Κάτι η ζέστη, κάτι τα λόγια του Παππά (του Τάσου Παππά), κάτι που λυσσάνε κάθε καλοκαίρι κι έχουμε πήξει στην αρχαία την τραγωδία, κάτι που έχει φτάσει 42 τ’ Αυγούστου κι είμαι ακόμα στην Αθήνα, λες και τη φυλάω μην την πάρουν οι Τούρκοι (αν με δεις με φερετζέ, σημαίνει πως κάτι πήγε πολύ λάθος…), κάτι το ‘να, κάτι τ’ άλλο, μπήκα σε σκέψεις. Αφέθηκα στον συλλογισμό. Βυθίστηκα στον προβληματισμό.

Αυτοί οι αρχαίοι, τι φάση; Πόση δύναμη είχανε, ρε παιδάκι μου; Μόνο τη σιδερένια ασπίδα να βάλεις, ένα τριαντάρι κιλάκια δεν θα πιάνει; Μα είχαν κι εξοπλισμό. Φορεσά. Περικεφαλαίες, πάνω στον θώρακα ολάκερο μπροστρόνι (σιδερένιο κι αυτό), περικνημίδες – αμ το σπαθί; Βάλε κι ότι τρέχαν σε κάτι σαν σανδάλια (το τίποτα δηλαδή), μ’ όλο αυτό το θεόβαρο ρημάδι πάνω τους, βάλε κι ότι πολεμούσαν σώμα με σώμα. Εντάξει, μπορεί να υπερέβαλλε κάπως ο Όμηρος. Ωστόσο, αν το καλοσκεφτείς, πράγματι ημίθεος και λίγα σου λέω πρέπει να ‘ταν ο Αχιλλέας. Μιλάμε για δύναμη και αντοχή αδιανόητες. Από κοντά κι οι Αίαντας, Αγαμέμνονας, Μενέλαος… Αμ οι άλλοι, αργότερα στους Περσικούς Πολέμους; Αυτούς πού τους βάζεις;

Η μάχη του Μαραθώνα, σου λέει (όλοι οι ιστορικοί το λένε, συγκεκριμένα), είναι η σημαντικότερη στην Ιστορία. Γιατί αν χάνανε τότε οι Αθηναίοι (μαζί τους ήταν και 1.000 Πλαταιείς – αυτούς όλο τούς ξεχνάμε τους κακόμοιρους), οι Πέρσες θα καταλάμβαναν όλη την Ελλάδα και τότε θα υπερίσχυε ένας «βάρβαρος ασιατισμός», οπότε το πιθανότερο θα ήταν, όχι Αναγέννηση και Διαφωτισμό, μήτε μαχαιροπίρουνο να μην έχουμε (είδαμε και τον Διαφωτισμό πού τον έχουμε πλέον, αλλά ας φανώ κυρία κι ας μην πω πού τον έχουμε πλέον).

Εκεί, λοιπόν, στον Μαραθώνα, πολλοί Πέρσες φτάσανε. Πέντε φορές τουλάχιστον περισσότεροι από τους Αθηναίους (μαζί κι οι Πλαταιείς – μην τους ξεχνάμε). Τέτοιος καιρός ήτανε, Αύγουστος, πριν από 2.500 χρόνια. Κάτι τα στρατιωτικά κόλπα του Μιλτιάδη, κάτι η δύναμη που λέγαμε, κάτι που ήταν ελεύθεροι πολίτες με εκλεγμένο αρχηγό (!), όχι μονάχα νίκησαν, μα 192 νεκρούς είχαν (και 11 οι Πλαταιείς), ενώ πάνω από 6.000 Πέρσες χάθηκαν και 7 καράβια τους βυθίστηκαν. Ο μέγας Αισχύλος, να φανταστείς, που πολέμησε στη μάχη, σαν ήταν να πεθάνει, μήνυσε πως μήτε ως σπουδαίο τραγωδό μήτε ως άλλο τίποτα να τον αναφέρουν. Ως «έναν που πολέμησε στον Μαραθώνα» μονάχα…

Ενάμισι χιλιόμετρο, με όλα τα συμπράγκαλα πάνω τους, έτρεξαν Αθηναίοι (και Πλαταιείς) οπλίτες στη μάχη τότε, ώστε να πέσουν κεντρικά πάνω στους Πέρσες (μετά τους έκλεισαν από τα πλάγια κι αυτό ήταν). Όχι πες μου: με 50 κιλά οπλισμό, πόσο μπορείς να τρέξεις; Δυο μέτρα; Ένα; Κανένα; Ε, αυτοί ενάμισι χιλιόμετρο έτρεξαν και πολέμησαν κιόλας μετά και νίκησαν κιόλας.

Να πιάσω τους Σπαρτιάτες; Να πω μήπως για τους ολυμπιονίκες (μωρέ, ο καλύτερος και πιο ντοπαρισμένος τού σήμερα, ζήτημα αν θα έμπαινε καν στη δεκάδα τού τότε). Ή να πω για τον Πόλεμο τον Τρωικό; Τι να πρωτοθυμηθώ, Παναγία μου!

Τον Θερσίτη, αυτόν θα θυμηθώ. Όποια αίσθηση σ’ αφήνει το όνομά του, αυτό ήταν: κοντός, χωλός κι ασήμαντος. Κοινώς, ένα μόμολο. Και αύθαδες! Γλωσσάδικο κι αυθάδικο. Στην Τροία πολέμησε, μαζί με τους Αχαιούς. Κι αυτό το χλομό τσιχλί διάλεξε ο Όμηρος ως «αντι-ήρωα». Ως τον άνθρωπο, δηλαδή, που τόλμησε (με γενναία θρασύτητα, όχι με μαλαγανιές οδυσσεακές και μαγκιές αχιλλεώτικες) να σταθεί απέναντι στον αρχιστρατηλάτη, εξουσιαστή Αγαμέμνονα και να του πει: «Ποιος νομίζεις ότι είσαι, ρε!» (βασικά «Ατρείδη, τέο δη αύτ’ επιμέμφαιε ηδέ χατίζεις; Ου μεν έοικεν αρχόν εόντα κακών επιβασκέμεν υίας Αχαιών», του είπε, μα έκανα μια πιο… ελεύθερη μετάφραση).

Το πρώτο παράδειγμα πολιτικής ανυπακοής στην Ιστορία ήταν ο Θερσίτης. Απέναντι σε όλα αυτά τα θεριά, με μυαλό ξουράφι και μούσκουλα ασύλληπτα, τόλμησε το μόμολο και στάθηκε και αντάξιος και αμφισβητίας. Με μια ασέβεια θεραπευτική.

…Όχι ότι έχουν καμία σχέση με το σήμερα όλα τα παραπάνω. Σκέψεις του Αυγούστου είναι. Ποιος δίνει σημασία…

Νόρα Ράλλη

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το