Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Για τα χιλιάδες παιδιά που είναι αποκλεισμένα από την «εξ αποστάσεως εκπαίδευση».
Αυτές τις μέρες της θριαμβολογίας του Υπουργείου Παιδείας, της πλειονότητας των ΜΜΕ για την «εξ αποστάσεως εκπαίδευση» με πήρε μια φίλη τηλέφωνο από περιοχή της Θεσσαλονίκης να μου εκφράσει την αγωνίας της, γιατί το παιδί της παρά την καλή της διάθεση, αδυνατεί να παρακολουθήσει μαθήματα, αφού στο σπίτι υπάρχει μόνο ένα κινητό και ένα παλιό tablet. Δεν είναι βέβαια η μόνη μαθήτρια, χιλιάδες παιδιά μεγαλώνουν σε αντίξοες συνθήκες σε συνθήκες φτώχειας που το laptop, ή το tablet λείπει. Αλλά και χιλιάδες οικογένειες δε διαθέτουν επαρκή αριθμό ηλεκτρονικών συσκευών για χρήση στο Διαδίκτυο (π.χ. λόγω χαμηλού εισοδήματος, πολύτεκνες οικογένειες, τηλεργασία γονέων / κηδεμόνων).Ας μην ξεχνούν οι κυβερνητικές Αντουανέτες ότι σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ , ένας στους τρεις Έλληνες βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Μπορεί η «εξ αποστάσεως εκπαίδευση» να παρουσιάζεται από τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους της εποχής μας σαν το μαγικό ραβδί που καλύπτει τις μαθησιακές ανάγκες των μαθητών σε αυτή την ταραγμένη περίοδο λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, όμως στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν τις καλύπτει, αλλά διευρύνει το κοινωνικό και εκπαιδευτικό χάσμα μεταξύ των μαθητών προκαλώντας συνάμα ποικίλες παρενέργειες. Επιπλέον έρευνες επιβεβαιώνουν ότι η τηλεδιδασκαλία δεν ενδείκνυται για αδύναμους μαθητές και όσους παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες. Μια εκπαιδευτική πολιτική που αποκλείει μαθητές είναι εκ των πραγμάτων όχι απλά άστοχη, αλλά κυρίως μία ταξική, ρατσιστική πολιτική.
Η επικοινωνιακή προσπάθεια του Υπουργείου Παιδείας ότι τάχα ενδιαφέρεται για τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό πρώτα των μαθητών και μετά των σχολείων αποδείχτηκε απάτη με αλληλοαναιρούμενες αποφάσεις για δήθεν δωρεάν παροχή tablet ή laptop σε όλους και κατέληξε στο φιάσκο να ζητάνε από τα σχολεία να δηλώσουν ότι χρειάζονται έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή ανά 45 ή 50 μαθητές (!). Στη συνέχεια άλλες αποφάσεις παραπέμπουν στις Σχολικές Επιτροπές των Δήμων να αγοράσουν εξοπλισμό που να επιτρέπει την υλοποίηση των δράσεων της εξ αποστάσεως διδασκαλίας των μαθητών των σχολικών μονάδων αρμοδιότητάς τους. Με άλλα λόγια χιλιάδες παιδιά θα περιμένουν μετά το Πάσχα, ενώ έχουν περάσει περισσότερες από πέντε εβδομάδες με κλειστά σχολεία, αν είναι τυχερά, σαν να παίζουν λαχείο, να πάρουν δανεικό tablet ή laptop! Αυτό αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση δεν λαμβάνει καμία μέριμνα για την ισότιμη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση και καλεί τους Διευθυντές να αποφασίσουν … ποιος μαθητής θα πάρει (έστω και δανεικό) και ποιος δε θα πάρει!
«Το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ευχαριστεί θερμά τους δωρητές, την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (μέσω της Εταιρείας Κοινωνικής Προσφοράς Ελληνικού Εφοπλισμού “ΣΥΝ-ΕΝΩΣΙΣ”) και το Ίδρυμα Ευγενίδου, καθώς και τον Όμιλο Εταιριών ΤΕΧΑΝ-ENVIPCO, το Εθνικό Συλλογικό Σύστημα Εναλλακτικής Διαχείρισης-Ανταποδοτική Ανακύκλωση, την EΥ Ελλάδος, την Coca-Cola Τρία Έψιλον και τους ανώνυμους ιδιώτες δωρητές, για δωρεές που σε πρώτη φάση υπερβαίνουν το 1 εκατομμύριο ευρώ και αντιστοιχούν σε 9.000 συσκευές tablet». Αυτή η ανακοίνωση τεκμηριώνει ότι η «εξ αποστάσεως εκπαίδευση» αποτελεί τη μεγάλη πύλη εισόδου των εταιρειών στην εκπαίδευση. Κι ακόμα χειρότερα ότι το κράτος αποσείει την ευθύνη για την, έστω και τυπική παροχή ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση και ότι η εκπαίδευση αποτελεί εμπόρευμα και ατομική δυνατότητα. Ο καθένας ανάλογα με το πορτοφόλι του. Η παιδεία από κοινωνικό αγαθό μετατρέπεται σε εμπόρευμα που προσφέρεται σαν ελεημοσύνη από τους «φιλέσπλαχνους» χορηγούς, που με το ένα χέρι «χορηγούν» και με τα δύο αποζημιώνονται πλουσιοπάροχα από την πολιτική εξουσία. Αυτό το νόημα έχει η δήλωση της Υφυπουργού Παιδείας Σ. Ζαχαράκη «αξιοποιούμε το κεκτημένο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και δημιουργούμε τις συνθήκες για την περαιτέρω ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων των μαθητών μας».
Η κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ εμμέσως πλην σαφώς αποδεικνύουν ότι η τηλεκπαίδευση ήρθε για να μείνει με βάση τη λογική της «αριστείας» που ρίχνει στον Καιάδα τους «αδύνατους». Για αυτό και με επίσημο έγγραφο δίνουν τη δυνατότητα στις σχολικές μονάδες «να καλύψουν και θέματα πέραν των επαναλήψεων της έως σήμερα διδαχθείσας ύλης, κάνοντας χρήση μεθόδων τόσο σύγχρονης όσο και ασύγχρονης διδασκαλίας … οποιαδήποτε θέματα καλυφθούν πέραν της ύλης που έχει διδαχθεί έως την ημερομηνία αναστολής λειτουργίας των σχολικών μονάδων δεν αποτελούν διδακτέα ύλη παρά μόνο εφόσον αυτά παραδοθούν και με δια ζώσης διδασκαλία στην τάξη μετά την επαναλειτουργία των σχολείων». Αυτό συνεπάγεται την καταπάτηση των αρχών της καθολικότητας και της ισότητας και κατηγοριοποίηση των μαθητών σε αυτούς που έχουν διδαχθεί με διάφορους τρόπους την ύλη με σύγχρονη ή ασύγχρονη εκπαίδευση: e-class ή e-me, ιστοσελίδες ή ομάδες στο viber, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή webex από τη cisco και σε αυτούς που δεν την έχουν διδαχθεί. Εξάλλου η Υφυπουργός Παιδείας Σοφία Ζαχαράκη, δήλωσε για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση ότι «θα αποτελέσει παρακαταθήκη για μελλοντική αξιοποίηση». Με άλλα λόγια η εξ αποστάσεως εκπαίδευση μετατρέπεται σε εφαλτήριο και προπομπό εργασιακού μεσαίωνα που περιορίζει ή και μηδενίζει τους διορισμούς εκπαιδευτικών στα νησιά ή στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας. Αποτελεί μέσο καταπάτησης εργασιακών δικαιωμάτων , ευλύγιστης εργασίας (δουλειά ακόμα και τα ξημερώματα ή όποτε είναι δυνατή η σύνδεση στο διαδίκτυο ή και στις διακοπές του Πάσχα. κ.α. ). Το ίδιο ισχύει και για όσους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα δουλεύουν με τηλεργασία. Όλο αυτό το εγχείρημα της περιβόητης τηλεκπαίδευσης που εφαρμόστηκε τσάτρα – πάτρα, χωρίς επιμορφωμένους εκπαιδευτικούς που κλήθηκαν να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να χρησιμοποιήσουν τον όποιο δικό τους εξοπλισμό, χωρίς ουσιαστικά μαθησιακά αποτελέσματα, αλλά για χάρη των επικοινωνιακών αναγκών της κυβέρνησης, ανέδειξε το αναντικατάστατο της ζωντανής εκπαιδευτικής διαδικασίας, της μοναδικότητας της αλληλεπίδρασης μαθητή και δασκάλου στην τάξη. Η σχέση δασκάλου –μαθητή δεν μπορεί να υποκατασταθεί από καμιά πλατφόρμα, κανένα ηλεκτρονικό μέσο επικοινωνίας. Για αυτό και διδασκαλία εξ αποστάσεως αποτελεί σχήμα οξύμωρο. Διδασκαλία και απόσταση είναι έννοιες ασύμβατες. Συμβατές μόνο για γραφειοκράτες και καρεκλοκένταυρους της εξουσίας που ρίχνουν στάχτη στα μάτια της κοινωνίας. Γιατί δεν μπορεί ο πραγματικός δάσκαλος να επαίρεται ότι μέσω «πλατφόρμας» έκανε καλό μάθημα σε 2 ή σε κάποιους μαθητές, χωρίς να υπολογίζει των μαθητών της τάξης σε πραγματικές συνθήκες διδασκαλίας. Αλίμονο στον εκπαιδευτικό που ανέχεται τον αποκλεισμό, έστω και ενός μαθητή από την εκπαιδευτική διαδικασία, από το δικαίωμα στη μόρφωση.
Η κυβέρνηση μέσω της εφαρμογής της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, όχι μόνο δεν έχει ενισχύσει τους εκπαιδευτικούς ώστε να αντεπεξέλθουν στην επαφή με όλους τους μαθητές τους, αλλά χρησιμοποιεί την προσφιλή της μέθοδο, ενοχοποίησης των εκπαιδευτικών και ενεργοποίησης του κοινωνικού αυτοματισμού. Στο όνομα της προαιρετικότητας επιδιώκει αφενός να εμφανίσει πως πράττει το καθήκον της απέναντι στους μαθητές και τις οικογένειες τους και αφετέρου να διαχωρίσει τους εκπαιδευτικούς σε πρόθυμους και μη. Όμως αναδεικνύεται ένα άλλο κρίσιμο ερώτημα. Κατά πόσο οι μαθητές έχουν ανάγκη να συνεχίσουν τα μαθήματα με την ύλη του σχολείου ειδικότερα σε συνθήκες πανδημίας του κορωνοϊού; Σε τι βοηθούν οι κατακερματισμένες, εξειδικευμένες, γνώσεις που προσφέρονται μέσω κάμερας με μια εικονική, τυποποιημένη, ψυχρή και γραφειοκρατική διαδικασία; Στην ουσία πρόκειται για απασχόληση και φόρτωμα δουλειάς για το σπίτι. Ειδικά σε συνθήκες έκτακτων μέτρων, μόνο γνωστικό άγχος επιφέρει σε μαθητές και εργασιακό σε εκπαιδευτικούς, αλλά και προβλήματα σε όλους. Σε καμία περίπτωση η «τηλεκπαίδευση» δεν μπορεί να λειτουργήσει επαρκώς με παιδαγωγικά και επιστημονικά κριτήρια και να υποκαταστήσει τη ζωντανή διαδικασία της τάξης (κατάκτηση της γνώσης, αλληλεπίδραση, αλληλοβοήθεια, παραστατικότητα, φυσική/σωματική προσέγγιση κ.ά).
Περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι αναγκαία η γενική παιδεία που να συνδέεται με την παιδαγωγική και ψυχολογική στήριξη. Ειδικότερες συμβουλές για τρόπους προφύλαξης από τον Covid – 19, αλλά και προτάσεις ώστε να περάσουν δημιουργικά τον χρόνο τους μέσα στο σπίτι. Παραφράζοντας τον Α. Σαμαράκη (Στο διάολο η διαταγή της μεραρχίας, Το Ποτάμι) ισχύει «στο διάολο η ύλη», γιατί η μόρφωση δε μετριέται με το κιλό ούτε είναι συσσώρευση πληροφοριών και απόκτηση δεξιοτήτων. Για τον δάσκαλο στόχος είναι η πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού. Από αυτή την άποψη έχουν κάθε δικαίωμα οι εκπαιδευτικοί να μην αποδεχτούν ότι το σχολείο μπορεί να υποκατασταθεί από την κάμερα και την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Με αυτό τον τρόπο υπερασπίζονται τον παιδαγωγικό τους ρόλο και το δικαίωμα των μαθητών στη μόρφωση, χωρίς φραγμούς και διακρίσεις. Ωστόσο η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών προς όφελος των παιδιών θεωρείται όχι μόνο αναγκαία αλλά και σπουδαίο εργαλείο υποστήριξης της ζωντανής διδασκαλίας, υπό αυστηρές προϋποθέσεις που δεν εξασφαλίζουν οι κυρίαρχες πολιτικές. Η στήριξη όλων των μαθητών και η υπεράσπιση των μορφωτικών τους δικαιωμάτων συνδέεται αναπόσπαστα με την άμεση διεκδίκηση συγκεκριμένων αιτημάτων, όπως η ουσιαστική στήριξη (οικονομική,
προνοιακή κλπ) και των οικογενειών τους, ο δωρεάν εξοπλισμός με την αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή καθώς και η συγκεκριμένη δέσμη εκπαιδευτικών μέτρων (δραστική μείωση ύλης για τις πανελλαδικές εξετάσεις, κατάργηση προαγωγικών εξετάσεων) που θα απαλλάξουν τη νέα γενιά από το βαρύ φορτίο της περιόδου.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» και του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά
e-prologos.gr