Πέτρος Κορφής
«Η υπόθεση του κ. William Hudson Guernsey ή αλλιώς Washington Guernsey, ο οποίος διωκόταν ποινικά γιατί έκλεψε από την βιβλιοθήκη του βρετανικού υπουργείου Αποικιών δύο μυστικές εκθέσεις (από 10 Ιουνίου 1857 και 18 Ιουλίου 1858) του σερ John Young, λόρδου ύπατου αρμοστή των Ιονίων Νήσων, προς την τότε κυβέρνηση του λόρδου Palmerston, δικάστηκε στο κεντρικό ποινικό δικαστήριο από τον βαρόνο Martin και έληξε με την απαλλαγή του κατηγορουμένου», διάβαζαν το πρωί της 6ης Ιανουαρίου 1859 οι περίπου 200.000 Νεοϋρκέζοι αναγνώστες της ευρείας απήχησης και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού αμερικανικής εφημερίδας «New York Daily Tribune». Έτσι ξεκινούσε ανταπόκριση της εφημερίδας από το Λονδίνο.
Τέτοιον καιρό δηλαδή πριν από 162 χρόνια.
Ελάχιστοι αναγνώστες ήξεραν ίσως ότι ο συντάκτης του άρθρου, εκτός του ότι παρακολουθούσε τακτικότατα από το Λονδίνο τις ελληνικές υποθέσεις με ξεχωριστό ενδιαφέρον, νεαρός είχε μάθει και αρχαία ελληνικά.
Ελάχιστοι γνώριζαν ακόμα ότι ο δημοσιογράφος αυτός, που τιτλοφορούσε το άρθρο του «Το πρόβλημα των Ιονίων νήσων» και με απαράμιλλη τέχνη στα σαράντα του χρόνια περίπου καλούσε τις συνειδήσεις τους να εξεγερθούν για όσα συνέβαιναν στην Κέρκυρα και στα άλλα νησιά του Ιονίου, ήταν ο Γερμανός διανοητής που δεκατρία περίπου χρόνια πριν, τον Φεβρουάριο του 1848, σε ηλικία τριάντα ετών είχε εκδώσει μαζί με συμπατριώτη του ένα επαναστατικό βιβλίο που παρομοιαζόταν με μοιραίο σκυθικό βέλος εναντίον της -ολοένα και πιο ισχυρής κεφαλαιοκρατικής πια- ευρωπαϊκής και διεθνούς απολυταρχίας. Εκείνο, φυσικά, που καθιερώθηκε με την ονομασία «Κομμουνιστικό Μανιφέστο».
Λίγοι μπορούσαν ίσως να συνειδητοποιήσουν ότι στη λιτή υπογραφή «Marx» κρυβόταν όχι απλώς και μόνον ένας διωκόμενος από τις ευρωπαϊκές αστυνομίες δημοσιογράφος, μα τελικά ο μεγαλύτερος επαναστάτης, φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, οικονομολόγος, ιστορικός και πολιτικός του 19ου αιώνα, οι ιδέες και τα κείμενα του οποίου έμελλε να φλογίσουν τον νου και την καρδιά εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων σ’ όλη τη Γη όσο ποτέ οι ιδέες άλλου φιλόσοφου πριν από εκείνον.
Κυρίες και κύριοι στα βασανισμένα από Άγγλους, Ανδηγαυούς, Βάνδαλους, Βενετούς, Γάλλους, Γότθους, Έλληνες, Ρωμαίους, Ρώσους, Σαρακηνούς, Σικελούς και Τούρκους αφέντες ελληνικά νησιά του Ιονίου πελάγους καλωσορίστε και χειροκροτήστε τους χαιρετισμούς, την αλληλεγγύη, τον φωτεινό νου, τη ζεστή καρδιά, τη φλογερή, αποκαλυπτική όπως οι ιδέες του κι εξεγερτική πένα του Καρλ Μαρξ για τους βασανισμένους προγόνους μας!
Τον πιο σπουδαίο και πιο διάσημο αυτό υπέρμαχο των αιματοβαμμένων αγώνων για την αποτίναξη της βρετανικής «Προστασίας» και την ένωση των νησιών μας με την Ελλάδα, που κατορθώθηκε πριν από 157 χρόνια, το 1864, έξι χρόνια μετά τη δημοσίευση εκείνου του δηλητηριώδους για την ευρωπαϊκή ολιγαρχία άρθρου.
Στα έγκατα του δικόρυφου Παλαιού Φρουρίου της Κέρκυρας, στα αρχεία της Ιονίου Βουλής και Γερουσίας της εποχής, σώζονται εξαιρετικά ντοκουμέντα. Αφορούν στη μεγάλη συμβολή της διεθνούς αλληλεγγύης στον δύσκολο εκείνο αγώνα των προγόνων μας για την ένωση με την Ελλάδα τα τέλη της δεκαετίας του 1850, την εποχή των απίστευτων βρετανικών ραδιουργιών. Οι βρετανικές δολιότητες έφερναν σε δύσκολη θέση ακόμα και το τολμηρό κίνημα-κόμμα των Ριζοσπαστών της Επτανήσου, που είχε κάνει την εμφάνισή του το 1848.
Στην Ιόνιο Βουλή, τότε που ο Μαρξ έγραφε στο Λονδίνο και δημοσίευσε στη Νέα Υόρκη το άρθρο του, δεν ήταν λίγοι όσοι μαζί με τη διεφθαρμένη και σιτιζόμενη από τους Άγγλους επτανησιακή «καμαρίλα» των «Καταχθονίων» ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν ορισμένες όντως φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις που εκόμιζε στα νησιά εκλεκτός Λονδρέζος, προκειμένου να παρατείνει τη βρετανική κυριαρχία.
Ο θεωρούμενος προοδευτικός και λάτρης των ομηρικών επών απεσταλμένος της βρετανικής κυβέρνησης λόρδος Γλάδστον, ήταν αυτός.
Η ηγεσία του Μεταρρυθμιστικού κόμματος της μεγαλοαστικής και μεσοαστικής τάξης των νησιών, υπό τον μεγαλέμπορο-διανοούμενο, φιλόσοφο των σχετικά νέων καπιταλιστικών ιδεών και μετέπειτα πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο Πέτρο Βράιλα-Αρμένη, σε πλήρη συντονισμό με τους Άγγλους επικυρίαρχους, πρωτοστατούσε σ’ αυτή την καλοστημένη προσπάθεια συμβιβασμού για την παράταση της ξένης κυριαρχίας, μέχρι να έλθουν όπως έλεγε «καλύτερες ημέρες».
Στα πρακτικά των συνεδριάσεων της Ιονίου Βουλής -που εκλεγόταν υπό αντιδημοκρατικές συνθήκες και μόνο από το 10% το πολύ του πληθυσμού- σώζονται ομιλίες βουλευτών, σύμφωνα με τις οποίες ο λαός «κατώρθωσεν επί τέλους να εφελκύση εις εαυτόν την σοβαράν προσοχήν της τε δημοσιογραφίας και της διπλωματίας» διεθνώς, καθώς κι ένα αμείλικτο και συγκλονιστικό ερώτημα βουλευτή, απευθυνόμενου σ’ όσους εσκόπευαν, παρά τις δυσμενείς συνέπειες, να κάνουν πίσω απαρνούμενοι τη συνέχιση του αγώνα για την ένωση χάριν των επωφελών μεταρρυθμίσεων: «Τι θέλει ειπωθεί περί ημών εν Ευρώπη;».
Ένας Κερκυραίος Μεταρρυθμιστής είχε συνταχθεί με τους Επτανήσιους Ριζοσπάστες, τονίζοντας: «Επιβάλλεται τη Βουλή όπως μη απωλέση την τιμήν και τας συμπαθείας του πεπολιτισμένου κόσμου, ας ήδη εκτήσατο (…) Οφείλομεν κρατερώς να προασπίσωμεν τα δίκαια της πατρίδος».
Οι βουλευτές αναφέρονταν στην ουσία της υπόθεσης εκείνης της δίκης, με την οποία ο Λονδρέζος ανταποκριτής της «New York Daily Tribune», καθώς το έγραφε στο Λονδίνο για να το ταχυδρομήσει στη Νέα Υόρκη τις 17 Δεκεμβρίου 1858, είχε επιλέξει ν’ αρχίσει το άρθρο του, ξετυλίγοντας αριστοτεχνικά το νήμα των δεινών του λαού των Ιονίων Νήσων.
Σε όλα εκείνα που διαδραματίζονταν στα νησιά στις δυτικές εσχατιές του ελληνικού χώρου αφορούσε το άρθρο.
Ο Μαρξ με την πένα του φρόντιζε να οξύνει τις αντιθέσεις των Βρετανών δυναστών του λαού των Ιονίων νήσων που επεξεργάζονταν διάφορα εναλλακτικά σχέδια. Μαστίγωνε συντριπτικά την υποκρισία, την πανουργία και τις δολιότητες των Μεγάλων Δυνάμεων, καθώς και μερίδας των Μεταρρυθμιστών και της αδίστακτης γαιοκτημονικής και κληρονομικής επτανησιακής αριστοκρατίας στα νησιά, που αδιάντροπα σιγοντάριζαν ή προπαγάνδιζαν ακόμη και την πλήρη, προσωρινή έστω, πλήρη αποικιοποίηση της Κέρκυρας για στρατηγικούς βρετανικούς λόγους! Ανάμεσά τους ήταν άλλωστε κι ένας Γενικός Εισαγγελέας παρασημοφορημένος αργότερα απ’ το ελληνικό κράτος!
Τότε που, καθώς οι καιροί άλλαζαν και η κοινωνική εξέλιξη στα νησιά προχωρούσε, η ανερχόμενη επτανησιακή αστική τάξη -όπως ευρύτερα η ελληνική αστική τάξη- για τα ιδιοτελή της συμφέροντα οικοδομούσε μορφές συμμαχίας με τη βρετανική αστική τάξη φοβούμενη τον λαό, ο οποίος ολοένα και πιο πολύ απαιτούσε όλα τα δικαιώματά του, δοκιμάζοντας να βγει στο προσκήνιο.
Λες κι είχε βαλθεί ν’ αποδείξει κι αυτή εκείνο που ο Καρλ Μαρξ, μαζί με τον επίσης Γερμανό φίλο του κι επιστήμονα κι αγωνιστή Φρίντριχ Ένγκελς, ακαταμάχητα εξηγούσε στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» του: «Η ιστορία όλων των ως τώρα κοινωνιών είναι η ιστορία ταξικών αγώνων».
Δεν είχε έρθει ακόμα, βλέπετε, η ώρα που θα μιλούσε δυνατά με αυτόνομο δικό της λόγο η αργά αναδυόμενη νέα, εργατική τάξη των νησιών και ολόκληρης της Ελλάδας μαζί με τους κοινωνικούς συμμάχους της βιοπαλαιστές των αγρών και των πόλεων!
Ας δώσουμε πάλι τον λόγο στον Καρλ Μαρξ σ’ εκείνο το ιστορικής αξίας άρθρο του:
«Η δίκη ήταν ενδιαφέρουσα και από πολιτική και από νομική άποψη. Όπως θα θυμούνται οι αναγνώστες, ο ομηρικός κ. Glasdtone δεν είχε καλά-καλά προλάβει να φύγει από το Λονδίνο για την έκτακτη αποστολή του, δηλαδή την ειρήνευση των Ιονίων νήσων, όταν, σαν σκυθικό βέλος εκτοξευμένο από αθέατο χέρι, εμφανίστηκε στις στήλες της “Daily News” η έκθεση του σερ John Young, που προτείνει την εγκατάλειψη του δικαιώματος προστασίας των νησιών και την απόδοσή τους στην Ελλάδα, αλλά μονάχα αφού αποκοπεί η καλύτερη μπουκιά, αφού δηλαδή ενσωματωθεί η Κέρκυρα στις αποικιακές κτήσεις της Μεγάλης Βρετανίας».
Είχε ξεσπάσει σάλος, τότε, όχι μόνο στα νησιά μας και στην πιεζόμενη όλο και πιο πολύ από τους Άγγλους να προσδεθεί στο άρμα τους ελεύθερη Ελλάδα, μα και διεθνώς.
Οι Κερκυραίοι, όπως διέσωσε σε εξιστόρησή του το 1877 ο Παναγιώτης Χιώτης, απειλούσαν με λιντσάρισμα εγχώριους υποστηρικτές της μετατροπής της Κέρκυρας σε βρετανική αποικία. Στην Ιόνιο Βουλή, σύμφωνα με τον συντάκτη του εκπληκτικού «Ύμνου» των Επτανήσιων Ριζοσπαστών Γεράσιμου Μαυρογιάννη», γινόταν λόγος για «αργυρώνητους πράκτορες» της βρετανικής εξουσίας.
