Η εφημερίδα του ΕΔΕΣ «Δημοκρατική Σημαία» και το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» για τα αιματηρά γεγονότα.
Την τρίτη μέρα των λαϊκών πανηγυρισμών για την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, ένοπλοι φασίστες, συνεργάτες μέχρι προ ολίγων ωρών των ναζί, αιματοκύλησαν την Αθήνα.
Οπως επισημάνθηκε από την πρώτη στιγμή, πρωταγωνιστές της δολοφονικής επίθεσης ήταν πρώην μέλη του διαβόητου Εθνικού Αγροτικού Συνδέσμου Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ) του Τάκη Μακεδόνα, του «σφαγέα του Βόλου», που άρχισαν αναίτια και αιφνιδιαστικά να πυροβολούν εναντίον ενός μπλοκ διαδηλωτών του ΕΑΜ Καισαριανής.
«Ολόκληρο το τμήμα του δρόμου, μπροστά στο “Ρεξ” [στην οδό Πανεπιστημίου], ήταν σε λίγο στρωμένο με κορμιά», έγραφε την άλλη μέρα ο «Ριζοσπάστης» (φ. 16.10.1944). Ο τραγικός απολογισμός ήταν 7 νεκροί και 94 τραυματίες!
Η εφημερίδα έγραφε για «προμελετημένα επεισόδια» και φαίνεται ότι –όντως– ήταν ενταγμένα στην προσπάθεια των δωσιλόγων να εμφανιστούν ως η δύναμη που θα παρεμπόδιζε ενδεχόμενη απόπειρα του ΕΑΜ για κατάληψη της εξουσίας, ώστε να κερδηθεί χρόνος μέχρι την άφιξη επαρκών βρετανικών δυνάμεων που θα τους προστάτευαν από την τιμωρητική διάθεση του ΕΛΑΣ και θα τους εξασφάλιζαν τη μεταπολεμική «νομιμοποίηση».
Η… προεργασία είχε αρχίσει πριν ακόμα φύγουν από την Ελλάδα οι Γερμανοί.
Οπως σημειώνει ο Δημ. Κουσουρής, «ο Παπανδρέου και οι άλλοι φιλελεύθεροι υπουργοί, κατά την διάρκεια του καλοκαιριού του 1944, είχαν αποφύγει ή αρνηθεί επανειλημμένα να καταδικάσουν με δημόσια δήλωση τον ένοπλο δωσιλογισμό».(1)
Ο Γ. Παπανδρέου θα ζητήσει, μάλιστα, με υπόμνημά του προς τον Τσόρτσιλ την αποστολή βρετανικών δυνάμεων για να εξασφαλίσει (η εθνική κυβέρνηση) τον έλεγχο του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων. Την ίδια στιγμή, ο επίσης φιλελεύθερος Θεμ. Τσάτσος, εκμεταλλευόμενος για πρώτη φορά τα πλεονεκτήματα της Συμφωνίας της Καζέρτας, διέταξε τη 2η Μεραρχία του ΕΛΑΣ να παραμείνει στις παρυφές της πρωτεύουσας. Αντίθετα, με τη φροντίδα του στρατηγού Σπηλιωτόπουλου, που ο Παπανδρέου τον όρισε «στρατιωτικό διοικητή Αττικής», οι ένοπλοι των διαφόρων «εθνικών οργανώσεων», που είχαν στο μεταξύ συρρεύσει στο κέντρο της Αθήνας, οχυρώθηκαν ανενόχλητοι σε κεντρικά ξενοδοχεία, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από τη Βουλή και τα βασικά υπουργεία. (2)
Τις δύο πρώτες ημέρες, μετά την απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς, οργανώθηκαν μεγάλες διαδηλώσεις από το ΕΑΜ και το κέντρο της πόλης κατακλύστηκε από τις φτωχές μάζες των προσφυγικών συνοικιών, αποκαλύπτοντας, ταυτόχρονα, το μέγεθος της επιρροής του.
Σε αυτές τις εκδηλώσεις δεν είχαν πάρει μέρος εθνικιστικές οργανώσεις, όπως προκύπτει από άρθρο της ημερήσιας εφημερίδας του ΕΔΕΣ «Δημοκρατική Σημαία» (φ. 17.10.1944).
