Ψηλά τη σημαία του συνεπούς αντιιμπεριαλιστικού αγώνα! (Άρθρο της “Αναγέννησης” για τα Ιουλιανά)

5 Ιουλίου 2021

Μοιραστείτε το άρθρο
 Με αφορμή τη συμπλήρωση 55 χρόνων από την επιβολή του αμερικανόπνευστου παλατιανού πραξικοπήματος στις 15 Ιούλη του 1965, που έμεινε στην ιστορία με τον όρο «Ιουλιανά», δημοσιεύουμε παρακάτω άρθρο της «ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ», του τεύχους νο. 10-11 (Ιούλιος – Αύγουστος 1965). Το άρθρο, με τίτλο «Ψηλά τη Σημαία του Συνεπούς Αντιιμπεριαλιστικού Αγώνα», αναφέρεται στην πρωταρχική σημασία του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, σημειώνοντας πως κάθε άλλος αγώνας, οικονομικός αγώνας, αγώνας για τη δημοκρατία και την ειρήνη, πρέπει να βασίζονται σε αυτόν, αναγνωρίζοντας σα βασική κακοδαιμονία του τόπου, τα ιμπεριαλιστικά δεσμά.

Στο άρθρο γίνεται εκτεταμένη αναφορά στη συμβιβαστική και ολέθρια για το κίνημα, γραμμή της ΕΔΑ, την περίοδο εκείνη.


Δύο βασικοί στόχοι της λαϊκής πάλης: Εθνική Ανεξαρτησία – Δημοκρατία

Το αμερικανόπνευστο παλατιανό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου υπογράμμισε για άλλη μια φορά και έδειξε ακόμα πιο καθαρά την ουσία της πραγματικής κατάστασης που επικρατεί στη χώρα μας και τη ρίζα της κακοδαιμονίας της. Σαν αποτέλεσμα της παντοειδούς, ιμπεριαλιστικής επέμβασης στην Ελλάδα έχει επιβληθεί και διατηρείται ένα καθεστώς ωμής καταπάτησης των εθνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού. Η εθνική μας ανεξαρτησία και τα κυριαρχικά δικαιώματα του λαού έχουν καταργηθεί. Αφέντης και κυρίαρχος του τόπου δεν είναι ο λαός αλλά ο ξένος ιμπεριαλισμός και πριν απ’ όλα ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός. Αυτός διαφεντεύει, αυτός διατάσσει και καθορίζει. Αυτός διορίζει κι αυτός παύει, σύμφωνα με τα κάθε φορά σχέδιά του, τις κυβερνήσεις κι αυτός καθορίζει την πολιτική τους, για να εκμεταλλεύεται και να καταληστεύει το λαό μας, για να εξυπηρετεί τα οικονομικά, τα πολιτικά και στρατηγικά σχέδιά του της παγκόσμιας κυριαρχίας. Από την πλευρά τους, αυτές ακριβώς οι κυβερνήσεις και οι κοινωνικές δυνάμεις που εκφράζουν, δηλ. η πλουτοκρατική ολιγαρχία και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι, αποτελούν τα εσωτερικά στηρίγματα της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας στην Ελλάδα. Η πλουτοκρατική ολιγαρχία, η ντόπια αντίδραση, μόνο με τη συνεργασία και υποταγή στον ξένο ιμπεριαλισμό βλέπουν τη δυνατότητα της διατήρησής τους στην εξουσία και της εξυπηρέτησης των άνομων συμφερόντων τους. Έτσι ακριβώς συγκροτείται το καθεστώς της ξενοκρατίας (κυριαρχία των ξένων ιμπεριαλιστών) και της εθνικής υποτέλειας (ξενόδουλη πολιτική των «ελληνικών» κυβερνήσεων). Το καθεστώς αυτό σημαίνει για το έθνος μας και για το λαό μας μόνο συμφορές και δυστυχία. Εθνικούς εξευτελισμούς και ταπεινώσεις, σφαγιασμό της ιερής κυπριακής υπόθεσης, πολεμικές περιπέτειες και τυχοδιωκτισμούς για ξένα συμφέροντα. Ασυδοσία για τα ξένα μονοπώλια και τους ντόπιους συνεργάτες τους, Έλληνες μεγαλοκεφαλαιούχους, για να καταληστεύουν τον εθνικό μας πλούτο και το λαό μας και να εμποδίζουν την ανάπτυξη της εθνικής μας οικονομίας – πείνα και εξαθλίωση για τις πλατιές λαϊκές μάζες. Καταπολέμηση του εθνικού και λαϊκού μας πολιτισμού, ασύδοτη καλλιέργεια των σκοταδιστικών ιδεών, του βάρβαρου «αμερικάνικου τρόπου ζωής» και της εκφυλισμένης «ηθικής» του – αμορφωσιά και καθυστέρηση για τη νεολαία μας, και γενικά για το λαό μας. Για να εξασφαλίσουν τη στήριξή τους και να πνίξουν την αντίδραση του λαού στην πολιτική τους, ξένοι ιμπεριαλιστές και ντόπια αντίδραση επέβαλαν και διατηρούν ένα εσωτερικό καθεστώς ωμής καταπάτησης των στοιχειωδών συνταγματικών λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών, άγριου διωγμού των προοδευτικών κομμάτων και μαζικών οργανώσεων, βίαιης κατάπνιξης των λαϊκών αγώνων, και αχαλίνωτης δραστηριότητας των αντιδραστικών δυνάμεων, ένα αντιδημοκρατικό τρομοκρατικό, αστυνομικό καθεστώς. Το παλατιανό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και η άμεση απειλή επιβολής ανοιχτής δικτατορίας υπογραμμίζουν ακόμα πιο έντονα την κατάσταση αυτή. Έτσι, ο λαός μας στενάζει κάτω από τον αβάσταχτο ζυγό της διπλής καταπίεσης του ξένου ιμπεριαλισμού και της ντόπιας αντίδρασης. Αυτή ακριβώς η κατάσταση προσδιορίζει και τα σημερινά καθήκοντα, τους άμεσους στόχους της πάλης του λαού και του κινήματος μας.

Εφόσον η χώρα μας βρίσκεται κάτω από το ζυγό της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης, οφείλουμε να αγωνισθούμε για την ανατροπή του ζυγού αυτού και την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας, οφείλουμε, με άλλα λόγια να πραγματοποιήσουμε την εθνική – αντιιμπεριαλιστική αλλαγή. Εφ’ όσον ο λαός μας βρίσκεται κάτω από το ζυγό των ντόπιων μονοπωλίων, της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και των πολιτικών εκπροσώπων της, οφείλουμε να αγωνισθούμε για την αποτίναξη αυτού του ζυγού και για την άνοδο στην εξουσία των λαϊκών δυνάμεων με επικεφαλής την πρωτοπόρα εργατική τάξη, έτσι ώστε να λυθούν πάνω σε δημοκρατική βάση όλα τα προβλήματα του τόπου, να αντικατασταθεί η αστική δημοκρατία με μια νέο πραγματική δημοκρατία, τη δημοκρατία του λαού, οφείλουμε, με άλλα λόγια, να πραγματοποιήσουμε τη δημοκρατική αλλαγή. Πρόκειται, λοιπόν, για δυο βασικούς στόχους, δυο βασικά καθήκοντα, που χωρίς την εκπλήρωσή τους δεν μπορεί να επιτευχθεί η έξοδος από τη σημερινή κατάσταση και η εξασφάλιση της προόδου για την Πατρίδα μας και για το λαό μας.

Η στενή σύνδεση των δύο καθηκόντων και η πρωταρχική σημασία της πάλης κατά του ιμπεριαλισμού.

Για το σωστό προσανατολισμό του λαϊκού κινήματος και την επιτυχή έκβαση του όλου λαϊκού αγώνα, σπουδαία σημασία έχει ο σωστός προσδιορισμός της σχέση ανάμεσα στην πάλη για την εθνική Ανεξαρτησία και στην πάλη για τη Δημοκρατία. Σε τελευταία ανάλυση, το πρόβλημα αφορά το σωστό καθορισμό του περιεχομένου και της κατεύθυνσης του λαϊκού αγώνα και της απαραίτητης τακτικής γι την πραγματοποίησή της.

