Η Ευρώπη δεν θα μπορεί να υπερασπισθεί τον εαυτό της χωρίς «έναν πραγματικό ευρωπαϊκό στρατό», δήλωσε ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν, σε συνέντευξή του στο δίκτυο Europe 1.
Ζήτησε, όπως σημειώνει το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «να προστατευθούμε απέναντι στην Κίνα, την Ρωσία και ακόμη και απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», αναφερόμενος στην απόφαση του Τραμπ για την αποχώρηση των ΗΠΑ από την Διεθνή Συνθήκη για τα Πυρηνικά Όπλα Μέσου Βεληνεκούς (INF). «Ποιος είναι το βασικό θύμα;», είπε: «Η Ευρώπη και η ασφάλειά της».
Και προς αυτή την κατεύθυνση ανήγγειλε τη σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Αμυντικού Ταμείου το 2019 για να αναπτύξει τις στρατιωτικές ικανότητες των κρατών μελών και να προωθήσει την στρατηγική ανεξαρτησία της ΕΕ. Το Παρίσι αναλαμβάνει επίσης την πρωτοβουλία μαζί με οκτώ ευρωπαίους εταίρους της δημιουργίας μίας ευρωπαϊκής δύναμης ταχείας αντίδρασης, η οποία θα έχει την ικανότητα να πραγματοποιεί με ταχύτητα μία στρατιωτική επιχείρηση, μία εκκένωση περιοχής σε εμπόλεμη χώρα ή επιχειρήσεις αρωγής σε περίπτωση καταστροφής.
Δεν είναι η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που οι ηγέτες των ισχυρών ιμπεριαλιστικών χωρών της ΕΕ, ιδιαίτερα της Γαλλίας και της Γερμανίας, αναφέρονται στην ανάγκη δημιουργίας μιας κοινής πολιτικής άμυνας των χωρών της ΕΕ που θα φθάνει μέχρι τη δημιουργία ανεξάρτητου από το ΝΑΤΟ, ευρωπαϊκού στρατού.
Οι αντιπαραθέσεις τόσο στο εσωτερικό της ΕΕ, όσο και ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ, ξέσπασαν με τη μεγαλύτερη ένταση τα τελευταία δύο χρόνια ύστερα από το Brexit και την άνοδο του Τραμπ, οξύνοντας παραπέρα τις πληγές του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και επιταχύνοντας τις ανακατατάξεις και διαιρέσεις στη δύναμη των διεθνών κέντρων, επαναφέροντας την απειλή παγκόσμιας διάστασης συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων ανάμεσά τους.
Η άνοδος του Τραμπ στις ΗΠΑ συνοδεύτηκε με την εξαπόλυση μιας σφοδρής επίθεσης ενάντια στην ΕΕ και τη Γερμανία, καλώντας σε διάλυση της ΕΕ, αφού “μετατράπηκε σε όχημα του Βερολίνου” ενώ εξυμνούσε τη στάση της Μεγάλης Βρετανίας για την απόφαση αποχώρησής της. Το ρήγμα που προκλήθηκε στο δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο αποτυπώθηκε με τον πιο επίσημο τρόπο στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, το Μάη του 2017, και στο ναυάγιο της Συνόδου των G7 που επακολούθησε.
Η Γαλλία μετά την εκλογή Μακρόν και την επιβολή μια σειράς μέτρων προς όφελος του μονοπωλιακού κεφαλαίου, κάνει κινήσεις ισχυροποίησης της θέσης της στο πλαίσιο του γερμανογαλλικού άξονα. Κάνει πιο ενεργητική την παρουσία της στη Μέση Ανατολή, τη Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική, παρεμβαίνει πολιτικά στην ΕΕ (προτάσεις Μακρόν για τη μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης), εκμεταλλευόμενη την πολιτική δυστοκία στη Γερμανία και το Brexit, για να προωθήσει τα δικά της ιδιαίτερα συμφέροντα.
Από την πλευρά του επίσης ο γερμανικός ιμπεριαλισμός, εξήγγειλε το νέο δόγμα της εξωτερικής πολιτικής της Γερμανίας στις αρχές Δεκέμβρη του 2017, που συνίσταται στην απεξάρτηση από τις ΗΠΑ και στον στρατηγικό επαναπροσδιορισμό της γερμανικής πολιτικής, με τη διαμόρφωση μιας “στιβαρής” ευρωπαϊκής πολιτικής, ιδιαίτερα στους τομείς της Ασφάλειας και της κοινής Εξωτερικής Πολιτικής, που θα καθιστούν την ΕΕ -και μέσω αυτής τη Γερμανία- «παράγοντα διαμόρφωσης της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής», σε έναν κόσμο όπου “η παγκόσμια αμερικανική κυριαρχία γίνεται σιγά-σιγά παρελθόν” και “παντού όπου οι ΗΠΑ αποσύρονται -είτε πραγματικά είτε φαινομενικά- δεν τις διαδέχεται η Ευρώπη, αλλά άλλα κράτη”.
Βέβαια θα έλεγε κάποιος πως όλες αυτές οι εξαγγελίες των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών είναι χωρίς πρακτικό αντίκρισμα, καρκινοβατούν, και είναι αμφίβολο αν και με ποιο ρυθμό θα προχωρήσουν, σε μια περίοδο που το οικοδόμημα της ΕΟΚ και μετέπειτα ΕΕ, ύστερα από 60 χρόνια, βρίσκεται αντιμέτωπο με την πιο βαθειά κρίση της ιστορίας του, κλονίζεται και εξασθενεί η ιμπεριαλιστική του συνοχή και απειλείται με διάσπαση.
e-prologos.gr