Παρουσιάζουμε σήμερα τη συγκλονιστική ιστορία μιας πρόσφυγα από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό που αφού σκοτώθηκε ο σύζυγός της ήρθε κακήν κακώς στην Ελλάδα για να σωθούν η ίδια και η 6χρονη κόρη της, την οποία πήρε η ΕΛ.ΑΣ. από κοντά της στο «Ελ. Βενιζέλος» ● Η γυναίκα όχι μόνο δεν είδε το κορίτσι της για σχεδόν πέντε μήνες, αλλά δεν ήξερε καν πού βρίσκεται και αν είναι καλά, ενώ χρειάστηκε η καθοριστική παρέμβαση από οργανώσεις για να λάβει αίσια τροπή η υπόθεση.

Η τραγική ιστορία

Τη χώρισαν με ψέματα από την εξάχρονη κόρη της σ’ ένα δωμάτιο του «Ελευθέριος Βενιζέλος», λίγη ώρα αφότου είχαν προσγειωθεί στις 5 το πρωί, στις 7 Νοεμβρίου 2018, με πτήση από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Τις βοήθησαν να φτάσουν στην Ελλάδα σύντροφοι του συζύγου της, ο οποίος είχε σκοτωθεί, οι ίδιοι που τις έκρυβαν στο σπίτι τους μετά τον θάνατό του. Με το που έφτασαν στο αεροδρόμιο, η μητέρα πήγε κατευθείαν στους αστυνομικούς. Τους είπε ότι κινδυνεύουν η ίδια και η κόρη της, ζήτησε βοήθεια. Τις πήγαν σ’ ένα γραφείο, έγραψαν τα στοιχεία της, ύστερα σε άλλο γραφείο, φώναξαν διερμηνέα και ζήτησαν το πιστοποιητικό γέννησης της μικρής.

Τους είπε ότι έφυγαν κυνηγημένες, ότι δεν είχε μπορέσει να πάρει μαζί της τίποτα, ούτε ρούχα ούτε χαρτιά. Της είπαν να μείνει μαζί τους για να ξεκινήσει τη διαδικασία για το άσυλο, αλλά ότι η μικρή δεν μπορούσε να μείνει.

«Το παιδί θα το πάρει μια κυρία για να πάει να παίξει με άλλα παιδιά. Εσύ πρέπει να μείνεις εδώ», της είπαν, όπως διηγούνταν πρόσφατα στην «Εφ.Συν.» τη στενοχώρια, τη φρίκη, καλύτερα, που έζησαν η ίδια και η κόρη της φέτος τον χειμώνα στα χέρια των ελληνικών αρχών.

Γραφειοκρατία; Αδράνεια; Εγκληματική αδιαφορία; Περιφρόνηση για ανθρώπους που υποφέρουν; Περιφρόνηση για το γράμμα και το πνεύμα του νόμου; Θεσμικός σαδισμός;

Είναι πολλά τα ερωτήματα που εγείρει η ιστορία όσων τράβηξαν μητέρα και κόρη από την αστυνομία και τις εισαγγελικές αρχές, από ιδρύματα και φορείς, πριν καταφέρουν να ξαναϊδωθούν μετά από σχεδόν πέντε μήνες, δύσπιστες στην αρχή, έπειτα με ανακούφιση και χαρά καθώς διαπίστωναν η μία για την άλλη ότι είναι ζωντανή και ότι στο εξής θα βρίσκονται μαζί.

Την πήραν με ψέματα

Φωτογραφία αρχείου | EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Αφού πήραν μαζί τους τη μικρή οι αρχές τάχα για να παίξει με άλλα παιδιά, οδήγησαν τη μητέρα σ’ ένα δωμάτιο για να της πάρουν αποτυπώματα και να βγάλουν φωτογραφίες. Εκεί υπήρχαν άλλες μητέρες με παιδιά.

«Τους ρώτησα “γιατί μου είπατε πως δεν μπορεί να μείνει μαζί μου το παιδί; Υπάρχουν παιδιά εδώ”. Με πήραν τα κλάματα, ζητούσα το παιδί μου. Προσπάθησαν να με ηρεμήσουν. Ηρθε ένας με στολή και με απείλησε ότι, άμα κάνω έτσι, θα γυρίσω στη χώρα μου, “Το παιδί σου είναι καλά”, μου είπαν. “Θα τελειώσεις από εδώ και θα το πάρεις μετά”», λέει.

Εμεινε δέκα μέρες σε μια αίθουσα του αεροδρομίου με τρία μικρά δωμάτια και κουκέτες. Γυναίκες έρχονταν και έφευγαν, μία από τη Ρωσία, άλλη από την Αίγυπτο, ηλικιωμένη, κάποιες με τα παιδιά τους. Κανείς δεν την ενημέρωσε για την κόρη της. Δεν ρώτησε κανέναν, από φόβο.

«Το μόνο που έκανα ήταν να κλαίω», λέει. «Σκεφτόμουν πολλά. Σκεφτόμουν ότι μου κλέψανε το παιδί. Δεν ήξερα την Ελλάδα. Δεν ήξερα τη γλώσσα. Μια γυναίκα μού είπε ότι κλέβουν τα παιδιά για να τα πουλήσουν στους πλούσιους. Αλλες μού έλεγαν ιστορίες ότι κλέβουν τα παιδιά για να πουλήσουν τα νεφρά τους. Δεν ήξερα τίποτα».

Υστερα από δέκα μέρες της είπαν ότι θα τη μεταφέρουν σε προσφυγική δομή. «“Θα υπάρχουν πολλές γυναίκες. Θα είσαι καλά”, μου είπαν», λέει. Τη μετέφεραν στα κρατητήρια του Αλλοδαπών στην Πέτρου Ράλλη. Οταν έφτασε, κατάλαβε ότι ήταν φυλακή. Οι αστυνομικοί τής είπαν να είναι ήρεμη και τη ρώτησαν πού είναι το παιδί της. Τρελάθηκε από την αγωνία.

Περνούσε τις μέρες στο κελί κλαίγοντας, χτυπώντας και φωνάζοντας για το παιδί της. Οι άλλες κρατούμενες την κορόιδευαν ή της διηγούνταν ιστορίες σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών Με μία ήρθε στα χέρια. Μια μέρα, όταν τελείωσε ο προαυλισμός στις 11 το πρωί, αρνήθηκε να ξαναμπεί στο κελί. Την πλησίασε απειλητικά ένας μεγαλόσωμος αστυνομικός, ο φόβος και ο τρόμος τού Αλλοδαπών.

«Σήμερα θα με σκοτώσεις εδώ», του είπε. «Ή θα μάθω για την κόρη μου ή θα με σκοτώσεις εδώ. Ετσι κι αλλιώς, η ζωή μου είναι μηδέν». Την πήγαν στην ψυχολόγο της φυλακής. Αυτή της είπε ότι η κόρη της βρίσκεται σε ένα μέρος για παιδιά και είναι καλά. «Θέλω αποδείξεις. Δώστε μου αποδείξεις ότι είναι ζωντανή», της απάντησε. Δεν υπήρχαν αποδείξεις. Παρέλυσε.

Στο κελί έπαθε κρίση πανικού. Ενας αστυνομικός ήρθε και της είπε ότι τα κάνει όλα ψέματα. Μπόρεσε να κοιμηθεί μόνο όταν είδε γιατρό που της έδωσε φάρμακα.

Χωρίς το παιδί της για πέντε μήνες γιατί έτσι ήθελε η αστυνομία!

Η μητέρα με την εξάχρονη κόρη της από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό βρίσκονται σήμερα μαζί και προγραμματίζουν τη ζωή τους, ύστερα από τον πεντάμηνο χωρισμό τους από τις ελληνικές αρχές

Παρέμβαση οργανώσεων

Η περίπτωσή της τράβηξε την προσοχή των γυναικών της οργάνωσης «Το Μωβ» που επισκέπτονταν τακτικά τις κρατούμενες στην Πέτρου Ράλλη. Εμαθε ότι οι αρχές είχαν κάνει τεστ DNA, επειδή υποπτεύονταν ότι η μητέρα έλεγε ψέματα πως η μικρή ήταν παιδί της, και ανέμεναν το αποτέλεσμα. Επειδή βρισκόταν στη μέση παιδί, «το Μωβ» ενημέρωσε την οργάνωση «Defence for Children».

