Οι φυσικές καταστροφές που έχουν πλήξει τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια σίγουρα δεν θα είχαν αυτό το καταστροφικό αποτέλεσμα αν πραγματικά το κράτος ήταν συνεπές στις υποχρεώσεις του προς τους πολίτες και συνεπές στις εξαγγελίες του σχετικά με τα μέτρα ανακούφισης γι’ αυτούς. Οι χρηματοδοτήσεις έργων με σκοπό την προστασία του κόσμου από πλημμύρες, σεισμούς και πυρκαγιές μένουν κούφιες εξαγγελίες, αλλά και όταν πραγματοποιούνται, τα χρήματα καταλήγουν σε φιλοκυβερνητικές τσέπες και σε έργα που δεν εξυπηρετούν ούτε στο ελάχιστο το σκοπό τους.
Παρ’ όλα αυτά, θα άξιζε να δούμε, όχι το τι γίνεται “πριν”, αλλά το τι συμβαίνει μετά τις καταστροφές, καθώς είναι γνωστό το “δεν το περιμέναμε να συμβεί ξανά” που ακούγεται για να δικαιολογηθεί η ανετοιμότητα του κράτους. Αλλά αφού συνέβη τελικά, ποια ήταν συνδρομή της πολιτείας προς τους πληγέντες;
Δε χρειάζεται να ψάξουμε πολύ για να δούμε το πραγματικό πρόσωπο των κυβερνήσεων και την αναλγησία τους απέναντι σε ανθρώπους όπως αυτοί του σεισμόπληκτου Αρκαλοχωρίου για παράδειγμα, που γκρεμίστηκε η ζωή τους μέσα σε λίγα λεπτά και έκτοτε ζουν σε κοντέινερ, δύο χρόνια και κάτι μήνες τώρα, με τα γκρεμισμένα σπίτια κάποιων από αυτούς να αποτελούν ακόμα και αντικείμενο πλειστηριασμών και τη μεταστέγασή τους να μοιάζει όνειρο απατηλό. Δεν είναι όμως το ζήτημα μόνο στο Αρκαλοχώρι. Τα ίδια συναντάμε και με τους πυρόπληκτους της Εύβοιας και του Έβρου που είδαν τους κόπους μια ζωής να γίνεται στάχτη, αλλά δεν είδαν ουσιαστική στήριξη από πουθενά (“Θα σας αποζημιώσουμε” τους είπαν κάνοντας την ανθρώπινη ζωή και τα χρόνια μόχθου μετρήσιμο χρηματικό μέγεθος, το οποίο ελάχιστοι είδαν να τους δίνεται) . Τα ίδια συναντάμε και με τους πλημμυροπαθείς στο θεσσαλικό κάμπο και στη Μαγνησία. Ο κεντρικός δρόμος που ενώνει την Καρδίτσα με τη Λάρισα παραμένει ακόμα και σήμερα πλημμυρισμένος, στα γύρω χωριά υπάρχουν οικογένειες που κυριολεκτικά ζουν στο δρόμο ενώ στο Βόλο μέχρι και τη μέρα των αυτοδιοικητικών εκλογών δεν είχανε νερό κατάλληλο για να κάνουν μπάνιο. Και σε αυτούς όμως η κυβέρνηση ήταν συνεπής στην τιμολογιακή πολιτική της και θεώρησε ότι με δέκα χιλιάδες ευρώ αποζημίωση σπιτιού που καταστράφηκε ή με διανομή εμφιαλωμένων νερών θα είναι ευχαριστημένοι. Πολλοί μεταφέρθηκαν και ζουν όλο αυτό το διάστημα σε μια “προσφυγική δομή” (στρατόπεδο θα το χαρακτήριζε κάποιος) κοντά στη Λάρισα, αφού πρώτα εκδιώχθηκαν οι πρόσφυγες σε άλλες δομές και αφού επισκευάστηκαν τα μπάνια για να μπορούν να είναι προς χρήση (προφανώς και οι πρόσφυγες δεν χρειάζονται λειτουργικά μπάνια). Είναι εξοργιστικό, άνθρωποι χωρίς σπίτι και χωρίς εργασία, να δέχονται μια χρηματική ελεημοσύνη, να γίνονται πρόσφυγες και οι ίδιοι στην ίδια τους τη χώρα και αυτό να θεωρείται “μέτρο” της κυβέρνησης για να τους ανακουφίσει.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει κανένα σχέδιο, καμία πρόνοια, ώστε οι άνθρωποι που χάνουν το βιος τους να νιώσουν ότι υπάρχει κάτι, να τους κάνει λίγο καλύτερη τη ζωή τους. Τα παρηγορητικά λόγια των μέσων μαζικής ενημέρωσης και το ενδιαφέρον τους χάθηκε μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα. Τόση ήταν η συμπόνια προς τους πληγέντες και η ανάγκη να φανούν και να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι. Αλλά και οι ίδιοι αυτοί οι υπεύθυνοι εμφανιστήκαν λίγο αργότερα να ζητούν την ψήφο του κόσμου που οι ίδιοι φρόντισαν να μείνει και να συνεχίζει να μένει στο δρόμο ακόμα και σήμερα, για να υποσχεθούν τα κούφια λόγια που αραδιάζουν σε κάθε προεκλογική φιέστα, εξαπατώντας για ακόμα μια φορά το λαό που ψάχνει από κάπου να πιαστεί όταν νιώθει πως έχει χάσει τα πάντα.
Κι όμως δεν έχει χάσει τα πάντα. Δεν έχει χάσει ούτε τη “στήριξη” των μέσων ενημέρωσης, ούτε των κυβερνώντων, καθώς δεν την είχε ούτε θα την έχει ποτέ, μέσα σε ένα τέτοιο σάπιο σύστημα. Αυτό όμως που δεν έχει χάσει και είναι εξαιρετικά σημαντικό είναι η αλληλεγγύη του ανθρώπου προς το συνάνθρωπο. Η δύναμη της συλλογικής συμπαράστασης πλήθους κόσμου που έτρεξε να βοηθήσει με όποιο τρόπο μπορούσε και να κάνει σαφές στο μυαλό όλων, ότι εκεί, στο συλλογικό αγώνα, κρύβεται όχι μόνο η ελπίδα αλλά και η απάντηση στην εγκατάλειψη που βίωσαν και βιώνουν όλοι οι πληγέντες, από αυτούς που θα έπρεπε να τους έχουν προστατέψει από τις φυσικές καταστροφές. Κι αυτός ο συλλογικός αγώνας είναι που πρέπει να συνεχιστεί αφού είναι ο μόνος τρόπος να ακουστούν οι άνθρωποι αυτοί και να μην πνιγεί η φωνή τους, όπως πνίγηκε το σπίτι τους. Να συνεχιστεί μέσα από τα σωματεία και τις επιτροπές αγώνα, στα οποία πρέπει άμεσα να συσπειρωθούν και όλοι μαζί να αποδείξουν πώς η φωνή τους θα ακουστεί παντού, θα γίνει προμετωπίδα ενός δίκαιου αγώνα, ενός αγώνα που δε θα βασίζεται σε υποσχέσεις αλλά θα παλεύει για το αυτονόητο, για μια καλύτερη ζωή και ένα ακόμα καλύτερο μέλλον.
Βάιος Κ.
πηγή: περιοδικό “πορεία”, τ.57
e-prologos.gr