«Μεγάλη και γενική ήταν η έκπληξη», πληροφορούσε με λεπτή ειρωνεία ο Γερμανός φιλόσοφος-δημοσιογράφος το αμερικανικό και το ευρωπαϊκό αναγνωστικό κοινό της «New York Daily Tribune»:
«Η μερίδα του λονδρέζικου Τύπου που αντιτίθεται στη μυστική διπλωματία έδωσε συγχαρητήρια στην κυβέρνηση του λόρδου Derby για το τολμηρό βήμα που έκαμε μυώντας το κοινό στο μυστήριο των διπλωματικών ψιθύρων· και η “Morning Star”, με τον αφελή της ενθουσιασμό, διακήρυξε ότι μια καινούργια εποχή διπλωματικής πολιτικής χάραξε πάνω από το Ηνωμένο Βασίλειο. Αμέσως, ωστόσο, η γλυκιά φωνή του επαίνου σκεπάστηκε από τους οξείς και θυμωμένους τόνους της κριτικής. Ο αντικυβερνητικός Τύπος αρπάχτηκε πρόθυμα απ’ αυτή την “εσκεμμένη γκάφα”, όπως την ονόμασε, η οποία, όπως είπε, άλλο σκοπό δεν είχε παρά, πρώτο, την εκμηδένιση της πολιτικής ανεξαρτησίας του κ. Glastone και την πρόσκαιρη απομάκρυνσή του από τον κοινοβουλευτικό στίβο· συνάμα οι ίδιοι του οι εντολοδόχοι ήθελαν, με μακιαβελική δολιότητα, να προκαλέσουν την αποτυχία της αποστολής του με την δημοσίευση ενός εγγράφου, που τον εξέθετε απέναντι στην πλευρά με την οποία θα διαπραγματευόταν, απέναντι στην αγγλική κοινή γνώμη κι απέναντι στο ευρωπαϊκό διεθνές δίκαιο. Για να καταστρέψει έναν υπερβολικά καλόπιστο αντίπαλο -έγραφαν οι “Times”, η “Globe”, ο “Observer” και η μικρότερη αντικυβερνητική μερίδα-, η κυβέρνηση Derby δεν δίστασε να προβεί σε μιαν αδιακρισία, που κάτω από τις σημερινές συνθήκες ισοδυναμούσε με προδοσία. Πώς θα μπορούσε να διαπραγματευθεί ο κ. Gladstone, αν όχι μόνο οι κάτοικοι των Ιονίων Νήσων γνώριζαν ότι η Βρετανία είχε πάρει προκαταβολικά την απόφασή της, αλλά και οι ηγέτες των Ιονίων πατριωτών είχαν εκτεθεί με την αποκάλυψη ότι αποδέχτηκαν ένα σχέδιο που κατέληγε στον διαμελισμό των εφτά νησιών; Πώς θα μπορούσε να διαπραγματευθεί έχοντας ν’ αντιμετωπίσει τις διαμαρτυρίες των Ευρωπαίων, οι οποίες θα ήταν το βέβαιο αποτέλεσμα μιας τέτοιας παραβίασης της συνθήκης της Βιέννης, συνθήκης που όριζε την Αγγλία όχι ιδιοκτήτρια της Κέρκυρας, παρά μονάχα προστάτρια των εφτά νησιών, και που καθόριζε για πάντα την κατανομή των εδαφών στον ευρωπαϊκό χάρτη; Και πράγματι, τα δημοσιογραφικά αυτά άρθρα τα ακολούθησαν έμπρακτες διαμαρτυρίες από την πλευρά της Ρωσίας και της Γαλλίας».
Οι δολοπλοκίες της βρετανικής αστικής τάξης δεν είχαν όριο. Βασικός, αλλά όχι μοναδικός στόχος ενός από τα πιο σατανικά σενάριά τους, ήταν να διασπάσουν τους στασιαστές Επτανήσιους και να θέσουν τους Κερκυραίους μπροστά στο δίλημμα να επιλέξουν είτε την πλήρη αποικιοποίηση της Κέρκυρας και των Παξών είτε μεταρρυθμίσεις παράτασης της βρετανικής κυριαρχίας, ώστε να προτιμήσουν το δεύτερο. Η άσκηση πίεσης στην ελεύθερη Ελλάδα και η επίδειξη δύναμης στις άλλες μεγάλες Δυνάμεις δεν ήταν αμελητέοι άλλοι βασικοί λόγοι.
Η ζωή και το μέλλον του λαού της Επτανήσου γινόταν «κλωτσοσκούφι» στα βυζαντινά παζάρια των αυτοκρατορικών Δυνάμεων, καθώς λίγα χρόνια νωρίτερα η κυριαρχία τους στους λαούς της Ευρώπης είχε τρίξει εκκωφαντικά στο Παρίσι και σε πολλές άλλες μεγαλουπόλεις από λαϊκές εξεγέρσεις αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα έστω και είχε αρχίσει αμυδρά να χαράζει πάνω από την Ευρώπη το «φάντασμα του κομμουνισμού», ξεπηδώντας από το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο».
Ο Βρετανός επί των Αποικιών υπουργός Λάυτον, τη διετία 1858-1859, καθησύχαζε υποτίθεται με ανακοίνωσή του τους Κερκυραίους και τα άλλα ανακτοβούλια της Ευρώπης ότι η θαλασσοκράτειρα Βρετανία θα… σεβαστεί τη διαβόητη διεθνή συνθήκη της Βιέννης και δεν θα αποικιοποιήσει πλήρως το «κλειδί της Αδριατικής», που ήταν η Κέρκυρα. Συγχρόνως, με εμπιστευτικό έγγραφό του στους εκπροσώπους του στα Επτάνησα, προειδοποιούσε: «Η Κυβέρνησις της Α.Μ. κρίνει απαραίτητο καθήκον να υποστηρίξη την αξιοπρέπειαν και τα δικαιώματα της Προστασίας, είτε κατ’ επιβουλής εξωτερικής και επιδράσεως, είτε κατ’ επαναστάσεως εντός των νήσων».
Ο Άγγλος αρμοστής κομπορρημονούσε στο Λονδίνο, όπως ο Γεράσιμος Χυτήρης αποκάλυψε το 1983 και αρχειακά υλικά του διπλωμάτη και μεγάλου ποιητή Γιώργου Σεφέρη επιβεβαιώνουν, ότι με «φρουρά από 3.000 Βρετανούς οπλίτες» και με άλλα μέτρα ήταν σε θέση να επιβάλει την «τάξη». Για λογαριασμό φυσικά του Στέμματός του και των ανήσυχων μεγάλων οικονομικών συμφερόντων στα νησιά, εγχώριων και ξένων, όπως των Βρετανών κεφαλαιούχων που διαφέντευαν την Ιονική Τράπεζα και απομυζούσαν την οικονομία των νησιών. Η νεόκοπη επτανησιακή αστική τάξη, ενώ άπλωνε τις δικές της εμπορικές και ναυτιλιακές επιχειρήσεις, επιδιδόταν σε τοκογλυφία, εξαπλώνοντας τη δική της οικονομική κυριαρχία στις αναχρονιστικές σχέσεις δουλοπαροικίας του αγροτικού τομέα.
Αντιδρώντας σε ύστατες προτάσεις «χρηματικής ικανοποίησης» για να μεταπειστεί ο λαός με υπόσχεση βελτιωμένης αγγλοκρατίας, που αποκαλύφθηκαν σε έγγραφο του αρμοστή Γιανγκ, οι υπογείως κατηγορούμενοι ακόμα και ως ξενοκίνητοι Ριζοσπάστες ανυπότακτα διακήρυσσαν: «Κάτω η Αγγλοκρατία, Ζήτω η Επανάστασις, Ζήτω η Ένωσι». Αλύγιστη από φυλακίσεις στις φυλακές της αγγλοκρατίας στην Κέρκυρα και από εξορίες στα επτανησιακά νησιά Παξοί, Ερείκουσα, Οθωνοί και Αντικύθηρα, η αριστερή τους πτέρυγα, ενώ την κατηγορούσαν ότι σκοπεύει να ενδώσει σε «κοινωνισμό» και «κομμουνισμό», υποστήριζε ότι δεν μπορεί να υπάρξει εθνική ελευθερία δίχως κοινωνική ελευθερία.
Στο Λονδίνο ο Καρλ Μαρξ, με το άρθρο που ταχυδρομούσε στη Νέα Υόρκη, κονιορτοποιούσε τα νομικά δεσμά του Ιόνιου λαού:
«Ας παρατηρήσω en passant ότι η συνθήκη της Βιέννης, ο μόνος αναγνωρισμένος κώδικας διεθνούς δικαίου στην Ευρώπη, αποτελεί μιαν από τις πιο τερατώδεις fictiones juris publici που γνώρισαν τα χρονικά της ανθρωπότητας. Ποιο είναι το πρώτο άρθρο της συνθήκης αυτής; Ο αιώνιος αποκλεισμός της οικογένειας Βοναπάρτη από τον γαλλικό θρόνο· κι όμως, στον θρόνο αυτό κάθεται ο Λουδοβίκος Ναπολέοντας, ο ιδρυτής της Δεύτερης Αυτοκρατορίας, που όλες οι εστεμμένες κεφαλές της Ευρώπης τον αναγνωρίζουν, συναδελφώνονται μαζί του, τον κολακεύουν και του κάνουν υποκλίσεις. Ένα άλλο άρθρο ορίζει ότι το Βέλγιο παραχωρείται για πάντα στην Ολλανδία, ενώ από την άλλη πλευρά, εδώ και δεκαοχτώ χρόνια, ο χωρισμός του Βελγίου από την Ολλανδία είναι όχι μόνο fait accompli, αλλά και νομικό γεγονός. Ακόμα η συνθήκη της Βιέννης επιτάσσει ότι η Κρακοβία, που έχει ενσωματωθεί στην Αυστρία από τα 1846, θα παραμείνει για πάντα ανεξάρτητη δημοκρατία· και το τελευταίο σε σειρά, όχι όμως και σε σημασία, είναι ότι η Πολωνία, που ο Νικόλαος τη συγχώνευσε στη ρωσική αυτοκρατορία, θ’ αποτελεί ανεξάρτητο συνταγματικό βασίλειο, ενωμένο με την Ρωσία μονάχα με τον προσωπικό δεσμό της δυναστείας Ρομανόφ. Έτσι, το ιερό αυτό βιβλίο τού jus publicim μαδήθηκε φύλλο-φύλλο, και το επικαλούνται μονάχα όταν κάτι τέτοιο βολεύει τα συμφέροντα μιας πλευράς και την αδυναμία κάποιας άλλης».
Δεν μπορεί παρά να θυμηθεί κανείς εδώ, παρενθετικά, την τόλμη και την οξύνοια εκείνου του παππού ίσως του σημερινού «Ριζοσπάστη» πρώτου κερκυραϊκού-επτανησιακού «Ριζοσπάστη» των Επτανησίων Ριζοσπαστών του 1850:
«Ημείς ούτε ανεγνωρίσαμεν ούτε αναγνωρίζομεν ποτέ τας συνομολογουμένας συνθήκας μεταξύ των δυνατών της γης, διά των οποίων οι ατυχείς λαοί πωλούνται, αγοράζονται, ανταλλάσσονται και διανέμονται ως τόσα κτήνη· (…) αι επάρατοι αύται συνθήκαι δεν είναι ειμή το αποτέλεσμα της βίας ή της ανάγκης· άμα δε αύτη εκλείψη ή εκείνη δυνηθή να καταβληθή, -το οποίον έγκειται εις αυτήν των την φύσιν και ή εγρήγορα ή αργά είναι αδύνατον να μη ακολουθήση, – οι λαοί αναλαμβάνουσιν αυτοδικαίως την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν των» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 3, σελ. 1, «Η Βουλή και ο Αρμοστής», 6.5.1850, Κέρκυρα).
Τίποτα δεν μπορεί ν’ αλυσοδέσει έναν αποφασισμένο λαό!
Θα τους θαύμαζε και θα τους έσφιγγε το χέρι και θα τους έβγαζε το καπέλο του εκείνους τους πραγματικούς Ριζοσπάστες και τους έντυπους «Ριζοσπάστες» τους, επιτρέψτε μας να υποθέσουμε, ο ίδιος ο Καρλ Μαρξ!
Οι Ριζοσπάστες στην Ιόνιο Βουλή στην Κέρκυρα διακήρυσσαν ότι δεν αναγνωρίζουν τη συνθήκη της Βιέννης του 1815 με την οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις όρισαν την υπαγωγή της Επτανήσου υπό βρετανική Προστασία με εγγυητές τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις της διαβόητης «Ιερής Συμμαχίας». Αλλά ούτε και το συναφές αυταρχικό και ολιγαρχικό Σύνταγμα, που ο Βρετανός αρμοστής είχε επιβάλει το 1817 στα νησιά,
παραβλέποντας κάθε άλλον, κατακτημένο κοινοτικό, πιο δημοκρατικό τοπικό θεσμό.
Ο διπλωμάτης Παύλος Πετρίδης το 1978 στην Κέρκυρα αποκάλυψε από επιστολές του Ιωάννη Καποδίστρια και άλλων διπλωματών ότι το 1815 οι Επτανήσιοι επιθυμούσαν δημιουργία ανεξάρτητου επτανησιακού κράτους, με θεωρητική μόνο Προστασία όλων ανεξαίρετα των Μεγάλων Δυνάμεων. Η υπαγωγή τους στη βρετανική Προστασία, με εγγυητές τις λοιπές Μεγάλες Δυνάμεις, προέκυψε από συμβιβαστική πρόταση που είχε προωθήσει ο Καποδίστριας, όταν υπηρετούσε τη ρωσική Αυλή, εκτιμώντας ότι όλες οι εφικτές τότε διπλωματικές λύσεις ήταν ακόμη χειρότερες. Εκτιμούσε ο Καποδίστριας όπως είχε αναφέρει σε επιστολές του που 176 απ’ αυτές έμελλε να μεταφράσει ο εμβληματικός Κερκυραίος κομμουνιστής φιλόλογος Νίκος Βαρότσης, πως οτιδήποτε διαφορετικό σ’ εκείνη τη φάση θα ήταν χειρότερο για τα Επτάνησα.
Στα 1815, μερικές δεκαετίες προτού η πιο γνωστή ως Σίσσυ αυτοκράτειρα της Αυστρίας Ελισάβετ αγοράσει από τον ηγέτη του κόμματος των Μεταρρυθμιστών αρχοντική βίλα του στην Κέρκυρα για ν’ ανεγείρει εκεί το γνωστό «Αχίλλειο» -που αργότερα πέρασε στον Γερμανό αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β’ στον οποίο ο Κερκυραίος σοσιαλιστής επαναστάτης λογοτέχνης Κωνσταντίνος Θεοτόκης είχε απευθύνει μια μνημειώδη επιστολή άρνησης κάθε συνεργασίας- η Αυστρία αξίωνε τον πλήρη έλεγχο των νησιών του Ιονίου, με το επιχείρημα ότι ήταν νόμιμος διάδοχος της Βενετίας. Εκείνης δηλαδή της «Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου», που είχε όλα τα Επτάνησα υπό τον δικό της ζυγό επί τέσσερις αιώνες, μέχρι το 1797.
Τότε περίπου τα νησιά, όπως και η Βενετία, πέρασαν στην ευεργετική για την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης και από πολλές άλλες απόψεις κυριαρχία των Γάλλων Δημοκρατικών, ενώ από το 1800 μέχρι το 1814 μεσολάβησαν κατοχή των νησιών από Ρώσους και Τούρκους την περίοδο 1800-1807 και δημιουργία επτανησιακού κρατικού μορφώματος φορολογικά υποτελούς στην οθωμανική Υψηλή Πύλη με την επωνυμία «Επτάνησος Πολιτεία», καθώς και κατοχή των νησιών από τους Γάλλους Αυτοκρατορικούς, που κράτησε από το 1807-1814 στην Κέρκυρα.
