(από το Mondoweiss)
*Αφίσες αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη στο στρατόπεδο προσφύγων Σατίλα. Μία αφίσα γράφει: «ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ: Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΕΝΟΠΛΟΥ ΑΓΩΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ» ενώ μια άλλη προωθεί το μποϋκοτάζ: «ΓΙΝΕ ΣΥΜΜΕΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ, ΜΠΟΪΚΟΤΑΡΕ ΤΙΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ». (Φωτό: Mayssoun Sukarieh)
Εξαιρετικά κατατοπιστικό άρθρο του Mondoweiss για τη ματιά και τις απόψεις των Παλαιστινίων εκτός Παλαιστίνης
Η παρακολούθηση της γενοκτονίας της Γάζας από τον προσφυγικό καταυλισμό Σατίλα της Βηρυττού, φέρνει οδυνηρές μνήμες στους Παλαιστίνιους που έζησαν πολιορκία και πόλεμο, αλλά εμπνέει και τροφοδοτεί επίσης μια νέα γενιά με ελπίδα για μια απελευθερωμένη Παλαιστίνη
του Mayssoun Sukarieh για το Mondoweiss– 26 Αυγούστου 2024
«Θυμάμαι όταν ήρθαν οι στρατιώτες απ’ αυτήν την πλευρά, ανέβηκαν στην ταράτσα και κατέβηκαν κάτω. Ο Αμπού Μαχμούντ έφυγε από την εξώπορτα και πήγε στο τζαμί όπου έτρεξαν οι περισσότεροι άνδρες για να βρουν καταφύγιο», μου λέει η Ουμ Μαχμούντ όπως καθόμαστε στο σπίτι της στον προσφυγικό καταυλισμό Σατίλα της Βηρυτού, όπου πριν από δεκαετίες μαινόταν ο πόλεμος ενόσω το Ισραήλ και οι πληρεξούσιοί του πολιορκούσαν τις ζωές των Παλαιστινίων στο Λίβανο.
«Δεν ξέρω πώς σώθηκε. Στον Πόλεμο των Στρατοπέδων, έτυχε να έχω τρεις μεγάλες σακούλες αλεύρι, με την καθεμιά να ζυγίζει τριάντα κιλά. Έφτιαχνα με την αδερφή μου κάθε μέρα ψωμί για τους μαχητές και τα οκτώ παιδιά μου μέχρι που δεν έμεινε κανένα. Σε περιόδους πολιορκίας αυτό κάνουν οι άνθρωποι• μοιράζονται αυτά που έχουν. Δεν είχα ιδέα ότι η πολιορκία θα διαρκούσε τόσο πολύ», μου λέει. «Το μεγαλύτερο παιδί μου ήταν οκτώ χρονών. Άρχισε να πεινάει, κι είναι δύσκολο να πεις στα παιδιά πως δεν υπάρχει φαγητό, πόσο μάλλον να τους πεις ότι υπάρχει πολιορκία. Κοίταξα πάνω από την ντουλάπα και είδα ένα μεγάλο βάζο με κάτι στρογγυλό. Νόμισα ότι ήταν φάβα και χάρηκα• υποσχέθηκα στον Οσάμα ότι θα είχε φαγητό, αλλά όταν έπιασα το βάζο, το μόνο που είχε μέσα ήταν μικρές μπάλες. Τις είχα μαζέψει εγώ. Δεν ήταν παρά ευσεβής πόθος. Τα παιδιά μου περνούσαν νύχτες ολόκληρες κλαίγοντας.
Τώρα παρακολουθώ τη Γάζα και κλαίω», λέει η Ουμ Μαχμούντ.
«Είναι σαν να ζω ξανά την πολιορκία της Σατίλα. Το νιώθω στο σώμα μου. Ξέρω πώς νιώθουν, την έλλειψη φαγητού, τα παιδιά να ζητάνε φαγητό, τα παιδιά να πεινάνε, οι γονείς να νιώθουν αβοήθητοι και θυμωμένοι με τον κόσμο και να μην ξέρουν τι να κάνουν», λέει.
