Ομάρ, του Χανί Αμπού-Ασάντ
ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ (2013)
Στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, τρεις Παλαιστίνοι μαχητές, φίλοι από παιδιά, ο Ταρέκ, ο Αμζάντ κι ο Ομάρ, σκοτώνουν έναν Ισραηλινό στρατιώτη.
Οι Ισραηλινοί αντιδρούν συλλαμβάνοντας και βασανίζοντας τον Ομάρ, προσβλέποντας σε μια ομολογία που να ενοχοποιεί τον Ταρέκ, ηγετικό στέλεχος υποτιθέμενα των Παλαιστινίων.
Ο Ομάρ δεν υποκύπτει, ο έρωτάς του ωστόσο για την αδελφή του Ταρέκ, Νάντια, γίνεται αιτία εμπλοκής του σ’ έναν ασφυκτικό κλοιό παγίδευσης από τους Ισραηλινούς, αλλά και καχυποψίας εκ μέρους των συντρόφων του.
Επιμένουμε παλαιστινιακά, επανερχόμενοι σε μια ταινία που απεικονίζει μ’ έντονα χρώματα τις συνθήκες ζωής και αντίστασης στην άγρια δοκιμαζόμενη Παλαιστίνη, έχοντας στον νου τα λόγια της ακαταπόνητης – παρά τα 79 της χρόνια – Άντζελα Ντέιβις: «Η αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη είναι το μέτρο του ηθικού μας αναστήματος».
Για τον Χανί Αμπού-Ασάντ που κινηματογραφεί εδώ και τρεις περίπου δεκαετίες – κι από διαφορετικές γωνίες, ποικίλες όψεις της ζωής στα κατεχόμενα εδάφη, η υπεράσπιση της παλαιστινιακής υπόθεσης δείχνει να είναι ανεξόφλητο χρέος. Στο “Ομάρ” (2013), περιγράφει με κοφτερή αφηγηματική γλώσσα μια καθημερινότητα, που σε κάθε σχεδόν πλάνο ορίζεται από την αγριότητα της αδιάκοπης ισραηλινής καταστολής, παραδίνοντάς μας μια πολυπρισματική αναπαράσταση της άνισης από κάθε σκοπιά αναμέτρησης.
Οι αλληγορικές σεκάνς της έναρξης και του τελευταίου δεκάλεπτου, με τον Ομάρ να επιχειρεί να περάσει από την άλλη πλευρά του τείχους της ντροπής, αντανακλούν τη ρεαλιστική αλλά και τη συμβολική διάσταση του αποκλεισμού. Ο νεαρός φούρναρης Ομάρ -όπως και κάθε Παλαιστίνιος της Δυτικής Όχθης που μοιράζεται την κοινή μοίρα- αποκόπτεται όχι μόνο απ’ όσα κι όσους αποκλείει το τείχος, αλλά κι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό και τις πιο απλές ανθρώπινες επιθυμίες.
Ύστατη -κι αδιάτρητη ως φαίνεται- ασπίδα, το σχεδόν αόρατο δίχτυ αλληλεγγύης: ο ηλικιωμένος Παλαιστίνιος δεν αφήνει τον Ομάρ να “πέσει”, κι ο Ομάρ θα περάσει με τη βοήθειά του το τείχος, για να φτάσει ως το τέλος της αντιηρωικής πορείας του. Στο ίδιο πνεύμα, τα πλάνα με τα μικρά παιδιά που πετροβολούν τους Ισραηλινούς ασφαλίτες, οι πόρτες που ανοίγουν και κλείνουν την κρίσιμη στιγμή, οι σκηνές της πάνδημης κηδείας, ως άλλο, απροσπέλαστο τείχος άρρηκτης ενότητας.
