Ο Αντώνης Αγγελούλης (Βρατσάνος), (Λάρισα 1919-Αθήνα 25 Νοεμβρίου 2008) ήταν ο επιφανέστερος σαμποτέρ της Εθνικής Αντίστασης. Πολέμησε γενναία στον Αλβανικό πόλεμο ως έφεδρος αξιωματικός δυναμιτιστής καταστροφών. Μετά την πτώση της Ελλάδας στους ναζιστές κατακτητές, ο Αγγελούλης πέρασε στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης, ως μέλος του ΕΑΜ.
Το ψευδώνυμο Βρατσάνος το “δανείστηκε” από τον συνονόματο του, μπουρλοτιέρη της επανάστασης του 1821, “Αντώνη Βρατσάνο”.
Στον ΕΛΑΣ αναδείχθηκε ως ο κορυφαίος σαμποτέρ της Εθνικής Αντίστασης, συμμετέχοντας στα πλέον σημαντικά σαμποτάζ εις βάρος των κατακτητών. Στη δράση του συμπεριλαμβάνεται η ανατίναξη τραίνου στην κοιλάδα των Τεμπών που κατευθυνόταν στο Ανατολικό Μέτωπο.
Στις 23/2/1944, μια επίλεκτη ομάδα των Ες Ες και αξιωματικοί της Βέρμαχτ, που υπηρετούν στην Ελλάδα, ταξιδεύουν με το τρένο “SF-ZUG ταχεία 53” με προορισμό το ανατολικό μέτωπο, που είναι έτοιμο να καταρρεύσει ύστερα από την τρομερή αντεπίθεση των Σοβιετικών. Το τρένο κατευθύνεται προς την Ουκρανία, αλλά δεν θα καταφέρει ποτέ να φτάσει στον προορισμό του.
Τμήμα του μηχανικού του ΕΛΑΣ Νοτίου Ολύμπου με υπεύθυνο τον κορυφαίο σαμποτέρ Αντώνη Βρατσάνο (πραγματικό όνομα Αντώνης Αγγελούλης) τοποθέτησαν εκρηκτικά 25 μέτρα από τη σιδηροδρομική γραμμή των Τεμπών.
Στη συνέχεια κατευθύνθηκαν στα γύρω βουνά, ώστε να επιτεθούν μετά την έκρηξη.
Την πυροδότηση θα έκανε ο Βρατσάνος μαζί με τον βοηθό του Φαρμακά. Όταν πήρε σήμα ότι το τρένο πλησίαζε, άναψε το φιτίλι και μια μεγάλη έκρηξη το έβγαλε εκτός πορείας, ρίχνοντας το στον Πηνειό. Στη συνέχεια οι αντάρτες έδωσαν μάχη με τα πολυβόλα όπλα τους. Το αποτέλεσμα ήταν η καταστροφή του τραίνου και ο θάνατος 450 Γερμανών, εκ των οποίων το 1/3 ήταν αξιωματικοί. Συγχρόνως η ζημιά στις γραμμές του τρένου, καθυστερούσε τις μελλοντικές μετακινήσεις των Γερμανών που έχαναν τον πόλεμο, αλλά γίνονταν πιο άγριοι ξεσπώντας στον άμαχο πληθυσμό.
Η στρατηγικής σημασίας επιχείρηση αυτή θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα σαμποτάζ στην Ευρώπη κατά των ναζί. Ήταν το κορυφαίο επίτευγμα της αντιστασιακής σαμποταριστικής δράσης του Αντώνη Βρατσάνου και της ομάδας του. Για την ανατίναξη της “Ταχείας 53” και τα άλλα στρατιωτικά κατορθώματα που είχαν μεγάλο αντίκτυπο στην επιτυχία του συμμαχικού αγώνα, ο Βρατσάνος παρασημοφορήθηκε από τον ίδιο τον Αρχιστράτηγο Μέσης Ανατολής Αλεξάντερ.
Όμως, τα μετάλλια ο Βρατσάνος τα επέστρεψε στην αγγλική πρεσβεία μετά την απελευθέρωση, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη βρετανική επέμβαση και τη δίωξη των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, αφού και ο ίδιος κινδύνεψε να δολοφονηθεί από τους παρακρατικούς, και το μεταβαρκιζιανό αστυνομικό κράτος.
Έτσι ο Βρατσάνος αναγκάστηκε να καταφύγει στα βουνά, έγινε Διοικητής Μηχανικού- σαμποτέρ. Μετά την ήττα του ΔΣΕ, έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας.
Μετά την αναγνώριση από την Πολιτεία της Εθνικής Αντίστασης, ο Αγγελούλης (Βρατσάνος) αρνήθηκε να υποβάλλει αίτηση αναγνώρισης ως ένδειξη διαμαρτυρίας για το ότι άλλοι συναγωνιστές του δεν είχαν παρόμοια προνόμια.
Πέθανε το Νοέμβριο του 2008, και κηδεύτηκε με πολιτική κηδεία.Το 2012 στο μουσείο Εθνικής
Αντίστασης της Λάρισας έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του.
Το βιβλίο του Αντώνη Αγγελούλη « Βροντάει ο Όλυμπος » θεωρείται το πρώτο βιβλίο απομνημονευμάτων για την Εθνική Αντίσταση που κυκλοφόρησε και περιλαμβάνει συγκεντρωτικό πίνακα επιχειρήσεων και σαμποτάζ του τάγματος μηχανικού Ολύμπου 1942-1944 .
