Απόφαση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
1. Δέκα μήνες τώρα, με πρόσχημα την πανδημία, η κυβέρνηση της ΝΔ έχει εξαπολύσει μια καταιγιστική επίθεση, με στόχο την επιβολή μιας συνολικής αντιδραστικής ανατροπής. Η πολιτική των απαγορεύσεων και της καραντίνας δεν αποτελεί μια αναγκαστική προσαρμογή, όπως λανθασμένα πίστεψαν ακόμη και δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά κάτω από την πίεση της κυρίαρχης προπαγάνδας. Όσα συμβαίνουν και όσα δρομολογούνται αυτή την περίοδο δεν είναι έκτακτα, δεν είναι προσωρινά, δεν οφείλονται και δεν αφορούν την πανδημία. Την πανδημία τη χρησιμοποιούν, την αξιοποιούν, τη μετατρέπουν σε επιταχυντή των αντιδραστικών σχεδιασμών τους. Για την αγριότερη εκμετάλλευση των εργαζομένων, τη φτωχοποίηση και νέα βίαιη συρρίκνωση των μικρομεσαίων στρωμάτων, τη δραστική καρατόμηση εργατοσυνδικαλιστικών κατακτήσεων, την κατάργηση θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Δεν συμβαίνουν μόνο στη χώρα μας αυτές οι αντιδραστικές εξελίξεις. Ο καπιταλισμός φανερώνει το άγριο πρόσωπό του σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Η παγκόσμια ολιγαρχία πλουτίζει λεηλατώντας τα πάντα, οι λαοί ταπεινώνονται και εξαθλιώνονται σε συνθήκες πολιτικών απαγορεύσεων, ανοιχτής τρομοκρατίας, βίας και καταστολής. Το μεγαλύτερο κομμάτι της ανθρωπότητας αντιμετωπίζει το φάσμα της γενικευμένης λιμοκτονίας και των θανατηφόρων ασθενειών. Τώρα, δοκιμάζεται και από την πανδημία του κορονοϊού που σαρώνει τα φτωχά και εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα. Η ιμπεριαλιστική θηριωδία σκορπίζει τον πόλεμο, το θάνατο και την καταστροφή σε μεγάλες περιοχές του πλανήτη. Μετά το «τέλος της ιστορίας» που κήρυξαν, αυτός είναι ο «καπιταλιστικός παράδεισος» που έταξαν στους λαούς. Μια επίγεια κόλαση.
Κυβερνητική πολιτική φτώχειας, ανεργίας και άγριας αστυνομοκρατίας
2. Η κυβέρνηση της ΝΔ φέρει την αποκλειστική ευθύνη για τα όσα συμβαίνουν στο μέτωπο της υγείας και για τις εκατόμβες των νεκρών από τον κορονοϊό αλλά και από άλλες ασθένειες. Παρά το μεγάλο χρονικό διάστημα που είχε στη διάθεσή της, από το Μάρτη μέχρι σήμερα, όχι απλά δεν έκανε τίποτα απολύτως για την ενίσχυση του ΕΣΥ, αλλά σε συνθήκες πανδημίας συνέχισε την πολιτική εγκατάλειψης και διάλυσης των δημόσιων νοσοκομείων, ενώ -προκαλώντας την οργή του κόσμου- την ίδια στιγμή που διατυμπανίζει την «ενίσχυση του ΕΣΥ» μειώνει τις ελάχιστες δαπάνες του προϋπολογισμού για την υγεία κατά 572 εκατομμύρια ευρώ ακόμη (11% ). Αυτό αποτελεί τη συντριπτική απόδειξη ότι δεν την ενδιαφέρει η πορεία της πανδημίας και των θανάτων στην χώρα. Η καθημερινή στατιστική των κρουσμάτων και των θανάτων, με την οποία βομβαρδίζουν το λαό, έχει ως στόχο την αδρανοποίησή του μπροστά στη συντριβή των δικαιωμάτων του. Στους δέκα αυτούς μήνες η κυβέρνηση, έχοντας ακινητοποιήσει και εγκλωβίσει το λαό, επέβαλε ένα σύνολο αντιδραστικών νομοθετικών ανατροπών σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Ξεθεμελιώνει τη δημόσια Παιδεία, την Υγεία, την Πρόνοια, εκτινάσσει την ανεργία, προχωρά σε νέες μειώσεις μισθών και συντάξεων, σε παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων επιβάλλοντας και την τηλεργασία. Διαμορφώνει ένα ακόμη πιο προκλητικό πλαίσιο ασύδοτης δράσης, φοροελαφρύνσεων και πολύμορφων επιχορηγήσεων στο μεγάλο κεφάλαιο και επιταχύνει τις διαδικασίες ξεπουλήματος και εκποίησης της εναπομείνασας δημόσιας περιουσίας. Αυτό όμως που αποτελεί τη μεγάλη αντιδραστική παρακαταθήκη της περιόδου, για την κυρίαρχη τάξη και τους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς της, είναι η επιβολή ενός πρωτόγνωρου, μεταπολιτευτικά, αντιδημοκρατικού πλαισίου. Το χτύπημα των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών, η επιχείρηση επιβολής μιας χουντικού τύπου αστυνομοκρατίας, η απαγόρευση κυκλοφορίας, οι χουντονόμοι και οι απαγορεύσεις συναθροίσεων και συγκεντρώσεων, τα πρόστιμα, ο αυταρχισμός και η καταστολή αποτελούν πάγιους πόθους των πιο αντιδραστικών κυρίαρχων κύκλων. Η επιβολή τους δεν είναι προσωρινή, αλλά αποτελεί το πλαίσιο που θέλουν να επιβάλουν για την απρόσκοπτη εφαρμογή των αντιδραστικών πολιτικών και την ανάσχεση των αναπόφευκτων λαϊκών αντιδράσεων. Αυτή η στέρηση των πολιτικών ελευθεριών και του δημοκρατικού και συνδικαλιστικού δικαίου που κατακτήθηκε τον προηγούμενο αιώνα, αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο με τον οποίο βρίσκεται αντιμέτωπος σήμερα ο λαός μας. Ο αγώνας ενάντια σε αυτή την επικίνδυνη ανατροπή δεν χωράει καμία αναβολή.
