Θεωρήθηκαν “κατώτεροι”, επειδή μπορεί να είχαν κακή όραση, να ήταν καθυστερημένοι, να είχαν ψυχολογικά προβλήματα ή τα γενετικά τους χαρακτηριστικά δεν ήταν αυτά που άρμοζαν στο “ωραίο” πρότυπο της αρίας φυλής. Βρέθηκε, λοιπόν, ο καλύτερος τρόπος για να απαλειφθεί μία τέτοια προοπτική. Υποχρεωτικές στειρώσεις, τις περισσότερες φορές χωρίς ιδέα εκείνων που στειρώνονταν.

Το 1997 η σουηδική εφημερίδα «Dagens Nyheter» έκανε μια ανατριχιαστική αποκάλυψη που συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη. Από το 1935 έως το 1976, οι Σουηδοί εφάρμοσαν ένα πρόγραμμα με σκοπό να διατηρήσουν την «καθαρότητα της φυλής». Στο πλαίσιο του προγράμματος περισσότεροι από 60.000 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους γυναίκες, στειρώθηκαν, καθώς θεωρούνταν «κατώτεροι» είτε διότι ήταν μιγάδες, είτε επειδή είχαν νοητική υστέρηση, ψυχολογικά προβλήματα ή «παρεκκλίνουσα» συμπεριφορά, όπως έντονη σεξουαλική δραστηριότητα. Σε γενικές γραμμές το πρόγραμμα εφαρμόστηκε σε όσους τα χαρακτηριστικά τους θεωρήθηκε ότι δεν άρμοζαν στο πρότυπο της άριας φυλής. Το πρόγραμμα στειρώσεων άρχισε να εφαρμόζεται μετά τη ψήφιση σχετικού νόμου το 1934. Οι σουηδικές αρχές διεξήγαγαν το πρόγραμμα με άκρα μυστικότητα. Την έρευνα έκανε ο δημοσιογράφος Ματσιέχ Ζαρέμπα και στο ρεπορτάζ του φιλοξένησε τη μαρτυρία μιας γυναίκας. Η Μαρία Νόρντιν, κατήγγειλε ότι όταν ήταν μαθήτρια δεν έβλεπε καλά τον πίνακα καθώς είχε μυωπία, αλλά δεν φορούσε γυαλιά. Οι σχολικές αρχές την κατέταξαν στα «καθυστερημένα παιδιά», την έβαλαν σε ειδικό σχολείο και σε ηλικία 17 ετών, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, την κάλεσαν να υπογράψει «κάτι χαρτιά».

Η μαρτυρία της 72χρονης τότε γυναίκας είναι συγκλονιστική. Υπέγραψα γιατί ήξερα ότι πρέπει να το κάνω για να βγω από εκεί. Με οδήγησαν σε νοσοκομείο όπου μου έκαναν ολική αφαίρεση γεννητικών οργάνων. Ένας γιατρός μου είπε: δεν είσαι και πολύ έξυπνη, δεν πρέπει να κάνεις παιδιά Σύμφωνα με την έρευνα της εφημερίδας οι στειρώσεις, επισήμως, ήταν οικειοθελείς. Πολλά θύματα όμως κατήγγειλαν, ότι αναγκάστηκαν να υπογράψουν, με την απειλή ότι αν δεν το έκαναν, θα έχαναν τα παιδιά τους, αν αποκτούσαν, καθώς και όλες τις κοινωνικές παροχές. Η αποκάλυψη δημιούργησε σάλο στη σουηδική κοινή γνώμη και προκάλεσε την παρέμβαση της τότε υπουργού Κοινωνικών Υποθέσεων Μαργκότ Βάλστρομ. Αποκάλεσε το μέτρο “πράξη βαρβάρων” και διέταξε έρευνα για τη διαλεύκανση του ζητήματος.

Η σουηδική κυβέρνηση διόρισε τον καθηγητή Καρλ Γκούσταφ Άντρεν επικεφαλής μια επιτροπής για να φωτίσει το ρόλο που διαδραμάτισαν γιατροί και πολιτικοί στην υπόθεση και να συλλέξει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία. Έπειτα από περίπου τρία χρόνια ο καθηγητής παρέδωσε στην σουηδική κυβέρνηση την έκθεση με όλα τα στοιχεία που συγκέντρωσε, τα οποία είναι ανατριχιαστικά. 230.000 άτομα υπέστησαν στείρωση στη Σουηδία από το 1935 έως το 1996. Μάλιστα οι 63.000 στειρώσεις έγιναν από το 1935 έως το 1976 στο πλαίσιο των νόμων που είχε εγκρίνει ομόφωνα η σουηδική Βουλή.

Το 1976 ψηφίστηκε νέος νόμος που όριζε ως αναγκαία την προηγούμενη συγκατάθεση των ενδιαφερομένων. Στα χρόνια που ακολούθησαν έως το 1996, υπέστησαν στείρωση περίπου άλλοι 166.000 άνθρωποι. Τη δεκαετία του ’50, παρατηρήθηκε μία μεταστροφή, με αποτέλεσμα, ενώ αρχικά οι περισσότερες στειρώσεις γίνονταν υπό πίεση, τελικά οι περισσότερες κατέληξαν να γίνονται με τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου.

Η δημοσιογραφική έρευνα που δημοσιεύθηκε στη «Dagens Nyheter» επί τέσσερις ημέρες, υποστήριζε ότι το πρόγραμμα δεν εφαρμοζόταν μόνο στη Σουηδία. Η Δανία και η Νορβηγία είχαν θέσει σε εφαρμογή αντίστοιχα προγράμματα «φυλετικών εκκαθαρίσεων» μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο….

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το