Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη λοιπόν φταίνε οι «συντεχνίες» και οι εργαζόμενοι που δεν αξιολογήθηκαν για το έγκλημα στα Τέμπη. Δεν ευθύνεται όμως το ξεπούλημα του δημόσιου ΟΣΕ στην ιταλική κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων, η υποστελέχωση και η έλλειψη σε προσωπικό που φτάνει στο 1/3 των απαιτήσεων. Κατά τη ΝΔ δεν ευθύνεται η καταλήστευση του ελληνικού λαού ο οποίος ακριβοπλήρωσε με δισ. ευρώ τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων ασφαλείας για να φτάσουμε στο σημείο σήμερα να έχουμε στη χώρα μας ένα εγκαταλελειμμένο και απαρχαιωμένο σιδηροδρομικό δίκτυο. Με ευκολία η κυβέρνηση ρίχνει λάσπη στα σωματεία των σιδηροδρομικών, αποκαλώντας τους «συντεχνίες» επειδή διεκδικούσαν και επιμένουν να αγωνίζονται για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες, για να πραγματοποιηθούν έργα αναβάθμισης των υποδομών και ενίσχυσης της ασφάλειας του δικτύου. Όλα αυτά δηλαδή που όφειλε να κάνει τόσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη όσο και όλες οι προηγούμενες εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες.
Με την ίδια ευκολία για την κυβέρνηση ευθύνονται οι εκπαιδευτικοί και τα σωματεία τους για την απαξίωση του Δημόσιου σχολείου, για την υποβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου της νέας γενιάς. «Φταίνε» επειδή αντιστέκονται στην επιβολή των αντιδραστικών – αντιεκπαιδευτικών μέτρων της αξιολόγησης σχολείων και εκπαιδευτικών που φέρνει ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση και απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης, νέο χτύπημα στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών, πλήγματα στη σταθερή και μόνιμη εργασία. Δεν φταίει όμως -κατά την κυβέρνηση πάντα- η διαρκής υποχρηματοδότηση της Δημόσιας Εκπαίδευσης που σπάει το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο την τελευταία δεκαετία. Ούτε φταίνε τα δεκάδες χιλιάδες κενά σε εκπαιδευτικούς σε όλες τις βαθμίδες τις εκπαίδευσης τα οποία ποτέ δεν καλύπτονται στο σύνολό τους. Ούτε επίσης έχει ευθύνη η κυβερνητική πολιτική που κρατάει δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικούς σε καθεστώς εργασιακής ομηρίας και ανασφάλειας, στέλνοντάς τους κάθε χρόνο σε διαφορετικό σημείο στο χάρτη της χώρας. Όπως ακόμα δεν έχουν καμία ευθύνη αυτοί που απαξιώνουν διαρκώς την παρεχόμενη γνώση, με αναλυτικά προγράμματα και βιβλία προχειρογραμμένα αντιεπιστημονικά και αναχρονιστικά.
Τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα αναπαράγει η κυβερνητική προπαγάνδα χωρίς ίχνος ντροπής και για το πολύπαθο Δημόσιο Σύστημα Υγείας που βρίσκεται σε καθεστώς κατάρρευσης έπειτα από τα δύο χρόνια πανδημίας λόγω της εγκατάλειψης από τη μεριά της κυβέρνησης. Οι γιατροί και νοσηλευτές των δημόσιων νοσοκομείων οι «ήρωες» προς τους οποίους η κυβέρνηση χτυπούσε υποκριτικά παλαμάκια μέσα στην πανδημία, σήμερα μετατρέπονται στους φταίχτες για το κατάντημα της Δημόσιας Υγείας επειδή δεν αξιολογούνται.
Δεν είναι όμως μόνο η κυβερνητική επιχείρηση συγκάλυψης των ευθυνών. Η ΝΔ λασπολογεί ενάντια στο Δημόσιο και στους δημόσιους υπαλλήλους γιατί θέλει να νομιμοποιήσει την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, επειδή έχει στόχο να τσακίσει τη σταθερή και μόνιμη εργασία και να επιβάλει καθεστώς εργασιακού μεσαίωνα. Λασπολογεί ενάντια στα συνδικάτα γιατί θέλει να τα απαξιώσει στη συνείδηση των εργαζομένων. Επιδιώκει να λυγίσει τους εργαζόμενους, να κάμψει την αντίσταση του εργατικού – συνδικαλιστικού κινήματος που παλεύει για να αναχαιτίσει και να ανατρέψει αυτή την πολιτική.
Για τους εργαζόμενους και το λαό δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά αυτός του παρατεταμένου αγώνα με όχημα τα σωματεία για την υπεράσπιση των κοινωνικών κατακτήσεων στην Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια κλπ., ενάντια στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και του ξεπουλήματος, μαζί με την επανακατάκτηση και τη διεύρυνση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Χρίστος Σ.
περιοδικό Πορεία, τ. 56, που κυκλοφορεί
e-prologos.gr