Τα αποτελέσματα και οι πραγματικοί στόχοι αυτής της πολιτικής πλέον αποκαλύπτονται και ένα κύμα αμφισβήτησης και αγανάκτησης απλώνεται σε όλους τους κοινωνικούς χώρους. Αυτό αποτέλεσε διακριτή διαφορά κατά την επιβολή του 2ου lockdown, με αποτέλεσμα κόντρα στην επιβολή της αστυνομοκρατίας, των χουντονόμων, στο κλίμα του ζόφου και των απαγορεύσεων να αναπτυχθούν μία σειρά σημαντικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Τώρα, η κυβέρνηση της ΝΔ -διαβλέποντας την προοπτική που διαμορφώνεται από μια μαζική αμφισβήτηση της πολιτικής της- στήνει τη φιέστα των εμβολίων και υπόσχεται για μια ακόμη φορά απατηλές διεξόδους. Στόχος, η εξασφάλιση πρόσθετου χρόνου, αλλά και ο αποπροσανατολισμός από τις εγκληματικές της ευθύνες για την κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία και τους χιλιάδες νεκρούς. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι ότι αυτή η πολιτική, το σύνολο του αντιδραστικού πλαισίου που θεσμοθετείται και των αντεργατικών μέτρων που παίρνονται, η αστυνομοκρατία, το χτύπημα των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών δεν τελειώνουν με κανένα εμβόλιο. Καμία αυταπάτη σχετικά με αυτό δεν πρέπει να καλλιεργείται και να υπονοείται ότι θα έρθουν πιο εύκολες μέρες για τον αγώνα ανατροπής αυτής της πολιτικής.
Πολιτική υποτέλειας και ενδοτισμού
3. Την ίδια στιγμή, οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και ειδικότερα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στο πλαίσιο πάντα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για το λαό και τον τόπο. Οι διαρκείς διεκδικήσεις και οι επιθετικές ενέργειες της Άγκυρας από τη μια, η υποτέλεια και η διαρκής υποχωρητικότητα της Ελλάδας από την άλλη, οδηγούν στο γκριζάρισμα όλο και πιο εκτεταμένων ζωνών και νέες αμφισβητήσεις συνόρων και κυριαρχίας πάνω σε νησιά με απρόβλεπτες συνέπειες. Την ίδια στιγμή ασκούνται πιέσεις στην Κύπρο για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με ανοιχτά διχοτομική «λύση», στη βάση «δυο χωριστών κρατών». Οι κυρώσεις που αποφάσισαν οι ΗΠΑ κατά της Τουρκίας -όσο και αν πανηγυρίζουν οι ντόπιοι λακέδες- δεν αφορούν σε καμία περίπτωση την τούρκικη επεκτατικότητα στο Αιγαίο, αλλά την οικονομικο-στρατιωτική προσέγγισή της με τη Ρωσία. Κάτι που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση και τροφοδοτεί ακόμα περισσότερο τον τούρκικο επεκτατισμό και τα σενάρια των θερμών επεισοδίων, γελοιοποιώντας τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς. Ενδεικτικό είναι ότι, μετά από όλα αυτά τα υποτιθέμενα «χαστούκια» που δέχτηκε η Τουρκία, επαναφέρει ακόμη πιο επιτακτικά και πιεστικά το ζήτημα της αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λοζάνης και το θέτει σχεδόν ως προϋπόθεση για τον περίφημο διάλογο που διεκδικεί η Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική της υποτέλειας και του ενδοτισμού, η διαρκής επίκληση των ξένων προστατών για την εγγύηση της εθνικής κυριαρχίας, οι γονυκλισίες και τα παρακάλια σε ΗΠΑ και ΕΕ για μια απόφαση «στήριξης», αποδεικνύεται ότι μόνο σε νέες τραγωδίες μπορεί να οδηγήσουν το λαό και τον τόπο. Και αυτή η ξενόδουλη πολιτική δεν μπορεί παρά να δημιουργεί ανησυχία και αποστροφή σε μεγάλη μερίδα του κόσμου.
Ανοχή και στήριξη στην κυβέρνηση
4. Αν η γενικευμένη επίθεση που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση της ΝΔ είναι ο κύριος παράγοντας που διαμορφώνει τη σημερινή αρνητική πραγματικότητα, ο άλλος είναι η ανοχή, η αποδοχή και τελικά η στήριξη που προσφέρουν σε αυτή όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας, επί πέντε χρόνια, ξεπλύνει την πολιτική των μνημονίων, της εξάρτησης και της υποτέλειας, έχοντας ουσιαστικά καλλιεργήσει το έδαφος για την επάνοδο της Δεξιάς και την επιβολή αυτής της πολιτικής, αδυνατεί ακόμη και να ψελλίσει αντιπολιτευτικές φράσεις. Και όποτε το επιχειρεί ο λόγος του είναι υπονομευμένος από την ίδια την κυβερνητική θητεία του. Από τα ελληνοτουρκικά και το προσφυγικό, μέχρι το σύνολο της πολιτικής που ακολουθεί η ΝΔ στο όνομα της πανδημίας, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να προσφέρει τη στήριξη -ή στην καλύτερη περίπτωση την ανοχή του- ακόμη και στα κρίσιμα ζητήματα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, όπως αυτά της απαγόρευσης συναθροίσεων και συγκεντρώσεων. Συμβάλλει στην αδρανοποίηση του κόσμου που ελέγχει και επηρεάζει και τον ίδιο ρόλο παίζει και στο συνδικαλιστικό κίνημα, όπου διαθέτει δυνάμεις. Επί της ουσίας, αποτελεί βασικό δεκανίκι της πολιτικής της Δεξιάς, δίνοντας τα διαπιστευτήριά του στη ντόπια ολιγαρχία και στους ιμπεριαλιστές κηδεμόνες και από την μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ως ο δεύτερος πυλώνας της αστικής διαχείρισης.
Το ΚΙΝΑΛ, που κλυδωνίζεται από φυγόκεντρες τάσεις, συντασσόμενο πλήρως με το περιεχόμενο της πολιτικής της ΝΔ, μένει άφωνο μπροστά στις εξελίξεις και οι όποιες «ενστάσεις» του αφορούν διαδικαστικά θέματα, ζητήματα διαφάνειας και άλλες ανούσιες πλευρές που «ταΐζουν» μια παραπλανητική δημόσια υποτιθέμενη αντιπαράθεση.
Το ΜΕΡΑ25, με τις συμβολικές δράσεις των βουλευτών του τις μέρες του Πολυτεχνείου και της επετείου της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου, στην ουσία δεν αμφισβήτησε αλλά προσαρμόστηκε και αυτό στην πολιτική των απαγορεύσεων. Προβάλλοντας διαρκώς τις αυταπάτες του Βαρουφάκη για τους θεσμούς της δικαιοσύνης και τα όργανα της ΕΕ και προσφεύγοντας διαρκώς σε αυτά, συνηγορεί και από τη δική του πλευρά στην κυρίαρχη πολιτική.
Ξεχωριστό στήριγμα, λόγω του ισχυρού συμβολισμού του και κυρίως λόγω των δυνάμεων που ελέγχει στο συνδικαλιστικό κίνημα, βρήκε η κυβέρνηση της ΝΔ και η βάρβαρη πολιτική της στη γραμμή του ΚΚΕ. Μια γραμμή, ουσιαστικά, αποδοχής της πολιτικής των απαγορεύσεων και της καραντίνας, ως πολιτικής αντιμετώπισης της πανδημίας. Το ΚΚΕ σε όλες τις κρίσιμες αγωνιστικές κινητοποιήσεις της περιόδου, για την ανάσχεση αυτής της πολιτικής, όχι απλά δεν έκανε κανένα μαζικό κάλεσμα, αλλά υπονόμευσε με τις δυνάμεις που διαθέτει κάθε τέτοια προσπάθεια που ξεκίνησε από ορισμένες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Με την άρνησή του να κινητοποιήσει τις δυνάμεις του και να καλέσει τον κόσμο στο δρόμο μπροστά στις χουντικές κυβερνητικές απαγορεύσεις, στην πραγματικότητα αποδέχτηκε και στήριξε την αντιδραστική θέση της κυβέρνησης και του Χρυσοχοΐδη ότι ο λαός κινδυνεύει από τους αγώνες του ενάντια σε αυτή την πολιτική και όχι από την συνέχιση της επιβολής της. Οι συμβολικές αιφνιδιαστικές δράσεις κάποιων στελεχών του δεν προκρίνουν την αμφισβήτηση των χουντικών απαγορεύσεων, όπως υποκριτικά διακηρύσσει το ΚΚΕ, αλλά αποτελούν μνημεία πειθάρχησης και προσαρμογής στη βάρβαρη πολιτική της Δεξιάς. Η γραμμή του ΚΚΕ όλο αυτό το διάστημα είναι μια γραμμή ανοχής και σε ορισμένες περιπτώσεις στήριξης αυτής της πολιτικής και ο ρόλος του στην ανάπτυξη του κινήματος και των αγώνων υπονομευτικός.