Ομως, την Κυριακή 15 Οκτωβρίου 1944, σε μια κίνηση αντιπερισπασμού οι εθνικιστικές οργανώσεις προχώρησαν και αυτές στη διοργάνωση συλλαλητηρίου, κινητοποιώντας αρκετές χιλιάδες κόσμου από τα συντηρητικά αστικά στρώματα της πρωτεύουσας, χωρίς πάντως σε καμία περίπτωση να πλησιάσουν τα μεγέθη του ΕΑΜ.
Οπως διαβάζουμε στη «Δημοκρατική Σημαία», προσυγκεντρώσεις έγιναν στην πλατεία Αγάμων (Αμερικής), στο Πολυτεχνείο, στο Πανεπιστήμιο και στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.
Αντίθετα, στον «Ριζοσπάστη» (φ. 16.10.1944) διαβάζουμε ότι οι πολυπληθέστερες διαδηλώσεις του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ έφταναν στο κέντρο από συνοικίες (Καισαριανή, Γκύζη, Αμπελόκηποι, Κυψέλη, Κολωνός κ.ά.) αλλά και από κοντινά χωριά:
«Χιλιάδες χωρικοί από το Μενίδι, τα Λιόσια, τη Χασιά, τους Αγίους Αναργύρους κατέβηκαν με εκατοντάδες κάρα, στολισμένα με μύρτα και σημαίες […], ντυμένοι οι άνδρες με φουστανέλες και οι γυναίκες με τις χρυσοπλούμιστες χωριάτικες στολές».
Οι συγκεντρωμένοι κατευθύνθηκαν στο μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη, όπου έγιναν ομιλίες και κατάθεση στεφάνων.
Είναι γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξαν εντάσεις μεταξύ των διαδηλωτών και όπως προκύπτει από τις εκατέρωθεν αναφορές οι περισσότερες και σοβαρότερες, λόγω της χρήσης όπλων, ήταν από την πλευρά των «εθνικιστών».
Είναι χαρακτηριστικό ότι η εφημερίδα του ΕΔΕΣ αναφέρει ως πρόκληση τη στάση κάποιων «μικροδιαδηλωτών», που διασπούσαν «την παρέλαση των εθνικών ομάδων, έβριζαν τις κυρίες και τις δεσποινίδες, προκαλούσαν με κάθε τρόπο».
Αντίθετα, το ΕΑΜ με επίσημο έγγραφό του κατήγγειλε στην κυβέρνηση επτά επιθέσεις με όπλα εναντίον διαδηλωτών κυρίως από ξενοδοχεία όπου είχαν καταφύγει εθνικιστές. Το έγγραφο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Μάχη», όργανο της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ) του Ηλ. Τσιριμώκου (φ. 16.10.1944) και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Αντί» του Χρήστου Παπουτσάκη.
Σε αυτό, αναφέρονταν μεταξύ άλλων τα εξής:
«[…]2. Από το ξενοδοχείον “Μητρόπολις” της οδού Σταδίου άλλη ομάδα πυροβόλησε σήμερα, εναντίον άοπλου λαού. 3. Από μέγαρο της οδού Αμερικής, στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο 20ός Λόχος της δήθεν πατριωτικής οργάνωσης ΡΑΝ πυροβόλησαν εναντίον των διαδηλωτών και συνέλαβαν τρεις Ελληνες πολίτες, τους οποίους κράτησαν για αρκετή ώρα. 4. Στις δώδεκα παρά δέκα μπροστά στο “Αττικό”, οπλισμένοι άνδρες της ΠΕΑΝ πυροβόλησαν και τραυμάτισαν ένα άτομο […] 5. Ενας ένοπλος της οργάνωσης Χ, γνωστής για τις δολοφονικές της ενέργειες, σκότωσε Ελληνα πατριώτη. 6. Στη μία παρά τέταρτο, στην αρχή της οδού Σίνα, απέναντι από την Ακαδημία, από τον καταυλισμό της ΕΒΕΝ, ένας από τους φρουρούς της κεντρικής πόρτας πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν περαστικό στο πόδι. 7. Εις τας τρεις και μισή ένοπλοι από το ξενοδοχείο “Ερμής”, της γωνίας Πανεπιστημίου και Μπενάκη, πυροβόλησαν, από το παράθυρο του πρώτου πατώματος, έναν περαστικό. Από το ίδιο ξενοδοχείον έρριξαν δύο χειροβομβίδες μπροστά στην πόρτα του καφενείου “Ολύμπια” (γωνία Μπενάκη και Φειδίου). Τραυματίστηκαν τρεις περαστικοί».(3)
Περίπου, όμως, στη 1 το μεσημέρι, στην οδό Πανεπιστημίου, κοντά στη διασταύρωση με την οδό Θεμιστοκλέους έγινε η πιο αιματηρή επίθεση. Η κεντρώα ημερήσια εφημερίδα «Ελευθερία» έγραψε, ξεκάθαρα, ότι «η αφορμή των φονικών επεισοδίων προήλθε από τους εις το ξενοδοχείον “Ερμής” εγκατεστημένους οπαδούς του αρχηγού ΕΑΣΑΔ Τάκη Μακεδόνος. Ωσαύτως αφορμή υπήρξεν και η προκλητική στάσις άλλων ομάδων εγκατεστημένων εις τα ξενοδοχεία “Πάνθεον” και “Εθνικόν”».
