Ο δικός μας Άη Βασίλης είναι μια μεγάλη λέρα.
Δεν τον λένε καν Βασίλη, δεν τον σκιάζει η φοβέρα.
Πίνει τσίπουρα, ρακές κι όταν τα κοπανήσει,
βάζει κόκκινο σκουφί και να πάει να φροντίσει
κάτι πετροχελίδονα που ταξιδεύουν νύχτα,
σε παγωμένα κύματα και με μια βάρκα τρύπια.
Στρώνει ψωμιά με μαρμελάδες και βούτυρο με αγκαλιές
στις φακές προσθέτει ρύζι για να γίνουνε πολλές.
Όταν νευριάζει, ρίχνει μπόλικα γαμοσταυρίδια
κι όταν βγαίνει για ψάρεμα, φέρνει μόνο σαφρίδια.
Το αίμα, λέει, είναι κόκκινο σε μαύρους και λευκούς
και οι πόνοι είναι ίδιοι σε όλους τους φτωχούς.
Έτσι, ο δικός μας άγιος, άγριος και μπερμπάντης
ανθρώπινος κι ευαίσθητος, αγύρτης κι αλανιάρης
στου λιμανιού την άκρια που παν τα χελιδόνια,
πάει και ψάλλει κάλαντα με γλύκα και συμπόνια.
Εις αυτό το νέο έτος,
Βασιλείου εορτή,
ήρθα να σας χαιρετήσω
με την πρέπουσαν ευχή
Όλοι οι πόλεμοι να γίνουν
ατάχτη, μπούρμπουλη και σκόνη
και να μείνει πα’ στη Γη
μόνο εκείνο που ενώνει
Και η φτώχεια να χαθεί
και ψωμί γλυκό, χορτάτο
να ζυμώνουν οι ουρανοί
να το ψήνουνε αφράτο
να χορταίνουν τα παιδιά,
να το κοινωνούν μεγάλοι
σε ταβέρνες και σε σπίτια
με κρασί γλυκό και χάδι
Και τα σύνορα της Γης
να χαθούν, να γκρεμιστούνε
αφού πια δεν θα μπορούν
τους ανθρώπους να χαλούνε
Κι όσοι από μας γινήκαν
ταξιδιάρικα πουλιά
να βρουν κάπου να κουρνιάσουν
μια φιλόξενη φωλιά.
Εύχομαι λοιπόν να ζείτε
πολλούς χρόνους κι ευτυχείς
κι η αλληλεγγύη να ‘ναι
πάντοτε συνδρομητής
Νίνα Γεωργιάδου
e-prologos.gr