Η Halyna, ή Γκαλίνα όπως μας είπε να τη λέμε, δεν είναι πολύ καιρό μαζί μας. Φροντίζει τον πατέρα μου και μένει μαζί μας, σε μια συνθήκη που κάνει τον χρόνο να μην έχει την ίδια γραμμικότητα. Συμπυκνώνεται. Περιλαμβάνει τις ασθματικές αφηγήσεις μιας ολόκληρης ζωής με τον πρωινό καφέ, προτού να «ξυπνήσει ο παππούς». «Είμαι Ουκρανέζα», λέει και ξαναλέει στον ηλικιωμένο που ξεχνάει διαρκώς τον τόπο καταγωγής της. Είναι από μια επαρχία της Ουκρανίας, κοντά στο Κίεβο. Φτωχοί άνθρωποι. Αγρότες και κτηνοτρόφοι -έχουν μερικά γουρούνια. Εχει δύο γιους, νύφες, έξι εγγόνια. Ο ένας γιος είχε πολεμήσει το ’14, γύρισε με σοβαρά προβλήματα στα γόνατα. «Ο πόλεμος είναι η κόλαση», λέει η Γκαλίνα, που ήταν στην Ελλάδα και το ’14 κι έτρεμε μην την πάρουν τηλέφωνο και της πουν φοβερή είδηση.

Στην Ελλάδα είναι για την ακρίβεια 20 ολόκληρα χρόνια και η ιστορία της δεν διαφέρει και πολύ από πολλές άλλες αυτών των γυναικών που μας φροντίζουν: ο άντρας της πέθανε, μαζεύει χρήματα για όσους είναι πίσω και χρήματα για να κάνει εγχείρηση ο γιος της και τελευταία φορά είχε πάει στο χωριό της τρία χρόνια πριν, αλλά «στο σπίτι ένιωθα περίεργα κι ας μένουν τα παιδιά μου με πράγματα που εγώ έχω αγοράσει – τώρα οι γυναίκες τους είναι νοικοκυρές κι εγώ ξένη εκεί και ξένη εδώ». Ξένη και μόνη και τα παιδιά της εκεί. Μιλάει στα τηλέφωνα όταν μπορεί, στο μέσεντζερ επίσης.

Προχθές το βράδυ δεν κοιμήθηκε λεπτό. «Πήγαν οι νύφες μου να πάρουν τρόφιμα. Δεν βρήκαν τίποτα. Ούτε ψωμί. Κατέβασαν τα παπλώματα στο υπόγειο», μου είπε το πρωί. «Πέταγε ένα αεροπλάνο χαμηλά. Φοβήθηκε η εγγονή μου. “Θα μας σκοτώσουν μπαμπά;” ρώταγε τον γιο μου», μου είπε το μεσημέρι. Η Γκαλίνα δεν θέλει να βλέπει ειδήσεις. Οταν πήγα να την πάρω αγκαλιά, σφίχτηκε αμήχανη. Δεν κλαίει. Μόνο μου είπε «σήμερα είμαι βαριά, νομίζω δεν μπορώ να σιδερώσω». Ο πόλεμος πιο τρομερός στα μάτια της. Και σ’ έναν μπόγο ασιδέρωτα.

Ναταλί Χατζηαντωνίου

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το