«Κατά τας παρασχεθείσας πληροφορίας οι άνδρες του Τάκη Μακεδόνος ήρχισαν πυροβολούντες εναντίον αυτοκινήτου του οποίου επέβαινον διαδηλωτές του ΕΑΜ. Η συμπλοκή προσέλαβε αμέσως ευρείαν έκτασιν».
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ στη «Μάχη», η επίθεση έγινε ενώ περνούσε το μπλοκ του ΕΑΜ Καισαριανής ακολουθώντας ένα μπλοκ του Εθνικού Συνδέσμου Ανωτάτων Σχολών (ΕΣΑΣ), μιας σπουδαστικής οργάνωσης που σταδιακά είχε μετεξελιχθεί σε «εθνικιστική» ομάδα (για την ΕΣΑΣ βλ. και Τάσος Κωστόπουλος «Το άλλο Πολυτεχνείο», «Εφ. Συν.» φ. 2-3.12.2017).
«Οταν η ουρά της διαδήλωσης της ΕΣΑΣ πέρασε από τον “Ερμή” και πριν ακόμα φτάσει στο ίδιο ύψος η κεφαλή της εαμικής διαδήλωσης που ανέβαινε, όργανα του ΕΑΣΑΔ που βγήκαν από το ξενοδοχείο με τα όπλα “προτείνατε”, συνέστησαν βιαστικά στον κόσμο να παραμερίσει. Ηταν αγριεμένοι και στα πρόσωπά τους φαινόταν η απόφαση να κάμουν το κακό… Σε λίγα δευτερόλεπτα έφτασεν η κεφαλή της εαμικής διαδήλωσης ανάμεσα στα ξενοδοχεία των εδεσιτών. Και τότε, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς κανείς να προκαλέσει, χωρίς τίποτα να μεσολαβήσει, ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί. Οι σημαιοφόροι της διαδήλωσης έπεσαν στην άσφαλτο παρασαίρνοντας μαζί και τις σημαίες που βάφτηκαν για μία ακόμα φορά από αίμα του λαού […]. Ταυτόχρονα σχεδόν από τα παράθυρα των ξενοδοχείων έπεφταν χειροβομβίδες στην άσφαλτο για να ξαπλώσουν χάμω κι άλλα κορμιά…» περιέγραφε η εφημερίδα.
Σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη», «ολόκληρο το τμήμα του δρόμου μπροστά στο “Ρεξ” ήταν σε λίγο στρωμένο με κορμιά. […] Ελασίτες και αστυφύλακες, με κίνδυνο της ζωής τους, έτρεξαν τότε, ανάμεσα στις σφαίρες και άρχισαν να μαζεύουν τα θύματα, τα πιο πολλά γυναίκες και παιδάκια, που τα μετέφεραν στο χώρο του “Σινεάκ” και από εκεί στο Σταθμό Α’ Βοηθειών.