«Ζω τη Γάζα στη Σατίλα, νιώθω τη Γάζα στη Σατίλα… είμαστε όλοι δεμένοι, δεμένοι με τον πόνο και το τραύμα, αλλά και δεμένοι μαζί στην περηφάνεια, την αντίσταση και την αξιοπρέπεια».
«Μπορείτε να ακούσετε τις ίδιες ιστορίες από τους Παλαιστίνιους που εκτοπίστηκαν από τον καταυλισμό Yarmouk στη Συρία και κατέληξαν στη Σατίλα: πολιορκία, πείνα, ταπείνωση και ατέλειωτος εκτοπισμός», προσθέτει η Umm Mahmoud. «Ίσως εμείς οι Παλαιστίνιοι πρέπει να ζήσουμε τις ίδιες εμπειρίες κάποια στιγμή για να νιώσουμε ο περισσότερο ο ένας τον άλλον. Νιώθω τη Γάζα βαθιά στην καρδιά μου, βαθιά στα κόκαλά μου. Είθε ο Θεός να μας απαλλάξει από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, κι όλους εκείνους που στέκονται μαζί τους γι’ αυτό που κάνουν σ’ αυτά τα παιδιά, σ’ αυτούς τους άνδρες, σ’ αυτές τις γυναίκες στη Γάζα».
Η Ουμ Μαχμούντ αρχινά να κλαίει… «Ζω τη Γάζα στη Σατίλα, αισθάνομαι τη Γάζα στη Σατίλα, όχι λόγω του πολέμου, αλλά επειδή είμαστε όλοι δεμένοι, δεμένοι στον πόνο και το τραύμα, με περηφάνια όμως, αντίσταση και αξιοπρέπεια, περήφανοι που είμαστε οι Παλαιστίνιοι που αντιστέκονται».
Οι οργανώσεις και ο πόλεμος στη Γάζα
Η Ουμ Μαχμούντ είναι πιστή στη Φατάχ, αλλά τώρα προσδιορίζεται ως Χαμάς: «Υπήρξα Φαθαουίγιε [μέλος της Φάταχ] από τότε που ήμουν στο γυμνάσιο. Μάζεψα χρήματα για τη Φατάχ τη δεκαετία του 1970, υποστήριξα τη Φατάχ στον πόλεμο των στρατοπέδων, αλλά τώρα είμαι Hamsawiyyeh [υπερασπιστής της Χαμάς] — πηγαίνω ακόμη και στις συναντήσεις της Χαμάς. Μου είναι δύσκολο να το πω, στην καρδιά μου βαθιά είμαι με τη Φατάχ, αλλά η Χαμάς είναι τώρα η αντίσταση και είμαι υπέρ οποιουδήποτε πολεμάει το Ισραήλ. Οι περισσότεροι άνθρωποι του στρατοπέδου υποστηρίζουν τη Χαμάς. Υποθέτω ότι είμαστε ακόμα η Φατάχ της δεκαετίας του ’70, όχι η Φατάχ του Αμπάς. Υπάρχει ένα αίσθημα θυμού ότι δεν είναι η Φατάχ που αντιστέκεται, αλλά πρέπει να είμαστε περήφανοι για κείνους που πήραν τη δάδα αφότου η Φατάχ πήγε για Ειρήνη». Παρά το γεγονός ότι παραδέχονται πως υπάρχουν διαιρέσεις μεταξύ των οργανώσεων στη Σατίλα, οι κάτοικοι του στρατοπέδου επιμένουν ότι αυτές οι διαιρέσεις δεν είναι τόσο καθαρές όσο φαίνονται στη Δυτική Όχθη.