Η μονομερής απόφαση του ΚΚΕ (μ-λ) να διαλύσει τη ΛΑ-ΑΑΣ
5. Σε αυτές τις συνθήκες, η μονομερής απόφαση του ΚΚΕ (μ-λ) να διαλύσει τη ΛΑ-ΑΑΣ αποτελεί μια ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη για την υπόθεση του λαϊκού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Ένα από τα κύρια ζητήματα που επηρέασαν την πορεία της ΛΑ-ΑΑΣ και καθόρισαν, τελικά, την τύχη της ήταν η στάση που έπρεπε να κρατήσει απέναντι στις άλλες δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά, το ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και ιδιαίτερα απέναντι στο λεγόμενο αντικαπιταλιστικό χώρο, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.ά. Αυτό το κρίσιμο ζήτημα αποτέλεσε, ευθύς εξ αρχής, σημείο τριβής, με δεδομένη τη διαφωνία και την αντιπαράθεση των δυο οργανώσεων από την προηγούμενη δράση τους (Μαχόμενη Αριστερά).
Σταθερή θέση και επιδίωξη του Μ-Λ ΚΚΕ ήταν η ΛΑ-ΑΑΣ να χαράξει το δικό της ευρύτερο ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό, να προβάλει ένα ισχυρό ιδεολογικοπολιτικό στίγμα και να αναπτύξει τη δική της ανεξάρτητη, αυτοτελή πολιτική δράση σε αντιπαράθεση με την πολιτική αυτών των δυνάμεων. Και όχι, μέσα από τη λεγόμενη κοινή δράση με τις δυνάμεις του «αντικαπιταλιστικού» χώρου, να εξασθενήσει και ακυρωθεί -τελικά- αυτός ο προσανατολισμός, να δημιουργηθεί η εντύπωση πως η ΛΑ-ΑΑΣ είναι συγγενική τους δύναμη, να μετατραπεί -βαθμιαία- σε συμπληρωματική τους δύναμη. Η θέση αυτή προκύπτει από την πεποίθησή μας πως μόνο έτσι μπορεί να εξυπηρετηθεί ο στόχος της ανασυγκρότησης και της ανάπτυξης του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Μόνο έτσι θα μπουν οι βάσεις για το ξεπέρασμα της κρίσης και της υποχώρησης του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.
Μέσα από τα ιδρυτικά κείμενα, αρχικά της ΠΑΑΣ (2012) και μετέπειτα της ΛΑ-ΑΑΣ (2013), χαράχτηκε ένας ξεκάθαρος προσανατολισμός σε αυτό το καθοριστικό ζήτημα. Οι ιδρυτικές θέσεις ασκούσαν ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση «στην πολιτική της ταξικής συνεργασίας, του εξωραϊσμού του αστικού κράτους, της υποταγής και της καπιταλιστικής διαχείρισης αυτών των δυνάμεων» και κατέληγαν πως «η πρόταση που απευθύνουμε, το πολιτικό της περιεχόμενο και ο ευρύτερος προσανατολισμός της βρίσκονται σε αντιπαράθεση με όλες αυτές τις βαθιά λαθεμένες πολιτικές θέσεις και κατευθύνσεις που προκαλούν μεγάλη ζημιά στην υπόθεση του λαϊκού, αριστερού και του ευρύτερου επαναστατικού κινήματος».
Με αυτή την κατεύθυνση πορεύθηκε η ΛΑ-ΑΑΣ αλλά και οι δύο οργανώσεις το πρώτο διάστημα 2012-2015, δίνοντας από κοινού πολιτικές μάχες για να στηρίξουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού μας ενάντια στα βάρβαρα μνημόνια, στη βάση ενός κεντρικού πολιτικού προσανατολισμού που ενίσχυε τον ανεξάρτητο πολιτικό ρόλο και την αυτοτελή δράση τους σε αντιπαράθεση με τις ψευτοαριστερές δυνάμεις. Και όπου και όταν έκριναν πως υπήρχαν οι αναγκαίες προϋποθέσεις, προχωρούσαν σε κοινή δράση και συμπόρευση για συγκεκριμένα ζητήματα στα πλαίσια του μαζικού κινήματος και των κοινωνικών μετώπων πάλης.