Το νέο βρετανικό βάρβαρο μονοπώλιο εξουσίας στα νησιά -που ο Καποδίστριας το 1819 από τη Ρωσία σε μια σπάνια ομολογία καταδίκης της δικής του παρωχημένης αριστοκρατικής τάξης είχε στιγματίσει ζητώντας να περάσουν τα τοπικά ηνία στην ανερχόμενη ναυτιλιακή, εμπορική, ημιβιομηχανική και πιστωτική αστική τάξη της Επτανήσου- στηλίτευε ολοκληρωτικά το 1858 ο Καρλ Μαρξ. Ξεπερνώντας τα απολυταρχικά βρετανικά δεσμά και τις διεθνείς ίντριγκες, έθετε το ζήτημα των δεσμών και της αληθινής ζωής των πολλών στα Επτάνησα:
«Η κυβέρνηση Derby, προφανώς ταλαντευόταν μη ξέροντας αν έπρεπε να εισπράξει τους αδικαιολόγητους επαίνους της μιας μερίδας του Τύπου ή ν’ αντιμετωπίσει τις αδικαιολόγητες μομφές της άλλης. Μετά από οχταήμερη ταλάντευση αποφάσισε να κάμει το δεύτερο, δηλώνοντας με δημόσια ανακοίνωση ότι δεν είχε αναμιχθεί στη δημοσίευση των εκθέσεων του σερ John Young κι ότι ήδη διεξαγόταν έρευνα για να βρεθεί ο δράστης του εγκληματικού τεχνάσματος. Τελικά, ως ένοχος εντοπίστηκε ο κ. William Hudson Guernsey, που δικάστηκε ενώπιον του κεντρικού ποινικού δικαστηρίου κατηγορούμενος για την υπεξαίρεση των εκθέσεων. Έτσι η κυβέρνηση Derby βγαίνει νικήτρια από την διαμάχη· κι εδώ τελειώνει το πολιτικό ενδιαφέρον της δίκης. Ωστόσο εξαιτίας της δίκης αυτής η προσοχή του κόσμου συγκεντρώθηκε και πάλι στις σχέσεις ανάμεσα στη Μεγάλη Βρετανία και στα Ιόνια νησιά».
Αντλώντας προφανώς στοιχεία από αρχείο που διατηρούσε για τα Ιόνια νησιά και τις ελληνικές υποθέσεις ευρύτερα, ο πολιτικός πια Καρλ Μαρξ κατακεραύνωνε τα αίολα επιχειρήματα και τις ραδιουργίες της βρετανικής άρχουσας τάξης:
«Το ότι το σχέδιο του σερ John Young δεν αποτελούσε προσωπική του επίνοια το αποδείχνει το παρακάτω απόσπασμα μιας δημόσιας ομιλίας τού προκατόχου του, σερ Henry Ward, προς την Ιόνιο Βουλή στις 13 Απριλίου 1850: “Δεν είναι έργο δικό μου να μιλήσω στο όνομα του Βρετανικού Στέμματος για το μακρινό εκείνο μέλλον το οποίο προδιαγράφει η ομιλία αυτή, όταν δηλαδή τα διασκορπισμένα μέλη της ελληνικής φυλής ίσως συνενωθούν σε μια κραταιή αυτοκρατορία με τη συγκατάθεση των ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Όμως δεν δυσκολεύομαι να εκφράσω την δική μου γνώμη”, ενώ μιλούσε στο όνομα του Βρετανικού Στέμματος, “ότι, αν ένα τέτοιο γεγονός βρισκόταν στον χώρο τού ανθρωπίνως δυνατού, ο ηγεμόνας και το κοινοβούλιο της Αγγλίας θα επιθυμούσαν εξίσου να δουν ότι τα Ιόνια νησιά ξαναπαίρνουν την θέση τους ως μέλη της καινούργιας Δύναμης, που θα καταλάμβανε τότε την θέση της στην παγκόσμια πολιτική”».
Έτσι ήταν, πραγματικά. Ο Μαρξ είχε δίκιο. Ο ίδιος ο Βρετανός πρωθυπουργός Πάλμερστον ήταν αυτός που, όπως αποκαλύφθηκε πολύ αργότερα, από το 1851 είχε θέσει εγγράφως την ιδέα αποικιοποίησης της Κέρκυρας στον τότε αρμοστή του στα Επτάνησα, ζητώντας τη γνώμη του. Όσο για τα φληναφήματα περί ενδεχόμενης ελληνικής… αυτοκρατορίας, που υποτίθεται ότι θα προέκυπτε κάποτε με βρετανική στήριξη, ο Μαρξ τα είχε αντιμετωπίσει καταλλήλως στην ίδια εφημερίδα νωρίτερα, συχνά σε συντονισμό με τον φίλο του Ένγκελς. Χωρίς να χαρίζεται καθόλου στην αναπτυγμένη Δύση, υπογράμμιζε ότι η τσαρική Ρωσία ήταν όχι μόνο ο μεγαλύτερος εχθρός κάθε κοινωνικής προόδου διεθνώς, αλλά και επιδίωκε να ποδηγετήσει τους υπόδουλους Έλληνες πατριώτες στα νησιά και την άλλη Ελλάδα, με μοχλό την Ορθόδοξη θρησκεία, ώστε να τους χρησιμοποιήσει για την υλοποίηση ευρύτερου παλαιότατου σχεδίου της αυτοκράτειρας Αικατερίνης να καταλάβει ή να υποτάξει πολιτικά την Κωνσταντινούπολη για λογαριασμό της, αποκτώντας νέα ισχύ και πρόσβαση σε ζεστές θάλασσες. Οι Βρετανοί δεν δίσταζαν να μεταχειρίζονται και τα Ιόνια νησιά στα διπλωματικά παζάρια τους!
Ο Ένγκελς κατηγορούσε το τσαρικό καθεστώς ότι για τους σκοπούς τους αφενός διέθετε «ρωσικό χρυσάφι» και, αφετέρου, με μισόλογα υποσχόταν από πολύ παλιά, όπως παραπλανητικά και ο Βρετανός αρμοστής Ward, νεκρανάσταση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το ότι το 1850 είχε ρίξει η ίδια η Βρετανία τέτοιο «δόλωμα» στην Κέρκυρα και στην Αθήνα, όπως έμελλε να κάνει και εβδομήντα χρόνια αργότερα οδηγώντας την Ελλάδα στη Μικρασιατική καταστροφή, σήμαινε γι’ αυτόν πόσο καταγέλαστη γινόταν και πόσες πανουργίες επιστράτευε η βρετανική κυρίαρχη αστική τάξη για τα δικά της συμφέροντα. Το έθεσε αργότερα ο Ένγκελς και αλλιώς, τονίζοντας ότι οι Έλληνες «είναι αρκετά ξύπνιος λαός για να μην πιστεύει σε μια τέτοια ονειροφαντασία». Ο ίδιος ο Μαρξ το είχε θέσει διαφορετικά, σημειώνοντας το 1854 ότι «η βρετανική επιρροή αποσύνθεσε τις ελληνικές κοινότητες» και διατυπώνοντας το 1877 την ελπίδα ότι οι ρωσικές και βρετανικές ραδιουργίες «θα ξεσηκώσουν τους Τούρκους εναντίον του παλιού τους καθεστώτος», που ήταν τόσο αντιδραστικό ώστε «ο πιο σπουδαίος Χριστιανός πρέπει να παραμερίζει όταν περνά μπροστά του ακόμα κι ο τελευταίος Μουσουλμάνος», όπως είχε γράψει ο Ένγκελς το 1853. «Ο τσάρος τολμά να επικαλείται βλάσφημα τη χριστιανική πίστη, που τόσο αδιάντροπα καταπατά τις εντολές της», έγραψε ο Μαρξ το 1854.
Προφανώς τόσο ο Μαρξ όσο και ο Ένγκελς γνώριζαν και τα ρωσικής κοπής πάθη των Ελλήνων στα Ορλοφικά, αν όχι και το γεγονός -που και σήμερα ακόμη αποκρύβεται στην Κέρκυρα- ότι οι Ρώσοι του ναύαρχου Ουσακόφ το 1800 κατέλαβαν πλήρως την Κέρκυρα, εν ονόματι… της Χριστιανοσύνης, όχι μόνο μαζί με ναυτική μοίρα των Οθωμανών αλλά και μετακαλώντας 2.500 Τουρκαλβανούς πολεμιστές του Αλή Πασά, καθιστώντας και τα Εφτά Νησιά φόρου υποτελή στον Σουλτάνο!
Όπως το συνήθιζε ν’ απλώνει το χέρι του σε κάθε λαό που σήκωνε κεφάλι χωρίς να μπαίνει στην υπηρεσία ξένης Δύναμης και πράγματι οι Επτανήσιοι Ριζοσπάστες έκαναν, ο εξόριστος τότε στο Λονδίνο κορυφαίος Ευρωπαίος διανοητής το άπλωσε και σ’ εμάς, φέρνοντας στο προσκήνιο με το θερμό άρθρο του τη ζωή και τις ελευθερίες του λαού της Επτανήσου:
«Στο μεταξύ, τα φιλανθρωπικά αισθήματα της Μεγάλης Βρετανίας για τα νησιά εκδηλώθηκαν στην πραγματικά αυστριακή αγριότητα, με την οποία ο σερ Henry Ward συνέτριψε (…) εξέγερση στα νησιά. Σ’ ένα πληθυσμό 200.000 ψυχών, οι 8.000 τιμωρήθηκαν με απαγχονισμό, μαστίγωση, φυλάκιση κι εξορία· γυναίκες και παιδιά μαστιγώθηκαν μέχρις αίματος».
Αίμα, φίλες και φίλοι!
Αίμα και φριχτά βάσανα!
Αυτά, που η προπαγάνδα της κυρίαρχης τάξης των Επτανήσων και της Ελλάδας έθαψε και ο λαός από γενιά σε γενιά διέσωσε στο συλλογικό υποσυνείδητο με τους στίχους της εποχής «Στην Κέρκυρα μας πάνε να μας δικάσουνε, στην Κέρκυρα μας πάνε να μας κρεμάσουνε, μα ‘μεις θα τραγουδάμε…», αναδείκνυε στο εμπνευσμένο άρθρο του ο Καρλ Μαρξ.
Αυτά, δηλαδή, που από τότε κάθε χρόνο, όπως και πέρυσι η περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων Ρόδη Κράτσα και η δήμαρχος Κεντρικής Κέρκυρας Μερόπη Υδραίου, οι επίσημοι κατά τα άλλα ταγοί μας στην Κέρκυρα, στα Ιόνια νησιά, στην Ελλάδα κρύβουν ή περνούν ξώφαλτσα από τα επετειακά τους μηνύματα για την Ένωση, αναμασώντας κούφια λόγια. Παρόλο που τα στοιχεία αυτά συνθέτουν την αγωνιστικότητα του λαού μας και το αίμα που έδωσε και τα βάσανα που υπέφερε για την Ένωση και μιαν αξιοπρεπή ζωή.
Αυτά που, δεν μπορεί, κάποτε θ’ αποτελέσουν εκδοτικά αποτυπωμένη «Μαύρη Βίβλο» του μισού αιώνα της αγγλικής κατοχής των εφτά νησιών!
Τον βαρύτατο φόρο, εννοούμε, που κατέβαλε ο λαός μας για ν’ αποτινάξει τον βρετανικό ζυγό και που η κυρίαρχη τάξη της εποχής μας προσπαθεί να θάψει, μαζί με τους ήρωες εκείνου του Αγώνα, φτάνοντας στο σημείο να διδάσκει σήμερα στα σχολεία μας τα παιδιά μας ότι η ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα δεν ήταν κι αυτή πραγματικά απ’ «τα κόκκαλα βγαλμένη» Ιονίων τα ιερά. Αλλά ήταν, δήθεν, δώρο της βασίλισσας Βικτωρίας του βρετανικού θρόνου στον εκλεκτό της νέο βασιλιά της Ελλάδας, τον ανήλικο πρίγκιπα της Δανίας Γουλιέλμο Γεώργιο Γλίξμπουργκ της οικογένειας που παρανόμως απέκτησε και το βασιλικό κερκυραϊκό παλάτι των Άγγλων αρμοστών.
Τον γνωστό μας Γεώργιο Α’ του δανικού βασιλικού Οίκου, τα κληρονομικά δικαιώματα του οποίου, σε περίπτωση που εξέλιπε, είχε ο τσάρος της Ρωσίας και που, όλως τυχαίως υποτίθεται, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα λίγους μήνες προτού η Κέρκυρα και η Αθήνα ψηφίσουν, τυπικά, για την ένωση.
Αμφότερες οι ηγεσίες στην Κέρκυρα και στην Αθήνα στα 1863-1864 απέκρυβαν από τον λαό έγγραφες και ανομολόγητες συμφωνίες τους με την αγγλική ελίτ για την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, ακόμη και για τη δημοσιονομική πολιτική που θα ακολουθούσε το ελληνικό κράτος. Έκρυβαν εκείνες τις συμφωνίες που ο άλλοτε συνεργάτης του Ι. Καποδίστρια Σπύρος Τρικούπης, πατέρας του πρεσβευτή στο Λονδίνο εκείνη την εποχή και μετέπειτα Έλληνα πρωθυπουργού ΧαρίλαουΤρικούπη που τις αποδέχθηκε πριν παραδώσει την πρεσβεία στον Πέτρο Βράιλα-Αρμένη, δεν άργησε να ομολογήσει και ότι υπήρξαν και ότι ήταν «επαχθείς».
Ο Καρλ Μαρξ, στο άρθρο του στη «New York Daily Tribune», που δημοσιεύτηκε τις αρχές του 1859, δεν είχε λόγους να κρύβει ούτε τις ίντριγκες εις βάρος του λαού ούτε τα ανείπωτα και αποκρυπτόμενα ακόμη και σήμερα πάθη του από τους κατακτητές-προστάτες του:
«Για να μη γίνω ύποπτος υπερβολής, αναφέρω μια βρετανική εφημερίδα, την “Morning Chronicle” της 25ης Απριλίου 1850: “Φρίττουμε με τα τρομερά μέτρα αντιποίνων, που επέβαλαν τα στρατοδικεία με βάση τις οδηγίες του λόρδου ύπατου αρμοστή. Θάνατος, εξορία και σωματικές ποινές επιβλήθηκαν στους δύστυχους εγκληματίες σε μερικές περιπτώσεις δίχως δίκη και σε άλλες με την συνοπτική διαδικασία του στρατιωτικού νόμου. Έγιναν 21 θανατικές εκτελέσεις κι εκτελέστηκαν πολυάριθμες άλλες ποινές”».
Ήταν ενήμερος και ίσως είχε ενημερώσει και νωρίτερα τους αναγνώστες του για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τον αρμοστή Γουόρντ/Ουάρδο και τα στρατεύματά του κατά τις ηρωικές ένοπλες εξεγέρσεις του λαού της Κεφαλονιάς τη διετία 1848-1849.
Αν όχι ενήμερος ίσως και για την καταστολή προγενέστερων στάσεων του λαού μας στα κερκυραϊκά χωριά, είτε για τη μεγάλη και αποτυπωμένη και σε μνημείο ένοπλη αγροτική εξέγερση στη Λευκάδα «τους οχτακόσιους δεκαννηά ‘ς το μην το Σεπτέμβρι», όπως σώθηκε σε λαϊκούς στίχους, όταν οι βρετανικές δυνάμεις μετά την άγρια καταστολή πίσσωσαν άψυχα σώματα αγωνιστών και τα κρέμασαν σε περάσματα της πόλης μέσα σε σιδερένιες κλούβες!
Συνέχιζε ο Καρλ Μαρξ σ’ εκείνο το άρθρο του:
«Κι όμως, οι Βρετανοί καυχιούνται ότι χάρισαν στους κατοίκους των Ιονίων Νήσων την ευλογία ενός ελεύθερου Συντάγματος κι ότι ανέπτυξαν τον υλικό τους πλούτο σε σημείο που αποτελεί φωτεινή αντίθεση προς την άθλια οικονομική κατάσταση της κυρίως Ελλάδας. Όσο, τώρα, για το Σύνταγμα, ο λόρδος Grey δεν μπορούσε να προσπεράσει με ευπρέπεια τα Ιόνια Νησιά την στιγμή που είχε επιδοθεί στην κατασκευή Συνταγμάτων για ολόκληρη την αποικιακή αυτοκρατορία της Μεγάλης Βρετανίας· όμως απλώς τους έδωσε πίσω ό,τι η Αγγλία τούς είχε αρπάξει με απάτες χρόνια ολόκληρα».
Κονιορτοποιούσε το αφήγημα των Άγγλων και των κάθε λογής υποστηρικτών τους στην Κέρκυρα:
«Χάρη σε μια συνθήκη που σχεδίασε ο κόμης Καποδίστριας και υπογράφτηκε στα 1815 με την Ρωσία στο Παρίσι, η προστασία των Ιονίων Νήσων ανατέθηκε στην Μεγάλη Βρετανία με τον ρητό όρο ότι αυτή δεσμεύεται από το ρωσικό Σύνταγμα που δόθηκε στα νησιά το 1803. Ο πρώτος Βρετανός λόρδος ύπατος αρμοστής, ο σερ Thomas Maitland, κατάργησε αυτό το Σύνταγμα και το αντικατέστησε με ένα άλλο, που του έδινε απόλυτη εξουσία».
Ήταν ακριβώς έτσι. Ακόμη κι αν ο Άγγλος αρμοστής αναγνώριζε ως όχι και τόσο δημοκρατικό το Σύνταγμα της Επτανήσου Πολιτείας του 1803, που τελικά ούτε η Ρωσία επικύρωσε καθώς ο Τσάρος το θεώρησε πολύ φιλελεύθερο για τα δικά του μέτρα, το νέο των Βρετανών ήταν επαχθέστερο!
Εκείνο το Σύνταγμα του 1803, βλέπετε, ήταν καρπός εκδήλωσης της πάλης των τάξεων με έντονες αντιδράσεις αστών και του λαού που οδήγησαν στον σχηματισμό «Έντιμης Αντιπροσωπείας του λαού της πόλεως και της εξοχής». Το είχε εισηγηθεί ένας φωτισμένος και διαποτισμένος απ’ τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης Κεφαλονίτης νομομαθής Φραγκίσκος Τζουλάτης, του οποίου Κερκυραίος τρισέγγονος με το ίδιο όνομα, Φραγκίσκος Τζουλάτης κι αυτός, έμελλε το 1918 να εκπροσωπήσει την κερκυραϊκή σοσιαλιστική Οργάνωση στο ιδρυτικό συνέδριο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας που το 1924 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.
Για να μην γίνει πράξη ούτε εκείνο του Σύνταγμα του 1803, που θύμισε ο Καρλ Μαρξ, είχαν αφιχθεί τότε στα νησιά -γεγονός που επίσης κρύβουν οι επίσημοι ταγοί στα σημερινά Επτάνησα- πολυπληθή ρωσικά στρατεύματα, που επιτέθηκαν μάλιστα σε Κερκυραίους αγρότες εξεγερμένους εναντίον των γαιοκτημόνων δυναστών τους αντιδρώντας στη συντελούμενη από τους Ρώσους και τους Τούρκους συμμάχους τους παλινόρθωση των αριστοκρατών φεουδαρχών.
Ο Καρλ Μαρξ τις 17 Δεκεμβρίου 1858, γράφοντας στο Λονδίνο το άρθρο του για τα Ιόνια νησιά, για να καταγγείλει τη βρετανική δεσποτεία επέλεξε να εστιάσει σ’ έναν Ιόνιο ανεξάρτητο τότε από τις Μεγάλες Δυνάμεις αστό αριστοκρατικής καταγωγής, που εν ονόματι του δυτικού πολιτισμού είχε νωρίτερα στιγματίσει και τη συμπαιγνία της πώλησης της Πάργας από τους Άγγλους σε Οθωμανούς.
Στον ιστορικό Ανδρέα Μουστοξύδη που είχε αντιταχθεί σθεναρά στα νιάτα του στην αγγλοκρατία και είναι θαμμένος στην Κέρκυρα στη Μονή Πλατυτέρας -όπου κάποτε ο Σολωμός παρομοίαζε τον εαυτό του με Διονύσιο Ιερομόναχο αυτής- πάνω από το εργατικό προάστιο Μαντούκι μαζί με τον Καποδίστρια και τον επαναστάτη εναντίον των Οθωμανών Φώτο Τζαβέλλα.
Εύστοχα σημείωσε:
«Στα 1839 ο Ιππότης Μουστοξύδης, ένας Ιόνιος, γράφει σ’ ένα δικό του Pro Memoria που τυπώθηκε από την Βουλή των Κοινοτήτων στις 22 Ιουνίου 1840: “Οι Ιόνιοι δεν έχουν ούτε τα προνόμια που οι ελληνικές κοινότητες κατείχαν ακόμα και στις ημέρες της τουρκικής τυραννίας, δηλαδή να εκλέγουν τους άρχοντές τους και να ρυθμίζουν τις υποθέσεις τους, παρά υπάγονται σε αξιωματούχους διορισμένους από την αστυνομία. Τα μικρά περιθώρια δράσης που είχαν αφεθεί στα δημοτικά συμβούλια κάθε νησιού, έτσι ώστε να διαχειρίζονται τους πόρους τους, τούς αφαιρέθηκαν και, για να περιέλθουν σε μεγαλύτερη εξάρτηση, οι πόροι αυτοί αποδόθηκαν στο δημόσιο θησαυροφυλάκιο”».
Για να περάσει στη συνέχεια, με ακόμα πιο συντριπτικά στοιχεία δικά του και τρίτων στην οικονομική καταδυνάστευση των νησιών:
«Όσο για την ανάπτυξη του υλικού πλούτου, αρκεί να πούμε ότι η Αγγλία, η Αγγλία του ελεύθερου εμπορίου, δεν αισχύνεται να βασανίζει τους Ιονίους με εξαγωγικούς φόρους, ένα βάρβαρο μέσο, που φαινόταν να ‘χει πια τη θέση του μονάχα στον οικονομικό κώδικα της Τουρκίας. Η κορινθιακή σταφίδα π.χ., το κύριο προϊόν των νησιών, επιβαρύνεται με φόρο 22 και 1/2 τοις εκατό. Όπως γράφει ένας Ιόνιος: “Οι ενδιάμεσες θάλασσες, που αποτελούν, να πούμε, τη λεωφόρο των νησιών, φράζονται κατά τη μέθοδο του δοκαριού σε κάθε λιμάνι με διαμετακομιστικούς φόρους, οι οποίοι επιβαρύνουν τα παντοειδή εμπορεύματα που ανταλλάσσονται ανάμεσα στα ίδια τα νησιά”».
Γνώριζε ότι σε ορισμένα νησιά μας η οικονομική εξάρτηση από τη σταφίδα, παράλληλα με εκείνη της ελαιοκαλλιέργειας, ήταν πολύ σημαντική. Μα και ότι γινόταν πραγματική λεηλασία των τοπικών πόρων από τον αντίστοιχο του Αμερικανού «Θείου Σαμ» Βρετανό επικυρίαρχο «John Bull», ο οποίος διοχέτευε στη διεθνή κοινή γνώμη, μέσω των εκδοτών της πλατείας που φιλοξενούσε τους «Times» και άλλα έντυπα, έωλα επιχειρήματα περί δημοκρατικής εκπαίδευσης των υποτελών της αυτοκρατορίας του, σε αντιπαράθεση υποτίθεται με τη γαλλική αυτοκρατορία:
«Κι αυτά δεν είναι όλα. Στα πρώτα εικοσιπέντε χρόνια της βρετανικής διοίκησης η φορολογία αυξήθηκε τρεις φορές και οι δαπάνες πέντε. Κατόπιν έγινε κάποια μείωση, όμως στα 1850 υπήρξε έλλειμμα ίσο με το μισό της προγενέστερης συνολικής φορολογίας (…) Έτσι, οι εξαγωγικοί δασμοί για τα δικά τους τα προϊόντα, οι διαμετακομιστικοί δασμοί ανάμεσα στα διάφορα νησιά, η αύξηση της φορολογίας και η σπατάλη στις δαπάνες είναι η οικονομική ευλογία που έφερε στους Ιόνιους ο John Bull. Σύμφωνα με τον χρησμό του στο Printing-House Square, θηρεύει αποικίες μόνο και μόνο για να τις εκπαιδεύσει στις αρχές της δημόσιας ελευθερίας· αν όμως παραμείνουμε στα γεγονότα, τα Ιόνια Νησιά, το ίδιο όπως και οι Ινδίες ή η Ιρλανδία, αποδείχνουν μονάχα ότι ο John Bull, για να είναι στο εσωτερικό ελεύθερος, πρέπει να υποδουλώνει στο εξωτερικό. Έτσι, τη στιγμή αυτή, ενώ εκφράζει την ενάρετη αγανάκτησή του εναντίον του αστυνομικού συστήματος του Βοναπάρτη στο Παρίσι, το εισάγει ο ίδιος στο Δουβλίνο».
Προς απόδειξη του ισχυρισμού του για την Οικονομία στα Επτάνησα, ο Καρλ Μαρξ επεξεργάστηκε στοιχεία που συγκέντρωσε και παρέθεσε πίνακα με συγκεκριμένα στοιχεία σε λίρες Αγγλίας. Σύμφωνα με αυτά, στα Ιόνια νησιά η φορολογία και οι δαπάνες ετησίως το 1815 ήταν 68.459 και 48.500 αντιστοίχως, έναντι 108.997 και 87.420 αντιστοίχως το 1817, ενώ το 1830 είχαν ανέλθει σε 147.482 και 170.000!
Αυτό που ο ιδρυτής της κοσμοθεωρίας του επιστημονικού σοσιαλισμού άφηνε να εννοηθεί ήταν η απόλυτη αλήθεια. Τόση ήταν άλλωστε η λεηλασία που σύμφωνα με ομολογία του σερ Nugent, τρίτου κατά σειρά ύπατου αρμοστή των Εφτά Νησιών και πιο φιλελεύθερου απ’ όσους έθρεψε ο λαός μας, το 1830 είχαν δαπανηθεί 50.000 λίρες Αγγλίας για βρετανικές στρατιωτικές δαπάνες στα νησιά. Λες και ήθελε να επιβεβαιώσει προκαταβολικά τη θέση του Μαρξ ότι η ταξική κυριαρχία είναι η πηγή της καταπίεσης των λαών, αυτός ο πιο φιλελεύθερος και θαυμαστής της αρχαίας Ελλάδας αρμοστής, που ειρωνευόταν την εμμονή της κερκυραϊκής «καμαρίλας» στην ιταλική γλώσσα και τις 18 Ιανουαρίου 1833 υποδέχθηκε στην Κέρκυρα με τιμές τον ερχόμενο στην Ελλάδα νέο βασιλιά Όθωνα και τον συνόδευσε στο κερκυραϊκό χωριό Σκριπερό με τιμές και ύμνους στο δημοκρατικό πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων, δεν δίστασε το 1835 να εξαπολύσει κύμα στρατιωτικής βίας εναντίον του λαού σε νησιά μας για να καταπνίξει την απαίτησή του για περιστολή της εκμετάλλευσής του και ελεύθερες εκλογές, μεταφέροντας για φυλάκιση στην Κέρκυρα ηγέτες του, η τύχη των οποίων αγνοείται ίσαμε σήμερα!
Η Κερκυραία Μαρία Ασπιώτη μάς θύμισε το 1974 ότι Άγγλος αξιωματικός είχε τόσο πολύ απαυδήσει με τις σπατάλες των ομοεθνών του ώστε έγραψε στο Λονδίνο ότι «η Κέρκυρα συντηρεί τον Αρμοστή, η Κεφαλονιά πληρώνει το ράφτη του και η Ζάκυνθος τον αμαξοποιό του».
Μολονότι όλο και πιο πολλοί σήκωναν κεφάλι σε παλιούς και νέους αφέντες, σε γενικές γραμμές ήταν τέτοια ακόμα η θέση των απλών ανθρώπων από την καταπίεση αιώνων, που, σύμφωνα με τον υπέροχο λόγο της Μαρίας Ασπιώτη, «είχαν συνηθίσει στη φοβερή αλήθεια πως μήτε η γη τους μήτε η συνείδησή τους τούς ανήκε».
Ο Μαρξ ολοκλήρωσε το άρθρο του για τα Ιόνια νησιά αισιόδοξα, σχολιάζοντας με τόνους δημοκρατικής νίκης το αποτέλεσμα της δίκης για τα «έγγραφα της Κέρκυρας» στη βρετανική πρωτεύουσα:
«Το νομικό ενδιαφέρον της δίκης, για την οποία μιλάμε, έγκειται σ’ ένα σημείο: ο συνήγορος του Guernsey δέχθηκε την υπεξαίρεση δέκα αντιγράφων των εκθέσεων, όμως αρνήθηκε την ενοχή, επειδή ο σκοπός δεν ήταν να χρησιμοποιηθούν για ιδιωτικό σκοπό. Αν το έγκλημα της κλοπής εξαρτάται μόνο από την πρόθεση, με την οποία κανείς ιδιοποιείται παράνομα ξένη περιουσία, τότε ο ποινικός νόμος οδηγήθηκε σε αδιέξοδο από την άποψη αυτή. Οι έντιμοι πολίτες της δικαστικής έδρας ασφαλώς δεν σκόπευαν να προκαλέσουν τέτοια επανάσταση στους όρους ιδιοκτησίας, παρά ήθελαν μόνο να διαβεβαιώσουν με την ετυμηγορία τους ότι τα δημόσια έγγραφα αποτελούν ιδιοκτησία όχι της κυβέρνησης, παρά του κοινού».