[…] Μόλις εγνώσθη η άνανδρος επίθεσις των τρομοκρατών, πλήθη εξαγριωμένα επολιόρκησαν τα φασιστικά άντρα με απειλητικές διαθέσεις. Οι δολοφόνοι πανικόβλητοι τότε, έκλεισαν τις πόρτες και τα παράθυρα, ενώ ισχυρές περιπολίες αστυνομικών έζωσαν τα γειτονικά τετράγωνα και κρατούσαν σε απόσταση με συστάσεις τον εξαγριωμένο λαό. Το απόγευμα έως αργά τη νύχτα, ογκώδεις διαδηλώσεις διασχίζανε τους κεντρικούς δρόμους καταδικάζοντας τους δολοφόνους και απαιτώντας την σύλληψη και τιμωρία τους».Είναι αξιοσημείωτο ότι, από την άλλη πλευρά, η «Δημοκρατική Σημαία» του ΕΔΕΣ παίρνει αποστάσεις από τα αιματηρά γεγονότα. Τονίζει αόριστα ότι «κάτω από ξενοδοχεία που είναι εγκατεστημένες οι διοικήσεις ομάδων του ΕΔΕΣ έγινε η σύρραξη και η αιματοχυσία», μεταφέρει μια πληροφορία(;) ότι αφορμή ήταν «η ρίψις χειροβομβίδος από μέρους του ΕΑΜ», αλλά σε άρθρο τονίζει:
«Τα Εαμικά φύλλα ανέγραψαν ακόμη ότι υπαίτιος των σκηνών είναι ο περιβόητος Μακεδών του ΕΑΣΑΔ Βόλου. Αν είναι να κατακερματισθή»…
Ωστόσο, η πρώτη πράξη προς τον εμφύλιο πόλεμο είχε γίνει…
Ο «Μαύρος» του «Εθνικού Συνδέσμου Αντικομμουνιστικής Δράσης»
στην υπηρεσία της Γκεστάπο που αιματοκύλισε τον Βόλο
Με τη συμπλήρωση τριών χρόνων από την είσοδο των Γερμανών κατακτητών στον Βόλο, στις 21 Απριλίου 1944, οι κάτοικοι της θεσσαλικής εργατούπολης γίνονταν μάρτυρες ενός φρικιαστικού κύματος βίας.
Ηταν έργο του διαβόητου Εθνικού Αγροτικού Συνδέσμου Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ), που το δημιούργησε στα πρότυπα των προδοτικών Ταγμάτων Ασφαλείας ο Τάκης Μακεδόνας και στη διάρκεια της βραχύβιας δράσης του προχώρησε σε εκατοντάδες δολοφονίες, βασανισμούς και λεηλασίες περιουσιών.
«Επισήμως» κίνητρο του Μακεδόνα, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1914 στη Σκόπελο, ήταν «η καταστροφή του κομμουνισμού και η εξουδετέρωση όλων των κινήσεων που ήταν πιθανό να βλάψουν τα εθνικά συμφέροντα».(4)
Ωστόσο, στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι δεν είχε κανένα ιδεολογικό υπόβαθρο και το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η ικανοποίηση των «αρχηγικών» φιλοδοξιών του.
Η Ελένη Διομήδη-Κορμάζου, υπεύθυνη για τις γυναίκες στην ΕΠΟΝ Βόλου, σε προφορική μαρτυρία της παρουσιάζει ένα παραστατικό ψυχογράφημά του:
«Αυτός [ο Μακεδόνας] γιατί έγινε έτσι δεν ξέρω. Ηθελε να είναι επικεφαλής. Τον δώσανε και μερικούς σαν στρατιώτες, να είναι δηλαδή αυτός αρχηγός […] και φαίνεται ότι αυτό τον άρεζε, να είναι επικεφαλής και να διατάζει. Γι’ αυτό […]. Πολύ, πάρα πολύ νέος άνθρωπος. Ενα παιδάριο, ένα παιδάριο χαζό. Δηλαδή, πώς να σου πω, ήθελε να είναι επικεφαλής, κατάλαβες; Οχι ότι είχε καμιά αυτή μέσα του, να πιστεύει σε κάτι, να έχει αρχές […]. Τίποτα απ’ όλα αυτά. Τίποτα, τίποτα, ένα μηδενικό ήτανε. Αλλά […] είχε πιστόλι».(5)
Από άλλες πηγές μαθαίνουμε ότι ο Μακεδόνας, που είχε το προσωνύμιο «Μαύρος» λόγω του σκουρόχρωμου δέρματός του, ενώ υπηρετούσε ως υπαξιωματικός της Χωροφυλακής στο χωριό Μούρεσι Πηλίου έγινε σύνδεσμος ανάμεσα στον τοπικό ΕΔΕΣ και τον Ζέρβα.
