Πριν από κάποια χρόνια, το ολλανδικό Big Brother είχε βάλει μέσα στο τηλεοπτικό πλατό έναν άστεγο ανάμεσα στους παίκτες. Η επιλογή είχε καταδικαστεί τότε ακόμα και από τις τηλεοπτικές παραγωγές των Μεγάλων Αδελφών άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Ενδεικτικά η Γαλλίδα παραγωγός Alexia Laroche-Joubert είχε αντιδράσει λέγοντας: «Για μένα το όριο ενός ριάλιτι είναι η εκμετάλλευση των ανθρώπινων αδυναμιών στο όνομα της τηλεθέασης. Θα έβαζα μέσα σε ένα παιχνίδι έναν άστεγο μόνο αν ήταν ρόλος, δηλαδή ηθοποιός που τον υποδυόταν και όχι πραγματικό πρόσωπο».

Ποια (πρέπει να) είναι, τελικά, τα όρια της τηλεπραγματικότητας;

Ο Αντώνης Αλεξανδρίδης, ο παίκτης που εξέφερε έναν λόγο με άκρως σεξιστικό περιεχόμενο ακολουθώντας τον δρόμο της έμφυλης βίας, δεν είναι μόνο θύτης αλλά και καθρέφτης της παραγωγής ενός καναλιού που τον επέλεξε –όπως και τους συμπαίκτες του– για να μετατρέψει την τηλεόραση σε αρένα. Το Σπίτι του Μεγάλου Αδελφού δεν είναι, συνεπώς, παρά η αντανάκλαση της Μεγάλης Εικόνας.

«Τηλεπραγματικότητα, το κρυφό θέατρο του νεοφιλελευθερισμού» σημείωνε, πριν από περίπου 15 χρόνια, ο Nick Couldry, καθηγητής κοινωνίας θεωρίας και επικοινωνίας στο LSE, σε ένα επιστημονικό άρθρο όπου ανέλυε το φαινόμενο των ριάλιτι. Εξηγούσε πως το κάθε (κοινωνικό) σύστημα αγριότητας δημιουργεί το δικό του θέατρο. «Τα ριάλιτι, όπως το Big Brother, που απαιτούν την απόλυτη υποταγή των παικτών σε έναν εξωτερικό έλεγχο, τον αφανισμό της ιδιωτικής ζωής, είναι το θέατρο του ωμού νεοφιλελευθερισμού», υπογράμμισε.

Ο στοχασμός του Νick Couldry παραπέμπει στην έννοια του «θεάτρου της ωμότητας», όπως την εισήγαγε ο Αντονέν Αρτό στο έργο του. «Είναι ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχει πετυχημένο θέαμα χωρίς ένα στοιχείο ωμότητας», γράφει τονίζοντας την ανάγκη να υποκινηθεί ακόμα και ο κανιβαλισμός του θεατή, εκτός από τις ερωτικές του φαντασιώσεις.

Οι ανθρώπινες αδυναμίες, όπως και τα εύθραυστα προφίλ των παικτών, γίνονται, λοιπόν, αντικείμενο εκμετάλλευσης της διεύθυνσης ενός ψυχαγωγικού προγράμματος που επιδιώκει υψηλά νούμερα τηλεθέασης με κάθε κόστος.

Διότι, ένα άτομο εθισμένο στην εικόνα του με ανάγκη υπερπροβολής του ανδρισμού του κρύβει δίχως άλλο μειωμένη αυτοεκτίμηση, αν όχι θλίψη, και τρέχει –συνειδητά ή ασυνείδητα– σε μια κούρσα (on air ή on line) αποδοχής. Βάσει της ψυχαναλυτικής θεωρίας, όταν εστιάζουμε στην εικόνα που προβάλλουμε προς τα έξω, αντισταθμίζουμε ένα εσωτερικό κενό. Οσο δηλαδή πιο άσχημα αισθανόμαστε εντός μας τόσο περισσότερο προβάλλουμε προς τα έξω μια υπερβολική εικόνα.

Για ποιο λόγο επέστρεψε ο Μεγάλος Αδελφός, φέτος, στην ελληνική τηλεόραση εν μέσω μιας υγειονομικής κρίσης που αναδεικνύει τα ελλείμματα της ελληνικής πολιτείας; Αυτό είναι το πραγματικό ερώτημα το οποίο θα πρέπει να απασχολήσει τη δημόσια σφαίρα.