«Εδώ, η Φατάχ είναι κυρίως η Φατάχ της δεκαετίας του ’70 – εξακολουθούν να πιστεύουν στην ένοπλη πάλη. Οι Φαθαουίγιε εδώ δεν ενδιαφέρονται τόσο για την καινούργια εξέλιξη της Φατάχ· η ειρηνευτική διαδικασία μας εγκατέλειψε, τελικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει διαίρεση· υπήρχε σύγκρουση μεταξύ της Χαμάς και της Φατάχ πριν από τον πόλεμο, και τώρα πιστεύω ότι ήταν μέρος αυτού που επιδιώκουν οι ισραηλινοί, να απαλλαγούν από τη Χαμάς», μου λέει ο Αϊμάν, κάτοικος της Σατίλα, γύρω στα τριάντα. «Στην αρχή του πολέμου, στις πορείες από το στρατόπεδο, οι οργανώσεις έφτιαχναν μπλοκ και η καθεμία προχωρούσε μόνη της με τις σημαίες της. Έμοιαζε σαν να έχουμε τείχη απαρτχάιντ ανάμεσά μας, περιοχές Α, Β και Γ, όπως οι Bantustans στη Δυτική Όχθη».
Αυτός ο ισχυρός διχασμός, ωστόσο, άρχισε να εξασθενεί με τον καιρό καθώς οι άνθρωποι επικεντρώνονταν στη γενοκτονία. Οι έντονοι διχασμοί του Οκτωβρίου επισκιάστηκαν από το αίσθημα της οργής. Το αίμα δεν γίνεται ποτέ νερό, στο τέλος της ημέρας είμαστε όλοι Παλαιστίνιοι, οι περισσότεροι κάτοικοι του στρατοπέδου συμφωνούν.
Για την Ουμ Μαχμούντ, η έλλειψη υποστήριξης της Φατάχ στην 7η του Οκτώβρη δεν οφειλόταν στην καθαρή αντίθεσή της στην ένοπλη αντίσταση εναντίον της κατοχής. Έχει να κάνει περισσότερο με τη ζήλια και τον ανταγωνισμό για το ποιος θ’ απελευθερώσει την Παλαιστίνη. «Στην αρχή του πολέμου, άκουγες συνεχώς τα μέλη της Φατάχ [στο στρατόπεδο] να λένε: «Όταν πολεμούσαμε, πού ήταν η Χαμάς; Εμείς κάναμε αυτό κι εκείνο και η Χαμάς δεν είχε καν γεννηθεί», λέει. «Απλά κρατούν λογαριασμό για το ποιος κάνει περισσότερα για να βοηθήσει την Παλαιστίνη, αλλά εξακολουθούν να πιστεύουν στον ένοπλο αγώνα, είναι η Φατάχ της δεκαετίας του ’70, όχι η Φατάχ του Μαχμούντ Αμπάς».
Η ανάκτηση του στρατοπέδου ως παλαιστινιακού χώρου
Τις τελευταίες μία ή δύο δεκαετίες, η Σατίλα έχει γίνει περισσότερο μια παραγκούπολη για τους φτωχούς της Βηρυτού. Φτωχοί Λιβανέζοι κι εργάτες απ’ όλο τον κόσμο που ήρθαν στη Βηρυττό πριν απ’ την κρίση για να δουλέψουν -Σύριοι, εργάτες για οικιακές δουλειές από τη Σρι Λάνκα και την Αιθιοπία- που έσμιξαν αργότερα με πρόσφυγες από τη Συρία, κυρίως Παλαιστίνιους Σύριους από το στρατόπεδο Yarmouk, αλλά και Σύριους πρόσφυγες. «Αυτό έκανε το στρατόπεδο να χάσει την ταυτότητά του ως παλαιστινιακός χώρος», λέει ο Osama, ο γιος της Umm Mahmoud. «Έγινε κυρίως μια μάζωξη φτωχών ανθρώπων που μοιράζονται την ίδια δυστυχία. Δεν είναι όπως παλιά. Ακόμη και οι ΜΚΟ σταμάτησαν να διδάσκουν παλαιστινιακή Dabke και παραδοσιακά τραγούδια. Χορεύουν με λιβανέζικα τραγούδια τώρα».
«Αυτό ήταν ένα φυσικό αποτέλεσμα της εγκατάλειψης των Παλαιστινίων στο Λίβανο», προσθέτει ο Osama. «Το Όσλο μας εγκατέλειψε. Δεν μας έβαλε καν στο τραπέζι. Η γενιά της 10ετίας του ‘90 είχε κάποια ανάμνηση αντίστασης από την παρουσία της PLO στη Βηρυτό, αλλά η νέα γενιά δεν έχει καθόλου αναμνήσεις αντίστασης. Στα σχολειά δεν μας διδάσκουν για την Παλαιστίνη, έτσι μετατραπήκαμε σε φτωχούς ανθρώπους δίχως αγώνα και δίχως σκοπό».
