Σαν σήμερα, στις 27/2/1943 φεύγει από τη ζωή στο σπίτι του, στην οδό Περιάνδρου 3 στην Πλάκα, σε ηλικία 84 ετών και βαριά άρρωστος ο σπουδαίος έλληνας ποιητής Κωστής Παλαμάς

Το νέο του θανάτου του επιφανέστερου ποιητή της γενιάς του 1880 κυκλοφόρησε με αστραπιαία ταχύτητα στην κατοχική Αθήνα. «Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός» γράφει στο προσωπικό της ημερολόγιο η Ιωάννα Τσάτσου.

Σε μεγάλη αντικατοχική συγκέντρωση εξελίσσεται η κηδεία

Από νωρίς το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου πλήθος λαού άρχισε να συγκεντρώνεται στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας για να αποτίσει το ύστατο χαίρε στον μεγάλο ποιητή, αλλά και για να εκφράσει τα αντικατοχικά του αισθήματα.

Στις 11 το πρωί άρχισε η νεκρώσιμος ακολουθία, χοροσταντούντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Δαμασκηνού. Ο πνευματικός κόσμος της χώρας έδωσε βροντερό «παρών»: Σπύρος Μελάς, Μαρίκα Κοτοπούλη, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Γιώργος Θεοτοκάς, Άγγελος Σικελιανός, Ηλίας Βενέζης, Ιωάννα Τσάτσου, Γιώργος Κατσίμπαλης, κ.ά.

Οι επίσημες αρχές, προσπαθώντας να περιορίσουν το νόημα της παλλαϊκής συγκέντρωσης, εκπροσωπήθηκαν στην κηδεία από τον ίδιο τον δοτό πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο και από εκπροσώπους των γερμανικών και ιταλικών κατοχικών δυνάμεων.

«Σε αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα» είπε εύστοχα ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός (1884-1951), δίνοντας το πνεύμα ομόθυμης παρουσίας του λαού στην κηδεία.

Ηχήστε οι σάλπιγγες…

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;

Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια

γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: “Ο Παλαμάς !”,
ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η οικουμένη !

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει…
κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.

Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,

που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.

Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !

Με το «εγερτήριο» αυτό σάλπισμα του ΕΑΜίτη Άγγελου Σικελιανού πάνω από τη σορό του Παλαμά, ο ελληνικός λαός αποχαιρέτησε, στις 28 Φεβρουαρίου του 1943 τον πρωτοπόρο ποιητή τού 20ού αιώνα ψάλλοντας σύσσωμοι μπροστά στους κατακτητές τον Εθνικό Ύμνο. Ήταν ο επικήδειος, που συμπύκνωσε μέσα σε λίγους στίχους τη φωνή ολόκληρης της Ελλάδας. Γιατί, πράγματι, σ’ εκείνο το φέρετρο ακουμπούσε η Ελλάδα.

Νέα παιδιά σήκωσαν το φέρετρο μαζί με τον Σπύρο Μελά και τον Άγγελο Σικελιανό. Το έβγαλαν έξω στον κόσμο κι από εκεί η λαοθάλασσα κατευθύνθηκε στην τελευταία κατοικία του ποιητή για να τον αποχαιρετήσει. Την προηγούμενη μέρα, χαράματα, στις 27 Φεβρουαρίου, στις 3.20π.μ., «έσβησε» ο μέγας ποιητής, ο Κωστής Παλαμάς. Το μαντάτο απλώνεται σ’ όλη τη χώρα. Βαρύ το πένθος του αντιστεκόμενου λαού που, μετατρέπει την κηδεία του ποιητή σε παλλαϊκή, εθνική πράξη αντίστασης. Οι συγκεντρωμένοι βάζουν φωτιά στο κτίριο όπου στεγαζόταν το υπουργείο Εργασίας, ενώ άλλη ομάδα διαδηλωτών καταστρέφουν το γραφείο του δοσίλογου πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου στη Βουλή. Αστυνομικές δυνάμεις του κατοχικού καθεστώτος επιτίθενται στο συγκεκριμένο πλήθος δολοφονώντας τρεις διαδηλωτές και τραυματίζοντας δεκάδες.

Κ. Παλαμάς: Ένας βαθιά προοδευτικός διανοούμενος

Στην αργατιά, στη χωριατιά, το χιόνι, η γρίπη, η πείνα, οι λύκοι,
ποτάμια, πέλαγα, στεριές, ξολοθρεμός και φρίκη.
Χειμώνας άγριος – κι η φωτιά, καλοκαιριά στην κάμαρά μου.
Ντρέπομαι για τη ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου.

Κωστής Παλαμάς, Από τον Δωδεκάλογο του Γύφτου

Ας δούμε τι γράφει για το αριστούργημα αυτό του ποιητή ο Νίκος Ζαχαριάδης παραθέτοντας ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Ο αληθινός Παλαμάς» που έγραψε ο πρώην γ.γ. του ΚΚΕ όταν ήταν κρατούμενος στις φυλακές της Κέρκυρας τον Γενάρη –Μάρτη του 1937. (Κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1953 από το εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ «Νέα Ελλάδα»)

Στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» καθρεπτίζεται όλη η αγανάχτηση και το ξεσήκωμα του ποιητή ενάντια στην εθνικιστική αρχαιοκαπηλεία και τη βυζαντινή αποτελμάτωση, ενάντια στους πατριδέμπορους αφανιστές, που στο όνομα της «λατρείας» και της συνέχισης των αρχαίων και βυζαντινών ξεπουλούσαν και κατάστρεφαν το έθνος. Μα ο ποιητής δε σταματά εδώ. Γκρεμίζοντας τα είδωλα και μαστιγώνοντας αλύπητα τους τυμβωρύχους σαλπίζει ένα καινούργιο, όχι εθνικιστικό μα λαϊκό, ξεσήκωμα για κάτι το καινούργιο και το άφταστο, που ξεπερνά ακόμα και τα τοπικά σύνορα και ανυψώνεται σε κάτι το πιο γενικό, σε κάτι το καθολικό, το διεθνιστικό. Και δεν είναι μονάχα αυτό.

Ο ποιητής, όσο φυσικά του το επέτρεπαν οι κοινωνικές συνθήκες και το νεοελληνικά-ξετύλιγμα στα τέλη του περασμένου αιώνα, έψαξε να βρεί τις καινούργιες κοινωνικές δυνάμεις, ένα άλλο πρωτοποριακό ανθρώπινο υλικό, για να χτίσει μ’ αυτό το καινούριο οικοδόμημα, που οραματίστηκε στο πονεμένο και ξυπνημένο απ’ τον εξευτελισμό μυαλό του.

Η λυρική σκέψη στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» δε στέκεται ήσυχη• περπατάει παραδέρνοντας και παίρνει τρόπους διαφορετικούς και πάει από της πικρής άρνησης τα πειράγματα και τα μοιρολόγια, στα θριαμβευτικά σαλπίσματα της πίστης κι από την αμφιβολία και το μηδενισμό, στο διαλάλημα της ενέργειας, της προκοπής, της αντρίκιας αγάπης, της πεποίθησης προς το ωραίο, κάτι που μέλλεται• «ο ήρωας μου χαλαστής και πλάστης, με την αράδα»… 

Ο Παλαμάς δε λιβανίζει, μα χτυπά αμείλιχτα τους κάθε λογής εκμεταλλευτές πατριδέμπορους και όλο το οικοδόμημα τους και δείχνει στο έθνος έναν καινούργιο δρόμο.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το