Ομως, στις αρχές του 1944, όταν ξεκίνησε στον Βόλο η συγκρότηση ένοπλων «εθνικιστικών» ομάδων, στα πρότυπα των Ταγμάτων Ασφαλείας, ήρθε σε επαφή με τις γερμανικές αρχές κατοχής στην Αθήνα και εξασφάλισε την έγκριση και τον απαραίτητο οπλισμό για να προχωρήσει στη δημιουργία της «δικής του ομάδας», ΕΑΣΑΔ. Στα μέσα Απριλίου επέστρεψε στον Βόλο έτοιμος για την εγκληματική δράση του.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μαζί του ήταν επτά ΕΑΣΑΔίτες στρατολογημένοι στην Καρδίτσα. Κατ’ άλλους, τον πρώτο ένοπλο πυρήνα του ΕΑΣΑΔ αποτέλεσαν 17 ταγματασφαλίτες που έφτασαν στα τέλη Μαρτίου από την Αθήνα. Υπολογίζεται ότι η οργάνωση ξεπέρασε τα εξήντα μέλη, ανάμεσά τους και ορισμένες γυναίκες, όπως η αδελφή του Μακεδόνα, Μάχη, και η Καίτη Αντωνίου, η οποία προσποιούνταν την κρατούμενη για να αποσπάσει πληροφορίες.
Με την άφιξή τους στον Βόλο εγκαταστάθηκαν στην οικία Καρτάλη και άνοιξαν γραφεία στην πλατεία Ελευθερίας. Για τη φυλάκιση κρατουμένων χρησιμοποιούσαν τη φυλακή στην οδό Αλεξάνδρας και ως τόπο βασανιστηρίων την παλαιά καπναποθήκη, τη λεγόμενη «Κίτρινη Αποθήκη». Οι ΕΑΣΑΔίτες διακρίνονταν από ένα περιβραχιόνιο, χρώματος λευκού-κόκκινου, με τη σβάστικα, κίτρινο φουλάρι στον λαιμό, ενώ έφεραν ειδικό δελτίο ταυτότητας που είχε εκδοθεί από την Γκεστάπο.
Η πρώτη επίσημη «εμφάνιση» των ΕΑΣΑΔ έγινε στις 21 Απριλίου 1944, οπότε οι κάτοικοι του Βόλου είδαν με το ξημέρωμα να κείτονται στους κεντρικότερους δρόμους 14 νεκροί, δολοφονημένοι με μια σφαίρα στον τράχηλο, «κατά τη χιτλερική μέθοδο». Δύο ημέρες μετά τις πρώτες εκτελέσεις, πραγματοποιήθηκε, με τη συνεργασία των Γερμανών, μπλόκο στον Ανω Βόλο, όπου συνελήφθησαν 80 άτομα, από τα οποία εκτελέστηκαν επιτόπου τα 32. Η οργάνωση διαλύθηκε τον Αύγουστο με την ενσωμάτωση μέρους της στον ΕΔΕΣ, ενώ ο Μακεδόνας με άλλους φαίνεται ότι κατέφυγαν στην Αθήνα αναζητώντας την προστασία των Γερμανών.
Οπως διαβάζουμε, μεταγενέστερα, στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» (φ. 16.10.1944), «από φόβο μη τον εκδικηθούν ο δολοφόνος ήρθε στην Αθήνα και το Γερμανικό Φρουραρχείο τον στέγασε στο ξενοδοχείο “Ρεξ”, αλλά η επιχείρηση έδωσε λίρες στους Γερμανούς για να συγκατατεθούν να τον βγάλη».
«Τελευταία είχαν σκορπιστή αυτός και η σπείρα του σε διάφορα ξενοδοχεία γύρω από την Ομόνοια, δηλαδή στο κέντρο της πρωτεύουσας, όπου κυριαρχούσαν ώς το τέλος της κατοχής οι Γερμανοί», έγραφε η εφημερίδα.