Σταδιακά όμως, ιδιαίτερα μετά το 2015, έρχονταν και επανέρχονταν στα πλαίσια της ΛΑ-ΑΑΣ, από την πλευρά του ΚΚΕ (μ-λ), μια σειρά ζητήματα και «επικαιροποιήσεις» που επιδίωκαν μια συνολική μετατόπιση του ευρύτερου πολιτικού προσανατολισμού, της φυσιογνωμίας και της πολιτικής τακτικής της, με προεξάρχον το ζήτημα της κοινής δράσης των δυνάμεων της Αριστεράς. Ήταν η περίοδος που έσπαγε κόκκαλα η ιδέα της παναριστεράς και της «πρώτη φορά κυβέρνησης της Αριστεράς».
Από τότε, το Μ-Λ ΚΚΕ ξεκαθάρισε, μέσα από τις αντιπαραθέσεις που ξεκίνησαν και συνεχίστηκαν όλη την επόμενη περίοδο, ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή καμιά «επικαιροποίηση» ή «επανεκκίνηση» σε ζητήματα που αφορούν τις βασικές κατευθύνσεις της ΛΑ-ΑΑΣ. Πως δεν θα σερνόταν η ΛΑ-ΑΑΣ, με ψευδώνυμο την κοινή δράση, σε πολιτικές συνεργασίες με δυνάμεις του ποικίλου ρεφορμισμού, διακινδυνεύοντας να μετατραπεί σε συμπληρωματική τους δύναμη, υπονομεύοντας τους κοινούς στόχους της αντιιμπεριαλιστικής πάλης.
Φθάσαμε έτσι μετά το καλοκαίρι του 2015, με το ΚΚΕ (μ-λ) να θεωρεί -όπως και τώρα διακηρύσσει- ότι οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ «επέστρεψαν στο κίνημα» και να ασκεί αφόρητες πιέσεις για την ανάπτυξη «κοινής δράσης» μαζί τους. Ταυτόχρονα, μέσα στο ΚΚΕ (μ-λ), δυναμώνουν οι επιδράσεις των θέσεων αυτού του ρεύματος σε μια σειρά ζητήματα, όπως η υποχώρηση της αντιιμπεριαλιστικής πάλης και του αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, η εξύψωση σε πρώτο πλάνο ενός κούφιου αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού, η απαξίωση του ρόλου των συνδικάτων και της σημασίας τους στην ανάπτυξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, η σύγκλιση και αποδοχή των πάγιων και διαχρονικών θέσεων του τροτσκισμού πάνω στα ελληνοτουρκικά προβλήματα και στο χαρακτήρα ενός ενδεχόμενου πολέμου. Όλες αυτές οι θέσεις και αντιλήψεις, που την πρώτη περίοδο είχαν υποχωρήσει, στην πορεία κυριάρχησαν. Και άρχισε σαν ταλαντευόμενο εκκρεμές να κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση, αναζητώντας με κάθε τρόπο αυτό που πράττει τους τελευταίους μήνες, την προσκόλληση δηλαδή σε αυτόν το χώρο. Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο, που το ΚΚΕ (μ-λ) να μην απευθύνεται σε αυτές τις δυνάμεις, διακαώς και επίμονα. Δεν κάνει την παραμικρή κίνηση χωρίς να επιδιώξει, εναγωνίως, τη συνεργασία μαζί τους. Σαν κάποιο μαγικό χέρι να τους κρατά δέσμιους σε αυτή την τροχιά. Και ας έχουν αποκτήσει μακρά και επώδυνη εμπειρία αυθαιρεσιών, αφερεγγυότητας, «καπελωμάτων» και ηγεμονισμού από αυτές τις οργανώσεις.
Εδώ, δεν έχουμε απλά μια κεντρική πολιτική συνεργασία, που στα λόγια την αρνείται το ΚΚΕ (μ-λ), αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Έχουμε έναν άτυπο πολιτικό φορέα που ενεργεί σαν τέτοιος για όλα τα πολιτικά ζητήματα και που στα πλαίσιά του συγχωνεύονται όλες αυτές οι δυνάμεις, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ (μ-λ), ΕΕΚ, ΟΚΔΕ κλπ. Έναν πολιτικό φορέα, ο οποίος μάλιστα μέσα από την πληθώρα των κειμένων που συνυπογράφουν οι συνιστώσες του, αυτοπροσδιορίζεται σαν η “αντικαπιταλιστική, αντιιμπεριαλιστική, επαναστατική αριστερά”, εξωραΐζοντας με αυτόν τον τρόπο τον χαρακτήρα των ρεφορμιστικών και τροτσκιστικών δυνάμεων.