Σήμερα ο λαός μας υφίσταται την καταπίεση του ξένου ιμπεριαλισμού και την καταπίεση της ντόπιας πλουτοκρατικής ολιγαρχίας. Απ’ αυτές, η πιο βαριά είναι καταπίεση του ξένου ιμπεριαλισμού, που βάζει τη σφραγίδα της σε όλους τους τομείς της εθνικής μας ζωής και αποτελεί τη βασική πηγή της κακοδαιμονίας του τόπου. Από δω βγαίνει, πως σήμερα το κυριότερο καθήκον μας είναι να αγωνιστούμε για την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης και την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας. Αλλά μήπως αυτό σημαίνει, πως η πάλη για την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας μπορεί να διεξαχθεί ανεξάρτητα, ξεκομμένα ή και χωρίς την πάλη για την αποτίναξη τι ζυγού της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και την κατάκτηση της Δημοκρατίας; Όχι ασφαλώς. Αν δεν αγωνιστούμε για την αποτίναξη του ζυγού της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, δε θα μπορέσουμε να ανατρέψουμε την κυριαρχία του ιμπεριαλισμού γιατί ακριβώς η πλουτοκρατική ολιγαρχία αποτελεί την κοινωνική βάση της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού στην Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, μόνο με την ανατροπή της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού θα μπορέσουμε να αποτινάξουμε και το ζυγό της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, γιατί ακριβώς ο ιμπεριαλισμός είναι το κύριο στήριγμά της. Τα δυο αυτά καθήκοντα συνδέονται στενά και είναι αναπόσπαστα μεταξύ τους. Οφείλουμε, επομένως, να συνδέσουμε στενά την πάλη για την εκπλήρωση των δύο αυτών καθηκόντων. Αλλά, συνδέοντας στενά την πάλη για την εκπλήρωση των δυο αυτών καθηκόντων, οφείλουμε ταυτόχρονα να χαράξουμε την κύρια κατεύθυνση αυτής της πάλης και να πετύχουμε τον αναγκαίο προσανατολισμό του κινήματος των μαζών. Ο ιμπεριαλισμός είναι η βασική πηγή της κακοδαιμονίας του τόπου, ο μεγαλύτερος και χειρότερος εχθρός και καταπιεστής του λαού και του έθνους μας. Επομένως, η πάλη του λαού πρέπει να κατευθύνεται, πρώτα – πρώτα, εναντίον του ιμπεριαλισμού. Η κύρια κατεύθυνση, η βασική αιχμή της λαϊκής πάλης πρέπει να είναι αντιιμπεριαλιστική. Όλοι οι άλλοι αγώνες (ο οικονομικός αγώνας, ο αγώνας για τη Δημοκρατία, ο αγώνας για την ειρήνη) πρέπει να υποτάσσονται στη βασική αυτή κατεύθυνση και να την υπηρετούν, γιατί μόνο έτσι μπορούν να οδηγηθούν στην επιτυχία. Καθένας από τους αγώνες αυτούς έχει το ιδιαίτερο περιεχόμενό του. Ταυτόχρονα όμως υπάρχει μια γενική άποψή τους που τους συνδέει σε ένα ενιαίο σύνολο. Όλα τα προβλήματα, που προκαλούν τους αγώνες αυτούς έχουν την πηγή τους στην ιμπεριαλιστική κυριαρχία, κι αυτό σημαίνει πως η λύση τους απαιτεί ακριβώς την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας. Αυτή είναι η βασική άποψη. Από δω βγαίνει πως και η πάλη για τη Δημοκρατία όχι μόνο δεν πρέπει και δεν μπορεί να διεξάγεται ξεκομμένα από την πάλη για την εθνική ανεξαρτησία, αλλά ίσα – ίσα, πρέπει να κατευθύνεται στη γενική κοίτη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και να αποκτά έντονο αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Να γιατί το χρέος μας είναι να συνδέσουμε στενά την πάλη για τη Δημοκρατία και την πάλη για την εθνική ανεξαρτησία και ταυτόχρονα να αποδώσουμε πρωταρχική σημασία στην πάλη κατά του ιμπεριαλισμού. Σε τελευταία ανάλυση, τα δύο αυτά καθήκοντα συγχωνεύονται σε ένα ενιαίο καθήκον, το καθήκον της πάλης για την ανατροπή της κυριαρχίας του ξένου ιμπεριαλισμού, και πριν απ’ όλα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, και των ντόπιων λακέδων του, και την εγκαθίδρυση μιας λαϊκής εξουσίας στον τόπο μας. Πώς όμως αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει το βασικό αυτό πρόβλημα η ΕΔΑ, που ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί και εκφράζει το αριστερό κίνημα στη χώρα μας;

Το «πρόγραμμα ουσιαστικού εκδημοκρατισμού» της Ε.Δ.Α. σπέρνει επικίνδυνες αυταπάτες και αποπροσανατολίζει από το βασικό στόχο της πάλης κατά του ιμπεριαλισμού.

Σε πλήρη αντίθεση με την αντίληψη αυτή της στενής σύνδεσης των δύο βασικών καθηκόντων και της συγχώνευσής τους σε ένα ενιαίο καθήκον βρίσκεται η γραμμή και η τακτική της Ε.ΔΑ. Όπως γράφαμε στο πρώτο φύλλο μας: «Κάτω από την πίεση του ιμπεριαλισμού και μπροστά στις δυσκολίες που αναπόφευκτα θα συναντούσε ένας αποφασιστικός αγώνας εναντίον του, η ηγεσία της Αριστερός βαθμιαία εγκατέλειψε την πάλη εναντίον της κύριας αιτίας της κακοδαιμονίας του τόπου, δηλ. της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης και υποδούλωσης και προσανατολίσθηκε αποκλειστικά σε μερικώτερους αγώνες εναντίον των συνεπειών της. Επινοήθηκαν διάφορες θεωρίες περί ενδιάμεσων φάσεων ή μεταβατικών σταδίων προς την εθνικοδημοκρατική αλλαγή και υιοθετήθηκε μια πρακτική, που ουσιαστικά έθετε και θέτει την πάλη για την κατάλυση της ξενοκρατίας σε ένα επίπεδο απώτερης προοπτικής» («Αναγέννηση», No 1, σελ. 20).

Ήδη από την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από τη Δεξιά, η Ε.Δ.Α. είχε γλιστρήσει στο δρόμο της εγκατάλειψης του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και αντί να αντιμετωπίσει την πάλη κατά του Καραμανλικού καθεστώτος σαν αποφασιστική πάλη εναντίον της αμερικανοκρατίας και του ντόπιου υπηρέτη της, την αντίμετώπισε σαν πάλη για την επίτευξη μιας «πρώτης αλλαγής», ουσιαστικά δηλ. σαν επιδίωξη για μια αλλαγή προσώπων και όχι πολιτικής (στην κυβέρνηση). Γι’ αυτό ακριβώς στήριξε όλες τις ελπίδες της στο Κέντρο και έκαμε το καθετί για να το προωθήσει στην κυβερνητική εξουσία.

Στις συνθήκες της διακυβέρνησης της χώρας από την ΕΚ εκδηλώθηκε ακόμα πιο έντονα η τάση των ηγετών της ΕΔΑ για την εγκατάλειψη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα.

Ένα από τα βασικά στοιχεία, που χαρακτηρίζουν την κατάσταση στην περίοδο αυτή, ήταν το δυνάμωμα των αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων των μαζών. Η επεμβατική δραστηριότητα των ιμπεριαλιστών και πρώτα – πρώτα των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ, στην Ελλάδα και στην Κύπρο και ιδιαίτερα οι ωμές επιθετικές γκαγκστερικές πράξεις τους σε βάρος του κυπριακού λαού, και οι συνεχείς μηχανορραφίες τους για μια νατοϊκή «λύση» του κυπριακού ξέσκισαν, πιο πολύ το πρόσωπείο τους, απεκάλυψαν πιο έντονα το εγκληματικό τους πρόσωπο και ξεσήκωσαν ένα ισχυρό αντιιμπεριαλιστικό κύμα, που κατέκλυσε απ’ άκρη σ άκρη, όλη τη χώρα. Ποτέ άλλοτε, στα τελευταία χρόνια, οι αντιιμπεριαλιστικές αγωνιστικές διαθέσεις του λαού δεν είχαν αναπτυχθεί σε τέτοιο πλάτος και βάθος. Οι λαϊκές μαζες είδαν πιο καθαρά πού βρίσκεται «η ρίζα του κακού» και η αλήθεια ότι ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είναι ο υπ’ αριθ. 1 εχθρός των λαών έγινε συνείδηση σε πιο πλατιά στρώματα του λαού. Και ακριβώς πάνω στη βάση αυτή διαμορφωνόταν και αναπτυσσόταν γοργά ένα ισχυρό αγωνιστικό αντιιμπεριαλιστικό πνεύμα ανάμεσα στις πλατιές λαϊκές μάζες, που βρήκε τη συγκεκριμένη έκφρασή του στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις και εκδηλώσεις των φοιτητών, στη μαζική συμμετοχή στην εργατική πορεία της 6ης Απριλίου 1964, στη Β’ και Γ’ Μαραθώνεια Πορεία Ειρήνης κ.α. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, μια συνεπής ηγεσία του κινήματος, μια αληθινή πρωτοπορεία των μαζών θα όφειλε να αξιοποιήσει δραστήρια τις αγωνιστικές αντιιμπεριαλιστικές αυτές διαθέσεις των μαζών και να τις κατευθύνει στο δρόμο συγκεκριμένων πολιτικών εκδηλώσεων και επιδιώξεων με κύριο στόχο τους ξένους ιμπεριαλιστές και πριν απ’ όλα τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές, κι αυτούς που τους υπηρετούν και τους στηρίζουν στην Ελλάδα, οξύνοντας στο έπακρο την αντιιμπεριαλιστική αιχμή του αγώνα.

Πώς, όμως, αντιμετώπισε την κατάσταση η ΕΔΑ; Ακολουθώντας την οππορτουνιστική γραμμή της «ελάχιστης αντίστασης», υποκύπτοντας όλο και περισσότερο στην πίεση του ιμπεριαλισμού και της εσωτερικής αντίδρασης, όχι μόνο δεν επιδίωξε να αξιοποιήσει τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαμορφώνονταν για το ανέβασμα και την ανάπτυξη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, προς όφελος του τόπου και του λαού, αλλά, αντίθετα, προσπάθησε με κάθε τρόπο να σπάσει το αντιιμπεριαλιστικό μαχητικό φρόνημα των μαζών, αφαιρώντας κάθε αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο από τις λαϊκές εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις. Είναι, από την άποψη αυτή, χαρακτηριστικό το γεγονός ότι έγινε απροκάλυπτη προσπάθεια να δοθεί στη Β’ και στη Γ’ Μαραθώνεια Πορεία Ειρήνης ένας καθαρά πασιφιστικός χαρακτήρας με αποφυγή οποιασδήποτε καταγγελίας του ιμπεριαλισμού, με αποκλεισμό του συνθήματος «έξω η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ», έγινε απροκάλυπτη προσπάθεια να ματαιωθεί η αγωνιστική προέκταση της εργατικής πορείας της 6ης Απριλίου 1964 και να της αφαιρεθεί οποιαδήποτε αντιιμπεριαλιστική και αντικυβερνητική αιχμή, ενώ οι ελάχιστες εκδηλώσεις (κυρίως συγκεντρώσεις σε κλειστό χώρο) που οργανώθηκαν για το κυπριακό, καταβλήθηκε, απροκάλυπτη επίσης, προσπάθεια να μετατραπούν απλώς σε εκδηλώσεις «στήριξης» της δήθεν «εθνικής πολιτικής» της κυβέρνησης της ΕΚ στο κυπριακό. Η «αντιιμπεριαλιστικότητα» των ηγετών της Ε.Δ.Α. σ’ αυτό ακριβώς εξαντλούνταν. Αντί να ξετινάξουν το μύθο της «ελληνικής εξωτερικής πολιτικής» που καλλιεργούσε η ηγεσία της ΕΚ, να ξεσκεπάσουν τον ξενόδουλο χαρακτήρα της πολιτικής που ακολουθούσε η κυβέρνησή της σ’ όλα τα βασικά θέματα της εξωτερικής πολιτικής (ουσιαστική διευκόλυνση των ιμπεριαλιστικών μηχανορραφιών γύρω από το κυπριακό, πλήρης υποταγή στο ΝΑΤΟ και παροχή ασυδοσίας στον 6ο στόλο, διευκόλυνση της παραπέρα διείσδυσης του ξένου μονοπωλιακού κεφαλαίου στη χώρα μας κ.α.), έκαναν το καθετί για να την εξωραΐσουν και έφτασαν στο σημείο να προβάλλουν θορυβωδώς τον Α. ΙΙαπανδρέου σαν εχθρό του ΝΑΤΟ και του ιμπεριαλισμού! Η πολιτική των ξένων ιμπεριαλιστών περνάει στη χώρα μας μέσω της καθυπόταξης των ελληνικών κυβερνήσεων, της επιβολής σ’ αυτές μιας πολιτικής εθνικής υποτέλειας και υποδούλωσης. Η πάλη, επομένως, εναντίον του ξένου ιμπεριαλισμού απαιτεί ακριβώς την καταγγελία και καταπολέμηση της ξενόδουλης πολιτικής των κυβερνήσεων – υπηρετών του ιμπεριαλισμού. Αν αυτό δε γίνεται και αν αντίθετα εξωραΐζεται η ξενόδουλη πολιτική τότε ο «αντιιμπεριαλιστικός αγώνας» μετατρέπεται σε κούφια λόγια που, σε τελευταία ανάλυση, αποβλέπουν να καλύψουν άλλους σκοπούς. Και πραγματικά οι ηγέτες της ΕΔΑ είχαν τους σκοπούς τους.

Οι ηγέτες της ΕΔΑ προσπάθησαν με κάθε τρόπο να καλλιεργήσουν την ιδέα ότι με την άνοδο της ΕΚ στην εξουσία δημιουργούνταν προϋποθέσεις για την επιβολή «θεμελιωδών» αλλαγών στη δημόσια ζωή του τόπου. Πάνω ακριβώς στη βάση αυτή προβλήθηκε με τυμπανοκρουσίες και το περιβόητο «πρόγραμμα ουσιαστικού εκδημοκρατισμού» της ΕΔΑ. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του «Προγράμματος» αυτού είναι η ουσιαστική απουσία αντιιμπεριαλιστικής αιχμής και η κυριαρχία της ιδέας για τη δυνατότητα πραγματοποίησης θεμελιωδών αλλαγών στη δημόσια ζωή, χωρίς την πραγματοποίηση μιας αντίστοιχης αλλαγής στο χαρακτήρα της σημερινής κρατικής εξουσίας, δηλ. χωρίς την άνοδο στην εξουσία των λαϊκών δυνάμεων. Στο «πρόγραμμα» αυτό παραγνωρίζεται και παρακάμπτεται η κύρια ιδιομορφία της σημερινής κατάστασης στην Ελλάδα, δηλ. η ξενική εξάρτηση, η υποδούλωσή της στον ξένο ιμπεριαλισμό. Το γεγονός ότι στο «πρόγραμμα» περιέχονται μερικές σκόρπιες φράσεις περί «ιμπεριαλισμού» δεν μεταβάλλει το βασικό αυτό συμπέρασμα. Ακριβώς το γεγονός ότι πρόκειται απλώς για μερικές σκόρπιες φράσεις υπογραμμίζει την αλήθεια αυτή. Πραγματικά, μελετώντας κανείς τις θέσεις του «Προγράμματος» της ΕΔΑ σχηματίζει την εντύπωση, ότι σήμερα στην Ελλάδα δεν υπάρχει ουσιαστικά ιμπεριαλιστική κυριαρχία, αλλά, το πολύ – πολύ, κάποιες απόπειρες επέμβασης των ξένων, στις οποίες προβάλλεται, σ’ αυτό ή τον άλλο βαθμό, «θετική αντίσταση» από την πλευρά της «δημοκρατικής κυβέρνησης» της ΕΚ, ότι το άμεσο καθήκον του κινήματος και του λαού σήμερα δεν είναι η πάλη για την απαλλαγή της χώρας από την ιμπεριαλιστική καταπίεση αλλά η πάλη για τον «εκδημοκρατισμό» στον τομέα των εσωτερικών προβλημάτων. Το βασικό λάθος του προσανατολισμού αυτού συνίσταται στο ότι παρακάμπτει και αγνοεί το άμεσο καθήκον της πάλης κατά του ιμπεριαλισμού και μετατοπίζει το κέντρο βάρους στα θέματα της εσωτερικής ζωής της χώρας. Με τον τρόπο αυτό όμως υπονομεύει και τον ίδιο τον αγώνα για τον «εκδημοκρατισμό» στα θέματα της εσωτερικής πολιτικής.

Η γραμμή αυτή θεμελιώνεται «θεωρητικά» στο επιχείρημα ότι η πραγματοποίηση της εθνικοδημοκρατικής αλλαγής προϋποθέτει μια σειρά ενδιάμεσες φάσεις ή μεταβατικά στάδια και ένα απ’ αυτά είναι ο «ουσιαστικός εκδημοκρατισμός» (που μάλιστα αντιπροσωπεύει την πραγματοποίηση ενός μέρους από το πρόγραμμα της εθνικοδημοκρατικής αλλαγής). Στην πραγματικότητα, το επιχείρημα αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας για τη Δημοκρατία προβάλλεται σαν ένα ξεχωριστό στάδιο, που αποκόπτεται ή προηγείται από τον αγώνα για την Εθνική Ανεξαρτησία. Ο χωρισμός αυτός σε δύο ξεχωριστά στάδια είναι βαθειά λαθεμένος. Όπως δείξαμε και παραπάνω τα δυο αυτά καθήκοντα συνδέονται στενά μεταξύ τους και το κυριότερο απ’ αυτά είναι η πάλη κατά του ιμπεριαλισμού, ακριβώς γιατί η ιμπεριαλιστική καταπίεση αποτελεί την πιο βαριά καταπίεση και την βασική πηγή όλων των κακών, της ίδιας της ύπαρξης του αντιδημοκρατικού εσωτερικού καθεστώτος στη χώρα μας. Αυτό σημαίνει ότι δίχως την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης κανένας «ουσιαστικός εκδημοκρατισμός» δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Και ότι ο ίδιος ο αγώνας για τη Δημοκρατία όχι μόνο πρέπει να συνδέεται στενά με τον αγώνα για την εθνική Ανεξαρτησία αλλά και πρέπει να έχει σαφώς αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Να γιατί το περιβόητο «πρόγραμμα ουσιαστικού εκδημοκρατισμού», που πρόβαλε η ΕΔΑ, εγκαταλείποντας την αντιιμπεριαλιστική βάση του αγώνα υπονομεύει, σε τελευταία ανάλυση, τον ίδιο τον αγώνα για τη Δημοκρατία. Οι θεωρίες των ηγετών της ΕΔΑ για ενδιάμεσες φάσεις μεταβατικά στάδια δεν αποτελούν παρά μια προσπάθεια συγκάλυψης της από μέρους τους εγκατάλειψης του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Ο αγώνας του λαού μας εναντίον του ιμπεριαλισμού περνάει αναμφίβολα από διάφορες φάσεις που προσδιορίζονται από την άνοδο ή την υποχώρηση του κινήματος, και που σ’ αυτές αντιστοιχούν ανάλογα συνθήματα τακτικής. Αυτό όμως καμιά σχέση δεν έχει με τον τεχνητό, ριζικά αντίθετο με τις απαιτήσεις της πραγματικής ζωής, και επομένως λαθεμένο, χωρισμό σε διαφορετικά στάδια της πάλης για τη Δημοκρατία και της πάλης για την Εθνική Ανεξαρτησία. Αν θέλουμε να οδηγήσουμε σε επιτυχία τον αγώνα, οφείλουμε να διατηρήσουμε, σε όλες τις φάσεις του, οξυμένη την αντιιμπεριαλιστική αιχμή του, να συνδέσουμε στενά όλους τους επιμέρους αγώνες και να προσδώσουμε σ’ αυτούς σαφή αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα ανυψώνοντάς τους στο επίπεδο των γενικών καθηκόντων, να υποτάξουμε όλους τους τακτικούς χειρισμούς, όλα τα συνθήματά μας τακτικής στην άμεση στρατηγική μας επιδίωξη που είναι η ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της εθνικής υποτέλειας και η κατάκτηση μιας λεύτερης και δημοκρατικής ζωής, που θα ανοίξει το δρόμο για τους παραπέρα αναγκαίους μετασχηματισμούς στην κατεύθυνση της κοινωνικής προόδου.

Οι ηγέτες της ΕΔΑ, δικαιολογούν τη θέση τους για τη δυνατότητα πραγματοποίησης του «ουσιαστικού εκδημοκρατισμού» μέσα στις σημερινές συνθήκες, χωρίς την άνοδο στην εξουσία των λαϊκών δυνάμεων, με το επιχείρημα της «διαφοροποίησης» της ηγεσίας της ΕΚ και των «ισχυρών δημοκρατικών τάσεων» που δήθεν εκδηλώνονται στους κόλπους της τελευταίας, και της δυνατότητας που δήθεν δημιουργείται πάνω στη βάση αυτή για μια βαθμιαία «μεταμόρφωση» και «δημοκρατικοποίηση» του σημερινού κράτους. Αλλά έτσι η τύχη του λεγόμενου «ουσιαστικού εκδημοκρατισμού» εναποτίθεται στην καλή θέληση των «διαφοροποιούμενων» αστών ηγετών κι αυτό σημαίνει ότι όλη η υπόθεση καταλήγει σε μια μεγάλη απάτη, γιατί, φυσικά είναι αδύνατο να δεχθούμε πως ένα κράτος της μεγαλοαστικής τάξης θα μπορούσε να πάρει μέτρα εναντίον της μεγαλοαστικής τάξης! Βλέπουμε λοιπόν, ότι κι αυτές οι βροντερές διακηρύξεις των ηγετών της ΕΔΑ για «ουσιαστικό εκδημοκρατισμό», δεν κρύβουν τίποτα άλλο παρά μια προσπάθεια να συγκαλυφθεί η από μέρους τους ουσιαστική εγκατάλειψη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, της πάλης για ριζικές αλλαγές στη ζωή του τόπου και ο περιορισμός τους στην επιδίωξη για μερικότερες «βελτιώσεις» στα πλαίσια του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας. Αυτό φαίνεται ακόμα πιο καθαρά στο ζήτημα της στάσης τους απέναντι στο ΝΑΤΟ.

Οι ηγέτες της Ε.Δ.Α. κατρακυλούν στο δρόμο της πλήρους υποταγής στο ιμπεριαλιστικό ΝΑΤΟ.

Η πρόσδεση της χώρας μας στο άρμα του αποικιοκρατικού ΝΑΤΟ αποτελεί τυπική έκφραση της κατάλυσης της εθνικής μας ανεξαρτησίας και της υποδούλωσης της χώρας μας στον ξένο ιμπεριαλισμό. Επομένως, η πάλη για την έξοδο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ αποτελεί συγκεκριμένη πάλη για την κατάχτηση της εθνικής μας ανεξαρτησίας, για την απαλλαγή της χώρας μας από τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και καταπίεσης. Το σύνθημα «έξω η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ!», σήμερα ιδιαίτερα, μέσα σε συνθήκες έντονων αντιιμπεριαλιστικών, αντινατοϊκών διαθέσεων του λαού, αποτελεί σύνθημα άμεσης προσέλκυσης και κινητοποίησης των μαζών στον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα και, από μια ορισμένη άποψη, (σε σύνδεση με το κυπριακό), βασικό μοχλό του. Χωρίς αγώνα εναντίον του ΝΑΤΟ, για την αποχώρηση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ, δεν μπορεί να εννοηθεί αγώνας εναντίον του ιμπεριαλισμού.

Η εγκατάλειψη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα από την πλευρά της Ε.Δ.Α. εκφράζεται χτυπητά στο ζήτημα του ΝΑΤΟ. Εμείς γράψαμε στο πρώτο τεύχος μας: «Από δω και κάμποσο καιρό, το αίτημα της αποχώρησης της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ έχει εγκαταλειφθεί, και ουσιαστικά και τυπικά, από την ηγεσία της Αριστεράς. Σε κανένα από τα βασικά ντοκουμέντα (εισηγήσεις, αποφάσεις της Δ.Ε. και της Ε.Ε. της Ε.Δ.Α., προγράμματα της Ε.Δ.Α. στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις κ.α.) της τελευταίας περιόδου δεν προβάλλεται το αίτημα της αποχώρησης της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ». («Αναγέννηση», No 1, σελ. 24) και καταγγείλαμε τη συνθηκολόγηση των ηγετών της Ε.Δ.Α. στο βασικό αυτό πρόβλημα, αποδεικνύοντας πως η γραμμή τους είναι γραμμή ουσιαστικής παραδοχής των πλαισίων του ιμπεριαλιστικού ΝΑΤΟ. Ύστερα από το ξεσκέπασμά τους, οι ηγέτες της Ε.Δ.Α. θέλησαν να αντιδράσουν, και με τα πιο αντιφατικά και αλληλοσυγκρουόμενα «επιχειρήματα» προσπάθησαν να καλύψουν τη συνθηκολόγησή τους. Χαρακτήρισαν πρώτα την καταγγελία μας «συκοφαντία», ύστερα ομολόγησαν την υποχώρησή τους και επεχείρησαν να τη δικαιολογήσουν «θεωρητικά», σα μια «τακτική» που αποβλέπει δήθεν στην προσέλκυση των «ανώριμων» ακόμη μαζών, προβάλλοντας μέχρι και το παράλογο «επιχείρημα» πως η μη θέση ζητήματος εξόδου από το ΝΑΤΟ διευκολύνει την έξοδο από το ΝΑΤΟ! για να φτάσουν ύστερα πάλι, στην 8η Σύνοδο της Δ.Ε. της Ε.Δ.Α., «ξεχνώντας» την προηγούμενη «θέση» τους, ακόμα και σε «αυτοκριτικές» για το ότι «...έπρεπε να προβληθεί περισσότερο και πιο έντονα η ανάγκη να αποδεσμευθεί η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ» (βλ. σχετική εισήγηση Λ. Κύρκου, «Αυγή», 24.2.65). Αλλά όπως γράψαμε εμείς τότε: «τα γεγονότα λένε ότι όλα αυτά ειπώθηκαν και γράφτηκαν όχι γιατί οι ηγέτες της ΕΔΑ θέλουν τώρα να διορθώσουν τη λαθεμένη θέση τους, αλλά γιατί η πολεμική της “Αναγέννησης” τους έφερε σε δύσκολη θέση και προσπαθούν τώρα με “ελιγμούς” και ψευτοαυτοκριτικές να θολώσουν τα νερά». («Αναγέννηση», No 6, σελ. 24).

Τα γεγονότα μας δικαίωσαν και πάλι. Οι ηγέτες της ΕΔΑ, την ίδια στιγμή που πραγματοποιούσαν τον «ελιγμό» αυτό και προέβαιναν σε «αυτοκριτικές», δυνάμωναν ταυτόχρονα τις προσπάθειες για την κατάπνιξη του συνθήματος «έξω η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ», που πρόβαλλαν οι λαϊκές μάζες στις συγκεντρώσεις και στις άλλες εκδηλώσεις, κινητοποιώντας για το σκοπό αυτό τον κομματικό τους μηχανισμό και συγκροτώντας ειδικά «συνεργεία κατάσβεσης» της λαϊκής οργής. Στη Τ’ Μαραθώνεια Πορεία ειρήνης ειδικά, κατέβαλαν λυσσασμένες προσπάθειες για να πνίξουν το σύνθημα αυτό, αλλά οι λαϊκές μάζες τους έδωσαν την απάντηση που έπρεπε, διέλυσαν με την αγωνιστική τους ορμή τα περιβόητα «συνεργεία κατάσβεσης» και επέβαλαν το σύνθημα «έξω από το ΝΑΤΟ!». Οι ηγέτες της ΕΔΑ όχι μόνο δε διδάχθηκαν τίποτα απ’ αυτό, αλλά κατρακύλησαν στην απροκάλυπτη πια στήριξη του ΝΑΤΟ. Λίγες μόλις μέρες μετά τη Γ’ Μαραθώνεια Πορεία ειρήνης ήρθαν να διακηρύξουν, με κύριο άρθρο στην «Αυγή» (1.6.65) του μέλους της ΕΕ της ΕΔΑ Η. Ηλιού, τη θέση: «Η Ελλάδα στο ΝΑΤΟ, ναι, όσο αυτό είναι η πολιτική θέληση της πλειοψηφίας. Αλλά με την ισότιμη, ανεξάρτητη και αυτόνομη θέλησή της». Έτσι, από τη θέση της μη προβολής του αιτήματος για την έξοδο από το ΝΑΤΟ έφτασαν στην επίσημη παραδοχή της παραμονής της Ελλάδας στο ΝATΟ, εγκαταλείποντας και τα τελευταία τυπικά προσχήματα, τη στιγμή ακριβώς, που οι δυνάμεις του φασιστικού πραξικοπήματος, με την άμεση καθοδήγηση και ενίσχυση των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών και του ΝΑΤΟ ανέπτυσσαν λυσσασμένα την επίθεσή τους.

Με τη θέση τους περί «πλειοψηφίας» οι ηγέτες της ΕΔΑ θέλησαν να δώσουν στον ιμπεριαλισμό και στην ελληνική αντίδραση ένα δείγμα των «καλών» τους προθέσεων, μια απόδειξη «δημοκρατικής» ευπείθειας. Όταν, όμως, κι αυτός ο Παπανδρέου είχε φτάσει να διακηρύξει μέσα στη Βουλή ότι «η ψυχή του έθνους είναι εκτός του ΝΑΤΟ» πώς τολμούν οι ηγέτες της ΕΔΑ να ισχυρίζονται πως η πλειοψηφία θέλει το ΝΑΤΟ; Μήπως θεωρούν, έστω, πως το 53% που πήρε η ΕΚ στις εκλογές της 16.2.64 ήταν ψήφος υπέρ του ΝΑΤΟ; Αυτή λοιπόν είναι η «εντολή του λαού», που κάθε τόσο επικαλούνται; Αλλά αυτό αποτελεί καθαρή πλαστογράφηση της θέλησης του λαού.

Πέρα απ’ αυτό όμως τίθεται ένα γενικότερο θέμα αρχής. Μπορεί η Αριστερά να δηλώνει υποταγή στις «πλειοψηφίες» που με όλα τα γνωστά μέσα βίας και απάτης διαμορφώνει η αμερικανοκρατία, θεωρώντας τες σα μια γνήσια έκφραση δημοκρατίας; Σήμερα τα δύο βασικά αστικά κόμματα, ΕΚ και ΕΡΕ, διαθέτουν την «πλειοψηφία», και σαν βασική τους πολιτική, παρά τις όποιες παραλλαγές ή διαφορές στις μορφές και τις μέθοδες άσκησής τους – έχουν την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ξένων ιμπεριαλιστών και της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και την καταπολέμηση του λαϊκού κινήματος. Σύμφωνα με την περί «πλειοψηφίας» θεωρία των ηγετών της ΕΔΑ, η Αριστερά θα πρέπει να υποταχθεί σ’ αυτή την «πολιτική θέληση της πλειοψηφίας»; Θα πρέπει να διακηρύξει, «αμερικανοκρατία, ναι, όσο αυτό είναι η πολιτική θέληση της πλειοψηφίας»; Και θα πει, η Αριστερά, το όχι μόνο όταν θα κατακτήσει η ίδια την πλειοψηφία; Πώς όμως θα την κατακτήσει, αυτή την πλειοψηφία, όταν εγκαταλείπει το πρόγραμμα, την πολιτική, τα συνθήματα, που ακριβώς οδηγούν στην κατάκτησή της; Γιατί στην πραγματικότητα περί αυτού πρόκειται. Η ΕΔΑ δεν είναι ένα κόμμα εξουσίας αλλά ένα κόμμα της αντιπολίτευσης που πρέπει να δικαιώνει τον τέτοιο ρόλο του με την προβολή της αντίθεσής της προς την κυβερνητική πολιτική και με την ανάπτυξη της απαιτούμενης δραστηριότητας για την επιβολή της στη ζωή. Αν το νόημα της δημοκρατίας ήταν, μετά την «ψηφοφορία» τα αντιπολιτευόμενα κόμματα να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους και να λένε «ναι», δηλ. να υποτάσσονται πολιτικά στην «πλειοψηφία», τότε αυτό θα ήταν καθαρή παρωδία. Ακόμα και από την άποψη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η πάλη ανάμεσα στα κόμματα για την κατάκτηση της λαϊκής υποστήριξης είναι ένα μόνιμο στοιχείο της πολιτικής ζωής και δεν διεξάγεται απλώς στην προεκλογική περίοδο αλλά και σ’ όλη την περίοδο που μεσολαβεί ανάμεσα σε δυο εκλογές, οπότε το κάθε κόμμα προβάλλει την πολιτική του και αναπτύσσει μια ολόκληρη δράση για την κατάκτηση των μαζών. Η σύγκρουση ανάμεσα στα προγράμματα και τις θέσεις των διαφόρων κομμάτων είναι μια ασταμάτητη διαδικασία.

Ποια είναι λοιπόν η πρακτική σημασία της «νέας» θέσης της ΕΔΑ: «η Ελλάδα στο ΝΑΤΟ, ναι, όσο αυτή είναι η πολιτική θέληση της πλειοψηφίας»; Η πρακτική σημασία της θέσης αυτής είναι ότι η ΕΔΑ παραδέχεται, αναγνωρίζει την παραμονή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ σαν απαίτηση της «δημοκρατικά διαμορφωμένης πλειοψηφίας», υποτάσσεται στη «θέληση» αυτής της «πλειοψηφίας», εγκαταλείπει πλήρως κάθε αγώνα για την έξοδο από το ΝΑΤΟ και περιορίζει την «πάλη» της σ’ αυτό που ο Η. Ηλιου ονομάζει «με την ισότιμη ανεξάρτητη και αυτόνομη θέληση της» εντός των πλαισίων του ΝΑΤΟ, δηλ. σε μια προσπάθεια να «περιορίσει» απλώς τις συνέπειες από την ένταξη της Ελλάδος στο ΝΑΤΟ. Αυτή ακριβώς όμως η φόρμουλα περί «ισοτιμίας», «αυτονομίας» και «ανεξαρτησίας» εντός των πλαισίων του ΝΑΤΟ οδηγεί σε μια όχι μόνο προσωρινή αλλά μόνιμη παραδοχή του ΝΑΤΟ. Όταν κανείς υποστηρίζει πως είναι δυνατό να υπάρξει για την Ελλάδα μια θέση «ισοτιμίας», «αυτονομίας» και «ανεξαρτησίας» μέσα στο ΝΑΤΟ, είναι σα να συγκαλύπτει την αληθινή φυσιογνωμία του ΝΑΤΟ, να εξωραΐζει τον αποικιοκρατικό αυτό οργανισμό, να τον εμφανίζει σα μια «συμμαχία ισοτίμων εταίρων», όπως υποκριτικά διακηρύσσει η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα. Αλλά αν τα πράγματα έχουν έτσι, τότε για ποιο λόγο να φύγει η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ; Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι οι ηγέτες της ΕΔΑ κατρακύλησαν στην πλήρη υποταγή στο ιμπεριαλιστικό ΝΑΤΟ και ανέλαβαν το ρόλο των εξωραϊστών και εξυμνητών του και έφτασαν σε τέτοιο σημείο υποταγής, ώστε κι αυτοί οι αυλόδουλοι να τους ξευτελίζουν μέσα στη Βουλή.

Πραγματικά, κατά τη συζήτηση της 4.8.65 στη Βουλή ο Κωστόπουλος, «υπουργός» της παλατιανής «κυβέρνησης» Νόβα, «διαμαρτυρόμενος» διότι στην Κύπρο «εξυβρίζονται Έλληνες υπουργοί και Έλληνες αξιωματικοί ως νατοϊκοί» δήλωσε: «Και ερωτώ, είναι νοητόν το γεγονός, όταν ανήκομεν επίσημα και υπεύθυνα, με την συγκατάθεσιν όλων των κομμάτων της χώρας και με την ανοχήν της άκρας αριστεράς, η οποία έχει διακηρύξει ότι δεν ζητεί ν’ απομακρυνθώμεν από το ΝΑΤΟ;» («Ελευθερία» 5.8.65 – βλ. και «Αυγή» 5.8.65). Πώς αντέδρασε η ΕΔΑ στη δήλωση αυτή του Κωστόπουλου; Ο κοινοβουλευτικός της εκπρόσωπος Η. Ηλιού που έλαβε αργότερα το λόγο είπε: «…ο κ. Κωστόπουλος είτε εσκεμμένως είτε διότι έχει εσφαλμένην αντίληψιν των πραγμάτων» καταλήγει «εις μη ορθήν απόδοσιν της θέσεως της ΕΔΑ, η οποία ανέκαθεν υπεστήριξε και υποστηρίζει ότι όχι μόνον δεν είναι απαραίτητον (Σημ. «Αναγέννησης», δηλ. το ΝΑΤΟ), όχι μόνον δεν καλύπτει τους πραγματικούς κινδύνους, αλλά κατά την ιδικήν της άποψην είναι επιβλαβές εις τα εθνικά συμφέροντα» και παρακάτω: «Δεν είναι μόνον της ΕΔΑ η άποψις ότι η λεγομένη νατοϊκή λύσις του Κυπριακού δεν είναι συμφέρουσα λύσις, αλλά και πλείστων άλλων και αυτού του κ. Κωστόπουλου…» (βλ. «Αυγή» 5.8.65). (Υπογράμμιση «Αναγέννησης»).

Λοιπόν ο Κωστόπουλος εξομοίωσε την πολιτική της ΕΔΑ με την ξενόδουλη πολιτική των «εθνικοφρόνων» κομμάτων και ο Ηλιού λέει πως αυτό αποτελεί «μη ορθήν απόδοσιν της θέσεως της ΕΔΑ», που ίσως να οφείλεται στο ότι ο Κωστόπουλος «έχει εσφαλμένην αντίληψιν των πραγμάτων»! Ποιος όμως του έδωσε το δικαίωμα να έχει «εσφαλμένην αντίληψιν των πραγμάτων»; Και πρόκειται άραγε για «εσφαλμένην» ή ορθήν «αντίληψιν των πραγμάτων», όταν ο ίδιος ο Η. Ηλιού έχει διακηρύξει «εγγράφως και ενυπογράφως»: «Η Ελλάδα στο ΝΑΤΟ, ναι,…» μόλις πριν από ένα μήνα; Στην πραγματικότητα ο Κωστόπουλος και ορθή «αντίληψη των πραγμάτων» έχει και ορθά «απέδωσε τη θέση της ΕΔΑ». Και αποδεικνύεται αυτό και από την ίδια την «αντίκρουση» του Ηλιου. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ, που υποτίθεται ότι ούτε καν συζήτηση θα δεχόταν με την αυλική «κυβέρνηση» στη Βουλή και θα πήγαινε εκεί για να της καταφέρει απλώς τη «χαριστική βολή», όχι μόνο επέδειξε μια αξιοπερίεργη (;) «αβρότητα» απέναντι στον Κωστόπουλο, αντί να τον ξεσκεπάσει σαν όργανο του ΝΑΤΟ και να αρνηθεί στον εκπρόσωπο ακριβώς της «νατοϊκής κυβέρνησης» το δικαίωμα να εμφανίζεται σαν τιμητής, όχι μόνο απέφυγε να απαντήσει στη σαφή πρόκληση με μια ξεκάθαρη καταγγελία του ΝΑΤΟ σαν ενός επιθετικού, αποικιοκρατικού οργανισμού, θανάσιμου εχθρού της ελευθερίας των λαών και της ειρήνης, αλλά (για να τηρήσει απλώς κάποια προσχήματα) εψέλλισε μόνο: «δεν είναι απαραίτητον», είναι «επιβλαβές»! Όταν όμως κανείς δέχεται κάτι απλώς σα «μη απαραίτητον», «επιβλαβές», δεν είναι σαν να το αντιμετωπίζει σαν ένα «μικρό αλλά αναπόφευκτο κακό», δεν είναι σα να λέει: «ε, κακό είναι, αλλά τι να κάνουμε, θα το υποστούμε»!

Και για να μην αφήσει καμιά αμφιβολία όσον αφορά την έννοια του «μη απαραίτητου» και του «επιβλαβούς» ο Η. Ηλιού έσπευσε να συμπληρώσει ότι η άποψη της ΕΔΑ, σχετικά με τη «λεγόμενη νατοϊκή λύση του Κυπριακού», είναι ταυτόσημη με την άποψη του Κωστόπουλου, πως και οι δυο θεωρούν ότι αυτή η λύση «δεν είναι συμφέρουσα»! Έτσι, τα όργανα του ΝΑΤΟ εμφανίζονται σαν «αντινατοϊκοί» και επομένως και η ΕΔΑ, που συμφωνεί μαζί τους, είναι κι αυτή αντινατοϊκή! Με τέτοιες ταχυδακτυλουργίες προσπαθούν οι ηγέτες της ΕΔΑ να συγκαλύψουν την αλήθεια. Αλλά μάταιος ο κόπος τους. Το ξεφτίλισμά τους από τους αυλικούς έδειξε, για άλλη μια φορά, πόσο βαθειά έχουν βουλιάξει στο βούρκο του οππορτουνισμού, του συμβιβασμού και της συνθηκολόγησης μπροστά στον ιμπεριαλισμό.

Στις συνθήκες του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου η Ε.Δ.Α. υποστέλλει ακόμα περισσότερο τη σημαία του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα.

Το αμερικανόπνευστο μοναρχικό πραξικόπημα της 15 Ιουλίου έθεσε κατά τρόπο έντονο και επιτακτικό το ζήτημα της έντασης του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Αποδείχθηκε, για άλλη μια φορά, ότι ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της ελευθερίας του λαού μας και της δημοκρατίας και επιβεβαιώθηκε πως χωρίς τον πιο μαζικό, τον πιο σταθερό, τον πιο αποφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό αγώνα καμιά πρόοδος δεν μπορεί να επιτευχθεί στη ζωή του τόπου, κανένας «ουσιαστικός εκδημοκρατισμός» δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Όλες οι ψεύτικες και απατηλές θεωρίες της Ε.Δ.Α. περί «νέου» σταδίου ανατράπηκαν κι η ζωή έδειξε πως το «νέο» αυτό στάδιο δεν ήταν στάδιο «πορείας προς την ολοκλήρωση της δημοκρατίας», όπως διακήρυσσαν πανηγυρικά τα όργανά της, αλλά στάδιο προετοιμασίας για την επιβολή του απροκάλυπτου φασισμού στη χώρα μας. Η ηγεσία της Ε.Δ.Α. όμως όχι μόνο δε διδάχθηκε τίποτα από την εξέλιξη αυτή, αλλά γαντζώθηκε ακόμα πιο δυνατά στον οππορτουνισμό.

Εφόσον ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είναι ο οργανωτής και καθοδηγητής, η «ψυχή» του πραξικοπήματος, η κύρια αιχμή της πάλης για την ανατροπή του πραξικοπήματος πρέπει να στραφεί εναντίον του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και όλες οι αγωνιστικές εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις του λαού πρέπει να οργανώνονται και να καθοδηγούνται έτσι ώστε τελικά να αποκτούν σαφή αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Τι έκανε όμως η Ε.Δ.Α.; Ποια κατεύθυνση επεδίωξε να δώσει στις πρωτοποριακές αγωνιστικές εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις του λαού που συγκλόνισαν την Ελλάδα μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου;

Δυο είναι τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη «δράση» της ΕΔΑ στο ζήτημα αυτό. Πρώτο, προσπάθησε με κάθε τρόπο να περιορισθούν ή και να εξαλειφθούν οι αντιαμερικάνικες εκδηλώσεις των μαζών. Όχι μόνο δεν επεδίωξε η ίδια να προβληθούν αντιαμερικάνικα συνθήματα, αλλά και κατέβαλε απεγνωσμένες προσπάθειες να καταπνιγούν τα αντιαμερικανικά και αντινατοϊκά συνθήματα που πρόβαλλαν οι μάζες, κινητοποιώντας για το σκοπό αυτό ειδικά συνεργεία στελεχών της και χαραχτηρίζοντας τα αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα «προβοκατόρικα»! Δεύτερο, προσπάθησε να υποτάξει το μεγαλειώδες κίνημα των μαζών στην ηγεσία του Παπανδρέου και να αφαιρέσει απ’ αυτό την ορθή αγωνιστική κατεύθυνση. Οι σκόρπιες φράσεις σε μερικά κείμενα της Ε.Δ.Α. για «αμερικανούς και παλάτι» δεν μεταβάλλουν τη βασική διαπίστωση για την απουσία αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης στη δράση της Ε.Δ.Α., γιατί το ζήτημα είναι να δοθεί αντιιμπεριαλιστικός τόνος στον αγώνα και όλες οι βασικές αιχμές του να χτυπούν τον ιμπεριαλισμό. Και είναι χαρακτηριστικό από την άποψη αυτή, το γεγονός ότι η Ε.Δ.Α. έφτασε ακόμα στο σημείο να δώσει πλατιά υποστήριξη στους εκβιαστικούς ελιγμούς ή πιο σωστά στις προσπάθειες εξευμενισμού των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών, που κατέβαλε η παπανδρεϊκή ηγεσία, όπως π.χ. το απέδειξε η ευρεία κοινολόγηση της επιστολής της κ. Μάργκαρετ Παπανδρέου προς τη σύζυγο του Τζόνσον (μόνη η «Αυγή» από τις εφημερίδες Κέντρου – Αριστεράς δημοσίευσε το πλήρες κείμενό της) και η εντυπωσιακή «αξιοποίησή» της από την ΕΔΑ. Με άλλα λόγια η «αντιιμπεριαλιστικότητα» των ηγετών της ΕΔΑ δεν ξεπερνούσε ή πιο σωστά, ακολουθούσε εκείνη της παπανδρεϊκής ηγεσίας της ΕΚ και στο «ύφος» και στο περιεχόμενό της. Γι’ αυτό και πουθενά δε μιλάει η ΕΔΑ για αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο, αλλά για «εθνικό μέτωπο δημοκρατίας».

Συντρίβοντας τις θεωρίες για «παντοδυναμία» του ιμπεριαλισμού, οι λαϊκές μάζες με πρωτοπορεία τις συνεπείς δυνάμεις του λαϊκού κινήματος, χτίζουν το ενιαίο αγωνιστικό μέτωπο, που θα σαρώσει τελικά τον ιμπεριαλισμό και τους υποτακτικούς του.

Για να «δικαιολογήσουν» την πρακτική τους αυτή οι ηγέτες της ΕΔΑ αναπτύσσουν διάφορες θεωρίες που άλλες απ’ αυτές τις προβάλλουν ανοιχτά κι άλλες τις καλλιεργούν σκεπασμένα.

Ποια είναι η ουσία των θεωριών αυτών;

Η ουσία αυτών των θεωριών είναι ότι ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είναι παντοδύναμος, διαθέτει τέτοια ισχύ που εμείς (δηλ. η Αριστερά) δεν μπορούμε μόνοι μας να τα βγάλουμε πέρα μαζί του. Κι αν ακόμα κατακτούσαμε την πλειοψηφία δε θα μας δίναν την εξουσία. Πρέπει επομένως να κάνουμε ελιγμούς. Να βοηθήσουμε τον Παπανδρέου με όλα τα μέσα (και ταυτόχρονα να επιδράσουμε προς την κατεύθυνση της ισχυροποίησης των θετικών διαφοροποιήσεων που ήδη συντελούνται στον Παπανδρέου και το περιβάλλον του), να σταθεί και να προχωρήσει αυτός μπροστά και εμείς να υποβοηθούμε την κίνησή του προς τα εμπρός, προς τη Δημοκρατία και ίσως, αύριο, και προς το σοσιαλισμό. Γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε όσες απαιτηθούν κομματικές θυσίες, να επιδιώξουμε με κάθε τρόπο την επίτευξη της συνεργασίας μαζί του και να αποφύγουμε οποιαδήποτε ενέργεια που θα δυσκόλευε την προώθηση αυτής της συνεργασίας. Αυτή είναι η θεωρία των οππορτουνιστών ηγετών. Και αποδείχνει ξεκάθαρα ότι οι ηγέτες της ΕΔΑ έχασαν την πίστη τους στις δυνάμεις του λαού, απαρνήθηκαν τους θεμελιώδεις σκοπούς και τον πρωτοπόρο, αυτοτελή, ρόλο του λαϊκού κινήματος και εμπιστεύθηκαν όλες τις ελπίδες τους στον Παπανδρέου, δηλ. στην αστική τάξη.

Έτσι έφτασαν στο περίεργο (;) αυτό είδος «συνεργασίας» που ιδιαίτερα έντονα ζούμε αυτές τις μέρες. Ο Παπανδρέου επιτίθεται εναντίον της Αριστεράς (π.χ. πρες κόνφερανς της 22.7.65) και επαίρεται ότι είναι «ο σκληρότερος αντίπαλος του κομμουνισμού», και η ΕΔΑ δεν αποτολμά ούτε μια τυπική απάντηση – «για να μη δυσκολέψει τη συνεργασία».

Ο Παπανδρέου αντιτίθεται στα αντιαμερικάνικα, αντινατοϊκά συνθήματα και η ΕΔΑ προσπαθεί να καταπνίξει την αντιιμπεριαλιστική φωνή των μαζών – «για να μη δυσκολέψει τη συνεργασία». Ο Παπανδρέου απαιτεί ένα και μόνο «κυρίαρχο» σύνθημα: «Πα-παν-δρέ-ου»! και η ΕΔΑ το επαλαμβάνει σαν ηχώ – «για να διευκολύνει τη συνεργασία».

Τι προκύπτει από την πολιτική αυτή; Όχι αξιοποίηση των εντονότατων αντιιμπεριαλιστικών αγωνιστικών διαθέσεων των μαζών, αλλά κατάπνιξή τους. Όχι ανύψωση των μαζών στο επίπεδο μιας συνεπούς αγωνιστικής γραμμής, αλλά συγκράτησή τους στο επίπεδο που θέλει ο Παπανδρέου. Με άλλα λόγια ευνουχισμός του συνεπούς κινήματος και παράδοσή του στην αστική τάξη.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ύστερα ιδιαίτερα από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, προβάλλει ακόμα πιο επιτακτικά η ανάγκη της επίτευξης συνεργασίας ανάμεσα σε όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις. Η Αριστερά οφείλει να λάβει υπόψη της το σύνολο των αντιθέσεων που δρουν με μια οξυμένη μορφή αυτή τη στιγμή στη χώρα μας, την αντίθεση ανάμεσα στον ξένο ιμπεριαλισμό και στο λαό, τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες μερίδες της αστικής τάξης -κι ανάμεσα στα διάφορα συγκροτήματα της μεγαλοαστικής τάξης- τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις κ.α., και να ακολουθήσει μια τέτοια τακτική, που να υποβοηθεί και να ωθεί σε μια εξέλιξη προς την κατεύθυνση της λύσης της κύριας αντίθεσης που είναι η αντίθεση ανάμεσα στον ξένο ιμπεριαλισμό, και πριν απ’ όλα τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, και τον ελληνικό λαό. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επιδιώξει τη συνεργασία πάνω σ’ ένα πρόγραμμα μίνιμουμ κοινών επιδιώξεων και με το κόμμα της ΕΚ. Αλλά αυτή η συνεργασία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να «επιτυγχάνεται» με αντάλλαγμα την απώλεια της ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής αυτοτέλειας και του πρωτοποριακού ρόλου της Αριστεράς, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση το αποτέλεσμα θα είναι χαντάκωμα των συμφερόντων και του κινήματος και του λαού.

Η κατάσταση στη χώρα μας απαιτεί επιταχτικά τη συγκρότηση ενός πλατιού ενιαίου αντιιμπεριαλιστικού – αντιφασιστικού μετώπου πάλης. Η πρωτοφανής αγωνιστική δραστηριοποίηση των πλατιών λαϊκών μαζών που σημειώνεται ύστερα από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, υπογραμμίζει κατά τρόπο σαφή και αναντίρρητο τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαμορφώνονται για την πραγματοποίηση του μετώπου αυτού. Και οι συνθήκες είναι ευνοϊκές όχι απλώς για τη συνένωση των μαζών, αλλά για τη συνένωσή τους πάνω σε μια σαφώς αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, για τη συνένωση πάνω στην αντιιμπεριαλιστική αυτή κατεύθυνση των οπαδών της Αριστεράς και των λεγομένων (*) ή πραγματικών οπαδών του Κέντρου. Μια τέτοια συνένωση από τα κάτω θα επιδράσει αναμφίβολα και στις «κορυφές», θα υποχρεώσει και την ίδια την ηγεσία του Κέντρου «να βάλει νερό στο κρασί της» και να οδηγηθεί σε μια ισότιμη έστω προσωρινή συνεργασία με την Αριστερά -γιατί αλλιώς θα απογυμνωθεί εντελώς.

Το μέτωπο αυτό πρέπει να οικοδομείται σα μέτωπο πάλης για τα άμεσα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τόπος και να εξελίσσεται σε μέτωπο πάλης για την πραγματοποίηση της ριζικής αλλαγής στη χώρα μας.

Οφείλουμε να εμφυτεύουμε στις μάζες σταθερά, επίμονα και συστηματικά τη συνείδηση ότι μόνο η ριζική ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας και η άνοδος στην εξουσία των λαϊκών δυνάμεων με επικεφαλής την εργατική τάξη, μπορεί να δώσει πραγματική και ολοκληρωμένη λύση στα ζωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα και σ’ αυτή τη βασική κατεύθυνση να στρέφουμε την πάλη τους.

Ταυτόχρονα όμως οφείλουμε να καταδείξουμε τη μεγάλη σπουδαιότητα της πάλης για τα άμεσα, μερικότερα προβλήματα, σα μέρους και προϋπόθεσης της πάλης για τη ριζική αλλαγή και να κινητοποιήσουμε δραστήρια τις μάζες στην κατεύθυνση αυτή. Μόνο ξεκινώντας από τα καθημερινά λαϊκά προβλήματα, οικονομικά και πολιτικά, από τις άμεσες απαιτήσεις της στιγμής, μπορούμε να ανυψώσουμε τους καθημερινούς αγώνες για τις μερικές και άμεσες διεκδικήσεις στο επίπεδο της πάλης για τα γενικά αιτήματα που συνθέτουν τη ριζική αλλαγή. Ακριβώς αυτός ο ορθός συνδυασμός των μερικών με τα γενικά, η αδιάκοπη προσπάθεια για το ανέβασμα της πάλης του λαού στο επίπεδο των γενικών απαιτήσεων πρέπει να αποτελεί τη βασική κατεύθυνση του κινήματος.

Το βασικό καθήκον που θέτει αυτή τη στιγμή η κατάσταση στη χώρα μας είναι η πλήρης ανατροπή του παλατιανού πραξικοπήματος και η εξασφάλιση μιας ομαλής, δημοκρατικής διεξόδου με την άμεση διενέργεια ελεύθερων εκλογών με το σύστημα της απλής αναλογικής. Σ’ αυτό το στόχο οφείλουμε να συγκεντρώσουμε άμεσα όλες μας τις προσπάθειες και ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουμε την πάλη για την επίτευξή του σα μέρος της γενικής πάλης για την πραγματοποίηση των βασικών στόχων του κινήματος. Με άλλα λόγια πρέπει να προσδώσουμε στον αγώνα μας σαφή αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Να ξεσκεπάζουμε αδιάκοπα το αληθινό πρόσωπο του ιμπεριαλισμού, και πριν απ’ όλα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, την επιθετική φιλοπόλεμη αρπακτική φύση του, τις μηχανορραφίες και δολοπλοκίες του, την επεμβατική του δραστηριότητα στο Βιετνάμ, στον Άγιο Δομίνικο, στο Κογκό, ολόκληρη την εγκληματική δραστηριότητά του σε βάρος της ελευθερίας των λαών και της παγκόσμιας ειρήνης. Nα ξεσκεπάζουμε αδιάκοπα την επεμβατική εγκληματική του δραστηριότητα στην Ελλάδα και στην Κύπρο, το ρόλο του σαν άμεσου οργανωτή και καθοδηγητή του παλατιανού πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, την ευθύνη του για ολόκληρη την κακοδαιμονία που δέρνει τον τόπο μας. Να καταδεικνύουμε ότι πίσω από κάθε λαϊκό πρόβλημα, μικρό ή μεγάλο, βρίσκεται ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός και η επεμβατική του δραστηριότητα. Να ξεσκεπάζουμε αδιάκοπα το ρόλο και τη δραστηριότητα των ντόπιων οργάνων του ιμπεριαλισμού, την αντεθνική και αντιλαϊκή πολιτική των κυβερνήσεων της υποτέλειας. Πάνω στη βάση αυτή να εμπνέουμε στις λαϊκές μάζες τη συνείδηση για την ανάγκη της αποφασιστικής πάλης κατά του ιμπεριαλισμού και των υποτακτικών του, να τις συσπειρώνουμε και να τις κινητοποιούμε στην κατεύθυνση αυτή. Ακριβώς η τέτοια συσπείρωση πρέπει να αποτελεί σήμερα τη βασική μας επιδίωξη.

Η ανατροπή της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και των ντόπιων λακέδων του και η εγκαθίδρυση μιας λαϊκής εξουσίας αντιπροσωπεύει μια βαθιά ριζική αλλαγή στη ζωή του τόπου μας και στις τύχες του λαού και του έθνους μας. Μια τέτοια ριζική αλλαγή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τον αγώνα. Ο ξένος ιμπεριαλισμός και η εσωτερική αντίδραση σε καμιά περίπτωση δε θα παραδώσουν την εξουσία με τη θέλησή τους. Πρέπει επομένως να ανατραπούν, να ανατραπούν με αγώνα. Και για να διεξαχθεί και να επιτύχει ο αγώνας αυτός χρειάζονται οι απαραίτητες δυνάμεις. Για να πραγματοποιηθεί λοιπόν η αλλαγή, πρωταρχική προϋπόθεση είναι η συσσώρευση των αναγκαίων δυνάμεων. Η συσσώρευση των αναγκαίων δυνάμεων σημαίνει ανύψωση της συνειδητότητας και της αγωνιστικότητας των μαζών στο επίπεδο των απαιτήσεων της ριζικής αλλαγής, σημαίνει ιδεολογικο-πολιτική κατάκτηση των μαζών και οργάνωσή τους, σημαίνει συγκρότηση του πλατιού ενιαίου αντιιμπεριαλιστικού μετώπου οργάνωσης και πάλης και συγκέντρωση στις γραμμές του μετώπου αυτού κυρίως των δυνάμεων της εργατικής τάξης, της αγροτιάς, των μεσαίων στρωμάτων της πόλης και της προοδευτικής διανόησης, με βάθρο την εργατο-αγροτική συμμαχία με ηγέτιδα δύναμη την εργατική τάξη. Σ’ αυτή τη βασική επιδίωξη πρέπει να υποταχθούν όλες οι προσπάθειες. Μέσα από όλες τις πολιτικές εξελίξεις, στην πορεία των κάθε είδους αλλαγών διακυμάνσεων μεταπτώσεων στην πολιτική ζωή της χώρας, οφείλουμε να προωθούμε σταθερά αυτή την επιδίωξη. Να αξιοποιούμε δραστήρια τις δυνατότητες κα τις καταχτήσεις, που ο λαός πέτυχε με τους αγώνες του μέσα στις συνθήκες της αμερικανοκρατίας, να αγωνιζόμαστε ενεργητικά για τη στερέωση και τη συνεχή επέκτασή τους και να τις χρησιμοποιούμε σαν όπλα εναντίον της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας, σα θέσεις στο σκληρό και δύσκολο αγώνα για τη συγκέντρωση των απαραίτητων δυνάμεων, ώστε να εξασφαλισθεί η άνοδος των λαϊκών δυνάμεων στην εξουσία, πράγμα που πρέπει να είναι ο θεμελιώδης προσανατολισμός.

Στην ορθή αυτή κατεύθυνση αντιτάσσεται σήμερα η ΕΔΑ κι αυτό δημιουργεί τεράστιες δυσκολίες για το κίνημα, όχι μόνο το εμποδίζει να αξιοποιήσει αποφασιστικά τις εξαιρετικά ευνοϊκές σημερινές συνθήκες, αλλά απειλεί να το ρίξει σε μια μακρόχρονη παράλυση και αποδιοργάνωση. Να γιατί ο αγώνας κατά του ιμπεριαλισμού πρέπει να συνδεθεί στενά με τον αγώνα κατά του οππορτουνισμού. Τα τελευταία γεγονότα έδειξαν ότι διαμορφώνονται γοργά όλες οι προϋποθέσεις για την επιτυχή εκπλήρωση και των δυο αυτών καθηκόντων. Με πρωτοπορία τις συνεπείς δυνάμεις του λαϊκού μας κινήματος, οι λαϊκές μάζες απαλλάσσονται ολοένα και περισσότερο από τις αυταπάτες τους, απορρίπτουν τα συνθηκολόγα κηρύγματα των οππορτουνιστών ηγετών περί «παντοδυναμίας» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και επιβάλλουν τα δικά τους συνθήματα στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις, ενώνονται και παλεύουν όλο και πιο σταθερά και αποφασιστικά πάνω στην ορθή αγωνιστική κατεύθυνση. Τα κύματα του συνεπούς αντιιμπεριαλιστικού αγώνα ανεβαίνουν όλο και πιο ψηλά και τελικά θα καταποντίσουν τον ιμπεριαλισμό και τους υποτακτικούς του, μαζί με τις σάπιες θεωρίες των πανικόβλητων οππορτουνιστών ηγετών.

________________
(*) Πρόκειται για τη μάζα εκείνη που κατά βάση είναι αριστερή αλλά ταλαντεύεται μεταξύ αριστεράς και κέντρου και σήμερα εμφανίζεται σαν κεντρώα.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το
Go to Top