επιμέλεια: Αναστασία Λεοντή

*Στη φωτογραφία τα εγκαίνια του μνημείου για το μπλόκο του Βύρωνα, που έγιναν από ομήρους μετά την απελευθέρωση

Σαν σήμερα, πριν 80 χρόνια, στην προσφυγογειτονιά του Βύρωνα (στον πρώτο συνοικισμό που ιδρύθηκε το 1923 για την στέγαση των Μικρασιατών προσφύγων του 1922) οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους, ταγματασφαλίτες και χαφιέδες κάθε είδους, οργάνωσαν ένα από τα μπλόκα του τέλους της Γερμανικής κατοχής.

Τα μπλόκα, σκοπό είχαν την σύλληψη ανδρών αιχμαλώτων και την μεταφορά τους σε στρατόπεδα εργασίας στην Γερμανία σε αντικατάσταση εργατικών χεριών, δεδομένου ότι οι γερμανοί άνδρες έλειπαν στα μέτωπα του πολέμου, και μάλιστα με ευρύτατη στρατολόγηση, ακόμη και σε ηλικίες από 15 ετών ή μεσήλικες. Οι αιχμάλωτοι αυτοί υπέστησαν τα πάνδεινα και πολλοί πέθαναν στα στρατόπεδα ή στην απελευθέρωση από τις κακουχίες, τα λοιμώδη νοσήματα, ιδίως την φυματίωση. Αν και χρήσιμοι στο Ναζιστικό καθεστώς, εθεωρούντο αναλώσιμοι. Στην ιστοριογραφία αναφέρονται σαν «όμηροι», έτσι αυτοαναφέρονται και στις μαρτυρίες τους, ο διεθνής όρος είναι « deportes».

Ένας ακόμη σκοπός των μπλόκων ήταν η σαδιστική εκδίκηση στους κατοίκους στις γειτονιές που υπήρχε μεγάλη συμμετοχή στην Αντίσταση. Οι Ανατολικές συνοικίες της Αθήνας , οι προσφυγογειτονιές γενικότερα, « η ατμομηχανή της Αντίστασης», πλήρωσαν βαρύ ανθρώπινο φόρο στις επιχειρήσεις αυτές των κατακτητών.

Η μαρτυρία που παραθέτουμε περιλαμβάνεται στο ημερολόγιο ενός ομήρου, που αιχμαλωτίστηκε στο μπλόκο του Βύρωνα, και οδηγήθηκε στο Μανχάιμ μετά από μαρτυρική διαδρομή. Το ημερολόγιο βρέθηκε τυχαία μετά 70 χρόνια σε ένα «τελικό ξεκαθάρισμα» του πατρικού μου σπιτιού. Έχει γραφτεί από τον πατέρα μου που ήταν στέλεχος του επαναστατικού ΚΚΕ και της Εθνικής Αλληλεγγύης στις Ανατολικές Συνοικίες της Αθήνας.

ΜΠΛΟΚΟ

7 Αυγούστου 1944. Σούρουπο. Μπροστά στην Αστυνομία του Βύρωνα είναι μαζεμένοι Γερμανοί, τσολιάδες, Αστυφύλακες, χαφιέδες. Η φωνή του έλληνα χαφιέ εξακολουθεί να καλεί όλους να παρουσιαστούν στους Γερμανούς.

-Όλοι οι άνδρες έξω, φωνάζει και η φωνή του ανατριχιάζει τον καθένα, και τα πλήθη παρουσιάζονται.

-Τι θα μας κάμουν; ρωτούν όπως κλείνουν τις πόρτες των σπιτιών και προσπαθούν να δώσουν παρηγοριά στις γυναίκες, στις μάνες, στις αδελφές.

-Ποιος ξέρει, ίσως να δουν τις ταυτότητές μας και να μας αφήσουν, λέει άλλος.

Εν τω μεταξύ το παν καίγεται.

Ο ήχος των πολυβόλων, των τουφεκιών, των χειροβομβίδων διασχίζει την ατμόσφαιρα και δίνει την εντύπωση μεγάλου μακελειού.

