Βασίλης Π. Βάιος Κ., Πηγή Σ. μέλη του Εκπαιδευτικού Ομίλου Ηρακλείου

Οι καθαρόαιμοι νοσταλγοί και υμνητές της χούντας όπως ο Γεωργιάδης, ο Βορίδης και η Χ.Α, αλλά και άλλοι κρυφοί και «αφελείς» απολογητές της, εκτός από τα αμέτρητα ψεύδη που αναπαράγουν για το «έργο» της, σε κάθε επέτειο της 17ης Νοέμβρη, δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν ότι… «δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο»… Μάστορες, και μελετητές άλλωστε, της γκεμπελικής προπαγάνδας, οι νεοναζί και ακροδεξιοί παπαγάλοι αρχικά φρόντιζαν να αναφέρουν «ότι δεν υπήρξαν νεκροί μέσα στο Πολυτεχνείο…», και απαλείφοντας σταδιακά το επίρρημα, προχώρησαν στη σημερινή γενίκευση του τύπου «δεν υπήρχαν νεκροί» εννοώντας βέβαια γενικώς στα γεγονότα του Πολυτεχνείου… και τη χούντα. Και εκκινώντας από αυτό ακολουθούν πάντα τα αδιανόητα ψεύδη για το έργο της.

Δεν θα ασχοληθούμε βέβαια με τους επίσημους φιλοχουντικούς της ΝΔ και τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής, αλλά με τους άλλους, τους «αφελείς»… κήρυκες των φαιδρών αυτών κατασκευασμάτων.

Και υιοθετώντας της «άγνοια» τους… θα ρωτήσουμε.

Τι ακριβώς αλλάζει για την ιστορία, αν οι νεκροί έπεσαν πίσω ή μπρός από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου. Ποιο ακριβώς είναι το περιεχόμενο και το νόημα αυτής της ιστορικής «λεπτομέρειας» που με τόσο πάθος, επάρκεια και αυταρέσκεια υπερασπίζονται; Και πως μπορούν να την υπερασπίζονται όταν είναι γνωστό σε όλους ότι, μετά την εκκένωση του Πολυτεχνείου επί ώρες οι χουντικοί ξέπλεναν με μάνικες το αίμα αυτών των ηρώων και απομακρύνοντας αποδεικτικά στοιχεία «τακτοποιούσαν» το χώρο, ώστε να λάμψει την επόμενη μέρα η… αλήθεια της χούντας για τα γεγονότα, στα… χουντικά μέσα ενημέρωσης, επιβάλλοντας την… διαρκή χουντική φίμωση, ακόμα πιο πνιγηρή με την κήρυξη στρατιωτικού νόμου…;

Και για τις ανάγκες της «συζήτησης», για μια παράγραφο μόνο, θα κάνουμε μια ακόμη προσβλητική (για εκείνους τους αγωνιστές) υπέρβαση. Αν διαπράττοντας το ανοσιούργημα της «ιεροσυλίας» για τη μνήμη των νεκρών του Πολυτεχνείου, αποδεχτούμε ότι τέτοιοι δεν υπήρξαν, τι ακριβώς σημαίνει αυτό για την ίδια την χούντα και τους «νεόκοπους» αφελείς απολογητές της; Μήπως ότι αθωώνεται ιστορικά η τυραννική επταετία….; Μήπως ότι πρέπει να παραγράψουμε τη φίμωση, τις απαγορεύσεις τους διωγμούς και τα βασανιστήρια; Ή… μήπως… ακόμα χειρότερα… να ανακαλύψουμε τις απριλιανές «ευεργεσίες» στις αθλιότητες της προπαγάνδας εκείνων των αμερικανοκίνητων ανδρείκελων;

Γιατί εδώ ακριβώς είναι το θέμα. Για αυτό αλυχτάνε τα σκυλιά του φασισμού… και από τα έδρανα πλέον της βουλής, για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Γιατί, η αμφισβήτηση αυτής της αλήθειας είναι η αρχή για να δοθεί συνέχεια στον εξαγνισμό της χούντας… στο ξαναγράψιμο της ιστορίας. Σε αυτό που είναι αναγκαίο δηλαδή, για… να ξανανοίξει ο δρόμος… στους πολιτικούς απογόνους εκείνων των φαιδρών υποκειμένων.

Για αυτό είναι χρέος όλων μας η υπεράσπιση της μνήμης… Για αυτό θα θυμόμαστε πάντα ότι…

Η χούντα δεν ήταν ένα «οικονομικό θαύμα», αλλά ένας οικονομικός όλεθρος που τριπλασίασε το δημόσιο χρέος από 34 δις σε 114 δις δραχμές μόλις μέσα σε 7 χρόνια.

Μείωσε τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και μαζί με αυτές το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα κατά 25%. Για τους εργάτες και τον λαό, είτε «κάθονταν φρόνιμα» είτε όχι (πόσο ανατριχιαστικές αλήθεια, αυτές οι φράσεις των νέων απολογητών της) σήμανε ληστρική φορομπηξία, πενιχρά μεροκάματα και απαγόρευση κάθε διεκδίκησης. Την ίδια στιγμή που στο μεγάλο κεφάλαιο πρόσφερε ατελείωτες φοροαπαλλαγές και κρατικές «ευεργεσίες».

Η περίφημη «ανάπτυξη» της ήταν αυτή της πλήρους παράδοσης της χώρας στις ξένες «επιχειρήσεις» και ειδικά στις αμερικάνικες, και το πολύπλευρο βάθεμα της οικονομικής της εξάρτησης. Στην «ανάπτυξη» της πρέπει να χρεώνουμε και τους 500.000 έλληνες μετανάστες που έφυγαν στο εξωτερικό λόγω των διώξεων και της τρομοκρατίας.

Τα έργα της, όπως κτίρια και πολεοδομικά συγκροτήματα, άθλια αισθητικά και βουτηγμένα στα οικονομικά σκάνδαλα στέκουν ακόμα να θυμίζουν την «ηθική» της και οι δρόμοι της… Αλήθεια, πόσο μελάνι έχυσαν οι φιλοχουντικοί να μιλούν για αυτούς τους δρόμους; Στοιχειώδη έργα υποδομής που τόση ανάγκη είχε η μεταπολεμική Ελλάδα. Και μιλούν οι ακροδεξιοί με δέος για αυτούς τους δρόμους. Σαν να μην έγιναν δρόμοι πριν από τη χούντα… ή πολύ περισσότερο σαν να μην ξανάγιναν μετά, σαν να μην θυμάται κανείς ότι υπήρξαν πολλές δεκαετίες που η Ελλάδα ήταν ένα απέραντο εργοτάξιο. Και πάντα οι φιλοχουντικοί θυμούνται από όλους τους δρόμους… αυτούς που φτιάχτηκαν επι χούντας. Τι «επιχείρημα» και αυτό…

Ξεχωριστή θέση στη φαιδρολογία έχουν τα περί «διαφάνειας». Αν δεν ήταν επικίνδυνοι καιροί μόνο γέλιο θα προκαλούσαν οι αναφορές στην «εντιμότητα και τη διαφάνεια» των χουντικών. Αυτών που διπλασίασαν αμέσως μόλις κατέλαβαν την εξουσία τους μισθούς τους, αυτών που ως γαλαζοαίματοι του μεσαίωνα, εν μια νυκτί έκαναν υπουργούς γραμματείς και διευθυντάδες, τα αδέρφια και τα ξαδέρφια τους, αυτών που μοίραζαν οικόπεδα και επιδόματα στους… εαυτούς τους. Επικό σε «ήθος» και κυνισμό, ανάμεσα στα αμέτρητα σκάνδαλα, το τάμα του έθνους, που για την ανέγερση ενός ναού μάζεψαν 453 εκ. δραχμές από τα οποία έφαγαν τα… 406 εκ. και ναό κανείς δεν είδε.

Και τι άλλο να πρωτοθυμηθεί κανείς για τον «πολιτισμό», αυτών που διοργάνωναν αυτές τις μεγάλες γιορτές όπου ο Παπαδόπουλος χέρι χέρι με σπαρτιάτικες πανοπλίες και τσολιάδες, χόρευε τσάμικα υποτιμώντας όσο λίγοι τον πολιτισμό και την αισθητική του ελληνικού λαού

Αυτό όμως, που όσο και αν προσπαθούν οι ακροδεξιοί πατριδοκάπηλοι να απαλείψουν, είναι ότι οι «πατριώτες» της χούντας δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ποταποί λακέδες της CIA. Οι αμερικανοκίνητες μαριονέτες των ΗΠΑ μετέτρεψαν τη χώρα σε ΝΑΤΟικό ορμητήριο και υποτάσσοντας το λαό και τον τόπο στα συμφέροντα των αμερικάνων, έκαναν ακόμα πιο ασφυκτική την πολιτική και οικονομική εξάρτηση της χώρας από αυτούς. Αυτός ήταν ο «πατριωτισμός» τους. Αυτός που σφραγίζει τους ακροδεξιούς πολιτικούς προγόνους και απογόνους των χουντικών. Συνεργάτες, υπηρέτες και υποτελείς, των Γερμανών, των Άγγλων, των Αμερικάνων, πρόθυμοι πάντα να εξυπηρετήσουν αλλότρια για το λαό και τον τόπο συμφέροντα.

Ακόμη, όσο και αν αυτό επιδιώκουν με τις «παρανοήσεις» και τους «φραστικούς» ελιγμούς τους, κανένας δημοκρατικός άνθρωπος δεν μπορεί να ξεχνά ότι η χούντα ήταν ένα τυραννικό καθεστώς. Με διωγμούς, εξορίες, φυλακές, βασανιστήρια, κατάργηση κάθε ελευθερίας και φίμωση κάθε άλλης φωνής.

Όσο για τους νεκρούς που Υπήρξαν στο Πολυτεχνείο και που ευτυχώς ακόμα μνημονεύονται σε κάθε σχολική γιορτή, από αυτές που βρίσκονται στο στόχαστρο των κάθε λογής φιλοχουντικών, ας μιλήσει καλύτερα η πένα του ποιητή…

“Υπήρξαν”

υπήρξαν οι φωνές

υπήρξαν οι κραυγές

ακόμα τις ακούς

στο συρτάρι της ιστορίας

υπήρξαν άνθρωποι

υπήρξαν νεκροί

χάθηκαν σε κάποιο στενό

σε κάποιο λάκκο

υπήρξε η μάνα

υπήρξε η Εκάβη

ο θρήνος της έφτασε ψηλά

στο μπόι του παιδιού της

υπήρξαν όλα

γύρω από το παγωμένο χαμόγελο

γύρω από τη φωτιά

γύρω από την αυγή που ξημέρωσε μέσα

από εφηβικές παγωμένες καρδιές

κι όσοι δεν το αναγνωρίζουν

γίνονται οι ίδιοι εκείνο το χέρι

που δεν αστόχησε

Βάιος Κανδήλας, Δάσκαλος (Ηράκλειο 2018)

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το