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ
Ως Διοικητής του Τάγματος Μηχανικού Ολύμπου ήταν ο πρωτεργάτης μερικών από τα μεγαλύτερα σαμποτάζ στην Ευρώπη. Στο αρχείο του ΕΛΑΣ αναφέρεται:
«Σύμφωνα με συγκεκριμένα στοιχεία, παρμένα από το αρχείο επιχειρήσεων ανατινάχτηκαν στην περιοχή του Ολύμπου συνολικά στο διάστημα της κατοχής 48.000 μέτρα σιδηροδρομικής γραμμής, 36 γέφυρες, 47 καμπύλες, σήματα βραδυπορείας, κλειδιά, τηλεγραφική στήλη, κλπ. Η συγκοινωνία διακόπηκε συνολικά για 1.324 ώρες. Οι απώλειες των γερμανών έφτασαν σε 3.065.».
Μερικές από τις πιο επιτυχημένες σαμποταριστικές ενέργειες του Τάγματος Μηχανικού Ολύμπου ήταν η ανατίναξη των τειχών αντιστήριξης στα Τέμπη και η ανατίναξη της ταχείας γερμανικής αμαξοστοιχείας. Ειδικότερα, η ανατίναξη του γερμανικού εξπρές (SF-Zug ταχεία 53) στα Τέμπη το Φλεβάρη του ’44 είναι ένα απ’ τα μεγαλύτερα σαμποτάζ στην κατεχόμενη απ’ τους ναζι και τους φασίστες Ευρώπη καθώς στοίχισε στον ναζισμό 450 νεκρούς. Τα επιτεύγματα αυτά τον έκαναν θρύλο και έμβλημα για στους αγωνιστές της εθνικής αντίστασης και στο λαό.
Όπως περιγράφει και ο ίδιος:
Όλα ήταν έτοιμα: 400 μέτρα υπονομευμένη σιδηροδρομική γραμμή με εκρηκτικά γεμίσματα συνδεδεμένα πάνω στο κύριο βράχο σε απόσταση 25 περίπου μέτρων από τη σιδηροδρομική γραμμή.(…)
Όταν η αμαξοστοιχία έφτασε στο καθορισμένο σημείο πυροδοτήθηκε ο αγωγός.Μια τρομαχτική έκρηξη ακούστηκε ύστερα από την εκτυφλωτική λάμψη και η περήφανη αμαξοστοιχία με τα βαγόνια πολυτελείας σωριάστηκε στον Πηνειό.Αμέσως ακολούθησε επίθεση κατά της Αμαξοστοιχίας που ανατινάχτηκε με αυτόματα και οπλοπολυβόλα(…)
Το 1943-44 γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Μετά την απελευθέρωση, το 1945, εκδίδεται από το κομματικό εκδοτικό οίκο «Νέα Βιβλία» το βιβλίο του «Βροντάει ο Όλυμπος», το οποίο είναι η πρώτη έκδοση απομνημονευμάτων στην Ελλάδα που αναφέρεται στην εθνική αντίσταση, και στο οποίο δεν περιγράφει μόνο τη δράση του Τάγματος Μηχανικού Ολύμπου αλλά καταγγέλλει και την τρομοκρατία του μεταβαρκιζιανού καθεστώτος και την παραχάραξη της ιστορίας της εθνικής αντίστασης από την αντίδραση και τους Άγγλους ιμπεριαλιστές.
Το δεύτερο αντάρτικο τον βρίσκει και πάλι στην πρώτη γραμμή της μάχης για την ανεξαρτησία και τη λαϊκή δημοκρατία, αυτή τη φορά από το πόστο του Διοικητή της Σχολής Αξιωματικών Μηχανικού του Γενικού Αρχηγείου και Διοικητή της Ταξιαρχίας σαμποτέρ του Γενικού Αρχηγείου Νότιας Ελλάδας με το βαθμό του συνταγματάρχη.
Μετά την υποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού (ΔΣΕ) έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας αρχικά στην Τασκένδη και ύστερα στη Ρουμανία, όπου έμεινε 33 χρόνια. Εκεί στην προσφυγιά, συνεχίζει τον αγώνα του και αντιτάσσεται στην «6η Ολομέλεια» του ΚΚΕ το 1956 (ενώ βρίσκεται ακόμα στην Τάσκενδη) και εναντιώνεται στη γραμμή του 20ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ.
Από αυτό το σημείο αρχίζουν νέες περιπέτειες για τον Βρατσάνο, όπως και για πολλούς πολιτικούς πρόσφυγες που αντισταθήκανε στην επέμβαση του ΚΚΣΕ στα εσωτερικά του ΚΚΕ, υποστηρίζοντας τη νόμιμη ηγεσία του (μόνο στην Τασκένδη διαγράφτηκαν τουλάχιστον 6.400 μέλη του κόμματος από τα 7.600). Την στάση του αυτή την πληρώνει με τη διαγραφή του το 1956 και κατόπιν καταδικάζεται, μετά από στημένη δίκη σε 2,5 χρόνια φυλάκιση από τις ρουμάνικες αρχές με την κατηγορία της κατασκοπίας. Αργότερα-και παρόλη τη διεθνή του αναγνώριση- εξαναγκάζεται να δουλέψει στα ανθρακωρυχεία της Ρουμανίας γεγονός που επιδείνωσε την ήδη επιβαρημένη, από τα πολλαπλά πολεμικά τραύματα του,υγεία του (ένα τραύμα στο κεφάλι από ατύχημα σε σαμποτάζ τον ταλαιπώρησε σε όλη του τη ζωή).
Α
e-prologos.gr