Ένας διερμηνέας παρακαλεί προς το συμφέρον μας να πούμε ποιοι ήταν ανακατωμένοι στην Αντίσταση.

-Αυτούς τους αναρχικούς θέλουν να ξεμπερδέψουν οι Γερμανοί για να ησυχάσει πια η συνοικία και να κοιτάζουμε τις δουλειές μας.

Άδικος κόπος. Κανένας δεν κινιέται από τη θέση του, κανείς δεν μιλάει, κανείς δεν παρακολουθεί σχεδόν το τι λέει.

Δεν είχαν περάσει ούτε δύο λεπτά και ένας τσολιάς υπέδειξε δύο απ’ το σωρό.

-Να αυτός. Κι αυτός.

Ο ένας, παιδί 18 χρονών, μελαχροινός μ’ ένα κάτασπρο πουκάμισο. Μερκουριάδη μου ’παν ότι τον έλεγαν κι ο άλλος νιόπαντρος… είχε φύγει από την γειτονιά του και ήρθε εδώ στον Βύρωνα για να προφυλαχθεί!! Μα έπεσε μέσα στο μπλόκο.

Η λύσσα των χαφιέδων έπεσε στα δύο θύματα. Δεν ρώταγαν καν αν η καταγγελία ήταν αληθινή. Αξιωματικοί, τσολιάδες, Γερμανοί τούς χτυπούσαν με γκλομπς, με κλωτσιές, με υποκόπανους με κάθε τι που έβρισκαν μπροστά τους.

Και όταν είχαν γίνει αναίσθητοι, τότε τους τράβηξαν από τα μαλλιά και τους έσυραν κατά το πλήθος.

Μαρτυρήστε, ποιοι άλλοι είναι; Τα μάτια και των δύο στρέφονται στο σωρό που παρακολουθεί με τόση λύπη όλο αυτό που γίνεται δίπλα του.

Ένα χαμόγελο βεβιασμένο και ένα «δεν ξέρω» είναι η απάντηση.

Το ξύλο ξαναρχίζει. Άδικος κόπος, δεν πρόκειται να τους πάρεις κουβέντα.

Τους έσυραν στον τοίχο και τους σκότωσαν μπροστά μας.

Κι ύστερα σαν να μην είχε συμβεί τίποτε ο διερμηνέας ξαναρώτησε.

-Λοιπόν ποιος από εσάς θα μας υποδείξει τους άλλους;

Όλοι με τα κεφάλια ψηλά, με την ψυχή πονεμένη δεν απαντούν.

-Θα σκοτώσουμε δέκα από σας, είναι κρίμα να πάτε αθώοι, επεξηγεί ο έλληνας χαφιές.

Τους βλέπαμε με τόση περιφρόνηση και τόση αηδία, που ο καθένας θα προτιμούσε να σκοτωθεί παρά να μιλήσει.

Και το δράμα συνεχίζεται.

Μας έβαλαν στη σειρά πέντε-πέντε κι άρχισαν να διαλέγουν.

Πήραν δέκα από το πλήθος, τους τράβηξαν στον τοίχο και το αυτόματο σε λίγο άρχισε.

Το αίμα τρέχει από τις φρέσκες πληγές και το αγκομαχητό των άλλων συντρόφων μας ενώνεται με τις κραυγές των άλλων δύο του Μερκουριάδη και του….

Αισθανόμαστε μια περηφάνια γι’ αυτούς. Και ο καθένας ήταν βέβαιος πως αν σ’ αυτόν έπεφτε ο κλήρος δεν θ’ άλλαζε στάση.

12 ακόμα νεκροί στο βωμό της λευτεριάς.

Και τα ονόματα τους είναι γραμμένα στην πλάκα που στήθηκε μετά την απελευθέρωση από τους κατοίκους του συνοικισμού και που λίγα απλά λόγια κλείνουν όλο το δράμα του μαρτυρίου τους.

«Έπεσαν στο πέρασμα των Ούννων».

Ο Ναζί διοικητής Σιμάνα εκπαιδεύει γερμανοτσολιάδες
Το μνημείο του μπλόκου του Βύρωνα, όπως είναι σήμερα

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το