Σιγά σιγά αλλά σταθερά το υπουργείο Παιδείας, με βάση τις σχετικές διατάξεις του νόμου για τις λεγόμενες «νέες δομές στην εκπαίδευση», επιχειρεί να προωθήσει την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας (αξιολόγηση στελεχών, προγραμματισμός-αποτίμηση εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων).
Η υπουργική απόφαση 1816/ΓΔ4 εμπεδώνει ακόμη περισσότερο την ιεραρχία, τον διοικητισμό και τον τεχνοκρατισμό, δημιουργώντας μια σειρά από ιεραρχικά διαμορφωμένα διοικητικά όργανα με στόχο την επιτήρηση και τον πειθαρχικό έλεγχο των συλλόγων διδασκόντων και κάθε μεμονωμένου εκπαιδευτικού. Ενα πανοπτικό μοντέλο που όλοι ελέγχουν όλους μέσα από άκρως ιεραρχικές και εξουσιαστικές σχέσεις.
Οπως επισημαίνει ο εκπαιδευτικός αναλυτής Γιώργος Καββαδίας, «παρά τους ευφημισμούς και τις αγιογραφικές διακηρύξεις των εκάστοτε κυβερνήσεων για την αυτοαξιολόγηση, όχι μόνο δεν είναι “αθώα”, αλλά συνδέεται άρρηκτα με την αξιολόγηση. Οπου και αν εφαρμόστηκε και παρά την επένδυση με χίλιες δυο “αθώες” έννοιες, συνδέθηκε με ένα ασφυκτικό σύστημα αξιολόγησης που αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής εργασιακών σχέσεων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων, εκπαιδευτικών και μαθητών, εργαλείο βαθμολογικής-μισθολογικής καθήλωσης και απολύσεων».
Επιχειρείται η έναρξη της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας μέσα από τον λεγόμενο «προγραμματισμό και την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου». Η διαδικασία αυτή προβλέπεται από τον νόμο 4547/18 (άρθρα 47, 48) ότι θα γίνεται στη βάση θεματικών αξόνων, με ειδική φόρμα και δείκτες που καθορίζει η υπουργική απόφαση 1816 /ΓΔ4.
Ολα αυτά σημαίνουν αμέτρητες συνεδριάσεις από τον Σεπτέμβριο στους συλλόγους διδασκόντων. Με την εντατικοποίηση της εργασίας των εκπαιδευτικών και τη γραφειοκρατία στους συλλόγους διδασκόντων να παίρνουν μια νέα διάσταση. Σχολικό συμβούλιο, ομάδες σχολείων, ΠΕΚΕΣ, ΚΕΣΥ, Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης, ΙΕΠ, υπουργείο επιτηρούν και ελέγχουν το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί λογοδοτούν για το επίπεδο συμμόρφωσής τους στην αντιδραστική αλλαγή της εκπαίδευσης.
Ολα τα παραπάνω συγκροτούν τους όρους μιας διαδικασίας που καμία σχέση δεν έχει με εσωτερικές και ανατροφοδοτικές συλλογικές παιδαγωγικές λειτουργίες. Αντίθετα, αυτή διαμορφώνει μια δυναμική κωδικοποίησης, συγκρισιμότητας, διαφοροποίησης, κατάταξης και ανταγωνισμού των σχολικών μονάδων, που θα πάρει σαφέστερα χαρακτηριστικά με την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων που θα ορίσουν φόρμες και δείκτες αξιολόγησης. Αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει και στην αξιολόγηση-κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών.
Καταρρίπτεται κάθε ψευδαίσθηση ότι ο προγραμματισμός κάθε σχολικής μονάδας και η τελική έκθεση ανατροφοδοτικής αποτίμησης είναι υπόθεση του συλλόγου διδασκόντων, παρά τις όσες διακηρύξεις για «παιδαγωγική αυτονομία», αφού θα καθορίζονται κεντρικά. Στην κατάρτιση του εκπαιδευτικού σχεδίου/προγραμματισμού κάθε σχολείου και τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της αυτοαξιολόγησης εμπλέκεται και η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Κάθε Περιφερειακό Κέντρο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕΚΕΣ) θα είναι υπεύθυνο για τη σύνταξη συνολικής έκθεσης της περιφέρειας ευθύνης. Ετσι παίρνει σάρκα και οστά ο ν.3848 της Α. Διαμαντοπούλου σε ένα μοντέλο περιφερειακής και ταξικής κατηγοριοποίησης των σχολείων.
Αντίστοιχα, όπως σημειώνει ο πρόεδρος του Συλλόγου ΠΕ Κυκλάδων, Γιώργος Καλημερίδης, η διαμόρφωση ομάδων σχολείων για τον καλύτερο συντονισμό των αξιολογικών διαδικασιών και των επιμέρους σχολικών προγραμματισμών, υπό την αποκλειστική ευθύνη των διευθυντών, που θα πρέπει να λειτουργούν πλέον με όρους μάνατζερ, η τακτική παρακολούθηση του σχεδίου δράσης κάθε σχολείου και η πιθανή τροποποίησή του ύστερα από τακτικές συνεδριάσεις του συλλόγου διδασκόντων, με τη συμβολή και καθοδήγηση των ΠΕΚΕΣ, προσανατολίζουν το όλο πλέγμα «αποτίμηση-τυποποίηση-έλεγχος» στην κατεύθυνση της λειτουργίας του σχολείου με τους όρους της αγοράς.
Ο προγραμματισμός των σχολείων θα καθορίζεται όχι με βάση την εκτίμηση του συλλόγου διδασκόντων για τις μορφωτικές ανάγκες των παιδιών, αλλά λαμβάνοντας αποκλειστικά υπόψη τις αρχές της επιχειρησιακής διοίκησης, την προκαθορισμένη στοχοθεσία και τη διαρκή παρακολούθηση και επίτευξη του αρχικού σχεδίου δράσης από τα ΠΕΚΕΣ.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ
Η προώθηση της αξιολόγησης εκπαιδευτικών και της αυτοαξιολόγησης σχολικών μονάδων είναι μια από τις βασικές προτεραιότητες της τελευταίας έκθεσης του ΟΟΣΑ (2018) καθώς εκτιμάται ως αναντικατάστατο εργαλείο για την αυτονομία της σχολικής μονάδας και τη λειτουργία της με όρους επιχείρησης.
Πώς αντιλαμβάνεται ο ΟΟΣΑ αυτό το μοντέλο αξιολόγησης; Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συλλόγου ΠΕ Α’ Αθήνας, Δημήτρη Μαριόλη, «πρόκειται για μια νέα μορφή απόλυτου επιθεωρητισμού, όπου ο διευθυντής θα έχει το δικαίωμα να επιθεωρεί τον εκπαιδευτικό ακόμα και κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, θα έχει τη δυνατότητα να προσλαμβάνει και να απολύει το προσωπικό του σχολείου, ενώ χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι η νομοθεσία σήμερα δεν δίνει τη δυνατότητα για αξιολόγηση και ‘‘απομάκρυνση των αδύνατων εκπαιδευτικών από το επάγγελμα” (σ.72). Και ταυτόχρονα, προβάλλει την ανάγκη για μια άμεση σύνδεση της αξιολόγησης κάθε σχολικής μονάδας με την αυτονόμηση της λειτουργίας της».
Συμπέρασμα: Η μέθοδος προσέγγισης είναι διαφορετική, αλλά ο στόχος μένει ίδιος.
Χρήστος Κάτσικας, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου – Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης
e-prologos.gr