Μετά τα γεγονότα της 16ης Οκτωβρίου, τα ίχνη του Μακεδόνα χάνονται. Πιθανόν ακολουθώντας τα γερμανικά στρατεύματα έφτασε στη βόρεια Ελλάδα, και τον ξαναβρίσκουμε στο Κιλκίς, όπου 8.000-9.000 μέλη των εθνικιστικών οργανώσεων, που είχαν συνεργαστεί ή τεθεί απευθείας στην υπηρεσία των Γερμανών, βρέθηκαν στο στόχαστρο μιας μεγάλης εκκαθαριστικής επιχείρησης του ΕΛΑΣ.
Οπως γράφει ο Δημ. Κουσουρής, οχυρωμένοι στην πόλη του Κιλκίς, προκειμένου να κερδίσουν χρόνο όσο διαπραγματεύονταν την ενσωμάτωσή τους ή μετονομαζόμενοι αυτοβούλως σε μονάδες του ΕΔΕΣ, περίμεναν τη σωτήρια άφιξη των βρετανικών δυνάμεων. Περικυκλωμένοι, αναγκάστηκαν να δώσουν στις 4 Νοεμβρίου 1944 την ύστατη μάχη τους, η οποία, όπως όλα δείχνουν, υπήρξε και η πιο αιματηρή σύγκρουση της Απελευθέρωσης, με εκατοντάδες νεκρούς και πολλούς εκτελεσθέντες.(6)
Ο Μακεδόνας ήταν ένας απ’ αυτούς που αιχμαλωτίστηκαν από τον ΕΛΑΣ και μαζί με άλλους οδηγήθηκε στο στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» στη Θεσσαλονίκη, όπου σύμφωνα με μαρτυρία συγκρατουμένου του αυτοκτόνησε αυτοπυροβολούμενος με ένα μικρό πιστολάκι που είχε κρύψει κάτω από τη μασχάλη του.
?Αρχικά, είχε γίνει γνωστό ότι οι νεκροί ήταν 8 και ανάμεσά τους υπήρχαν και γυναίκες. Επίσης, αναφέρθηκε μεταξύ των νεκρών και το όνομα Μιχ. Χατζησταυρίδης. Δύο μέρες μετά, γράφτηκε στις εφημερίδες ότι δύο από τους τραυματίες (κάτοικοι Καισαριανής) ξεψύχησαν, έτσι οι νεκροί αυξήθηκαν σε 9. Τα θύματα ήταν όλα από την ίδια περιφέρεια γιατί τη στιγμή που οι φασίστες χτύπησαν, περνούσαν από το σημείο εκείνο διαδηλωτές του ΕΑΜ Καισαριανής. (Πηγή: περιοδικό «Αντί» τ. 30)
Οι νεκροί διαδηλωτές
Οι πρώτοι νεκροί μετά την Απελευθέρωση ήταν οι:
1. Τριαντάφυλλος Καραγιάννης
2. Στέφανος Απανοτρίφτης
3. Παναγιώτης Τσαμπής
4. Κ. Σαλαμάνης, όλοι κάτοικοι Καισαριανής
5. Τάσος Κουρτίδης
6. Κώστας Μαυροματόπουλος, κι οι δύο από τον Βύρωνα
7. Κώστας Τριανταφύλλου, από τη Ν. Ελβετία
Πηγές:
1. Δημ. Κουσουρής, «Δίκες των δοσιλόγων 1944-1949», εκδόσεις Πόλις, σελ. 97.
2. Δημ. Κουσουρής, ό.π., σελ. 99.
3. Περιοδικό «Αντί», τεύχος 30, φ. 18.10.1975, σελ. 26-27
4. www.vlahoi.net
5. Συλλογικό έργο, «Κατοχική Βία 1939-1945», Μέρος Α’, Βασιλική Λάζου – Δημ. Σκαλτσής «Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ): Οι πρόθυμοι συνεργάτες των Γερμανών», σελ. 113
6. Δημ. Κουσουρής, ό.π., σελ. 128.
Πηγή: Σταύρος Μαλαγκονιάρης – Efsyn.gr
e-prologos.gr