“Ο πόλεμος της Γάζας μετέτρεψε ξανά τη Σατίλα σε παλαιστινιακό χώρο”
«Ο πόλεμος της Γάζας μετέτρεψε ξανά τη Σατίλα σε παλαιστινιακό χώρο• ξαφνικά, βρίσκεις παντού παλαιστινιακές σημαίες κι απ’ τα παράθυρα ακούγονται τα τραγούδια της επανάστασης. Ένιωσα ξανά Παλαιστίνιος, ένιωσα ξανά περήφανος που ήμουν Παλαιστίνιος. Μετά από χρόνια με Όσλο και αδράνεια, όλοι πίστευαν ότι η Παλαιστίνη δεν ήταν πια σημαντική. Δεν υπήρχε ελπίδα, κι είχαμε εγκαταλειφτεί στο γεγονός ότι δεν υπάρχει επιστροφή, ούτε απελευθερωτικός αγώνας ούτε τίποτα», λέει ο Osama. «Και τότε νάσου η 7η του Οκτώβρη. Ένιωσα σαν να αναζωπυρώθηκε η λανθάνουσα περηφάνεια που ήμουν Παλαιστίνιος, η λαχτάρα της επιστροφής. Δεν ήταν η πράξη των σκοτωμών που με έκανε περήφανο, αλλά η ιδέα ότι υπάρχει ακόμα ένας σκοπός που έφερε πίσω στις φλέβες μου το παλαιστινιακό αίμα. Μόλις πέρυσι, υπήρχαν συγκρούσεις σε κάποια παλαιστινιακά στρατόπεδα στο Λίβανο μεταξύ της Χαμάς και της Φατάχ. Ήταν ίσως ένας τρόπος να καταστρέψουν την αντίσταση. Ξέρω τώρα, μετά από δέκα μήνες – και παρά τις θυσίες, ότι τα πράγματα μπορεί να μην εξελιχθούν όπως ελπίζουμε. Αλλά είμαστε ξανά Παλαιστίνιοι, και θα χρειαστεί πολλή δουλειά για να καταστραφεί και πάλι αυτό το αίσθημα. Ίσως αυτό να μην συμβαίνει σε άλλα στρατόπεδα, όπως στο ‘Ayn al-Hilweh και σε άλλα στρατόπεδα έξω από τη Βηρυττό, όπου εξακολουθούν να είναι κατά κύριο λόγο Παλαιστίνιοι. Αλλά στα στρατόπεδα της Βηρυττού, αυτό ήταν το συναίσθημα».
“Η Γάζα δεν υπήρχε στο φαντασιακό μας όταν μιλούσαμε για την Παλαιστίνη. . . Αλλά τώρα όταν μιλάμε για την Παλαιστίνη, μιλάμε για τη Γάζα. Θέλω να επιστρέψω στη Γάζα, όχι μόνο στο ’48”
Ο πόλεμος έκανε επίσης τη Γάζα μέρος της Παλαιστίνης με την οποία ταυτίζονται οι Παλαιστίνιοι στα στρατόπεδα: Οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες στο Λίβανο κατάγονταν από την Παλαιστίνη του 1948, από την περιοχή της Γαλιλαίας κυρίως. Δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου Παλαιστίνιοι πρόσφυγες στο Λίβανο από την Παλαιστίνη του 1967. «Η Γάζα δεν υπήρχε στο φαντασιακό μας όταν μιλούσαμε για την Παλαιστίνη», λέει ο Abed. «Όταν μιλούσαμε για την Παλαιστίνη, μιλούσαμε για την Παλαιστίνη του ’48. Από εκείνην την Παλαιστίνη ήρθαμε, αυτό είναι το μόνο που μάθαμε για την Παλαιστίνη μεγαλώνοντας. Δεν είχα ιδέα ότι υπάρχουν Παλαιστίνιοι από το ’48 που είχαν εκτοπιστεί στη Γάζα. Όπως πολλοί άλλοι, σκέφτηκα ότι οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι του ‘48 βρίσκονται στη Δυτική Όχθη, το Λίβανο, τη Συρία και την Ιορδανία. Αλλά τώρα όταν μιλάμε για Παλαιστίνη, μιλάμε για τη Γάζα. Θέλω να επιστρέψω στη Γάζα, όχι μόνο στο ’48».