Αν το Big Brother είναι μια εκπομπή που μας επαναφέρει σε μια κανονικότητα προ κρίσης, η επιστροφή του εξυπηρετεί, ενδεχομένως, τη χειμερία νάρκη του διάχυτου αισθήματος οικονομικο-κοινωνικής επισφάλειας. Οι συγκρούσεις εντός Σπιτιού έχουν εικονικό και ψευδοαθλητικό χαρακτήρα, ενώ οι πρωταγωνιστές είναι καρικατούρες μιας κοινωνίας ναρκισσισμού.

Κατ’ επέκταση, η αντιπαράθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επικεντρώνεται σε ανώδυνα –για την κυρίαρχη πολιτική σκηνή– θέματα. Η όποια πολιτική σκέψη των τηλεθεατών του σόου –αλλά και όσων παρακολουθούν την αντιπαράθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης– πέφτει σε λήθαργο.

Έτσι, η ζωή μέσα στο Σπίτι του Μεγάλου Αδελφού συνεχίζεται και ας πρόκειται για μια εκπομπή που γκρεμίζει κάθε προσπάθεια που έχει γίνει για την εξάλειψη της έμφυλης βίας και την ομαλή ενσωμάτωση των μεταναστών. Οι διευθυντές παραμένουν στη θέση τους, το κανάλι δεν σταματά να προβάλλει περιεχόμενο και εμείς δεν έχουμε σηκωθεί από τους καναπέδες μας.

Το μόνο που άλλαξε είναι πως ο Αντώνης Αλεξανδρίδης απομακρύνθηκε από το παιχνίδι. Ο παίκτης, όμως, δεν ήταν παρά το σύμπτωμα μιας τηλεοπτικής νοσηρότητας που αντανακλά την κοινωνική ψυχοπαθολογία.

Κατά πόσο έχει διερευνηθεί εάν οι παίκτες που καλούνται να μπουν σε ένα «παιχνίδι κλειστής συνύπαρξης» υπόκεινται προηγουμένως σε ψυχολογικό έλεγχο και πραγματοποιούν τον απαραίτητο αριθμό συνεδριών έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι πιθανότητες ανακίνησης των όποιων ψυχικών δυσφοριών τους.

Να υπενθυμίσουμε πως το 2011 η αυτοκτονία του Francois Xavier, παίκτη του ριάλιτι Secret Story, είχε συγκλονίσει τη Γαλλία. «Η παραγωγή μάς χρησιμοποιεί. Και δεν μας προετοιμάζει καν για την έξοδο από το παιχνίδι», αποφάνθηκαν οι συμμετέχοντες μετά την αυτοχειρία του συμπαίκτη τους.

Η ζωή μέσα στα τηλεοπτικά στούντιο, ωστόσο, συνεχίστηκε. Και εμείς δεν είμαστε αμέτοχοι.

Το ριάλιτι –που συστήνεται στην επίσημη ιστοσελίδα του καναλιού ως «κοινωνικό πείραμα»– δεν είναι παρά το «σύμπτωμα» μιας κοινωνίας που καταναλώνει τέτοιου είδους θεάματα με κανιβαλική απόλαυση.

Από τον κάθε «μάτσο» Αντώνη, που αναπαράγει την κουλτούρα του βιασμού σε live streaming, ας κρατήσουμε μόνο πως μας έδωσε την ευκαιρία –έστω και με τον πλέον σκληρό τρόπο– να θέσουμε τις «παρενέργειες» του Μεγάλου Αδελφού στη δημόσια συζήτηση. Και αυτό δεν είναι λίγο αν αναλογιστούμε πως ο Βαγγέλης, η Ελένη και ο Ζακ είναι κάποια από τα θύματα της κανονικοποίησης της βίας μέσα από τη χρήση της γλώσσας.

Ο αποκλεισμός ενός παίκτη όχι μόνο δεν αρκεί, αλλά είναι ενδεχομένως και επικίνδυνος – αν δεν συνοδεύεται από την κατάργηση του «τηλεοπτικού περιβάλλοντος» που του έδωσε τον χώρο, τον χρόνο και το βήμα.

Δήμητρα Αθανασοπούλου

πηγή: efsyn

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το