Το 1478, μόλις 23 χρόνια μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας, εκδίδεται για πρώτη φορά στη Γερμανία το εγχειρίδιο αναγνώρισης μάγων. Δημιουργοί αυτού του βιβλίου ήταν δύο Δομινικανοί μοναχοί, ο Heinrich Kramer και ο Jacob Sprenger. Σε αυτό αναφέρονταν ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία θα βοηθούσαν στην αποκάλυψη των μαγεμένων ανθρώπων και πιο συγκεκριμένα των μαγεμένων γυναικών. Κάποιοι από τους εξωφρενικούς λόγους, για τους οποίους θα μπορούσε να κατηγορηθεί μια γυναίκα για άσκηση μαγείας και συμφωνία με τον Διάβολο ήταν:
•Ανήκε στο γυναικείο φύλο, όπως προαναφέρθηκε. Αυτή η άκρως σεξιστική αιτία σχετιζόταν με την πεποίθηση που είχαν για την Εύα και το «αμάρτημα» στο οποίο υπέπεσε με αποτέλεσμα να απολέσει η ανθρωπότητα την Εδέμ. Σε εκείνους τους καιρούς του σκοταδισμού και της αμάθειας όπου οι άνθρωποι πίστευαν ακράδαντα πως ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και έπειτα από το πλευρό του «προέκυψε» η γυναίκα, αντιλαμβανόμαστε πόσο υποβαθμισμένη ήταν η θέση της γυναίκας και πόσο κατώτερη τη θεωρούσαν, πνευματικά και σωματικά.
•Δεν είχε παιδιά ή είχε λίγα. Στην εποχή που μοναδικός ρόλος του θηλυκού ήταν να τεκνοποιεί, όσες δεν τηρούσαν αυτό το πρότυπο θεωρούταν ύποπτες. Αντίστοιχα, όσες ήταν πάνω από 40 χρονών και είχαν γνώσεις μαιευτικής ή βοτανολογίας έμπαιναν επίσης εύκολα στο στόχαστρο.
•Είχε καλές σχέσεις με τα ζώα ή είχε κατοικίδιο. Γενικά θεωρούσαν πως ο διάβολος μπορούσε να πάρει τη μορφή κάποιου ζώου ώστε να βοηθήσει τα άτομα που είχαν συνάψει σχέσεις μαζί του. Έτσι, λοιπόν, όποιος τα αγαπούσε, έμπαινε αυτόματα στη λίστα. Μάλιστα, πιο πολύ από όλα αντιπαθούσαν τις γάτες, διότι θεωρούσαν ότι είχαν σχέση με τον άλλο κόσμο.
•Είχε φακίδες, ελιές ή οποιοδήποτε άλλο σημάδι εκ γενετής. Όλα ήτανε οιωνός για άσκηση μαγείας, καθώς τα κατοικίδια τρέφονταν από αυτά.
•Η ενδυμασία και η σεξουαλικότητα ήταν προχωρημένα για την επικρατούσα ηθική. Στις πουριτανικές κοινωνίες όποιος τολμούσε ακόμα και να ντυθεί διαφορετικά αντιμετωπιζόταν ως δαιμονισμένος, πόσω μάλλον στις περιπτώσεις των εξωσυζυγικών σχέσεων. Ιδιαίτερα «επικίνδυνες» ήταν οι χήρες, καθώς δεν είχαν κάποιον άντρα να τις ελέγχει και έτσι μπορούσαν εύκολα να «αμαρτήσουν», αφού οι ίδιες από μόνες τους δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τις σεξουαλικές τους ορμές.
Αυτά και πολλά άλλα όπως και το αν κάποια γυναίκα ήταν φτωχή, αριστερόχειρας ή είχε εχθρούς γινόταν κατευθείαν η αφορμή για να κατηγορηθεί. Ένα ακόμη πολύ ισχυρό σημάδι για να αναγνωριστούν οι μάγισσες ήταν το αν πήγαιναν στην εκκλησία. Η αποχή σήμαινε αυτόματα ότι ανήκε σε αυτόν τον κύκλο. Έτσι, λοιπόν, τα κοσμικά και εκκλησιαστικά δικαστήρια αλλά και ο λαός κατηγόρησαν αναίτια χιλιάδες άτομα.
Από τη στιγμή που το 1484 ο πάπας Ιννοκέντιος Η’ εξέδωσε διάταγμα με το οποίο καταδίκαζε τη μαγεία, κρίθηκαν ένοχοι πολλοί αθώοι άνθρωποι. Βέβαια, υποθέσεις κυνηγιού μαγισσών έχουν καταγραφεί και πολύ πριν, στην Αρχαία Αίγυπτο και τη Βαβυλώνα. Όμως, από τον 15ο αιώνα και μετά παρατηρείται έξαρση. Οι άνθρωποι πιστεύοντας σε δεισιδαιμονίες, έβλεπαν παντού γυναίκες, συνεργούς του Διαβόλου, οι οποίες κατηγορούνταν για κανιβαλισμό, σεξουαλικά όργια, λατρεία προς το πρόσωπο του σατανά και θυσία βρεφών. Πίστευαν, μάλιστα, πως τα βράδια κανόνιζαν ομαδικές συναντήσεις σε απόμακρα σημεία και έκαναν απόκρυφες λατρευτικές τελετές μαγείας. Οι πηγές γι’ αυτές τις δραστηριότητες αντλήθηκαν από τον παγανισμό και τις αρχαιοελληνικές και ρωμαϊκές παγανιστικές παραδόσεις. Μία ακόμα ανορθολογική αντίληψη ήταν το γεγονός ότι για να πάνε σε αυτές τις συγκεντρώσεις καβαλούσαν σκουπόξυλα.
Όλα τα παραπάνω, υπήρξαν ο λόγος που τόσος κόσμος -ιδιαίτερα γυναίκες- βρέθηκε φυλακισμένος για κάτι εντελώς παράλογο. Η άγνοια και ο φόβος πυροδότησαν ένα εμμονικό κυνήγι με αποτέλεσμα σύντομα να ξεπηδήσει ένα νέο επάγγελμα, αυτό του κυνηγού μαγισσών. Δουλειά του ήταν να πηγαίνει από μέρος σε μέρος και να βρίσκει τις γυναίκες που είχαν προσεγγιστεί από τον σατανά και βρίσκονταν πλέον υπό τον έλεγχό του. Όσες πίστευαν πως είναι ύποπτες τις έδεναν και τις βύθιζαν σε αγιασμένο νερό. Αν βούλιαζαν, θεωρούνταν αθώες και ανασύρονταν, αν επέπλεαν αυτό σήμαινε ότι ήταν μάγισσες και την ίδια στιγμή τις θανάτωναν. Σε άλλες έψαχναν για «το σημάδι του Διαβόλου», μία ελιά, μία κηλίδα, μία ουλή από χτύπημα, οτιδήποτε θα μπορούσε να αποδείξει την ενοχή τους. Το πιο εξοργιστικό βέβαια, ήταν πως οι αρμόδιοι έψαχναν για αυτά τα σημάδια ενώ είχαν ξυρίσει τις κατηγορούμενες και τις είχαν γδύσει εντελώς. Όλα αυτά δημόσια. Στη συνέχεια, τις τρυπούσαν με μία καρφίτσα στα συγκεκριμένα σημεία, αν με το τρύπημα δεν μάτωναν ή δεν πονούσαν, αυτό σήμαινε ότι οι γυναίκες ανήκαν στη σατανική φατρία. Τέλος, μία άλλη μέθοδος που χρησιμοποιούσαν ήταν να τις ζυγίζουν, αφού πίστευαν ότι μία μάγισσα είχε ελάχιστο ή καθόλου βάρος.