Η οργάνωση ανακάλυψε ότι στο αίτημα της μητέρας για άσυλο δεν είχε καταγραφεί το αντίστοιχο αίτημα του παιδιού και η υπόθεση προχωρούσε σαν να επρόκειτο για μια γυναίκα μόνη, χωρίς παιδί. Και ήρθε αντιμέτωπη με την επιφυλακτική στάση των αρχών.

«Παρ’ όλο που είχαμε εξουσιοδότηση από τη μητέρα ως δικηγόροι, δεν είχαμε πρόσβαση σε πολλά στοιχεία για πολύ καιρό. Πήρε πάρα πολύ καιρό στις αρχές, δύο μήνες, να πούνε στους εξουσιοδοτημένους δικηγόρους της μητέρας ότι το παιδί υπάρχει, ότι βρίσκεται στην Ελλάδα και ότι είναι ζωντανό. Από την πρώτη στιγμή που γνωστοποιήθηκε η υπόθεση, ήταν πάρα πολύ δύσκολο να εντοπίσουμε ποιος είναι ο αρμόδιος φορέας. Μιλήσαμε με τον εισαγγελέα Ανηλίκων, που είχε την επιτροπεία του παιδιού, η οποία όμως τελικά δόθηκε σε άλλη ΜΚΟ υπό την επίβλεψη του εισαγγελέα», λέει στην «Εφ.Συν.» η Ναντίνα Τσέκερη από τη “Defence for Children”.

Η οργάνωση έμαθε ότι το παιδί μεταφέρθηκε από το αεροδρόμιο στο Νοσοκομείο Παίδων, εκεί όπου μεταφέρονται τα ασυνόδευτα παιδιά που βρίσκονται στο λεγόμενο καθεστώς προστατευτικής φύλαξης. Από εκεί μεταφέρθηκε σε ίδρυμα, το οποίο δεν είχε ενημερωθεί για την ύπαρξη μητέρας. Το ίδιο το παιδί δεν είχε καμία πληροφορία για τη μητέρα του, ούτε πού βρίσκεται ούτε γιατί βρέθηκε μακριά της.

Στα τέλη Ιανουαρίου η μητέρα έμαθε άτυπα στην Πέτρου Ράλλη ότι είχαν βγει τα αποτελέσματα του DNA και ήταν θετικά. Επικοινώνησε με τις οργανώσεις. Εμαθαν ότι πράγματι το DNA είχε βγει θετικό μέσα στον Δεκέμβριο, περισσότερο από μήνα νωρίτερα. Αλλά και από τη στιγμή που έμαθαν οι οργανώσεις τα αποτελέσματα του DNA, χρειάστηκε περισσότερο από μήνας για να βγει η μητέρα από τη φυλακή και ακόμα περισσότερος χρόνος για να μπορέσει να συναντήσει την κόρη της.

Η Εισαγγελία ήταν απόλυτη ότι έπρεπε να βρεθεί δομή για να ζήσουν μαζί η μητέρα με το παιδί, πριν δοθεί εντολή να αποφυλακιστεί η μητέρα και να επανενωθεί με την κόρη της.

«Ωστόσο αυτό δεν έγινε αυτεπάγγελτα. Επρεπε να μπούμε στη μέση οι οργανώσεις, να επικοινωνήσουμε με την αρμόδια Διεύθυνση Στέγασης του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, η οποία έκανε εξαιρετική δουλειά και βρήκε κατάλληλη δομή, και στη συνέχεια, ύστερα από αμέτρητα τηλεφωνήματα, πείστηκε η Εισαγγελία να δώσει εντολή αποφυλάκισης της μητέρας», διηγούνται στην «Εφ.Συν.» εργαζόμενοι από την “Defence for Children”.

Ηταν Παρασκευή 8 Μαρτίου, το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας, τέσσερις μήνες απ’ όταν έφτασαν στην Ελλάδα η μητέρα με το παιδί και χωρίστηκαν στο αεροδρόμιο. Είχε προγραμματιστεί η μεταγωγή της μητέρας από την Πέτρου Ράλλη στην Αμυγδαλέζα, για να κάνει εκεί τη συνέντευξή της για το άσυλο, για την οποία την προετοίμασαν νομικά οι οργανώσεις. Υστερα από τη συνέντευξη, δόθηκε εντολή να αφεθεί ελεύθερη και η αστυνομία πείστηκε με τα πολλά να τη μεταφέρει στη δομή που είχε βρεθεί.

Θα μεσολαβούσε κι άλλος χρόνος μέχρι να μπορέσει να δει την κόρη της. «Κάναμε έγκαιρα πολλές επικοινωνίες με την Εισαγγελία Ανηλίκων και με την επίτροπο του παιδιού, ώστε να μπορέσουν να συναντηθούν μάνα και κόρη. Δεν είχε προγραμματιστεί τίποτα. “Τώρα είναι το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας. Από Τρίτη θα το συζητήσουμε και θα δούμε”, ήταν η απάντησή τους. Πέρασαν δέκα μέρες και ζητούσαν και άλλο χρόνο», λένε από την οργάνωση.

Ωστόσο, από την ημέρα που έδωσε συνέντευξη η μητέρα στην Αμυγδαλέζα, υπήρχε διορία δέκα ημερών για να παραλάβει το δελτίο της αίτησης ασύλου και να μπορέσει να υποβάλει την αίτηση του παιδιού, ώστε να είναι κοινή και για τις δύο η απόφαση για το άσυλο.

Υστερα από κλιμάκωση της πίεσης από τη μεριά των οργανώσεων, η συνάντηση ορίστηκε στα γραφεία της Υπηρεσίας Ασύλου, στην Κατεχάκη, όταν έληγε η προθεσμία, περιμένοντας στην ουρά για την παραλαβή του δελτίου και την καταγραφή του αιτήματος της μικρής.

Οταν αντίκρισε την κόρη της

«Το προηγούμενο βράδυ δεν κοιμήθηκα. Τη μια σκεφτόμουν “θα τη δω”, την άλλη σκεφτόμουν “θα μου το ακυρώσουν”», θυμάται η μητέρα. «Περίμενα στην ουρά και κοιτούσα προς την πόρτα να τη δω. Ομως αυτή εμφανίστηκε από πίσω μου, μαζί με μια γυναίκα. Γύρισα, την είδα κι έπεσα στα γόνατα. Αυτή έμεινε ακίνητη και με κοιτούσε. Εβαλα τα κλάματα, τη φώναξα με το όνομά της. Η γυναίκα την έσπρωξε προς το μέρος μου. Ηρθε και μου ψιθύρισε κάτι στο αυτί, αλλά ήταν στα ελληνικά. Δεν ένιωθε άνετα. Με άγγιζε, μετά απομακρυνόταν. Της έδωσα παιχνιδάκια, μου είπε στα ελληνικά “σ’ αγαπάω, μαμά”. Εβγαλε από την τσάντα της μπανάνα και φάγαμε μαζί, μου έδωσε χαρτομάντηλο να σκουπίσω τα δάκρυα. Νόμιζα ότι φοβόταν να μιλήσει γαλλικά, κατάλαβα όμως ότι τα είχε ξεχάσει. Οταν ήρθε η ώρα να φύγουν, περπάταγε γυρισμένη προς τα πίσω και με κοίταζε».

Τα θυμάται και βάζει τα κλάματα. «Είναι πολύ σκληρό, πολύ δύσκολο», λέει. Ρωτάει: «Αυτό που έγινε σε μένα, το κάνουν και σε άλλες; Γίνεται παντού στην Ευρώπη;»

Οι οργανώσεις απαντούν ότι γνωρίζουν και άλλες τέτοιες περιπτώσεις, ότι αρχίζει να διαφαίνεται μια πρακτική της αστυνομίας να χωρίζει τη μητέρα με το παιδί στα σημεία εισόδου, ιδίως στο αεροδρόμιο, όταν δεν υπάρχουν έγγραφα.

«Είναι άδικο να χωρίζεις τη μαμά από το παιδί. Είναι σαν να σε σκοτώνουν. Θα έπρεπε να μας έχουν μαζί μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα του DNA. Αν ήταν αρνητικά, ας μας χώριζαν μετά, όχι το αντίθετο. Πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο που κάνουν τα πράγματα», λέει.

Σήμερα, μητέρα και κόρη ζουν μαζί σε δομή φιλοξενίας. Η μικρή του χρόνου θα γραφτεί στο Δημοτικό και η μαμά της αναζητεί εργασία για να μπορέσει να εξασφαλίσει το μέλλον τους στην Ελλάδα.

Πηγή: Δημήτρης Αγγελίδης – Εφημερίδα των Συντακτών

—————————-Δείτε και αυτό:

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το