Οι λαοί με τους αγώνες τους όλο και κάτι κέρδιζαν. Ο Καρλ Μαρξ αποφαινόταν, προφανώς, ότι οι Ιόνιοι, καθώς δεν έμπαιναν στην υπηρεσία ξένης Δύναμης για να κερδίσουν το δίκιο τους, άξιζαν τη θερμή υποστήριξή του. Η σκέψη του θα γύρισε ίσως και στη Φαιακία απ’ τη γνωστή του ομηρική Οδύσσεια και σε άλλες, σύγχρονες ελληνικές υποθέσεις, αν όχι και στο γεγονός ότι σε νεαρή ηλικία είχε συντάξει επιστημονική διατριβή για τις ατομικές θεωρίες του Δημόκριτου και του Επίκουρου!
Νωρίτερα, αλλά και αργότερα, σε έργα του και σε άρθρα του και σ’ επιστολές του προς τον συμπατριώτη και ομοϊδεάτη του Φρίντριχ Ένγκελς είχε διατυπώσει κι άλλες πολλές θέσεις για τη σύγχρονη Ελλάδα και τους αγώνες του λαού της για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και προκοπή, όπως και για την αρχαία Ελλάδα. Πολλές έχουν εκδοθεί εδώ και πολλές δεκαετίες στο εξωτερικό και αρκετές τις έχουν μεταφράσει στα ελληνικά ο Θανάσης Γκιούρας κι ο Παναγιώτης Κονδύλης τον οποίο κυρίως αξιοποιήσαμε, όπου θεωρήσαμε ορθότερο να κάνουμε. Το πιο δυνατό κι εύστοχο σχετικό σχόλιο του υποστηρικτή όλων των λαών δημοσιογράφου Marx, δεδομένου μάλιστα ότι ήταν Γερμανός, είναι ίσως ένα σχόλιο-μομφή όπως το διατύπωσε στην αγγλική εφημερίδα «People’s Paper» το 1853, σχετικά με την αναγόρευση του Βαυαρού ανήλικου Όθωνα σε βασιλιά της Ελλάδας το 1832 μετά τη δολοφονία του Κερκυραίου πρώτου κυβερνήτη του σύγχρονου νεοελληνικού κράτους Ιωάννη Καποδίστρια. Αφορούσε στον Άγγλο πρωθυπουργό Πάλμερστον: «Παρέδωσε τη γενέθλια γη του Περικλή και του Σοφοκλή στην ονομαστική εξουσία ενός ηλίθιου Βαυαρού νεανία».
Είτε είχε υπόψη του είτε όχι τη συμβολή του Ιωάννη Καποδίστρια ως θεμελιωτή των βάσεων της κυριαρχίας της αστικής τάξης και των προϋποθέσεων «για ν’ αναπτυχθούν οι καπιταλιστικές σχέσεις» στο σύγχρονο νεοελληνικό κράτος μετά τη νικηφόρα Επανάσταση του 1821, όπως χαρακτηριστικά επισήμανε πέρυσι για τα πεπραγμένα του η Επτανήσια πρώην Γενική Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας Αλέκα Παπαρήγα συνεκτιμώντας με μια θαυμάσια πιστεύουμε νέα ματιά τις θετικές και τις αρνητικές πλευρές της δράσης του στην εμπεριστατωμένη μελέτη της με τον τίτλο «Η περίοδος διακυβέρνησης του Ιωάννη Καποδίστρια», ο Καρλ Μαρξ του είχε επιφυλάξει τον χαρακτηρισμό «infamous» για τον ρόλο αυτό ίσως και για την απέχθειά του ίσως σε ένοπλες λαϊκές εξεγέρσεις όταν αυτές εξέφραζαν αντίθεση στη φτώχεια ή την καταπίεση εμπεριέχοντας ταξικά κοινωνικά πρόσημα.
Ο Μαρξ διακήρυξε ότι είναι ασυμφιλίωτα και ασυμβίβαστα μεταξύ τους τα συμφέροντα των εκμεταλλευτριών και των εκμεταλλευόμενων τάξεων, ενώ ο Καποδίστριας προέκρινε την προσωρινή έστω υποταγή των τελευταίων ακόμα κι όταν ο ίδιος προσέφερε ως υποθήκη για τη διασφάλιση της νίκης της Επανάστασης περιουσιακά στοιχεία του στην Κέρκυρα. Ακόμα κι όταν η νικήτρια αστική τάξη της Επανάστασης τον εμπόδιζε να διανείμει κτήματα στους ακτήμονες χωρικούς για να τα οικειοποιηθεί η ίδια. Ακόμα κι όταν εκείνος ως κυβερνήτης της νέας Ελλάδας συμβιβαζόταν με ζωή «με μέλι και ακρίδες» όπως τόσο ωραία τον περιέγραψε ο Ζακύνθιος Γεώργιος Τερτσέτης το 1841. Ακόμα κι όταν περιγελούσαν σχεδόν τη φωτισμένη θέση του ότι δεν έπρεπε να αντικατασταθεί «το τουρκικόν σαρίκι με πίλον ευρωπαϊκό» κι έδινε και τη ζωή του για όσα θεωρούσε ορθά κι ωφέλιμα, ενώ η αστική τάξη, ως νέα κυρίαρχη δύναμη στη χώρα, με ξένους συμμάχους, μετατρεπόταν οριστικά σε τροχοπέδη της κοινωνικής προόδου.
Ο Καρλ Μαρξ διακήρυσσε ότι οι λαοί με τις κινητοποιήσεις κι επαναστάσεις τους θα φέρουν την πρόοδο και την επικράτηση των εκμεταλλευόμενων με τη θεμελίωση δικού τους διαμετρικά αντίθετου εργατικού-λαϊκού κράτους, ενώ ο Ιωάννης Καποδίστριας, εμφορούμενος από τις πολύ πιο συντηρητικές αντιλήψεις του, το 1830 δεν είχε διστάσει να καταδικάσει και να παρομοιάσει με επικίνδυνο για την Ελλάδα μεταδοτικό δηλητήριο την τριήμερη αστική Ιουλιανή Επανάσταση στη Γαλλία, στην οποία εργάτες και μικροβιοτέχνες είχαν πάρει μέρος με όπλα. Όπως θα έκανε σαράντα χρόνια αργότερα και ο υπέρμαχος του ωριμότερου πια άδικου ελληνικού καπιταλιστικού κράτους και άλλοτε Ριζοσπάστης αφυδατωμένος από κοινωνικά αιτήματα Ζακύνθιος πρόεδρος της ελληνικής Βουλής Κωνσταντίνος Λομβάρδος, καταδικάζοντας το 1871 τη γνωστή ως «Παρισινή Κομμούνα» τόσο δίκαιη εξέγερση των εργατών και των άλλων εκμεταλλευόμενων φτωχών λαϊκών στρωμάτων στη Γαλλία.
Ενώ στα Επτάνησα είχαν στερηθεί ακόμη και την οικογενειακή περιουσία τους από τους Βρετανούς κυρίαρχους όσοι με λόγια και με έργα και με τη ζωή τους είχαν υποστηρίξει την Επανάσταση του 1821, «ακόμα και το θείο δικαίωμα του Μεγάλου Τούρκου να κρεμάει και να κομματιάζει τους Έλληνες υπηκόους του υποστήριξε ένα διάστημα η Ιερή Συμμαχία· αλλά η περίπτωση αυτή ήταν πολύ χτυπητή και οι Έλληνες πήραν την άδεια να ξεγλιστρήσουν από τον τουρκικό ζυγό», είχε σημειώσει το 1846 ο φίλος του Μαρξ, Φρίντριχ Ένγκελς. Ο ίδιος που σε άλλο κείμενό του αργότερα εξήγησε ότι οι Έλληνες «ήταν εμπορικός λαός» και το εμπόριό τους «είχε γίνει κιόλας τόσο σημαντικό, ώστε δεν μπορούσε πια να σηκώσει την τουρκική κυριαρχία», που «ασυμβίβαστη με την καπιταλιστική κοινωνία» εμπόδιζε την ανάπτυξη.
Ποιος να ξέρει αν εκείνο το άρθρο του Μαρξ στην αμερικανική «New York Daily Tribune» για τα Επτάνησα, αν όχι και το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» του, είχε φτάσει κι είχε διαβαστεί και σχολιαστεί τότε στην Κέρκυρα και στ’ άλλα νησιά μας, όπου είναι γνωστό ότι έφταναν γρήγορα τα καλά νέα!
Θαρρείς πως ναι, τουλάχιστον για το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» του, διαβάζοντας μια επιστολή γραμμένη στην Κέρκυρα τις 28 Απριλίου 1860 από έναν σπουδαίο λόγιο μεγαλωμένο από εννιά χρονών στην πόλη του νησιού.
Ο Νικόλαος Κονεμένος, απευθυνόμενος στον λόγιο Ανδρέα Λασκαράτο στην Κεφαλονιά για τον επτανησιακό Ριζοσπαστισμό και τον συμπολίτη του πρωτοπόρο των Επτανησίων Ριζοσπαστών Ιωσήφ Μομφερράτο, τι λέτε να του έγραψε τότε:
«Κορφοί», 28 Απριλίου 1960. «Ο Μομφερράτος δεν θέλει την Ένωσι παρά ως ένα μέσον για να μπορέση να εφαρμόση ταις φιλανθρωπικαίς αρχαίς του· ο Μομφερράτος, καθώς ηξεύρεις, είναι κοινωνιστής, και άλλο δεν ζητεί παρά την πρόοδο και την ανάπτυξι της κοινωνίας, πρόοδο και ανάπτυξι υλική και διανοητική, ακατάπαυτη, για να μπορέση αγάλια ‘γάλια η κοινωνία να φτάση εις ένα σημείον πολιτισμού το οποίο είναι το non plus ultra και να διοργανισθή διαφορετικά βάνωντας εις ενέργεια ένα σύστημα γενικής και τελείας ισότητος και ελευθερίας μεταξύ όλων των πολιτών (…) Το Δημοκρατικό του πολίτευμα άλλο δεν είναι παρά ένα πρώτο σκαλί το οποίον θα μας φέρει εις ένα δεύτερο, εις ένα τρίτο και καθεξής όσο που να φθάσομε εις την επιθυμητήν ισότητα, εις τον κομμουνισμό (…) Η λέξις λοιπόν Ριζοσπάστης είναι συνώνυμη με το προοδευτικός ή, ανή θέλεις, και με το communiste, καθώς παρμένη η λέξις εις το καθαυτό νόημά της, κάνει ώστε κ’ εγώ νάμαι ριζοσπάστης, και συ ριζοσπάστης, και εν γένει κάθε άνθρωπος ο οποίος επιθυμεί την παντοτεινή και απεριόριστη πρόοδο και ανάπτυξι της κοινωνίας».
Τις 28 Απριλίου 1860!
Σωστά διαβάσατε και καταλάβατε φίλες και φίλοι. Είναι τοτινή επιστολή του Νικόλαου Κονεμένου από την Κέρκυρα, σωσμένη σε αρχεία του συνεργάτη και του «Δελτίου» της Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας σπουδαίου Κεφαλονίτη ιστορικού ερευνητή Γιώργου Αλισανδράτου στο Μουσείο Μπενάκη και αλλού.
Είναι η πρώτη στον ελληνικό χώρο γνωστή ευμενής κριτική των κομμουνιστικών ιδεών, αν και χωρίς ονομαστική αναφορά στον Μαρξ ή τον Ένγκελς.
Με σημείο αναφοράς τις θέσεις του πιο προοδευτικού Επτανήσιου Ριζοσπάστη πολιτικού της εποχής του.
Εκείνες που διακήρυσσε ο Κεφαλονίτης αγωνιστής και εξόριστος επί επτά σχεδόν χρόνια στα κερκυραϊκά Διαπόντια νησιά Ερείκουσα και Οθωνοί Ιωσήφ Μομφερράτος, που επιστρέφοντας ενδιάμεσα από την εξορία στην πόλη της Κέρκυρας για να πάρει μέρος στην Ιόνιο Βουλή είχε γίνει δεκτός με ζητωκραυγές από χιλιάδες λαού.
Πράγματι σαν «ανάκουστος κιλαϊδισμός» φαίνεται ν’ ακούστηκε τότε στην Κέρκυρα και στα Επτάνησα το επαναστατικό πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο σάλπισμα για μια μελλοντική σοσιαλιστική – κομμουνιστική δημοκρατία, στη θέση της αστικής.
Όσο κι αν ο Κερκυραίος φιλόσοφος και μεγαλέμπορος επικεφαλής του Μεταρρυθμιστικού κόμματος Πέτρος Βράιλας-Αρμένης πάσχιζε να εξιλεώσει και να εξυψώσει το εξαπλωνόμενο άδικο καπιταλιστικό σύστημα και την ψευδεπίγραφη οικονομική ελευθερία του, από το 1860, αν όχι νωρίτερα, έπαυσε το μονοπώλιο των ιδεών της αστικής κεφαλαιοκρατικής δημοκρατίας και κοινωνίας στα Επτάνησα -και όχι μόνον!
Είπε ίσως με άλλα λόγια τότε, εκείνος ο τόσο φωτισμένος λόγιος Νικόλαος Κονεμένος -που πρωτοπόρησε στον γλωσσικό δημοτικισμό και είχε φέρει στο φως κι ανέκδοτο ποίημα του Σολωμού- αυτό που λίγες δεκαετίες έμελλε να πει τόσο ωραία ο Κερκυραίος επαναστάτης σοσιαλιστής λογοτέχνης Κωνσταντίνος Θεοτόκης: «Οι σοσιαλιστικές ιδέες μού εξεσκέπασαν έναν καινούριο κόσμο, απέραντο, που δεν τον εφανταζόμουν».
Αν υποθέτετε ότι είχε μόνο τοπική απήχηση Κονεμένος, που έζησε αρκετά και στην Πάτρα, συγγνώμη αλλά λάθος!
Στον θάνατό του το 1907 τον ξεπροβόδισε νοερά ο ποιητής εκείνος που για το δικό του ποιητικό έργο τρεις δεκαετίες αργότερα έμελλε να συντάξει μελέτη μέσα στις αγγλικές φυλακές της Κέρκυρας -που εκδόθηκε το 1945 με τον τίτλο «Ο αληθινός Παλαμάς- ο φυλακισμένος σ’ αυτές επικεφαλής του κόμματος των Ελλήνων κομμουνιστών Νίκος Ζαχαριάδης.
Ναι, ο Κωστής Παλαμάς!
Αυτός που πρώτος εκήρυξε το μεγαλείο του Σολωμού στην Αθήνα και λίγα χρόνια αργότερα εσύχναζε σε κερκυραϊκό αποκαλούμενο «Σοσιαλιστικό Καφενείο» της Αθήνας με τ’ όνομα «Μαύρος Γάτος», αγαπητό και στον Κώστα Βάρναλη και στον Άρη Βελουχιώτη και φτιαγμένο απ’ την οικογένεια του πρωτοπόρου κατά τον Γιάννη Κορδάτο λογοτέχνη Γεράσιμου Σπαταλά απ’ το κερκυραϊκό χωριό Σιναράδες, έγραψε τότες ετούτα για το καθολικό έργο του πρωτοπόρου διανοητή Νικόλαου Κονεμένου τα προφητικά λόγια, σε αφιερωμένη όλη στη μνήμη του πρώτη σελίδα του πρωτοποριακού αθηναϊκού περιοδικού «Νουμάς», αποχαιρετώντας τον:
«Αν είστε δέκα σήμερα, θα είστε αύριο είκοσι, μεθαύριο εκατό· και μια μέρα θα γίνετε λαός. Να η πλερωμή μας να και η δόξα μας. Εμείς δε ζούμε με το σήμερα και το αύριο. Ζούμε με την αιωνιότητα. Και τι κι αν περιγελαστήκαμε, τι κι αν βριστήκαμε, τι κι αν πεινάσαμε, και τι κι αν χτικιάσαμε και τι σαν μας πετάξανε σαν τα σκυλιά, και τι κι αν κανένα σημάδι δεν δείχνει το χώμα που μας έθαψε, εκεί που τα κορμιά των τοκογλύφων δέχονται μνημεία που μόνο για τους Αλέξαντρους ταιριάζουν; Μας μένει εμάς το έργο μας. Αυτό είναι η ζωή μας κι αυτό και το μνήμα μας». Για τον Παλαμά ο Κονεμένος, που οι ρηξικέλευθες ιδέες του άρχισαν τότε να κυκλοφορούν σαν χελιδόνια και στην Αθήνα, ήταν ένας «πρόδρομος μεγαλοφυής».
Αναπόφευκτος ένας ταιριαστός νομίζουμε συνειρμός φίλες και φίλοι!
Με κάποια πολύ κατοπινά λόγια ενός όχι μόνο προοδευτικού και φωτισμένου ανθρώπου όσο ο Κωστής Παλαμάς, αλλά του Κερκυραίου κομμουνιστή-ήρωα Σπύρου Καλοδίκη του δολοφονημένου το 1947, που ύμνησε μεταξύ άλλων ο Κεφαλονίτης κορυφαίος Επτανήσιος δημοσιογράφος του σύγχρονου «Ριζοσπάστη» και πρόεδρος των Αντιστασιακών συναδέλφων του Νίκος Καραντηνός. Τον είχε γνωρίσει ΕΠΟΝίτης τον Καλοδίκη και κάποια μοναδικά σε μεγαλείο λόγια του λες κι ανήκαν στον Μαρξ ή στον Λένιν τα θυμόταν και σε εκδήλωση στην Κέρκυρα προς τιμήν αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης το 2000:
«Ο κομμουνιστής, ο αγωνιστής, ζει, δουλεύει, παλεύει σαν να είναι να ζήσει χίλια χρόνια και είναι έτοιμος να πεθάνει κάθε στιγμή».
Βάδισαν αρκετοί Επτανήσιοι λίγο-πολύ στον δρόμο των ιδεών του Κονεμένου, η επιρροή του οποίου είναι ίσως ανεκτίμητη ακόμα!
Σ’ αυτόν θα βάδιζε κατά κάποιον τρόπο, πέρα από την Κέρκυρα, ένας Λευκάδιος μεγάλος ποιητής.
Που έμελλε να λάμψει ως μέλος του ΕΑΜ την περίοδο της φασιστικής Κατοχής με επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών τον καταγόμενο απ’ την Κεφαλονιά φίλο του Νίκο Καββαδία και επικεφαλής της ενταγμένης άτυπα στο ΕΑΜ Ένωσης Επτανησίων της Αθήνας τον φίλο του Ζακύνθιο Γρηγόριο Ξενόπουλο και μέλος μαχητικό της ΕΠΟΝ τον γνωστό του Κερκυραίο λογοτέχνη Σπύρο Πλασκοβίτη, κορυφαίο Κερκυραίο μεταπολεμικό συγγραφέα. Πράγματι, φίλες και φίλοι, στενός συγγενής του Κονεμένου ήταν ο Άγγελος Σικελιανός.
Εκείνος που μας το είπε τόσο ηχηρά: «Δεν είναι χίμαιρα να καβαλάς το όνειρο»!
Στα χρόνια και τις δεκαετίες μετ’ από ‘κείνο το φωτισμένο άρθρο του Καρλ Μαρξ για τους Ιόνιους στην εφημερίδα της Νέας Υόρκης οι ριζοσπαστικές θέσεις του πρώτου ελληνικού «Ριζοσπάστη» κι εκείνες των πρωτοπόρων Επτανησίων πολιτικών επιγόνων των καλύτερων Ριζοσπαστών της περιόδου της αγγλοκρατίας στα Επτάνησα «μπολιάζονταν» όλο και περσότερο απ’ τις μαρξιστικές ιδέες και το αποτέλεσμα ήταν όλο και πιο ώριμοι βλαστοί. Σαν αηδονολαλήματα-αναγγελίες για χαρούμενα γεννητούρια μιας πολύχρονης γέννας. Σαν σολωμικοί ανάκουστοι κιλαϊδισμοί.
Γι’ αυτό που σε όλη την Ελλάδα, καθώς αναδυόταν πια όλο και πιο δυναμικά ως νέα τάξη-πρωταγωνιστής της οικονομικής εξέλιξης η εργατική τάξη, ωρίμαζε αργά και βασανιστικά!
Γι’ αυτό που αναπότρεπτα ερχόταν και θα γινόταν πράξη, οριστικά, το 1918!
Οι θέσεις οι ουτοπικές έστω του Νικόλαου Κονεμένου, που δεν θ’ αργούσε να συντάξει έργα του για τη μεγάλη ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία ως ρίζα όλων των δεινών του λαού, εσήμαναν την αρχή του τέλους της αστικής φιλοσοφικής μονοκρατορίας στα Επτάνησα -και όχι μόνο!
Ο στενός φίλος της Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Ο καλύτερος ίσως της επόμενης γενιάς των Επτανησίων πρωτοπόρων διανοητών, που ήταν γνώστης του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» και των γενικότερων ιδεών του Καρλ Μαρξ και τον έβαλε ονομαστικά στο έργο του «Σκλάβοι στα δεσμά τους» και -να το νέο στοιχείο- ομιλητής σε συγκεντρώσεις Κερκυραίων εργατών που «σήκωναν κεφάλι», ήθελε να εκδώσει το σύνολο του έργου του Κονεμένου.
Προωθούσε τη σύζευξη με το σοσιαλιστικό κίνημα του κινήματος για την επικράτηση και την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας, για την ενίσχυση του οποίου το 1905 στο κερκυραϊκό χωριό Κορακιάνα είχε οργανωθεί σύσκεψη διανοουμένων με συμμετοχή, μεταξύ άλλων, της Κερκυραίας λόγιας Ειρήνης Δενδρινού, του χαράκτη Μάρκου Ζαβιτζιάνου, του ποιητή Λορέντζου Μαβίλη που έξι χρόνια αργότερα θα μιλούσε για το γλωσσικό ζήτημα σε εργατική εκδήλωση στον Βόλο μπροστά από εικόνες του Σολωμού και του Μαρξ και δεν θα δίσταζε να πει στη Βουλή ότι υπάρχουν «χυδαίοι άνθρωποι» και όχι χυδαία γλώσσα, αλλά και του λογοτέχνη Αλέξανδρου Πάλλη απ’ την Αθήνα, ενώ δεν είχαν μπορέσει να παραστούν ο Κωστής Παλαμάς και ο Γιάννης Ψυχάρης.
Ήθελε να εκδώσει μαζί με το σύνολο του έργου του και μια μελέτη του το 1901 με τίτλο «Διαθήκη», όπου ο Κονεμένος με έξοχο πνεύμα, ώστε να συζητηθούν πολύ οι ιδέες του, πρότεινε να φροντίσουν ώστε στο κερκυραϊκό νησάκι Βίδο ή σε άλλη μεγαλύτερη έκταση να «εφαρμοστεί, εκεί, το σχέδιο αυτό της συστάσεως μιας νέας μικρής κομμουνιστικής ή σοσιαλιστικής κοινωνίας μες στη μέση και στο πείσμα της σκουριασμένης της παλαιάς»!
Ερχόταν!
Το νέο κόμμα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της!
Η πολύ σημαντική κερκυραϊκή κι η ευρύτερη επτανησιακή συνεισφορά στην τόσο φωτεινή αυτή ελληνική κοινωνικοπολιτική εξέλιξη των ταραγμένων πρώτων ελληνικών δεκαετιών του εικοστού αιώνα θα ήταν ωστόσο πολύ πιο φειδωλή ή μεταχρονολογημένη ίσως, αν δεν μεσολαβούσαν καταλυτικά δύο πρόσωπα που σκόρπισαν πολύ τα θολά νέφη των διαφορετικών και συγκεχυμένων ίσαμε τότε απόψεων για τον σοσιαλισμό και τους δημιουργούς του!
Δεν ήταν μόνο πρωτοπόρος απ’ τους πιο πρωτοπόρους χαράκτες στην Ελλάδα ο σοσιαλιστής Μάρκος Ζαβιτζιάνος. Ήταν εκείνος που έσκυψε χαμηλά στα χαμηλά κοινωνικά πατώματα όπως ο Καρλ Μαρξ κι ο Νικόλαος Κονεμένος κι ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης για να διακηρύξει και στην Κέρκυρα και στην Αθήνα όσο πιο δυνατά μπορούσε ότι οι νέες σοσιαλιστικές οργανώσεις στην Κέρκυρα και στ’ άλλα Επτάνησα και παντού δεν έπρεπε να μοιάζουν με φιλολογικές λέσχες μόνο παραγωγικής μελέτης κι ανταλλαγής απόψεων για τον Μαρξ και το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» ή τον Γεώργιο Σκληρό και το δικό του πρωτοποριακό ελληνικό «Κοινωνικό Ζήτημα».
Απ’ το περιοδικό «Νουμάς», που ο Παλαμάς τόσο δυνατά είχε αποχαιρετήσει τον Κονεμένο, ετούτος το 1907 και το 1908 άλλο τόσο δυνατά διακήρυξε τα πιο βασικά καθήκοντα των σοσιαλιστών:
Πρώτο: «Εμείς πρέπει να κουνήσουμε πλήθια εμπρός», φώναξε!
Δεύτερο: «Οι ταπεινοί θα σταθούν η βάση στα μελλούμενα, όπως στάθηκαν η μοναχή βάση στα περασμένα», ξεκαθάρισε!
Φίλος ήταν και συνεργάτης του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, του «Ντίνου Θεοτόκη» όπως αποκαλούσαν τον πρωτοπόρο λογοτέχνη εκατοντάδες εργάτες της Κέρκυρας σε συγκεντρώσεις τους με τον ίδιο ομιλητή.
Αλλά κι αυτά δεν θα ‘ταν ίσως αρκετά αν η Κέρκυρα έμενε μακριά απ’ τη σκέψη του μεγαλύτερου μαρξιστή του εικοστού αιώνα Ρώσου επαναστάτη Λένιν. Ήρθαν, κατά έναν τρόπο, όσο πιο κοντά γινόταν!
Αν ο Καρλ Μαρξ επικοινώνησε νοερά με τους Κερκυραίους και τους άλλους Επτανήσιους πρωτοπόρους αγωνιστές του καιρού του, ο Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν είχε συναντήσει πρόσωπο με πρόσωπο έναν Κερκυραίο επαναστάτη!
Ο Στέφανος Γισδάκης δεν ήταν μόνο γιατρός που ακολουθώντας μια μακραίωνη επτανησιακή παράδοση τιμημένη κι απ’ τον Ιωάννη Καποδίστρια θεράπευε δωρεάν ανθρώπους με άδειες τσέπες, όπως λίγες δεκαετίες μετά απ’ αυτόν κι ο κομμουνιστής δημιουργός του ΕΑΜ της Κέρκυρας Σπύρος Γλυκιώτης κι ο αριστερός σοσιαλιστής Γραμματέας του ΕΑΜ της Κέρκυρας Ερωτόκριτος Μωραΐτης κι αργότερ’ από ‘κείνους ακόμα περσότερο ίσως ο βουλευτής του κόμματος των Ελλήνων κομμουνιστών στην Κέρκυρα Μπάμπης Χαραλάμπους κι άλλοι!
Φώτιζε πρωτοποριακά τον νου κιόλας, όσο λίγοι τότε στην Ελλάδα!
Νεκρολογία του το 1922 στον «Ριζοσπάστη» κάνει σαφές ότι δύσκολα θα βρει κανείς στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κι επαναστατικού κινήματος του καιρού του πολλούς άλλους τόσο φωτισμένους, ικανούς, μαχητικούς, αληθινούς σοσιαλιστές.
Στο κερκυραϊκό χωριό Σπαρτίλας, στις υπώρειες του βουνού Παντοκράτορας, ζούσε. Διακήρυσσε ότι παντοκράτορας είναι ο λαός. Τον χτίκιασαν στις φυλακίσεις, στις κακουχίες στις φυλακές της αγγλοκρατίας που ο Μαρξ στηλίτευε, τα κρατικά όργανα. Φυματικός πέθανε, γιατρός αυτός. Γυρίζοντας το 1915 από διεθνή σοσιαλιστική συνδιάσκεψη στην Ελβετία, όπου είχε λάβει μέρος ως παρατηρητής κι είχε συναντήσει τον Λένιν, όπως και το 1916, έλεγε ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερος επαναστάτης από εκείνον και μόνο οι μαρξιστικές νέες θέσεις εκείνου είναι ικανές να οδηγήσουν στη φωτεινή κοινωνία.
Με το κύρος του βοήθησε τη διχαζόμενη από ιδεολογικές τριβές σοσιαλιστική οργάνωση της Κέρκυρας να επιλέξει τον ριζοσπαστικό, τον επαναστατικό δρόμο, υπέρ της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία. «Αυτός που βρίσκεται επικεφαλής της Επανάστασης είναι ο πιο γνήσιος, ο πιο αυθεντικός επαναστάτης», έλεγε. Ίσως γνώριζε και τη θέση του Λένιν ότι μπορεί επί δεκαετίες να μη συμβαίνει τίποτε υποτίθεται, μα σε λίγες εβδομάδες να συμβούν δεκαετίες!
Ο Στέφανος Γισδάκης, όπως αδίστακτα είπε το 1986 φειδωλός σε τέτοιες κρίσεις γνώριμός του με δράση σε όλη τη χώρα αλλά τραβηγμένος από νωρίς στο περιθώριο των λαϊκών αγώνων, μπορεί να ήταν, από πολύ νωρίς, ο μεγαλύτερος επαναστάτης μαρξιστής-λενινιστής στην Ελλάδα του καιρού του.
Κάπως έτσι το 1912, καταμεσής του Αυγούστου, εκυκλοφόρησε στην Κέρκυρα η πρώτη εφημερίδα στον ελληνικό χώρο που κάτω απ’ τον μοναδικό τίτλο της «Σοσιαλιστική Δημοκρατία» έφερε μαζί το όνομα Καρλ Μαρξ και, παρά τις όποιες ακόμη ιδεολογικές συγχύσεις των συντακτών της, το μεγάλο σύνθημα του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» του Μαρξ και του Ένγκελς: «Εργάτες όλου του Κόσμου Ενωθήτε»!
Στο νησί με τα πολλά μεγάλα ξενοδοχεία σήμερα και πάμπολλα εργοστάσια τότε. Στην τότε πόλη-θερινό ανάκτορο του Έλληνα βασιλιά, του Γερμανού αυτοκράτορα, κάθε λογής πριγκίπων ευρωπαϊκών Αυλών και του βρετανικού Στέμματος εγκατεστημένων σε πολυτελείς βίλες και στο παλιό βρετανικό-ελληνικό ανάκτορο του Μον Ρεπό όπου έμελλε το 1921 να γεννηθεί κιόλας ο Δούκας του Εδιμβούργου Φίλιππος που ένωσε την πορεία του μ’ αυτή της βασίλισσας της Μεγάλης Βρετανίας Ελισάβετ. Εκεί, λοιπόν, η κερκυραϊκή «Σοσιαλιστική Δημοκρατία», με υπεύθυνο έκδοσης δίκην διευθυντή της τον εργάτη και πωλητή καπνού Τίτο Ρέγγη, έγραφε για το είδος του ελληνικού κράτους και της ελληνικής δημοκρατίας και του κράτους σε κάθε χώρα που ζητούσαν κι επιθυμούσαν οι σοσιαλιστές της Κέρκυρας:
«Κράτος όμως όχι σαν το σημερινό, που είναι αντιπρόσωπος της πλουτοκρατίας, αλλά κράτος εργατικό. Κράτος που δεν θα υποστηρίζει εκμετάλλευση καμία, αφού εκμετάλλευση δεν θα υπάρχει. Κράτος που θα έχει πολίτες εργάτες και εργάτριες και οργάνωση Δημοκρατική. Αληθινά δημοκρατική και όχι σαν τις σημερινές Δημοκρατίες. Διαχειριστές θα είναι με τη σειρά τους όλοι οι πολίτες… Έτσι η συνολική ιδιοκτησία και δημοκρατική οργάνωση και διαχείριση αυτής θα είναι η νέα πολιτική και οικονομική μορφή της κοινωνίας».
Στο νησί-επίκεντρο της Επτανήσου που κοιτώντας το στον χάρτη λες είναι δρεπάνι άρχισε να δείχνει τη δύναμή του το εργατικό σφυρί!
Ένα περήφανο σφυροδρέπανο άρχιζε αμυδρά να πλανάται πάνω απ’ τον ουρανό της Κέρκυρας, πάνω απ’ τον ουρανό της Επτανήσου!
Κάπως έτσι το 1918 στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ/ΚΚΕ, πρώτος Γραμματέας του οποίου αναδείχτηκε στη συνέχεια ο Κεφαλονίτης αγωνιστής Νίκος Δημητράτος, οι αρκετοί Επτανήσιοι σύνεδροι βρέθηκαν να τάσσονται στη μεγάλη τους πλειονότητα μ’ εκείνο το είδος κράτους και τον ελπιδοφόρο αγωνιστικό, ανυπότακτο κι επαναστατικό μαρξιστικό και λενινιστικό δρόμο, λέγοντας περίπου ότι ο μόνος δρόμος είναι ο δρόμος.
Κάπως έτσι ο Κερκυραίος αντιπρόσωπος Φραγκίσκος Τζουλάτης, γαλουχημένος με τις καλύτερες παραδόσεις των πρώτων Επτανήσιων Ριζοσπαστών εμβαπτισμένες στη νέα κοσμοθεωρία της καπιταλιστικής φάσης της Ιστορίας, βρέθηκε να θέτει το κορυφαίο μαρξιστικό δίλημμα «αστική δημοκρατία ή σοσιαλιστική δημοκρατία» ως μόνο δίλημμα, απορρίπτοντας συμπτώσεις με τις διάφορες παραλλαγές των κάθε λογής αστικών -και γι’ αυτό λίγο ή πολύ ψευδεπίγραφα ριζοσπαστικών είτε φέρουν τέτοιο όνομα είτε όχι- πολιτικών δυνάμεων.
Και λες και κάποιοι ανταπέδιδαν κιόλας στον Καρλ Μαρξ!
Να τι ακριβώς ανταπέδιδαν, προτιμώντας τα δικά του ιδεολογικά όπλα παρά τα δήθεν σοσιαλιστικά άλλων θεωρητικών αδιέξοδων δρόμων, με ζέση σαν αντίδωρο κιόλας για εκείνο το συναγωνιστικό του βλέμμα στην Κέρκυρα και τ’ άλλα Ιόνια νησιά το 1859:
Ένας Κερκυραίος και Λευκάδιος μαζί, ο πρώτος το 1915 μαζί μ’ έναν ακόμη Σαλονικιό συναγωνιστή του Έλληνας κομμουνιστής βουλευτής και θιασώτης του έργου του Νικόλαου Κονεμένου, Αριστοτέλης Σίδερις!
Αυτός ήταν το 1919, όσες επιμέρους διαχειριστικές θέσεις κι αν είχε ασπαστεί σε κάποια φάση -θεωρώντας μάταια ότι το νέο Κόμμα θα μπορούσε και με διαφορετική ανεκτική από το κεφάλαιο γραμμή πλεύσης ν’ ανταποκριθεί πραγματικά στα γνήσια συμφέροντα των εργαζομένων και το 1922 φυλακίστηκε γι’ αυτά- που προλόγισε θαυμάσια στην Αθήνα την τοτινή πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση και έκδοση του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου». Επρόκειτο για κομματική έκδοση από το «Εκδοτικό Τμήμα των Νεολαιών» του ΣΕΚΕ/ΚΚΕ, επιμελημένη από τη Νεολαία του. Η αρκετά προγενέστερη πρώτη ιστορική μετάφραση και έκδοση του έργου το 1908 από τον συνδεδεμένο με φιλικούς δεσμούς με τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη πρωτοπόρο διανοούμενο Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, όπως εξηγούσε, ήταν ελλιπής λόγω παράλειψης τμημάτων του και μάλλον όχι στην πιο επιθυμητή για τη διάδοσή του γλώσσα. Επίσης, έννοιες που είχαν αποδοθεί ως μεταρρύθμιση αντιστοιχούσαν σε ανατροπή.
Ο ίδιος ήταν και που το 1922, όταν αποφυλακίστηκε, εκλαΐκευσε για πρώτη φορά στα ελληνικά με άρθρα στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» έναν βασικό κορμό της κοσμοθεωρίας του Καρλ Μαρξ και το 1925 εξέδωσε το έργο «Ιστορικός υλισμός» με τη μαρξιστική αντίληψη της Ιστορίας και την πρόβλεψη ότι είναι αναπόφευκτη η οριστική αντικατάσταση του καπιταλιστικού συστήματος, όσα «παιχνίδια» κι αν παίξει η Ιστορία, από το σοσιαλιστικό – κομμουνιστικό σύστημα.
Ο σοσιαλισμός «επέρασε με τον Καρλ Μαρξ από την ουτοπίαν εις την επιστήμη» κι έτσι θα μπορέσει να περάσει «από την επιστήμη στην πράξη χτίζοντας τον νέο κόσμο», σημείωνε εισαγωγικά. Ο μαρξισμός, εξηγούσε, δεν είναι μόνο φιλοσοφία «επί της οικονομικής δράσεως της κοινωνίας», αλλά «είνε και πολιτική, η πολιτική που επιβάλλουν εις το Προλεταριάτο τα συμπεράσματα της οικονομολογικής και της φιλοσοφικής ανάλυσης των κοινωνικών γεγονότων». Με εντυπωσιακή ανάλυση για τον πιο απλό εργαζόμενο περνούσε απ’ τη φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων στη σύγχρονη ευρωπαϊκή και διεθνή και στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» και στο «Κεφάλαιο» του Μαρξ διατρέχοντας τα στάδια ανάπτυξης των κοινωνιών, για να τονίσει μεταξύ άλλων ότι «η ιστορία της κοινωνίας είνε ιστορία πάλης τάξεων», «κάθε αγών τάξεων είνε πολιτικός αγών», «το κράτος είνε επιτροπή διαχειριζόμενη τα κοινά των αστών», «η πλουτοκρατία αγωνίζεται πρώτα κατά της αριστοκρατίας, έπειτα μεταξύ της και μεταξύ των πλουτοκρατών των άλλων χωρών και εις τους αγώνας αυτούς ζητεί την βοήθειαν και την συνεργασίαν του προλεταριάτου, σύροντάς το έτσι στους πολιτικούς αγώνας, την πολιτική ζωή και δημιουργώντας έτσι τα μέσα εκείνα της μορφώσεως και συνειδήσεως, που γίνονται όπλα εναντίον της, δημιουργώντας τον επαναστατικό ρόλο του προλεταριάτου», έστω χωρίς ταυτόχρονη ανατροπή της ιδεολογικής κυριαρχίας της.
Εκδήλωση της πάλης τάξεων δεν ήταν άλλωστε και ο τόσο καλά σωσμένος απ’ τον Θουκυδίδη πιο σκληρός «εμφύλιος» πόλεμος ανάμεσα στους Δημοκρατικούς και τους Ολιγαρχικούς της Κέρκυρας απ’ όλους τους «εμφύλιους» πολέμους που είχαν καταγραφεί στα σημερινά ελληνικά εδάφη κατά την αρχαιότητα;
Θαρρείς σαν να ανταπέδιδαν κι εκείνοι κάτι στον Καρλ Μαρξ προς την ίδια κατεύθυνση έδρασαν τότε στην Αθήνα και δύο άλλοι αγωνιστές με πολλούς οικογενειακούς δεσμούς με την Κέρκυρα, σύμφωνα με όλες τις διαθέσιμες πηγές, πρωτοπόροι σοσιαλιστές της εποχής: οι γιοι του τσαγκάρη αγωνιστή με διεθνιστική δράση στην Αίγυπτο ως πρωταγωνιστή γύρω στα 1910 μαζί με άλλους Κερκυραίους σε απεργιακές δράσεις εργατικών σωματείων και στην κυκλοφορία σοσιαλιστικών επαναστατικών εντύπων εκεί -και μετέπειτα συνδικαλιστή ηγέτη των εργατών υποδηματοποιίας της Αθήνας- Νίκου Δούμα, που τον Σεπτέμβριο του 1912 είχε δημοσιεύσει στη «Σοσιαλιστική Δημοκρατία» της Κέρκυρας κείμενο για την Πρόοδο και την Επανάσταση, ενώ νωρίτερα είχε πρωταγωνιστήσει στο Κάιρο στη δημιουργία Σοσιαλιστικού Κέντρου και είχε εκδώσει βιβλία.
Για τους αδελφούς Αντώνη Δούμα και Γιώργο Δούμα ο λόγος. Μετέφρασαν έργα όχι μόνο του Μαρξ, αλλά και του Λένιν!
Ο Αντώνης Δούμας ήταν ο μεταφραστής εκείνης της πρώτης ολοκληρωμένης έκδοσης του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» το 1919, που προλόγισε ο Αριστοτέλης Σίδερις. Αυτή επανεκδόθηκε από το νέο Κόμμα το 1921. Σύμφωνα με τη μετάφρασή του, «ένα φάντασμα τριγυρίζει στην Ευρώπη, το φάντασμα του κομμουνισμού. Όλες οι δυνάμεις της γέρικης Ευρώπης (…) ενωθήκανε σε μιαν ιερή συμμαχία για να ξορκίσουν αυτό το φάντασμα (…) Κομμουνισταί από τα διάφορα έθνη συνήλθαν μ’ αυτό το σκοπό στο Λονδίνο». Συμμετείχε το 1916 στην ίδρυση της πρωτοπόρας Σοσιαλιστικής Νεολαίας της Αθήνας, ενώ ως δημοσιογράφος αργότερα στην εφημερίδα «Πρωία» συνεργάστηκε σ’ αυτή, μεταξύ άλλων, με τον Κώστα Βάρναλη, τον μετέπειτα λαμπρό συντάκτη του «Ριζοσπάστη» δολοφονημένο για τη δράση του Κώστα Βιδάλη και τον Ιθακήσιο κατοπινό δημιουργό του αντάρτικου ύμνου «Στ’ άρματα, στ’ άρματα!» ή «Βροντάει ο Όλυμπος!» με τη σύγχρονη παραλλαγή ίσως του σολωμικού στίχου «όταν πληθύνουν τ’ άστρα ξάφνου σκιρτούν οι ακρογιαλιές, τα πέλαγα κι οι βράχοι» Νίκο Καρβούνη, στα χέρια του οποίου είχε ξεψυχήσει το 1912 ο Κερκυραίος ποιητής-ήρωας Λορέντζος Μαβίλης, πολεμώντας μαζί για την απελευθέρωση της Ηπείρου.
Εβδομήντα ένα χρόνια μετά την κυκλοφορία του πρώτου «Ριζοσπάστη» στην Κέρκυρα με υπεύθυνο τον Αναστάσιο Τεμπονέρα!
Τότε, από την Κυριακή 1η Αυγούστου 1921, ο Αντώνης Δούμας ανέλαβε υπεύθυνος συντάκτης δίκην διευθυντή επικεφαλής συλλογικού οργάνου, στον εγγονό ίσως του πρώτου κερκυραϊκού «Ριζοσπάστη» των Επτανησίων Ριζοσπαστών του 1850 αθηναϊκό «Ριζοσπάστη», καθώς από εκείνη την ημέρα η εφημερίδα έπαυε να είναι ιδιωτική εφημερίδα και γινόταν επίσημο όργανο του ΣΕΚΕ, τρία χρόνια πριν αυτό μετονομαστεί σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.
Ο Γιώργος Δούμας, μέλος κι αυτός της Σοσιαλιστικής Νεολαίας της Αθήνας που συνέβαλε στην ίδρυση του ΣΕΚΕ, το 1920 εκλέχτηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του. Το 1917 μετέφρασε μαζί με τον Σπύρο Κομιώτη το φυλλάδιο του Πιότρ Κροπότκιν «Προς τους νέους» και καταδικάστηκε από Στρατοδικείο της Αθήνας για το γεγονός αυτό και για αντιπολεμική δράση, μαζί με άλλους τρεις συντρόφους του, σε φυλάκιση. Το 1927 μετέφρασε μαζί με τον Παντελή Πουλιόπουλο έναν ολόκληρο σχεδόν τόμο από το «Κεφάλαιο» του Μαρξ και τη μαρξιστική «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», που τυπώθηκαν στη σειρά «Σοσιαλιστική Βιβλιοθήκη» των εκδόσεων «Αθηνά».
Στη χώρα όπου ο Καρλ Μαρξ τις 6 Ιανουαρίου 1859 είχε δημοσιεύσει το περίφημο άρθρο του για τα Ιόνια νησιά στη «New York Daily Tribune»!
Στην ίδια αυτή πόλη, εξήντα τέσσερα χρόνια μετά, εκυκλοφόρησε το 1923 με μετάφραση του Αντώνη Δούμα βιβλίο με τον τίτλο «Κράτος και Επανάστασις»!
Με το ομώνυμο έργο του Λένιν για τον Καρλ Μαρξ και την εφαρμογή της κοσμοθεωρίας του. Με εκδότες το «Εκδοτικό Τμήμα Ομοσπονδίας Εργατικού Κόμματος Αμερικής» και την «Ελληνική Σοσιαλιστική Ένωσι εν Αμερική».
Ο ίδιος επίσης το 1922 είχε μεταφράσει μέρος του έργου «Η προλεταριακή Επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι» με τη θέση του Λένιν ότι και η πιο δημοκρατική αστική δημοκρατία είναι στην ουσία δικτατορία της αστικής τάξης πάνω στις εργαζόμενες μάζες. Το έργο μ’ εκείνη τη μετάφραση επανεκδόθηκε πέρυσι από την «Ελληνική Πρωτοπορία».
Ένας άλλος επαναστάτης μεγαλωμένος ή και γεννημένος σύμφωνα με τον Παναγιώτη Νούτσο στην Κέρκυρα, ο πρωτομάρτυρας του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος Δημοσθένης Λιγδόπουλος!
Αυτός ήταν υπεύθυνος έκδοσης της εφημερίδας «Εργατικός Αγών», πρώτου δημοσιογραφικού οργάνου του νέου κόμματος ΣΕΚΕ, που από το ιδρυτικό του συνέδριο το 1918, μετά από ιδιαίτερη επιμονή του ιδίου και μερικών ακόμη πρωτοπόρων Επτανήσιων και άλλων συνέδρων πλειοψηφικής δύναμης, είχε επιλέξει ως κυρίαρχα χαρακτηριστικά του την «πολιτική και οικονομική οργάνωσι του προλεταριάτου σε ξεχωριστό κόμμα τάξεως διά την κατάκτησιν της πολιτικής εξουσίας και δημοσιοποίησιν των μέσων παραγωγής και ανταλλαγής, δηλ. τη μεταβολήν της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας εις κοινωνίαν κολλεχτιβίστικην ή κομμουνιστικήν» και τη «διεθνή συνεννόησι και δράσι των εργατών». ΄
Ήταν βροντή!
Στα Επτάνησα τότε «κι ο ουρανός καμάρωνε κι η γη χεροκροτούσε», κατά πως είχε πει πε ο Ποιητής ο πιο μεγάλος της Επτανήσου επτά περίπου δεκαετίες πριν.
Στοιχεία όπως εκείνα για την περίοδο πριν από την ίδρυση του ΣΕΚΕ/ΚΚΕ έκαναν τον Αιμίλιο Χουρμούζιο, Κύπριο δημοσιογράφο-μελετητή και υπεύθυνο της Επιτροπής Αντιστασιακού Τύπου του ΕΑΜ της Αθήνας επί Κατοχής
να πει καθ’ υπερβολή και σχηματικά φυσικά ότι για κάποιο χρονικό διάστημα στην Κέρκυρα, ως επίκεντρο οργανωτικών συναντήσεων και κοινής δράσης πρωτοπόρων Επτανήσιων αγωνιστών, βρισκόταν ίσως ένα «γενικό στρατηγείο» των ελληνικών εργατικών Οργανώσεων και αγώνων στην Ελλάδα.
Επί μήνες το νέο κόμμα των ιδεών του Καρλ Μαρξ θα στεγαζόταν στο κέντρο της Αθήνας επί της οδού Ευριπίδου 14 σε χώρους της Κεφαλληνιακής Αδελφότητας Αθηνών.
Ανταπέδωσαν κιόλας, θαρρείς λοιπόν, με λόγια και με έργα ξεχωριστά και πολλά εκείνον τον για πάντα αξέχαστο χαιρετισμό κι εκείνο του 1859 το ξεχωριστό χέρι φιλίας και βοήθειας του Καρλ Μαρξ!
Ένα συναρπαστικό ταξίδι σαν μια σύγχρονη «Οδύσσεια» με προορισμό μια φωτεινή Ιθάκη άρχισε τότε, το 1918.
Αμέτρητοι Επτανήσιοι -που θ’ αναπλήρωναν κιόλας όσους παραμέριζαν υποθέτοντας ότι με άλλες θέσεις θα εξανθρωπιζόταν υποτίθεται το καπιταλιστικό καθεστώς ή υπέκυπταν στις παντοειδείς πιέσεις- θα γινόταν απ’ τους καλύτερους σημαιοφόρους των σοσιαλιστικών ιδεών της δικής του κοσμοθεωρίας όχι μόνο στα Ιόνια νησιά, μα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Χάνοντας συχνά λόγω των ιδεών τους και της δράσης τους, όπως και σήμερα ακόμα, τις δουλειές τους και τα μέσα του βιοπορισμού τους. Αντιμετωπίζοντας κάθε είδους εμπόδια. Χάνοντας κιόλας την προσωπική τους ελευθερία. Τη ζωή τους ακόμα. Πέφτοντας για τα δίκαιά τους, για τα δίκαια του λαού μας, για τη ζωή που δικαιούται ο λαός.
Αχ αυτές οι τόσο στιγματισμένες το 1859 από τον Μαρξ αποτρόπαιες ακτινωτές φυλακές και τα κάτεργα και οι τόποι εξορίας της περιόδου της αγγλοκρατίας στην Κέρκυρα και στ’ άλλα Επτάνησα, όπου Ριζοσπάστες αγωνιστές υπέστησαν τα πάνδεινα, με πόσους και πόσους αγωνιστές των φωτεινών ιδεών του έμελλε να γεμίσουν πάλι μετ’ από ‘κείνη την αγγλοκρατία!
Τι λέτε, θα μπορούσε να φανταστεί το 1859 ότι στις ίδιες αυτές φυλακές μιας σύγχρονης Ελλάδας και των παραλίων της Αδριατικής -που πίστευε ότι «τόσο ευνοήθηκαν από τη φύση και που η γονιμότητα κι ο πλούτος του εδάφους τους δεν συγκρίνονται με άλλον τόπο στον κόσμο»- θα οδηγούνταν σιδηροδέσμιοι μερικές δεκαετίες αργότερα οι μεγαλύτεροι ηγέτες του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος;
Εκεί, πλάι σε Κερκυραίους κομμουνιστές, υπέφεραν για την πίστη τους στο δίκιο του λαού και τη σοσιαλιστική – κομμουνιστική κοινωνία του Μαρξ και του Λένιν λαϊκοί ηγέτες όπως ο Νίκος Ζαχαριάδης. Όπως ο δολοφονημένος κιόλας το 1938 σ’ αυτές Χρήστος Μαλτέζος. Όπως ο Άρης Βελουχιώτης, Όπως ο Χαρίλαος Φλωράκης, που αντίκρισε την ειδυλλιακή Κέρκυρα το 1954 με αλυσίδες τόσο στα χέρια όσο και στα πόδια. Όπως και ο επί χρόνια κοντά στην Οργάνωση Ζακύνθου του ΚΚΕ εκτελεσμένος Νίκος Μπελογιάννης, η γυναίκα του οποίου Έλλη Παππά το 1983 δημοσίευσε στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» μελέτη για τις σκέψεις του Καρλ Μαρξ πάνω στη φιλοσοφία του Επίκουρου κι άλλων φιλοσόφων της αρχαιότητας της προσφιλούς του Ελλάδας.
Πώς να διανοηθεί κανείς, τότε, ότι με την κατηγορία πως επιδίωκαν τη βέβαιη αλλά ακαθόριστη χρονικά «κοινωνική ανατροπή» που εκείνος προδιέγραψε, την περίοδο 1948-1951 θα φυλακίζονταν εκεί κι από ‘κει θα οδηγούνταν για εκτέλεση στο κοντινό νησάκι Λαζαρέτο περσότεροι από εκατό 18χρονοι, 20χρονοι και 25χρονοι που λίγο πριν είχαν πολεμήσει τον φασισμό και τον ναζισμό; Αιώνιο στίγμα μένει! Έχει απαθανατίσει λογοτεχνικά ο Νίκος Μητσιάλης με τις «Φωνές» του τις περήφανες δημοκρατικές κραυγές των μελλοθάνατων με χωνιά να σκίζουν τις νύχτες τον κερκυραϊκό ουρανό πάνω από το λαϊκό προάστιο Γαρίτσα.
Ποιος νους θα μπορούσε, όταν ο Φινλανδός πανεπιστημιακός Όσκαρ Έμιλ Τουντέερ έγραφε ότι «τίποτα πάνω στον πράσινο πλανήτη δεν μπορεί να είναι πιο υπέροχο από την Κέρκυρα», ότι σ’ αυτό το νησί και στο αδελφό του νησί Παξοί και στα Διαπόντια νησιά της Κέρκυρας μα και σε μικρότερα νησάκια του νομού θα φτιάχνονταν από Βρετανούς και Έλληνες επτά συνολικά διαφορετικοί τόποι αποτρόπαιης φυλάκισης, απομόνωσης και εξορίας αγωνιστών του δίκιου και της θεωρίας του Μαρξ για την ευτυχισμένη αταξική κοινωνία; Ποιος να φανταζόταν ότι η ομηρική Κέρκυρα θα μετατρεπόταν σε φρικαλέο τόπο εγκλεισμού και βασανισμού ηγετών του κινήματος της κοινωνικής απελευθέρωσης στην Ελλάδα;
Ότι θα μεταφέρονταν στο νησάκι Λαζαρέτο την Κατοχή παραδομένοι σε Ιταλούς φασίστες από Έλληνες του φασιστικού μεταξικού καθεστώτος και των επιγόνων του 193 αγωνιστές της κοινωνικής προόδου, μεταξύ των οποίων και ο καπνεργάτης μετέπειτα επίτιμος πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας Απόστολος Γκρόζος;
Ότι στο νησάκι Βίδο, στη συνέχεια, θα κλείνονταν ανήλικοι νέοι, όπως ο κατοπινός ποιητής Χρόνης Μίσσιος, για να απαρνηθούν μαρξιστικές ιδέες του οικογενειακού και του κοινωνικού τους περιβάλλοντος;
Ποιος ελεύθερος νους θα χωρούσε ότι και η Κέρκυρα και οι Παξοί και η Κεφαλονιά και η Λευκάδα και η Ζάκυνθος και τα Κύθηρα και η Ιθάκη, όλα δηλαδή χωρίς εξαίρεση τα υμνημένα το 1905 σαν «διαμάντια» από τον Κωστή Παλαμά νησιά του Ιονίου στο περίφημο «Τραγούδι των Εφτά Νησιών» του, στα μέρη όπου ο Σολωμός έγραψε για ξένους δυνάστες της Ελλάδας «πέλαγο μέγ’, αλίμονο, βαρεί το καλυβάκι», θα μετατρέπονταν σε τόπους φυλάκισης και εξορίας και εκτελέσεων ταπεινών και φτωχών Ελλήνων υποστηρικτών των πιο ευγενικών ιδεωδών του Μαρξ για τον άνθρωπο και την οικονομική Λευτεριά;
Ο Καρλ Μαρξ ζούσε και θα χάρηκε κι εκείνος το 1864, επιτρέψτε μας να υποθέσουμε, την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού απ’ τα Επτάνησα.
Πέθανε στο Λονδίνο δεκαεννιά χρόνια μετά, σε ηλικία 65 ετών, το 1883.
Με την ίδια πίστη, μέχρι τέλους, στις μικρές και στις μεγάλες λαϊκές νίκες και τη βεβαιότητα στην τελική νίκη των λαών που σαν βροντή εξέπεμπε ακατάπαυτα με το θεωρητικό και αγωνιστικό έργο του σ’ όλη του τη ζωή, χαράζοντας την αναπότρεπτη κύηση μιας νέας εποχής της ανθρωπότητας.
«Αθάνατή ‘σαι, που, βροντή, ποτέ δεν ησυχάζεις»!…
Ευχαριστούμε Καρλ!
ΠΕΤΡΟΣ ΚΟΡΦΗΣ
Πηγή: drepani.gr
e-prologos.gr