Θύελλα αντιδράσεων στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη της Δυτικής Όχθης προκαλεί το αμερικανικό σχέδιο δήθεν «επίλυσης» του παλαιστινιακού ζητήματος. Χιλιάδες Παλαιστίνιοι έκαναν γενική απεργία, διαδηλώσεις και άλλες πολύμορφες κινητοποιήσεις, καταγγέλλοντας την επιχείρηση καταπάτησης των δικαιωμάτων τους, έπειτα από την προσπάθεια των ΗΠΑ να ικανοποιήσουν κάθε απαίτηση του Ισραήλ για νομιμοποίηση της πολυετούς κατοχής μέσω του περιβόητου «σχεδίου για τη Συμφωνία του Αιώνα».
Το σχέδιο της κυβέρνησης Τραμπ, που ανακοινώθηκε στις 28 Γενάρη συνιστά απόπειρα αποδοχής του status quo της ισραηλινής κατοχής. Με το πρόσχημα του «ρεαλισμού» των τετελεσμένων επί του κατεχόμενου παλαιστινιακού εδάφους, που προκάλεσαν ο πόλεμος του 1967 και οι αναρίθμητοι εβραϊκοί εποικισμοί στη Δυτική Όχθη, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δημοσιοποίησε το περιβόητο «όραμα» για μία δήθεν «Συμφωνία του Αιώνα», με τετραετές πάγωμα νέων εποικισμών και ανάλογη περίοδο «άμεσης» ισραηλινο-παλαιστινιακής διαπραγμάτευσης. Σε κάθε περίπτωση, το δήθεν «όραμα ειρήνης» της αμερικανικής κυβέρνησης συμβάλλει σε ένα ισχυρότερο και μεγαλύτερο Ισραήλ, το οποίο θα έχει εξασφαλίσει να θωρακίσει την κατοχή υπό το πέπλο διμερούς ή πολυμερούς «συμφωνίας» με το πιστόλι στον κρόταφο.
Το «σχέδιο» αυτό εντάσσεται στη συνολική προσπάθεια των ΗΠΑ να «κλείσουν» ζητήματα που είναι ανοιχτά στην περιοχή (Ελληνοτουρκικά, Κυπριακό, Παλαιστινιακό κ.ά.) με τρόπο που να υπηρετούνται τα συμφέροντα των ΗΠΑ στον κλιμακούμενο ανταγωνισμό τους με Ρωσία, Κίνα και Ιράν. Στην προκειμένη περίπτωση η «λύση» κατοχυρώνει και ενισχύει τη θέση του Ισραήλ, βασικού πυλώνα των ΗΠΑ στην περιοχή.
Οι Παλαιστίνιοι επιχειρείται να συναινέσουν στην αποδοχή της κατοχής και να προσποιηθούν πως θα αποκτήσουν «κράτος» με πρωτεύουσα στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, καθώς η ίδια η πόλη προορίζεται για «αδιαίρετη πρωτεύουσα του Κράτους του Ισραήλ». Στην πραγματικότητα, αυτό που καλούνται να αποδεχθούν είναι ένα ανοχύρωτο κρατίδιο που θα απαρτίζεται από κατακερματισμένα εδάφη, τα οποία θα περικλείονται από εβραϊκούς εποικισμούς και θα επικοινωνούν μεταξύ τους με δίκτυα νέων γεφυρών, τούνελ, υπέργειων και υπόγειων οδικών κόμβων. Ακόμη και έτσι, το κατά τ’ άλλα «ανεξάρτητο» παλαιστινιακό «κράτος» δεν σχεδιάζεται να έχει κρατική υπόσταση ούτε στο ελάχιστο. Προτείνεται ένας περιορισμένος έλεγχος σε Λωρίδα της Γάζας, σε ορισμένα τμήματα της Δυτικής Όχθης και αραιοκατοικημένες, άγονες περιοχές του Ισραήλ, που υποτίθεται πως θα καταχωρηθούν μετά από παζάρι. Μέσα από ένα περίπλοκο δίκτυο νέων οδικών αξόνων, θα επιχειρηθεί η απρόσκοπτη σύνδεση της Λωρίδας της Γάζας και ορισμένων εδαφών της Δυτικής Όχθης.
Κάπως έτσι χάνονται πάνω από το 30% της Δυτικής Όχθης και περιοχές κατά μήκος της βόρειας Νεκράς Θάλασσας που θα προσαρτηθούν από το Ισραήλ χάριν «ασφαλείας», όχι άμεσα, όπως φάνηκε να επιδιώκει η υπηρεσιακή κυβέρνηση Νετανιάχου, αλλά μετά τις τρίτες κατά σειρά πρόωρες γενικές εκλογές στις 2 Μάρτη, έπειτα από διαπραγμάτευση ομάδων Αμερικανών και Ισραηλινών «εμπειρογνωμόνων». Η «πατέντα» καθυστέρησης της προσάρτησης και άλλων παλαιστινιακών εδαφών γίνεται για το «θεαθήναι», με μια επίφαση «διαπραγμάτευσης» για την ίδρυση δήθεν παλαιστινιακού «κράτους».
Το «όραμα» της κυβέρνησης Τραμπ, προβλέπει παλαιστινιακό «κρατίδιο» με πρωτεύουσα που θα φέρει το όνομα «Αλ Κουντς» (Ιερουσαλήμ στα Αραβικά). Όχι βεβαίως στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και στα σύνορα του 1967, όπως αναφέρουν όλες οι αποφάσεις του ΟΗΕ, αλλά στα περίχωρα της «ιερής πόλης».
Η κατά τ’ άλλα «ανεξάρτητη» Παλαιστίνη δεν θα έχει στρατό, δεν θα έχει δικά της λιμάνια και αεροδρόμια, τουλάχιστον για μία 5ετία, αλλά μόνο πρόσβαση σε εκείνα του Ισραήλ (Χάιφα, Ασντόντ) και Ιορδανία (Άκαμπα). Την προστασία «των συνόρων» θα αναλάβει εξολοκλήρου το Ισραήλ για να μη διακυβευτεί η δική του ασφάλεια. Οι Παλαιστίνιοι θα μπορούν να έχουν ουσιαστικά μόνο αστυνομικές δυνάμεις και μία ειδική αντιτρομοκρατική δύναμη, που ακόμη και έτσι θα πρέπει να συνεργάζεται στενά και πλήρως με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, αφού την εκπαιδεύσουν.
Οι διεθνείς αντιδράσεις ήταν προσεκτικά υποκριτικές, αν όχι επιφυλακτικές. Από τις αραβικές χώρες, μόνο ο Λίβανος καταδίκασε απερίφραστα το αμερικανικό σχέδιο. Αντίθετα, η Αίγυπτος το υποστήριξε ανεπιφύλακτα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα εκτίμησαν «τις συνεχιζόμενες αμερικανικές προσπάθειες», το Μπαχρέιν στηρίζει «κάθε προσπάθεια για δίκαιη και συνολική λύση», ευχαριστώντας τις ΗΠΑ «για το σχέδιο», ενώ η Σαουδική Αραβία υποστήριξε «όλες τις προσπάθειες για την επίτευξη μιας συνολικής λύσης του παλαιστινιακού προβλήματος». Το Κατάρ, αν και στενός σύμμαχος της Τουρκίας, χαιρέτισε το σχέδιο και όλες τις προσπάθειες για «βιώσιμη ειρήνη στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη». Η Τουρκία, αντίθετα, που επιδιώκει ρόλο «προστάτη» των Παλαιστινίων με σκοπό να προωθήσει τα γεωπολιτικά συμφέροντά της στην περιοχή, το απέρριψε ως απαράδεκτο, όπως και το Ιράν.