Σε συνεντεύξεις του για τη συγκεκριμένη ταινία αλλά και τη ματιά του γενικότερα, ο Αμπού-Ασάντ καταθέτει μεταξύ άλλων: «Για μένα, η αληθινή ζωή προσφέρει το καλύτερο υλικό για οποιονδήποτε αφηγητή και η συγκεκριμένη ταινία δεν αποτελεί εξαίρεση. Πριν από αρκετά χρόνια, […] ένας καλός μου φίλος μού είπε ότι μια μέρα τον προσέγγισε ένας πράκτορας της κυβέρνησης, ο οποίος ισχυριζόταν ότι κατείχε προσωπικές πληροφορίες για κείνον. Στη συγκεκριμένη φάση, ο πράκτορας χρησιμοποίησε αυτό το “μυστικό” προκειμένου να κάνει τον φίλο μου να συνεργαστεί. Μόλις το άκουσα, ένιωσα ότι έπρεπε να ψάξω περισσότερο αυτό το θέμα. […] Μετά από σκέψη, βρέθηκα μια νύχτα να μην καταφέρνω να κοιμηθώ, και τότε έπιασα ένα κομμάτι χαρτί, και τέσσερις ώρες αργότερα είχα την ακριβή δομή αυτού που το “Ομάρ” είναι σήμερα. […] Το Τείχος έχει χωρίσει τις Παλαιστινιακές πόλεις από τους εαυτούς τους, έχει χωρίσει χωριά, προσφυγικούς καταυλισμούς… […] Στην Ιερουσαλήμ, και οι δύο πλευρές είναι υπό κατοχή. […] Το να πηδάει κανείς το Τείχος είναι μέρος της καθημερινής ζωής στην Παλαιστίνη. Υπάρχουν ακόμα κι άνθρωποι των οποίων η δουλειά είναι να βοηθούν άλλους να περνούν στην άλλη πλευρά. Το Τείχος δεν αποτελεί μόνο σύνορο μεταξύ Ισραήλ και Δυτικής Όχθης, αλλά στην πραγματικότητα έχει χτιστεί με τέτοιο τρόπο που χωρίζει τους Παλαιστίνιους από τους εαυτούς τους. […] Το βασικό θέμα της ταινίας είναι η εμπιστοσύνη και το πόσο σημαντική είναι για τις σχέσεις των ανθρώπων, αλλά και το πόσο εύκολο είναι να χαθεί. […] Υπάρχουν πάνω από 200.000 πληροφοριοδότες στα κατεχόμενα. Οι πληροφοριοδότες επιδεινώνουν το πρόβλημα και το τίμημα το πληρώνει η παλαιστινιακή κοινωνία. Η εξαγορά συνειδήσεων αποτελεί ένα ακόμα έγκλημα εκ μέρους των Ισραηλινών. […] Ζούμε σε μια εποχή όπου ο κυρίαρχος του κόσμου, η Δύση, έχει χάσει τελείως την πυξίδα του, και όπου ορισμένοι αντί να στρέψουν την οργή τους στην πραγματική πηγή του προβλήματος, που είναι η κατοχή, η αδικία, οι διακρίσεις και ο ιμπεριαλισμός, επιλέγουν να το κάνουν στους αδύναμους. […] Σπανίζουν σήμερα οι πολιτικές ταινίες. […] Αναρωτιέμαι, δεν ενδιαφέρεται η νέα γενιά; Η φύση της σύγχρονης πολιτικής μάς ωθεί όλο και περισσότερο προς τη διαφυγή και την προσήλωση στον εαυτό; Ή είναι αυτό το νέο μέσο, τα social media, […] και οι αντιφατικές ειδήσεις που μας προσφέρουν; […] Ίσως ευθύνεται ένας συνδυασμός των παραπάνω. Εγώ, πάντως, θα συνεχίσω να κάνω πολιτικές ταινίες γιατί τις αγαπώ και με καθόρισαν.[…]».
Ολοζώντανοι διάλογοι και γκρο-πλαν, σκηνές καταδίωξης σπάνιας κινηματογραφικής λιτότητας, υποδειγματική πλοκή, ολοκληρωμένα πορτραίτα ηρώων, και κυρίως, πολυδιάστατος όσο και καίριος πολιτικός σχολιασμός σ’ αυτή τη δυνατή μαρτυρία, που απέσπασε το ειδικό βραβείο της Επιτροπής στην κατηγορία “Ένα κάποιο βλέμμα” στο φεστιβάλ Καννών του 2012.
Θέμις Αμάλλου
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr