβώς ίδια και χειρότερη είναι και η κατάσταση των προσφυγισσών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου οι καταγγελίες βιασμών εκεί δεν απασχολούν βεβαίως κανένα πρωινάδικο.
2. Οι ίδιες οι καταγγελίες αυτών των γυναικών μετατρέπονται με χυδαίο τρόπο σε ένα τηλεοπτικό προς κατανάλωση προϊόν, παίρνουν χαρακτηριστικά κουτσομπολιού και reality, με τα πρωινάδικα να πασχίζουν να δείξουν ακόμα και λίγο μπούτι της καταγγέλλουσας, προκειμένου να ανέβει η τηλεθέαση.
3. Οι ίδιοι που φιλοξενούν τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και βιασμών στα τηλεοπτικά σαλόνια και τα πάνελ τους, έχουν ως επόμενο καλεσμένο τον παρουσιαστή του gntm του χ ή ψ reality, οι ίδιοι δεν διστάζουν να γελοιοποιήσουν περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης κάποιας άσημης φοιτήτριας, οι ίδιοι ως παραγωγοί και παρουσιαστές τηλεσκουπιδιών αναπαράγουν σε τελευταία ανάλυση την κουλτούρα της βίας και των βιαστών, της αποβλάκωσης και της ηλιθιοποίησης γυναικών και αντρών, του εμπορευματοποιημένου σώματος κλπ.
Για αυτό το λόγο κάθε φορά που βλέπουμε την Φαίη Σκορδά, την Ελεονόρα Μελέτη, τον Λιάγκα και λοιπές τηλεπερσόνες, όλους αυτούς δηλαδή που δεν δείχνουν κανένα έλεος στον δημόσιο εξευτελισμό ανθρώπων και το κουρέλιασμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, να παριστάνουν τους εκπροσώπους της μάχης για την ισότητα των φύλων, συντετριμμένοι μπροστά στο άκουσμα σεξουαλικών παρενοχλήσεων και κακοποιήσεων, όχι απλά δεν χαιρόμαστε, αλλά μας δημιουργείται συναίσθημα αποστροφής από την χυδαία υποκρισίας τους.
- Επιπλέον δεν βλέπουμε κάποια θετική συμβολή (και τώρα πάμε στο δεύτερο ζήτημα) σε μία πρακτική η οποία εφαρμόζεται στα πλαίσια της ανάπτυξης υποτίθεται ενός φεμινιστικού κινήματος, από τον αναρχικό χώρο και αφορά στην αφισοκόλληση προσώπων βιαστών.
Αυτός ο χώρος υιοθετεί μία πρακτική άκρως αντιδραστική και επικίνδυνη την οποία την εφαρμόζει με δύο τρόπους. Ο ένας είναι η αφισοκόλληση και ο άλλος είναι ο διαδικτυακός διασυρμός, καλλιεργώντας τη κουλτούρα της δημόσιας διαπόμπευσης και της αυτοδικίας, τις οποίες παρουσιάζει ως λύση στο πρόβλημα. Ποιο είναι το πρόβλημα; Ο σεξισμός, η ελληνική οικογένεια ή η ελληνίδα μάνα που παράγει βιαστές και σε τελευταία ανάλυση οι άντρες. Αυτό το ρεύμα όπως και ομάδες του τροτσκιστικού χώρου, συναντάει τον αστικό φεμινισμό στο σημείο που το γυναικείο ζήτημα αντιμετωπίζεται ως ζήτημα πάλης ενάντια στους άντρες. Συχνά οργανώσεις και ομάδες που ανήκουν σε αυτά τα δύο ρεύματα ανάγουν την καταπίεση που ασκούν οι άντρες στις γυναίκες ως κύρια αντίθεση, πάνω από την ταξική πάλη και προσπερνώντας την ταξική διάσταση του ζητήματος. Είναι ενδεικτικό άλλωστε το γεγονός ότι από αυτά τα μπλοκ ακούγονται συνθήματα που βάζουν στο στόχαστρο τον αντρικό πληθυσμό στο πλαίσιο κάποια βεντέτας αντιμετωπίζοντας συνολικά τους άντρες ως εν δυνάμει βιαστές.
Η τηλεοπτική κατανάλωση βιασμών, η δημόσια διαπόμπευση και στοχοποίηση, η αυτοδικία όχι απλά δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη αγώνων για την χειραφέτηση της γυναίκας αλλά αντιθέτως την υπονομεύουν.
- Πώς βλέπουμε εμείς το γυναικείο ζήτημα σήμερα
Ως σύμφυτο πρόβλημα του εκμεταλλευτικού συστήματος. Αυτό δεν σημαίνει ότι μεταθέτουμε την πάλη για την χειραφέτηση της γυναίκας στον σοσιαλισμό, αλλά την βλέπουμε ως αναπόσπαστο κομμάτι του ταξικού συνδικαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος του σήμερα.
Η εκτόξευση της ανεργίας, οι ελαστικές μορφές εργασίας, η αποδόμηση των δομών κοινωνικής Πρόνοιας, ο αυταρχισμός, η καταστολή, η εκτίναξη της φτώχειας, το χτύπημα των δημοκρατικών, συνδικαλιστικών, εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ως αποτελέσματα της στυγνής νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής πολιτικής, σαφώς και επιδεινώνουν την θέσης της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία.
Είναι αφέλεια να θεωρεί κανείς ότι «κάτι αλλάζει», χάκσταγκ που χρησιμοποιήθηκε πολύ παράλληλα με το me too, την στιγμή που η απεργία και οι διαδηλώσεις χτυπιούνται με τέτοιο τρόπο, την στιγμή που συνολικά η κοινωνία κάνει βήματα προς τα πίσω. Η γυναίκα σαφώς και έχει κάνει βήματα, έχει κατακτήσει δικαιώματα στα πλαίσια του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος, αυτά όμως είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με τον βηματισμό του λαϊκού αριστερού και προοδευτικού κινήματος. Όταν το δικαίωμα στην απεργία περιορίζεται, είναι αυτονόητο ότι η εργαζόμενη γυναίκα στέκεται πιο αδύναμη απέναντι στην εργοδοτική εκμετάλλευση και άρα απέναντι και στην εκμετάλλευση και καταπίεση που δέχεται ακριβώς λόγω του φύλου της.
Η γυναίκα του λαού θα σπάσει τη σιωπή της μόνο όταν γίνει δυνατή. Και θα γίνει δυνατή μόνο όταν το λαϊκό κίνημα δυναμώσει. Εκεί που οι εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται και αναπτύσσουν την δύναμή τους εκεί ακριβώς τη αντιλαμβάνεται και η γυναίκα εργαζόμενη άνεργη αυτοαπασχολούμενη. Στη Συλλογική δράση, στο σωματείο, στον οργανωμένο μαζικό αγώνα, στον κοινό βηματισμό στον δρόμο της διεκδίκησης, της διεκδίκησης εργασιακών κοινωνικών πολιτικών και συλλογικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, αυτός ο αγώνας και αυτή η δράση δεν συμβάλλει μόνο στην διεκδίκηση ενός καλύτερου βιοτικού επιπέδου αλλά επιπλέον συμβάλλουν και στο σπάσιμο και την οπισθοχώρηση αντιδραστικών και συντηρητικών αντιλήψεων.
H αύξηση τω γυναικοκτονιών και των βιασμών, η αγριότητα αυτών των φαινομένων είναι παράγωγα του σημερινού συστήματος. Όλα αυτά που αποκαλύπτονται το τελευταίο διάστημα δεν αποτελούν παραφωνίες, δεν ορίζουν κάποιες εξαιρέσεις. Αφορούν το πολιτιστικό DNA ενός συστήματος
που απαιτεί την υποδούλωση των λαών, που κυοφορεί διαρκώς πολέμους, που σκορπάει από άκρη σε άκρη του πλανήτη φτώχεια, ανεργία και εξαθλίωση, ένα σύστημα που αφαιρεί δημοκρατικά δικαιώματα και θεμελιώδεις πολιτικές ελευθερίες, που επιστρατεύει διαρκώς τον τρόμο και την καταστολή, μπορεί να εδραιωθεί πάνω στο δικό του πολιτιστικό εποικοδόμημα. Και αυτό δεν μπορεί παρά να εδραιώνεται στις «αξίες» των τηλεοπτικών σκουπιδιών της μεσημεριανής ζώνης. Στις χιλιάδες εκπομπές που ευτελίζεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και εμπορευματοποιείται η γυναίκα. Στους «διαγωνισμούς ομορφιάς» και στον κρετινισμό των reality. Στις ατελείωτες ώρες προβολής όλης της μεταφυσικής ανοησίας και του αγνωστικισμού. Στις αμέτρητες σειρές και ταινίες που απαιτούν από το κοινό να καταναλώσει ωμή και άρρωστη βία άνευ νοήματος. Στις χιλιάδες σελίδες πορνογραφικού υλικού και ηλιθιοποίησης που προσφέρει η «δημοκρατία» του διαδικτύου. Σε αυτά και πολλά ακόμη που οι απολογητές του καπιταλισμού, οι διαχειριστές αυτού του συστήματος -όταν εξεγείρονται για το metoo- κάνουν ότι δεν γνωρίζουν.
Αυτό το σύστημα για να επιβιώσει είναι καταδικασμένο να αναπαράγει τον πολιτισμό του. Και ο πολιτισμός ενός σάπιου συστήματος δεν μπορεί παρά να γεννά βιαστές, ανθρώπους ψυχικά άρρωστους και πνευματικά ανάπηρους.
Προϋπόθεση για να αρχίσει να αλλάζει κάτι είναι να υψωθεί το κίνημα που θα αμφισβητήσει την πολιτιστική σαπίλα ως αιτία αυτών των φαινομένων. Που θα ορθώσει την δική του πολιτιστική πρόταση και τους δικούς του φωτεινούς ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Που θα αναδείξει την υπόθεση της χειραφέτησης και της απελευθέρωσης της γυναίκας μέσα από την ιστορία του κινήματος και της ταξικής πάλης. Που θα είναι αναπόσπαστα και αναγκαστικά συνδεδεμένο με τους αγώνες όχι απλά για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και ζωής αλλά και για την ανατροπή ενός συστήματος που σαπίζει.
e-prologos.gr