«Η Γάζα έχει γίνει όχι μόνο μέρος της Παλαιστίνης, αλλά έχει επίσης γίνει πολύ γνωστή στους κατοίκους της Σατίλα», λέει ο Waleed. «Δεν ήξερα τίποτα για τη Γάζα, βρισκόταν στο περιθώριο της Παλαιστίνης, κανείς δεν μιλούσε γι’ αυτήν. Έξαφνα, νιώθω ότι ξέρω τα πάντα εκεί, τα ονόματα των καταυλισμών, τους δρόμους, τα ονόματα των οικογενειών… Ο Θεός να ευλογεί όσους δεν θα έχουν κανένα αρχείο στο μητρώο. Ξέρω το φαγητό της Γάζας και τι σημαίνει η θάλασσα για τους κατοίκους της Γάζας. Αυτή τη χρονιά, η Γάζα έγινε μέρος του πολιτικού μου φαντασιακού για την Παλαιστίνη, όπως η Saffuriyya, απ’ όπου κατάγομαι. Η Γάζα έχει γίνει ένα ακόμα χωριό, ακριβώς όπως τα χωριά από τα οποία καταγόμαστε στην Παλαιστίνη — έχει γίνει μέρος της Σατίλα».
Οι τοίχοι του στρατοπέδου στη Σατίλα είναι τώρα γεμάτοι γκράφιτι που υμνούν τη Γάζα, πανό με φωτογραφίες του Ισμαήλ Χανίγιε και άλλων ηγετών της Χαμάς, συνθήματα για επιστροφή, και όρκους ότι η Παλαιστίνη δεν θα ξεχαστεί. Όπως και αλλού σ’ όλο τον κόσμο, υπάρχουν τώρα καταστήματα που πωλούν παλαιστινιακές σημαίες, κεφίγιες, καρφίτσες της Παλαιστίνης και μπλουζάκια με “αγαπώ τη Γάζα”, ή με φωτογραφίες του Abu Obaida και άλλων ηγετών επάνω τους. Συνθήματα όπως «Είμαστε όλοι Γάζα!», «Ιερουσαλήμ, θα επιστρέψουμε!» και «Ό,τι έχει παρθεί με τη βία, θα επιστραφεί μόνο με τη βία», είναι χαραγμένα στους τοίχους των στενών του στρατοπέδου σε όλα τα χρώματα.
Ένα νέο πολιτικό φαντασιακό
«Η ειρήνη δεν μας οδήγησε πουθενά», ισχυρίζεται ένα 14χρονο κορίτσι από τη Σατίλα, σε μια συζήτηση σχετικά με τον καλύτερο τρόπο υλοποίησης του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων. «Χάσαμε περισσότερη γη εξαιτίας των εποικισμών και η παλαιστινιακή υπόθεση ξεχάστηκε. Δοκιμάσαμε το δρόμο της ειρήνης, αλλά οι Ισραηλινοί δεν θέλουν ειρήνη. Ο μόνος τρόπος επιστροφής τώρα είναι η ένοπλη πάλη. Πρέπει να πάρουμε πίσω την Παλαιστίνη με τη βία. Ο δρόμος της Χαμάς είναι ο δρόμος της επιστροφής». Η ένοπλη πάλη φαίνεται να είναι αυτό που κυρίως κινητοποιεί τώρα τη νέα γενιά των Παλαιστινίων προσφύγων όσον αφορά την επιστροφή.
Η συζήτηση μεταξύ Παλαιστίνιων και Σύριων προσφύγων ηλικίας 12 έως 15 ετών από τον καταυλισμό Σατίλα, διήρκεσε πάνω από δύο ώρες και επικεντρώθηκε στο ερώτημα πώς να επιστρέψουν και πώς θέλουν την Παλαιστίνη όταν επιστρέψουν. Πέρα από την κυρίαρχη άποψη ότι η ένοπλη πάλη είναι ο μόνος τρόπος, ένα κορίτσι υποστηρίζει την ανάγκη «να συνεχίσουμε να διηγούμαστε την ιστορία μας, να κάνουμε τον κόσμο να ακούσει, να διηγούμαστε τα δεινά μας ξανά και ξανά έως ότου ολόκληρος ο κόσμος μάθει ότι η Παλαιστίνη είναι για μας».
Αυτό ωστόσο το κάλεσμα στη νέα γενιά, να γίνουν διανοούμενοι στο δημόσιο βίο και να μιλήσουν για τα δεινά τους, αμφισβητήθηκε από ένα άλλο κορίτσι το οποίο δήλωσε ότι η αλλαγή της παγκόσμιας άποψης δεν καταφέρνει πολλά πράγματα: «Κοιτάξτε τώρα τα κοινωνικά κινήματα σ’ όλο τον κόσμο για τη Γάζα. Δεν υπάρχουν δημοκρατίες και οι ηγέτες δεν θα τους ακούσουν. Γι’ αυτό πιστεύω ότι ο καλύτερος τρόπος για να επιστρέψουμε είναι να ξέρουμε τι θέλουμε, να έχουμε το σχέδιό μας και τότε ο κόσμος μπορεί να σταθεί πλάι μας ή όχι. Δεν έχει σημασία, πρέπει πρώτα να έχουμε εμείς οι ίδιοι ένα πολιτικό σχέδιο».
Ένας Σύρος πρόσφυγας που ζει στη Σατίλα προτείνει στους Παλαιστίνιους και τους υποστηρικτές τους ν’ αρχίσουν ν’ αγοράζουν γη από τους Ισραηλινούς: «Δεν είναι αυτό που έκαναν στους Παλαιστίνιους; Τους ξεγέλασαν για να τους πάρουν τη γη κι εγκαταστάθηκαν εκεί. Μπορούμε να κάνουμε το ίδιο• μπορούμε ν’ αρχίσουμε να αγοράζουμε γη από τους Ισραηλινούς, και μπορούμε ν’ αγοράσουμε μεγάλο μέρος μέχρι να γίνει ξανά δική μας. Δεν μου αρέσουν οι πόλεμοι. Έχω ακόμα εφιάλτες από τη Συρία. Πρέπει να είμαστε δημιουργικοί όσον αφορά τον τρόπο επιστροφής».
Μεταξύ της ένοπλης πάλης, της ανάκτησης της γης και της ύπαρξης πολιτικού σχεδίου ως τρόπου πραγμάτωσης του δικαιώματος της επιστροφής, υπήρξαν πολλές ακόμα προτάσεις, καμία από τις οποίες δεν βασιζόταν στο διεθνές δίκαιο ή στον ΟΗΕ. Όταν ρωτήθηκαν αν είχαν στο νου τους τον πόλεμο, οι νέες γενιές έδειξαν να μην εναποθέτουν καμιά ελπίδα σ’ αυτές τις οργανώσεις — εν μέρει επειδή έχουν ήδη την εμπειρία της UNRWA και των πολιτικών της στον Λίβανο, για τις οποίες πιστεύουν ότι δεν είναι φιλοπαλαιστινιακές πολιτικές, και εν μέρει επειδή, όπως υποστηρίζει ένα παιδί, «φαίνεται ότι ο κόσμος όλος και το διεθνές δίκαιο στο σύνολό του μπορεί να φτιαχτεί έτσι ώστε να επωφελείται το Ισραήλ».
Η περηφάνια, ο φόβος και η ελπίδα φαίνεται να είναι τα ισχυρότερα συναισθήματα των Παλαιστινίων στη Σατίλα.
*Ο Mayssoun Sukarieh είναι μέλος της ερευνητικής επιτροπής του Ινστιτούτου Παλαιστινιακών Σπουδών.
e-prologos.gr