Χρήστος Κάτσικας
Σε λίγες μέρες που θα ανακοινωθούν οι βάσεις εισαγωγής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τα ΜΜΕ θα παρουσιάσουν σε «πρώτο πλάνο» τους υποψήφιους εκείνους που η επιτυχία τους «ξεδίπλωσε την τροχιά τους» μέχρι την κατάληψη των πρώτων θέσεων.
Οι «πρώτοι» και οι «πρώτες» των σχολών παίρνουν τη θέση τους στους «καταλόγους των αρίστων» ενώ από τον/την πρώτο/η των πρώτων ζητείται επίμονα να αναλύσει, στις «πίστες του θεάματος» των ΜΜΕ, τη συνταγογραφία της επιτυχίας του και τα σχέδιά του για το μέλλον.
Η παραδοσιακή αντίληψη που κυριαρχεί στα λόγια των αριστούχων εκλαμβάνει τη διαφοροποιημένη επίδοσή τους – ιδιαίτερα σε σχέση με τους συμμαθητές τους που δεν πέτυχαν – σαν προϊόν της ύπαρξης φιλομάθειας, επιμέλειας, εργατικότητας και μεθοδικότητας, σαν άμεση και φυσική συνέπεια των ατομικών διαφορών στις ικανότητες. Ανεπαίσθητα, με αριστοτεχνικό τρόπο, οι όροι του εκπαιδευτικού «παιχνιδιού» της επιλογής, σύμφωνα με τους οποίους η διαφοροποίηση εκφράζεται με τη μορφή μιας σειράς προτεραιότητας, μετασχηματίζονται σε ουσιαστικές ιδιότητες των «παικτών». Ασυναίσθητα αντιμετωπίζουν σαν ανισότητες φυσικών χαρισμάτων τις ικανότητες που είναι σε κάποιο βαθμό κοινωνικά καθορισμένες και εκλαμβάνουν σαν φυσικό τους χάρισμα ιδιότητες που είναι, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, απλώς αποτέλεσμα της κοινωνικής τους βάσης.
Όπως έχουν αποκαλύψει και τεκμηριώσει οι επιφανείς Γάλλοι κοινωνιολόγοι της εκπαίδευσης Pierre Bourdieu και Jean – Claude Passeron στα διαχρονικά επίκαιρα έργα τους «Η αναπαραγωγή» και «Οι κληρονόμοι» η ανάλυση της σχολικής επιτυχίας με όρους ατομικών ικανοτήτων, η προσγείωσή της στην πίστα της «θέλησης», των «στόχων», του «συστηματικού διαβάσματος», της «αποφασιστικότητας», γενικά της ατομικής προσπάθειας, ουσιαστικά διαγράφει με μια μονοκονδυλιά την αντικειμενική και υλική πραγματικότητα των κοινωνικών σχέσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η κοινωνική κληρονομιά μεταμορφώνεται σε ατομικό χάρισμα, σε προσωπική αξία. Πρόκειται για μια επιχείρηση φυσιοποίησης του κοινωνικού, μετατροπή ενός κοινωνικού αποκτημένου, μιας «κληρονομιάς», σε φυσικό χάρισμα, επιχείρηση με βαθιές ρίζες…
Τι σκοπό έχει η προβολή των «συνταγών της επιτυχίας» που συνοψίζονται μονότονα στο «καλό διάβασμα-ισχυρή θέληση» και παραπέμπουν στην ατομική προσπάθεια του υποψηφίου;
Αυτοί που νομίζουν ότι μια προτροπή ή μια «οδηγία» θα αύξανε σημαντικά τον αριθμό των μαθητών που θα πρώτευαν αγνοούν ότι, στην ουσία, παρόμοιες ενέργειες θα πρόσθεταν απλά μια πληροφορία παραπάνω στις άλλες που καθημερινά μας κατακλύζουν.
Μια τέτοια «πληροφορία», όταν απευθύνεται σε όσους συνδέουν τα σχολικά τους αποτελέσματα με την αποτυχία, θυμίζει τις απεγνωσμένες προσπάθειες των ανθρώπων εκείνων που νομίζουν ότι συνεννοούνται με έναν ξένο όταν μιλούν αργά, δυνατά και καθαρά, ενώ ο καθένας μιλάει τη δική του γλώσσα.
Ετσι η πληροφόρηση ή η προτροπή δεν επενεργούν αποτελεσματικά παρά σε όσους έχουν δεχθεί από το περιβάλλον τους τη διάχυτη προτροπή για μια τακτική πρακτική διαβάσματος ή σε εκείνους που η συστηματική και μακράς διάρκειας σχολική πράξη καλλιέργησε ανάλογες διαθέσεις και στάσεις.
Εχει επισημανθεί ότι οι ευνοημένες κοινωνικές κατηγορίες βρίσκουν μέσα στη χαρισματική ιδεολογία μια αναγνώριση ως φυσικών των πολιτιστικών τους προνομίων, τα οποία έτσι μεταβάλλονται από κοινωνική κληρονομιά σε προσωπικό χάρισμα ή σε ατομική αξία. Αυτή η «αλχημεία» πετυχαίνει τόσο καλύτερα όσο οι λαϊκές τάξεις, αντί να της αντιπαραθέσουν μια άλλη αντίληψη της επιτυχίας στο σχολείο, δέχονται ως δική τους τη θεωρία των ανώτερων κοινωνικών κατηγοριών περί φυσικών χαρισμάτων και βιώνουν τη μειονεκτική τους θέση ως αποτέλεσμα της προσωπικής τους μοίρας.
Το δράμα είναι πώς αυτές οι ερμηνείες, αυτή η ιδεολογία των δώρων, θα ξαναλογαριαστούν, από εκείνους μάλιστα που είναι θύματά της: οι μη ευνοημένοι θα πειστούν πως η σχολική αποτυχία τους προέρχεται από έλλειψη δώρων.
Σύμφωνα με τους κοινωνιολόγους της εκπαίδευσης, η ιδεολογία του φυσικού χαρίσματος, εκτός από το γεγονός ότι επιτρέπει στις ευνοημένες κατηγορίες τη δικαίωση αυτής της ιδιότητάς τους, συμβάλλει συγχρόνως στο να φυλακίζει τα μέλη των μη προνομιούχων τάξεων μέσα στο πεπρωμένο που η κοινωνία τούς επιφυλάσσει, οδηγώντας τα στο να εκλαμβάνουν σαν φυσικές ανικανότητες τις ιδιότητες που είναι απλώς αποτέλεσμα της κατώτερης κοινωνικής τους θέσης και πείθοντάς τα έτσι ότι υπεύθυνη για την κοινωνική τους μοίρα (όλο και στενότερα δεμένη με τη σχολική τους μοίρα καθώς προχωρεί ο εξορθολογισμός της κοινωνίας) είναι η ατομική τους φύση, που της λείπουν τα φυσικά χαρίσματα.
e-prologos.gr