Εξυψώνοντας το ΚΚΕ (μ-λ) την «κοινή δράση» -ή κατά μια άλλη εκδοχή την «κινηματική δράση»- σε πρωταρχικό, κεφαλαιώδες ζήτημα που σε αυτό υποτάσσει όλα τα άλλα, τη μετατρέπει σε ιδεολογικό υποκατάστατο, το οποίο έρχεται να καλύψει τα πραγματικά ιδεολογικά κενά της φυσιογνωμίας του. Στην πραγματικότητα, η «ιδεολογία της κοινής δράσης» εκφράζει την άμβλυνση των ιδεολογικοπολιτικών διαφορών του με τα αντίπαλα ρεύματα και του «επιτρέπει» να περνά με αντιφατικό και αλλοπρόσαλλο τρόπο -και με μεγάλη ευκολία τελικά- από τη μια άκρη στην άλλη.
Παλλαϊκή – πανεργατική αντίσταση και πάλη
6. Το τελευταίο διάστημα, μπροστά στα μεγάλα εμπόδια που ορθώνονται για την ανάπτυξη της εργατικής και λαϊκής πάλης, ξαναφουντώνουν όλες οι βαθιά λαθεμένες απόψεις που αντιπαλέψαμε για το ρόλο των συνδικάτων και επινοούνται διάφορα υποκατάστατα, που επαναφέρουν προτάσεις “αριστερού πολιτικού συντονισμού και συνεργασίας” σαν απάντηση, δήθεν, στη «νεοφιλελεύθερη στρατηγική της ΝΔ». Το να επανέρχονται για δεύτερη φορά παρόμοιες προτάσεις, μετά το ναυάγιο και τη χρεοκοπία της ιδέας του παναριστερού πόλου που ενσάρκωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, οδηγώντας μια σειρά οργανώσεις να γίνουν νεροκουβαλητές του, σημαίνει πως τα ρεφορμιστικά “μεταβατικά προγράμματα“ καλά κρατούν. Προτάσεις και προγράμματα που όχι μόνο δεν συμβάλλουν στο ξεμπλοκάρισμα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και στην ανασύνταξη του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, αλλά αντίθετα συντηρούν τη σύγχυση και συσκοτίζουν το δρόμο για την ανασυγκρότησή τους. Η πάλη ενάντια στον καταιγισμό των αντιλαϊκών μέτρων της κυβέρνησης και γενικότερα ο αγώνας για την ανασυγκρότηση του εργατικού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος δεν θα προκύψουν στη βάση ενός προσανατολισμού «ενότητας της αριστεράς» ή «κοινής δράσης» και «κινηματικών πρωτοβουλιών» στα πλαίσια των δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που μπορούν να συσπειρώσουν μερικές εκατοντάδες εργαζόμενους και φοιτητές.
Μπροστά στα αλλεπάλληλα αντεργατικά μέτρα, την αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος, την αναστολή λειτουργίας ολόκληρων κλάδων της οικονομίας που εκτινάσσει την ανεργία, τον εγκλεισμό, τις εντεινόμενες φασιστικού τύπου απαγορεύσεις, τα πρόστιμα, την αστυνομική βία και την καταστολή, ο μόνος δρόμος για το Μ-Λ ΚΚΕ ήταν και παραμένει ο δρόμος της παλλαϊκής – πανεργατικής αντίστασης και πάλης ενάντια στους ξένους και ντόπιους δυνάστες και εκμεταλλευτές, για την ανατροπή των αντιλαϊκών μέτρων που πέρασαν και την απόκρουση αυτών που διαρκώς έρχονται με πρόσχημα την πανδημία, για τη διεκδίκηση των λαϊκών, δημοκρατικών δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών που καρατομούνται, σε αναπόσπαστη σύνδεση με τους γενικότερους στόχους πάλης για την έξοδο της χώρας από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, το διώξιμο των αμερικάνικων βάσεων και το γκρέμισμα της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας.
Οι πανεργατικοί αγώνες που έγιναν στη χώρα μας την προηγούμενη περίοδο των μνημονίων, συσπειρώνοντας εκατοντάδες χιλιάδες λαού και νεολαίας, οργανώθηκαν μέσα από τα πρωτοβάθμια συνδικάτα, τους συλλόγους, τις ομοσπονδίες, που ασκώντας ισχυρή πίεση στις συμβιβασμένες και υποταγμένες ηγεσίες των ανώτερων οργάνων του συνδικαλιστικού κινήματος τις εξανάγκαζαν να προκηρύξουν πανελλαδικές, πανεργατικές απεργιακές κινητοποιήσεις που διευκόλυναν στην πράξη την πιο πλατιά παρέμβαση των εργαζομένων. Όμως και το τελευταίο δεκάμηνο της πανδημίας, παρά τη μεγάλη υποχώρηση του συνδικαλιστικού κινήματος, το lockdοwn και τις φασιστικές απαγορεύσεις, μέσα από τα συνδικάτα και τους συλλόγους κατέβηκαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις χιλιάδες εργαζόμενοι, υγειονομικοί, εκπαιδευτικοί και φοιτητές, πιστοποιώντας τη διάθεσή τους να αντιπαλέψουν την αντιδραστική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ. Ο προσανατολισμός του Μ-Λ ΚΚΕ, στα πλαίσια του μαζικού λαϊκού κινήματος, είναι ακριβώς να βρεθεί μέσα στις εργαζόμενες μάζες, στα συνδικάτα και τους μαζικούς χώρους δουλειάς. Επομένως, οι κύριες προσπάθειές μας κατευθύνονται στην ενεργοποίηση, τη μαζικοποίηση, την κινητοποίηση των συνδικάτων των εργαζομένων, των φοιτητικών συλλόγων, των συνοικιακών συλλογικοτήτων.
Η 24ωρη απεργία, που αποφάσισαν τα Εργατικά Κέντρα και η ΑΔΕΔΥ στις 26 Νοέμβρη, παρότι αρνήθηκαν να καλέσουν απεργιακές συγκεντρώσεις και παρά τον άθλιο, διαλυτικό ρόλο της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, ήταν ένα βήμα αγωνιστικής ανάσας και συσπείρωσης. Απέναντι στη διαλυτική γραμμή των δυνάμεων που κυριαρχούν στα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος, να δυναμώσουμε τον αγώνα για την ταξική ανασυγκρότηση των συνδικάτων, κόντρα στις πολιτικές του συμβιβασμού και της υποταγής, των κούφιων «συμβολικών» ενεργειών του ΠΑΜΕ, που παραπέμπουν στο «μετά θα λογαριαστούμε».
Τώρα, μπροστά στο νέο γύρο αντιλαϊκής – αντεργατικής επίθεσης που ετοιμάζεται να εξαπολύσει η κυβέρνηση τη νέα χρονιά, με άλλοθι πάντα την πανδημία, ο λαός δεν έχει άλλο δρόμο παρά να αντιπαρατάξει τον ενισχυμένο, μαζικό αγώνα του για να μπορέσει να βγει από το τούνελ της φτώχειας και της ανεργίας, ενάντια στη διάλυση και την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων δομών, για δημόσια δωρεάν υγεία και παιδεία. Πρέπει να ασκηθεί η μέγιστη δυνατή πίεση στις ηγεσίες των ανώτερων οργάνων του συνδικαλιστικού κινήματος, ώστε να εξαναγκαστούν να προκηρύξουν πανεργατικές κινητοποιήσεις. Αν κάτι τέτοιο δεν γίνεται κατορθωτό, όπως διαπιστώθηκε και στις 15 Δεκέμβρη με την άρνησή τους να προκηρύξουν πανεργατική απεργία για τον προϋπολογισμό, η ΕΡΓΑΣ και ο Εκπαιδευτικός Όμιλος πρέπει να απευθύνουν κάλεσμα δράσης σε πρωτοβάθμια σωματεία, να προχωρούν σε συντονισμό των δυνάμεών τους για να πιέσουν σε αυτή την κατεύθυνση και, αν τα ανώτερα συνδικαλιστικά όργανα αρνηθούν, τότε τα συνδικάτα δίνοντας τη μάχη της πιο πλατιάς συμμετοχής να προχωρούν σε ανάληψη αγωνιστικών πρωτοβουλιών, όπως ακριβώς έπραξαν και στις 15 Δεκέμβρη. Από κει και πέρα, αν μπροστά στα αλλεπάλληλα αντιλαϊκά μέτρα, στη βάναυση καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών και στην ανάγκη να καταγγελθεί το όργιο βίας και καταστολής, συλλήψεων και διώξεων, δεν διαμορφώνονται όροι και προϋποθέσεις να οργανωθεί μέσα από σωματεία και ομοσπονδίες μια ευρύτερη αγωνιστική κινητοποίηση, τότε μπορούν να γίνουν συμπράξεις και συνεννοήσεις για τη συμπόρευση ενός αγωνιστικού δυναμικού ενάντια στην κυβερνητική επίθεση.
Με εμπιστοσύνη στη δύναμη του λαϊκού αγώνα, στη δύναμη των μαζών
7. Το Μ-Λ ΚΚΕ αντιμετώπισε τη νέα πολιτική πραγματικότητα και την απότομη αλλαγή των συνθηκών με άμεσο, σταθερό και αποφασιστικό τρόπο. Τα μέλη του Μ-Λ ΚΚΕ και της Πορείας ανταποκρίθηκαν με αγωνιστικό πνεύμα στη δύσκολη κατάσταση. Εδώ και δέκα μήνες, και από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης του πρώτου lockdown το Μάρτη 2020, καταγγείλαμε την πολιτική της κοινωνικής καραντίνας και των απαγορεύσεων ως μια πολιτική που, με πρόσχημα την πανδημία, έρχεται να επιβάλει ένα καταιγισμό αντεργατικών μέτρων και ένα αντιδραστικό καθεστώς καρατόμησης των δημοκρατικών, συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών, αστυνομικής βίας και καταστολής. Οι κυβερνητικές απαγορεύσεις των «συναθροίσεων σε όλη την επικράτεια» στις 17 Νοέμβρη για το Πολυτεχνείο, στις 6 Δεκέμβρη κατά την επέτειο της δολοφονίας του μαθητή Γρηγορόπουλου, και η αποκάλυψη πως δεν υπήρχε καμιά υπόδειξη της υπεύθυνης επιτροπής υγειονομικών για απαγόρευση αυτών των διαδηλώσεων, δείχνει, ακόμη και στον πιο αθώο, την ορθότητα αυτής της θέσης. Μιας θέσης που το Μ-Λ ΚΚΕ στήριξε δέκα μήνες τώρα, κόντρα στις αφόρητες πιέσεις του συστήματος, αλλά και στις πιέσεις που δημιουργούσε η αποδοχή, η ανοχή και σε ορισμένες περιπτώσεις η ανοιχτή στήριξη και η συμβολή στην πολιτική των απαγορεύσεων από τα επίσημα ρεφορμιστικά κόμματα της «αριστεράς», αλλά και από εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις που έκαναν σημαία τους το «μετά θα λογαριαστούμε».
Σε όλα τα σωματεία και τους συλλόγους που δραστηριοποιούνται σύντροφοι και φίλοι του Μ-Λ ΚΚΕ και των παρατάξεών του, δόθηκε η μάχη για να ληφθούν αποφάσεις για κινητοποιήσεις ενάντια στις απαγορεύσεις. Η στάση του Μ-Λ ΚΚΕ, τα δημόσια καλέσματά του για πραγματοποίηση συγκεντρώσεων και αντιιμπεριαλιστικών διαδηλώσεων, που αρκετές μέρες πριν με αφίσες και πανό γνωστοποιούσε, οι πανελλαδικές καμπάνιες και πικετοφορίες του, η δράση και η παρέμβαση των συντρόφων στο μαζικό κίνημα, η έμπρακτη στήριξη της ΕΡΓΑΣ στον αγώνα των υγειονομικών στις πύλες των νοσοκομείων, το αγωνιστικό πνεύμα που εκφράστηκε στις απαγορευμένες διαδηλώσεις τη μέρα του Πολυτεχνείου και στις απαγορευμένες συγκεντρώσεις στην απεργία της 26 Νοέμβρη και για την απεργία στις 15 Δεκέμβρη, η αγωνιστική συμμετοχή της Πορείας και του Εκπαιδευτικού Ομίλου στις φοιτητικές και εκπαιδευτικές κινητοποιήσεις στις 17 Δεκέμβρη και 14 Γενάρη, συνέβαλαν -στο μέτρο που μας αναλογεί- στο σπάσιμο των φασιστικών απαγορεύσεων.
Δίνοντας τη μάχη ενάντια στη γραμμή της προσαρμογής στις «συμβολικές εκδηλώσεις» που έσερνε ο ποικιλώνυμος ρεφορμισμός, υπηρετήθηκε η γραμμή της πίστης στη δύναμη του λαϊκού κινήματος και των αγώνων του. Γιατί μόνο το λαϊκό κίνημα, και κανείς άλλος στο όνομά του, είναι αυτό που μπορεί να σταματήσει και να ανατρέψει αυτή την πολιτική. Σε αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσει το Μ-Λ ΚΚΕ την πάλη του στα πλαίσια του μαζικού κινήματος και ταυτόχρονα θα αναπτύξει την ανεξάρτητη, αυτοτελή πολιτική του δράση, πυκνώνοντας τις πανελλαδικές προπαγανδιστικές καμπάνιες και εξορμήσεις του στο κέντρο και τις συνοικίες, δυναμώνοντας το μέτωπο αντιπαράθεσης ενάντια σε λαθεμένες και επιζήμιες θέσεις και αντιλήψεις. Πιάνοντας παράλληλα το νήμα των οργανωτικών καθηκόντων που έθεσε η προηγούμενη συνεδρίαση της ΚΕ, τον Οκτώβρη 2020, και ιδιαίτερα αυτό που πρέπει πιο αποφασιστικά να έρθει στο επίκεντρο της κομματικής μας ζωής, παρά τα προβλήματα της πανδημίας, αυτό της σύνδεσης με τον κόσμο γύρω μας, την ενίσχυση των πολιτικών και οργανωτικών δεσμών μαζί του, την οργανωτική ανάπτυξη και την κομματική οικοδόμηση.
Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε ότι παραμείναμε στέρεοι και μάχιμοι, μπροστά στην απότομη αλλαγή της πολιτικής κατάστασης, σε συνθήκες αστυνομικών απαγορεύσεων, βίας και τρομοκρατίας και, παρά τις μικρές μας δυνάμεις, με αντοχή και σταθερότητα, δείξαμε ότι το Μ-Λ ΚΚΕ είναι μια μάχιμη κομμουνιστική δύναμη με ιδεολογικοπολιτικά εφόδια και εξοπλισμό που του επιτρέπουν να προχωρά μπροστά, ξεπερνώντας εμπόδια και δυσκολίες.
ΓΕΝΑΡΗΣ 2021
Η ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr