Στις 14 Μαρτίου του 1883, ο Καρλ Μαρξ αφήνει την τελευταία του πνοή στο Λονδίνο. Κηδεύτηκε στις 17 Μαρτίου, στο Κοιμητήριο Χάιγκεϊτ, σε στενό κύκλο φίλων και συγγενών.
Παραθέτουμε την επικήδεια ομιλία του Φρίντριχ Ένγκελς, όπως αυτή εκφωνήθηκε στην κηδεία του Μαρξ και δημοσιεύτηκε στη γερμανική εφημερίδα Der Sozialdemikrat στις 22 Μαρτίου 1883.
«Στις 14 του Μάρτη στις 3 παρά τέταρτο το απόγευμα, ο μεγαλύτερος εν ζωή στοχαστής έπαψε να σκέφτεται. Είχε αφεθεί μόνος για μόλις δυο λεπτά, και όταν γυρίσαμε τον βρήκαμε στην πολυθρόνα του ειρηνικά κοιμισμένο, αλλά για πάντα. Μια ανυπολόγιστη απώλεια έχουν υποστεί και το μαχητικό προλεταριάτο της Ευρώπης και της Αμερικής και η ιστορική επιστήμη, με το θάνατο αυτού του ανθρώπου. Πολύ σύντομα θα γίνει αισθητό το κενό που έχει δημιουργηθεί με την αναχώρηση αυτού του ρωμαλέου πνεύματος.
Ακριβώς όπως ο Δαρβίνος ανακάλυψε το νομό της εξέλιξης της οργανικής φύσης, έτσι και ο Μαρξ ανακάλυψε την εξέλιξη της ανθρώπινης Ιστορίας: το απλό, μέχρι τώρα συγκαλυμμένο από τα ιδεολογικά επιστρώματα, γεγονός, ότι οι άνθρωποι πρέπει πριν από όλα να φάνε, να πιούν, να στεγαστούν και να ντυθούν, πριν μπορέσουν να ασχοληθούν με την πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη, τη θρησκεία κ.τ.λ., ότι γι’ αυτό η παραγωγή των άμεσων υλικών μέσων συντήρησης και κατά συνεπεία η εκάστοτε βαθμίδα της οικονομικής εξέλιξης που έχει επιτευχθεί από έναν συγκεκριμένο λαό ή κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης εποχής, διαμορφώνουν το θεμέλιο, απ’ όπου αναδύθηκαν και εξελίχθηκαν οι κρατικοί θεσμοί, οι αντιλήψεις για το δίκαιο, την τέχνη, ακόμα και οι θρησκευτικές παραστάσεις, των ανθρώπων αυτής της εποχής, τη βάση απ’ όπου επομένως, και κάτω από το φως της οποίας, πρέπει να εξηγηθούν, και όχι αντίστροφα, όπως γινόταν μέχρι τώρα.
Μα αυτό δεν είναι όλο. Ο Μαρξ επίσης ανακάλυψε τον ειδικό νομό της κίνησης που διέπει τον σημερινό καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, και την αστική κοινωνία που αυτός ο τρόπος παραγωγής έχει δημιουργήσει. Η ανακάλυψη της υπεραξίας έριξε φως δια μιας στο πρόβλημα, που προσπαθώντας να το επιλύσουν όλες οι προηγούμενες έρευνες, τόσο των αστών οικονομολόγων, όσο και των κοινωνικών κριτικών, ψηλαφούσαν στο σκοτάδι.
Δυο τέτοιες ανακαλύψεις θα ήταν αρκετές στη διάρκεια μιας ζωής. Ευτυχής ο άνθρωπος που θα είχε αξιωθεί να κάνει έστω και μια τέτοια ανακάλυψη. Μα σε καθένα ξεχωριστό, από τους πάρα πολλούς τομείς, που ερευνούσε ο Μαρξ και κανέναν επιφανειακά, ακόμα και σ’ αυτόν των μαθηματικών, έκανε πρωτότυπες ανακαλύψεις.
Τέτοιος ήταν ο άνθρωπος της επιστήμης. Αυτό όμως δεν ήταν ούτε το μισό του ανθρώπου. Η επιστήμη ήταν για τον Μαρξ μια ιστορικά κινητήρια, επαναστατική δύναμη. Όμως όσο μεγάλη κι αν ήταν η χαρά του που καλωσόριζε κάθε νέα ανακάλυψη σε κάποια θεωρητική επιστήμη, της οποίας οι πρακτικές εφαρμογές ήταν ίσως αδύνατο να οραματιστείς, δοκίμαζε μια τελείως διαφορετικού είδους χαρά, όταν η ανακάλυψη είχε ως συνεπεία άμεσες επαναστατικές αλλαγές στη βιομηχανία και γενικά στην ιστορική εξέλιξη. Για παράδειγμα, παρακολουθούσε από κοντά την πορεία των ανακαλύψεων στον τομές του ηλεκτρισμού και πρόσφατα εκείνες του Marcel Deprez.
Διότι ο Μαρξ ήταν πριν από κάθε τι άλλο επαναστάτης. Η πραγματική αποστολή του στη ζωή ήταν να συνεισφέρει, με τον έναν ή άλλον τρόπο, να ανατραπεί η καπιταλιστική κοινωνία και οι κρατικοί θεσμοί που έχει δημιουργήσει, να συνεισφέρει στην απελευθέρωση του συγχρόνου προλεταριάτου, που αυτός ήταν ο πρώτος που έκανε δυνατή τη συνείδηση της θέσης του και αναγκών του, τη συνείδηση των όρων της χειραφέτησης του. Ο αγώνας ήταν το στοιχείο του. Και αγωνιζόταν με ένα πάθος, ένα πείσμα, και μια επιτυχία τέτοια, όσο λίγοι. Η πρώτη «Εφημερίδα του Ρήνου» [Rheinische Zeitung] (1842), η παριζιάνικη «Φόρβερτς» [Voerwarts] (1844), η «Γερμανική Εφημερίδα των Βρυξελλών» [Deutsche Brusseler Zeitung] (1847), η «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου» [Neue Rheinische Zeitung] (1848-49), το «Βήμα της Νέας Υόρκης» [New York Tribune] (1852-61) και, επιπρόσθετα σ’ αυτά, ένα πλήθος από μαχητικά φυλλάδια, δουλειά σε οργανώσεις στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες, στο Λονδίνο, και τελικά, κορωνίδα όλων, ο σχηματισμός της μεγάλης Διεθνούς Ένωσης Εργατών — αυτό μάλιστα ήταν ένα επίτευγμα για το οποίο ο δημιουργός του κάλλιστα θα μπορούσε να υπερηφανεύεται ακόμα και αν δεν είχε κάνει τίποτα άλλο.
Να γιατί, ο Μαρξ ήταν ο πιο έντονα μισητός και συκοφαντημένος άνθρωπος του καιρού του. Οι κυβερνήσεις, και απολυταρχικές και δημοκρατικές, τον απέλαυναν από τα εδάφη τους. Οι αστοί, είτε συντηρητικοί είτε υπερδημοκρατικοί, συναγωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα τον δυσφημίσει περισσότερο. Όλα αυτά τα παραμέριζε σαν να ήταν ιστός αράχνης, αγνοώντας τα, και απαντώντας μόνο όταν ήταν μεγάλη ανάγκη.
Και πέθανε αγαπημένος, τιμημένος, τον θρήνησαν εκατομμύρια επαναστάτες σύντροφοι και συνεργάτες του, από όλη την Ευρώπη και την Αμερική – από τα ορυχεία της Σιβηρίας ως την Καλιφορνία, σε όλα τα μέρη της Ευρώπης και της Αμερικής– και τολμώ να πω ότι αν και μπορεί να είχε αποκτήσει πολλούς αντιπάλους, δεν είχε σχεδόν καθόλου ούτε έναν προσωπικό εχθρό.
Το όνομα του, όπως επίσης και το έργο του, θα ζήσουν δια μέσου των αιώνων.»
e-prologos.gr