Ο Αραβικός Σύνδεσμος και ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης απέρριψαν το σχέδιο, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι συνιστά κατάφωρη παραβίαση των έως τώρα διεθνών αποφάσεων και της Χάρτας του ΟΗΕ
Ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης, η Εκτελεστική Επιτροπή του οποίου συνεδρίασε εκτάκτως, εξέφρασε τη λύπη του για «σχέδια προσάρτησης τεράστιων περιοχών κατεχόμενης γης υπό το πρόσχημα της ασφάλειας του Ισραήλ». Επίσης κάλεσε τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, να μεταφέρει τις θέσεις του Οργανισμού στα μέλη του ΟΗΕ και να απορρίψει «οποιοδήποτε σχέδιο δεν ικανοποιεί τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού για δίκαιη λύση».
Είναι φανερό πως ο σχεδιασμός που «ξετυλίγεται» με την πρόταση των ΗΠΑ για το Παλαιστινιακό εντάσσεται στο ευρύτερο σχέδιο των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ που σηματοδοτήθηκε με τον όρο «Μεγάλη Μέση Ανατολή» και παρουσιάστηκε το 2003. Σήμερα, σε περίοδο ακόμα μεγαλύτερης όξυνσης των αντιθέσεων στην περιοχή, από τη Βόρεια Αφρική και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο έως το Ιράν, για ενεργειακούς πόρους, αγωγούς, αγορές και σφαίρες επιρροής, το σχέδιο αυτό αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία απέναντι στα συμφέροντα των ανταγωνιστών, όπως η Ρωσία, η Κίνα και άλλοι, που επίσης παρεμβαίνουν στην περιοχή.
Στο πλαίσιο λοιπόν της προσπάθειας, εδραίωσης και επέκτασης των ευρωατλαντικών συμφερόντων στην περιοχή, είναι ενταγμένο και το σημερινό σχέδιο για το Παλαιστινιακό, παίρνοντας υπόψη τις καινούργιες συνθήκες που δημιουργούν η ενίσχυση του ρόλου της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή, η ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας και άλλοι παράγοντες που επιδρούν στον περιφερειακό και διεθνή συσχετισμό. Στην πραγματικότητα, η πρόταση των ΗΠΑ ενισχύει το ρόλο του Ισραήλ ως πυλώνα του σχεδιασμού τους στη Μέση Ανατολή, σε μια περίοδο που οξύνεται η αντιπαράθεση με το Ιράν και προωθούνται διευθετήσεις σε όλη την περιοχή, με παζάρια που περιλαμβάνουν επίσης την Ανατ. Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική. Απ’ αυτήν τη σκοπιά, είναι μια κίνηση που ρίχνει λάδι στη φωτιά των ιμπεριαλιστικών και περιφερειακών ανταγωνισμών, όπως έδειξε και η ακαριαία απορριπτική αντίδραση της Τουρκίας και του Ιράν στην αμερικανική πρόταση. Επιπλέον, δημιουργείται προηγούμενο, γιατί νομιμοποιούνται ως τετελεσμένα τα εγκλήματα της κατοχής και της κλοπής γης, διαμορφώνοντας το έδαφος και για άλλες ανάλογες «διευθετήσεις» στην περιοχή, που θα περιέχουν το σπέρμα μελλοντικών εντάσεων και πολέμων.
Μέσα απ’ αυτό το πρίσμα χρειάζεται να δούμε και την ευθύνη της σημερινής και των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων, που συμμετέχουν στον επικίνδυνο αμερικανοΝΑΤΟϊκό σχεδιασμό και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια αναβαθμίζουν τις σχέσεις τους με το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ, ενώ δεν αναγνωρίζουν το Παλαιστινιακό κράτος, όπως δεσμεύονται από αποφάσεις της Βουλής. Και από πάνω, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν το θράσος να δηλώνουν και αλληλεγγύη στον Παλαιστινιακό λαό. Μετά και το νέο σχέδιο για το Παλαιστινιακό, που ήδη απορρίπτουν οι Παλαιστίνιοι, χρειάζεται να δυναμώσει η αλληλεγγύη στα δίκαια αιτήματα του βασανισμένου αυτού λαού, για κυρίαρχη, βιώσιμη και ανεξάρτητη πατρίδα.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr