Όσο “πυκνώνει” ο χρόνος για τις ετήσιες γιορτές τόσο πολλαπλασιάζονται οι “εισφορές” των ντόπιων καπιταλιστών, εργοδοτών, ΜΜΕ, Eκκλησίας για το χειμαζόμενο ποίμνιο.
Ο κόσμος υποφέρει και πεινά και αυτοί τα ίδία παραμύθια όπως θα ‘λεγε στα νιάτα του ο Σαββόπουλος. Τώρα ξεδοντιάστηκε, κουράστηκε το μυαλό του προσκυνάει τον Μητσοτάκη και χαίρεται τα “ζήτω” της μπουρζουαζίας.
Αλλά η ελεημοσύνη καλά κρατεί. Όπως σημειώνει ο Μακιαβέλι στο βιβλίο του “O ηγεμόνας”, το καλό πρέπει να το κάνεις με δόσεις για να σε θυμούνται και να σ’ ευγνωμονούν. Το κακό πρέπει να το κάνεις αποφασιστικά, γρήγορα και δραστικά. Έτσι κάπως σκέφτηκε η τηλεοπτική φιλανθρωπία, μέρες που είναι, και βάλθηκε να παρουσιαστεί με τη λεοντή του κοινωνικού παρηγορητή. Αυτό άλλωστε γινόταν ανέκαθεν. Οι ισχυροί με τόνα χέρι μοίραζαν τη φτώχεια, το θάνατο και το περιθώριο και με τ’ άλλο πρόσωπο, σαν Ιανός, εμφανίζονταν να αγαθοεργούν και να απαλύνουν τα κοινωνικά τραύματα.
Πρώτη διδάξασα σ’ αυτό το κοινωνικό θέατρο η Eκκλησία η οποία, αφού ευλογούσε τα όπλα των κατακτητών, φορούσε το ράσο του εξομολογητή και ανέβαινε στον άμβωνα για να κηρύξει καταλαγή, υποταγή, συγχώρεση και ευτυχία στην άλλη ζωή.
Είναι ολοφάνερο ότι η κοινωνία βουλιάζει στην απαξίωση και το περιθώριο. Η δεξιά συνιστώσα του αστικού συστήματος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή διαχείρισης για ν’ ακολουθήσει ο αστορεφορμισμός στρώνοντας το δρόμο του με αυταπάτες και υποσχέσεις. Ταυτόχρονα το σύστημα θεριεύει με χίλιους τρόπους τη φιλανθρωπία ώστε να παρηγορεί τους αγανακτισμένους και απελπισμένους πολίτες.
Αυτή η καλλιέργεια της αυριανής, επόμενης ευτυχισμένης μέρας της δεύτερης παρουσίας της λαϊκής οικονομίας – εξουσίας λειτουργεί παραλυτικά.
Όλο το αντιδραστικό μπλοκ, όποια μάσκα κι αν φοράει, προσπαθεί να ξεφύγει προς το χρονικοκοινωνικό χτες ή αύριο.
Ν΄ αναζητήσουμε την ασφάλεια του χτες και τη μεταφυσική ελπίδα του αύριο σβήνοντας ή συρρικνώνοντας τους αγώνες του σήμερα. Εκείνους τους αγώνες οι οποίοι στηρίζονται στην πείρα τού χθες και διαγράφουν, από σήμερα όμως, ένα ελπιδοφόρο αύριο.
Ακριβώς αυτή την τριχοτόμηση θέλει να κάνει η φιλανθρωπία των “ωσαννά”, το ενσταντανέ για λίγο γάλα σε λίγους, η καλλιέργεια της υπέρκοσμης ελπίδας. Οι Φαρισαίοι του συστήματος έχοντας τις κάμερες και την τηλεοπτική δημοκρατία στο χέρι τους μπορούν ακόμα να χαλιναγωγούν την οργή του κόσμου καθηλώνοντάς την σ’ ανώδυνα κανάλια. Από μία άποψη προσεγγίζοντας με αφαίρεση τα γεγονότα φανταζόμαστε πως κάπως έτσι λειτουργούσε ο μεσαίωνας.
Δίπλα στο παλάτι των ηγεμόνων ή του βασιλιά, οι οποίοι έστελναν “το πόπολο” να πεθάνει στον πόλεμό τους, συνωστίζονταν φτωχοί, ανάπηροι, άκληροι, απόκληροι.
Σ’ αυτούς πετούσε ο μονάρχης το ξεροκόμματο και η εκκλησία την ευλογία της, ώστε “η εξωοικονομική καταπίεση να γίνεται ισχυρότερη της φορολογίας” (Μάρξ) και να μακροημερεύει η κυριαρχία τους.
Αν η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, που είναι, η φιλανθρωπία είναι η δίδυμη αδελφή της , η παρηγορήτρια ιδέα για να ξεστρατίζουν οι αγώνες και ν’ αποζητιέται “η φάτνη για το ορφανό” και η κούφια απαντοχή για το ζητιάνο. Μέρες πούναι μας έρχονται στο νου οι στίχοι του Βάρναλη:

“Δε δίνω λέξεις παρηγόριας
δίνω μαχαίρι σ’ ολουνούς
καθώς το μπήγω μεσ’ το χώμα
γίνεται φως, γίνεται νους”

poreia.net

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το