Ανελέητες συμπεριφορές ακολούθησαν όσες κρίθηκαν ένοχες αφού τις είχαν για κάτι βέβηλο και μη ανθρώπινο. Επίσης, τις θεωρούσαν αιτία για οποιαδήποτε συμφορά μάστιζε τον κόσμο εκείνη την περίοδο: Το χαλάζι που κατέστρεφε τις σοδειές, τους παγετούς, τις επιδημίες, ακόμα και το θάνατο των ζώων. Κάπως έτσι ξεκίνησε και η υπόθεση για τη δίκη στο Σάλεμ της Μασαχουσέτης. Τον Φεβρουάριο του 1692, δύο κορίτσια, η κόρη του αιδεσιμότατου Σάμιουελ Πάρις, Μπέτι (9 χρονών) και η κηδεμονευμένη του, Άμπιγκειλ Ουίλιαμς (11 χρονών), άρχισαν να παρουσιάζουν μία περίεργη συμπεριφορά. Μιλούσανε παράξενα, κρύβονταν κάτω από πράγματα και σέρνονταν στο πάτωμα. Όμως, κανένας γιατρός δεν μπορούσε να εξηγήσει τα συμπτώματα, μέχρι που ένας εξ αυτών απεφάνθη πως τα κορίτσια ήταν δαιμονισμένα. Έτσι, ξεκίνησε ένας κύκλος κατηγοριών. Οι πρώτες τρεις γυναίκες που ενοχοποιήθηκαν ήταν η Τιτούμπα, η Ινδιάνα σκλάβα του αιδεσιμότατου, η Σάρα Όσμπορν, μία κατάκοιτη ηλικιωμένη γυναίκα, η οποία άρπαξε την περιουσία που είχε γράψει ο πρώτος της άντρας της στα παιδιά του και έζησε με τον δεύτερο σύζυγο της και η Σάρα Γκουντ, μία επαίτης, κόρη ενός Γάλλου ξενοδόχου. Η κατηγορία για μαγεία, τους αποδόθηκε την 1η Μαρτίου του ίδιου έτους και στη συνέχεια οδηγήθηκαν στη φυλακή. Σιγά-σιγά όμως οι φυλακές γέμιζαν και ένα νέο πρόβλημα προέκυψε: Δεν υπήρχε σχετικό νομοθετικό πλαίσιο και έτσι οι κρατούμενοι δεν ήταν δυνατόν να δικαστούν. Στα τέλη του Μαΐου, ο σερ Ουίλιαμ Φιπς, βασιλικός κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, αποφάσισε τη συγκρότηση ενός ειδικού δικαστηρίου γι’ αυτές τις περιπτώσεις. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινάνε οι δίκες με δεκάδες άτομα να περνάνε από ανάκριση. Η τελευταία φαίνεται να έγινε στις 3 Οκτωβρίου του 1692, ενώ το επόμενο έτος, δόθηκε αμνηστία σε όσους κατηγορούμενους είχαν απομείνει.
Θα μπορούσαμε να πούμε με σιγουριά πως το κυνήγι των μαγισσών αντικατόπτριζε την εικόνα που είχε η εκκλησία αλλά και ολόκληρη η κοινωνία για τις γυναίκες. Ότι δηλαδή ο προορισμός τους ήταν να μένουν στο σπίτι γιατί διέθεταν περιορισμένες νοητικές ικανότητες και γι’ αυτό γοητευόταν ευκολότερα από τον Διάβολο και το κακό. Όχι πως δεν υπήρξαν και άντρες που τους έμπλεξαν σε αντίστοιχες καταστάσεις, όμως μιλάμε για ένα ποσοστό μικρότερο του 20%. Το υπόλοιπο 80% περιλαμβάνει από μικρά κορίτσια μέχρι και ηλικιωμένες, που κατακρίθηκαν επειδή ήταν πολύ όμορφες, είχαν κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, είχαν γάτες ή δεν ήταν παντρεμένες. Ή μήπως πολύ απλά επειδή ήταν γυναίκες; Ο μισογυνισμός υπήρχε, υπάρχει, μεταλλάσσεται και προσαρμόζεται.
Πηγές πληροφοριών
Μεσαίωνας: Τα 16 κύρια χαρακτηριστικά αυτού του ιστορικού σκηνικού, el.yestherapyhelps.com
Malleus Maleficarum: Αποτυπώνοντας το μεσαιωνικό κυνήγι μαγισσών, nyctophilia.gr
Οι μάγισσες του Σαλέμ, sansimera.gr
Το κυνήγι μαγισσών στον Μεσαίωνα. Η δίωξη γυναικών που θεωρήθηκαν συνεργοί του Διαβόλου και κατηγορήθηκαν ακόμη και για θυσίες βρεφών. Μύθος ή πραγματικότητα, mixanitouxronou.gr
Το κυνήγι των μαγισσών του χθες. Η γυναικοκτονία του σήμερα, tomov.gr
Το κυνήγι των μαγισσών τον Μεσαίωνα, theatrecomments.weebly.com
Το «κυνήγι των μαγισσών» από τον Μεσαίωνα στον Μακαρθισμό – Η ”μαγεία” και οι πολιτικές διώξεις στις ΗΠΑ, economico.gr
www.offlinepost.gr
πηγή: sioualtec.blogspot.com
e-prologos.gr