Οι αποκαλύψεις για την κυβερνητική επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών εξακολουθούν και συγκλονίζουν. Η μεγαλειώδης παλλαϊκή κινητοποίηση στις 26 Γενάρη προκαλεί μεγάλη πολιτική φθορά στο κυβερνητικό στρατόπεδο της ΝΔ και όχι μόνο. Την ίδια ώρα, η ακρίβεια και η φτώχεια αποτελούν τα πιο καυτά προβλήματα των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Όλα μαζί αποτελούν ένα εκρηκτικό μίγμα, ένα καζάνι οργής που βράζει.
Σε αυτό το φόντο και με τις εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών να είναι καταιγιστικές, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθούν αμήχανα, προσπαθούν να κεφαλαιοποιήσουν και να εισπράξουν τη γενικευμένη λαϊκή οργή και κατακραυγή που γεννά η κυβερνητική πολιτική. Αποδεικνύονται όμως πολύ «λίγοι» ως αντιπολίτευση. Και πώς να μην είναι άλλωστε, όταν επί της ουσίας είναι και αυτοί συνένοχοι στο έγκλημα που συντελέστηκε, αφού υπηρέτησαν την ίδια πολιτική της απαξίωσης του σιδηροδρόμου και του ξεπουλήματός του.
Μπροστά στους κυβερνητικούς τριγμούς που εκδηλώθηκαν και στην πρώτη συνέντευξη του Μητσοτάκη, ο οποίος αναγκάστηκε να δηλώσει πως η κυβέρνησή του δεν θα βάλει βέτο στη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να κάνει ένα βήμα μπροστά μετά και από το ναυάγιο της προσπάθειας σύγκλισης με το ΠΑΣΟΚ αλλά και τη Νέα Αριστερά (ΝεΑΡ) για τον ΠτΔ. Προωθεί πρόταση δυσπιστίας απέναντι την κυβέρνηση, με αιχμή τα Τέμπη, θεωρώντας πως έτσι μπορεί να κερδίσει πόντους και μελλοντικά εκλογικά οφέλη, καλώντας παράλληλα τις υπόλοιπες δυνάμεις της κεντροαριστεράς να τη στηρίξουν. Κανένα όφελος δεν προκύπτει για το λαό από μια τέτοια κοινοβουλευτική κοκορομαχία, που η έκβασή της είναι ήδη προεξοφλημένη, αφού η κυβερνητική συνοχή και πλειοψηφία δεν απειλείται παρά τους κλυδωνισμούς.
Αντίθετα, μια τέτοια εξέλιξη είναι πολύ βολική για τη ΝΔ, αφού θα λειτουργήσει αποπροσανατολιστικά από το κύριο επίδικο της περιόδου. Θα αποτελέσει επίσης μια πρώτης τάξης ευκαιρία για τη ΝΔ να συσπειρώσει τις δυνάμεις της και την κοινοβουλευτική της ομάδα. Ταυτόχρονα δικαιώνει την κυβέρνηση, που μέσα στον πανικό της και προσπαθώντας πάντα να ξεγλιστρήσει από τις ευθύνες που τη βαρύνουν για τα Τέμπη, μιλάει για «σχέδια αποσταθεροποίησης» της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στοχεύει αλλού. Σε αυτό που έχει εδώ και καιρό διακηρύξει ως στόχο του, να ξαναγίνει και θεσμικά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να ανακτήσει δηλαδή τη δεύτερη θέση. Και δεν περιμένει τις εκλογές για να επιτύχει τους σκοπούς του. Προσπαθεί να μεγιστοποιήσει την πίεση προς το ΠΑΣΟΚ ζητώντας συμπόρευση στην πρόταση δυσπιστίας, όπως και με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, για να την αξιοποιήσει την επόμενη ημέρα ως επιχείρημα για να εμφανιστεί με ηγεμονικούς όρους ανάμεσα στα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας.
Της πρότασης δυσπιστίας είχε προηγηθεί η τέταρτη ψηφοφορία για τον ΠτΔ και η απουσία της ΝεΑΡ από αυτή. Η αποχώρηση της ΝεΑΡ από την τελευταία ψηφοφορία, ενώ είχε στηρίξει την υποψηφιότητα της Λ. Κατσέλη στις προηγούμενες τρεις, προκάλεσε ρήγμα ανάμεσα στα δύο κόμματα, την ώρα που ήταν σε εξέλιξη τα παζάρια για κοινοβουλευτική αλλά και ευρύτερη πολιτική σύγκλιση. Μια προσπάθεια που θα μπορούσε να φέρει ξανά το ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Οι εξελίξεις αυτές, εν μέσω της πολιτικής έντασης που ξεσπά με επίκεντρο το έγκλημα των Τεμπών και της τεράστιας αντικυβερνητικής αγανάχτησης που κατακλύζει τον ελληνικό λαό, φανερώνουν όχι μόνο την αδυναμία των κομμάτων της σοσιαλδημοκρατίας να αποτελέσουν τους πυλώνες της αντιπολίτευσης αλλά και τη γενικότερη πολιτική χρεοκοπία του χώρου αυτού.
Μεταπτυχιακά στην αμερικανοδουλεία με τη σφραγίδα του Harvard
Εν μέσω του διαγκωνισμού ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ αλλά και τη ΝεΑΡ, ο Τσίπρας πυκνώνει τις δημόσιες εμφανίσεις του επιχειρώντας να παίξει το ρόλο του γεφυροποιού. Παράλληλα επιδιώκει να παίξει το ρόλο του ηγέτη που θα συνενώσει τα κομμάτια της χρεοκοπημένης σοσιαλδημοκρατίας, για λογαριασμό της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης. Στην τελευταία του μάλιστα δημόσια εμφάνιση δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει το πολιτικό κενό που υπάρχει στο χώρο της κεντροαριστεράς για να υπονοήσει ότι ο ίδιος μπορεί να το καλύψει.
Σε αυτή τη συγκυρία, η πρόσκληση να παραβρεθεί στο Harvard στο προσεχές (εαρινό) εξάμηνο και να πραγματοποιήσει διαλέξεις σε φοιτητές μόνο τυχαία δεν είναι. Ο Τσίπρας δεν θα πάει σε ένα απ’ τα κορυφαία πανεπιστήμια για να παρουσιάσει απλά το κυβερνητικό του έργο στο ακροατήριο. Μεταβαίνει εκεί για να καταθέσει τα διαπιστευτήριά του στους αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Για να τους διαβεβαιώσει ότι μπορεί να αποτελέσει έναν παράγοντα που μπορεί να διαφυλάξει τόσο τα συμφέροντα της ντόπιας ολιγαρχίας αλλά πολύ περισσότερο να αποτελέσει εγγυητή σταθερότητας του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας. Ποντάρει τόσο ο ίδιος όσο και το ντόπιο καθεστώς ότι μπορεί να ξεπλυθεί από το βαρύ και αμαρτωλό του κυβερνητικό παρελθόν και να εμφανιστεί αναβαπτισμένος σαν η εναλλακτική επιλογή μπροστά στη γενικευμένη φθορά της κυβέρνησης της ΝΔ.
Πέρα από τα όποια παζάρια -υπόγεια και φανερά- ανάμεσα στις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών υπογραμμίζουν εμφατικά το εξής. Η μοναδική πραγματική αντιπολίτευση είναι ο λαϊκός παράγοντας. Με τη μαζική και αγωνιστική του κινητοποίηση μπορεί να βάλει τη δική του σφραγίδα του στις εξελίξεις.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr