Το έργο ξεκινάει με την σαστιμάρα ενός άγγλου σαλπιγκτή στο πεδίο της μάχης του Βατερλώ (1814) και τελειώνει με το θάνατό του από άγγλους έφιππους αστυνομικούς στην πλατεία του Πίτερλου στο Μάντσεστερ. Ο Μάικ Λη, γνωστός από το δημοφιλές και διάσημο έργο του «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα», δεν τσιγκουνεύεται διόλου στο «Πίτερλου», τελευταίο έργο του. Σ’ αυτό περιγράφει την προετοιμασία και αιματηρή κατάληξη μιας συγκέντρωσης στο Μάντσεστερ και με αίτημα την συνταγματική μεταρρύθμιση της αριστοκρατικής βασιλικής Αγγλίας.
Βρισκόμαστε στο 1819. Η βιομηχανική επανάσταση άρχισε, ο Ναπολέοντας έχει ηττηθεί στο Βατερλώ και η Αγγλία χτίζει την παγκόσμια αυτοκρατορία της που θα φτάσει στο απόγειό της στο τέλος του 19ου αιώνα. Ωστόσο, αυτή η πορεία θα στιγματιστεί από αίμα και δάκρυα. Όχι μόνο των υποταγμένων λαών αλλά και της εργατικής (αγγλικής) τάξης που χρησιμοποιείται σαν φτηνότατη δύναμη. Στις αρχές του 19ου αιώνα έχει ήδη προηγηθεί η αστική επανάσταση (Κρόμβελ – 1648), έχει συνομολογηθεί το Habeas corpus (το πρώτο αγγλικό σύνταγμα), αλλά η βασιλεία και οι γαιοκτήμονες καλά κρατούν.
Στο Πίτερλου, την καλύτερη φετινή ταινία, ο Μάικ Λη ασκεί με αριστοτεχνικό δραματουργικό τρόπο μία χειρουργική και αμείλικτη κριτική στην άρχουσα τάξη της εποχής. Από τη μία πλευρά οι φτωχοί, από την άλλη γαιοκτήμονες, αστοί, βασιλική αυλή, ρουφιάνοι, αστυνομία.
Όλα προετοιμάζονται για την συγκέντρωση και στο Πίτερλου (γειτονιά του Μάντσεστερ). Σ’ αυτήν την πορεία συγκρούονται η ριζοσπαστική γραμμή την οποία εκφράζουν απλοί άνθρωποι και μία συμφιλιωτική (πασιφιστική) θέση που ενσαρκώνει ένας δεινός αλλά αριστοκράτης ρήτορας. Οι εικόνες του έργου που απεικονίζουν εργοστάσια και υφαντικές μηχανές ή εργατικό περιβάλλον, με ρεαλιστικούς διαλόγους να κυριαρχούν και γήινα χρώματα – θυμίζοντας Φλαμανδούς ζωγράφους – αναδεικνύουν ένα θαυμάσιο τοπίο. Αλλά η πολιτική προσέγγιση που ακουμπά τον θεατή είναι η αντίστιξη και αντιπαράθεση των «πάνω» με τους «κάτω». Βασιλική χλιδή και φτώχεια, άμετρος πλούτος και πείνα, σκοπιμότητα και αφέλεια, ρουφιανιά και αλληλεγγύη, ματαιοδοξία και ταπεινότητα, πρόοδος και συντήρηση. Το χιούμορ, αγγλοσαξωνικό και εκτεταμένο, θυμίζει Μόντυ Πάιθονς, η σκηνή της σφαγής στην πλατεία του Πίτερλου παραπέμπει σε Αϊζενστάιν.
Το έργο – μάλλον σκόπιμα – δεν έχει κεντρικό ήρωα, ο φακός εστιάζει ισοδύναμα στους ανθρώπους του λαού με συμπαθητική ματιά, χωρίς όμως να χαρίζεται στις αδυναμίες και τη λαϊκή αφέλεια, που πάει να αντιμετωπίσει την κρατική βία με ταμπούρλα και λαϊκή παρέλαση. Το Πίτερλου του Μάικ Λη είναι αναμφίβολα μια βαθειά πολιτική ταινία, όσο και το έργο του Φ. Ένγκελς για την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία. Χωρίς να διεκδικεί αυτόν τον τίτλο, όπως κινηματογραφικά έργα του Κεν Λόουτς, αποδείχνει ότι στα χρόνια του Brexit υπάρχουν και άλλες φωνές, άλλες οπτικές που φωτίζουν την Αγγλία που αντιστέκεται. Είναι σχεδόν αδύνατο να δει κανείς το Πίτερλου και να μην φύγει από την κινηματογραφική αίθουσα πιο έμπειρος, πιο σοφός και πιο προβληματισμένος.
Ένα ιστορικό δράμα, επίκαιρο, πολιτικό, εύληπτο, φροντισμένο και «πλήρες».
Να το δείτε οπωσδήποτε.
Νικηφόρος Ζερβός
e-prologos.gr