Η μυρωδιά φρέσκιας μπογιάς σε τυχαίο τοίχο λόγος ξαφνικού ελέγχου από την αστυνομία

της Γεωργίας Κριεμπάρδη

«Ακόμη δεν έχει στεγνώσει το μελάνι από την απόφαση του δικαστηρίου για τον Λιγνάδη και παίρνετε μια καταδικαστική απόφαση για τέσσερα παιδιά που ομορφαίνουν ένα κτίριο;» διερωτήθηκε η αντιπρόεδρος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ), Μάρθα Κορίτσογλου, που βρέθηκε στο δικαστήριο ως μάρτυρας υπεράσπισης τεσσάρων νέων που κατηγορούνταν για το …αδίκημα βανδαλισμού δημόσιας περιουσίας- συγκεκριμένα γκραφίτι σε τοίχο. Μόνο που τα παιδιά ήταν περαστικοί. Βρέθηκαν πάνω τους σπρέι -διαφορετικού χρώματος από το σχέδιο για το οποίο κατηγορήθηκαν- και στήθηκε ένα σαθρό κατηγορητήριο για ένα σχέδιο στο Θησείο, ενώ εκείνοι είχαν ομορφύνει με εικαστικό εγκαταλελειμμένο κτίριο στην Πειραιώς.

Τέσσερις νέοι, εκ των οποίων οι τρεις είναι αριστούχοι φοιτητές σχολών Καλών Τεχνών και ο τέταρτος τελειόφοιτος ΤΕΙ κι εργαζόμενος, τελικώς καταδικάστηκαν σε 6 μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Επιμελητήριο, την Παρασκευή 15/7 στον σταθμό ΗΣΑΠ στο Θησείο η παρέα των τεσσάρων νέων περικυκλώθηκε και δέχθηκε, ξαφνικά και απρόκλητα, επιθετική συμπεριφορά και έρευνα από ομάδα 12 περίπου αστυνομικών που επέβαιναν σε μοτοσυκλέτες. Τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν στο αυτόφωρο με την κατηγορία της διακεκριμένης φθοράς ξένης περιουσίας (σχέδιο σε τοίχο -γκραφίτι- εν προκειμένω). Το μόνο στοιχείο που είχαν ήταν τα σπρέι που βρέθηκαν μετά από σωματική έρευνα στις τσάντες των φοιτητών, οι οποίοι εξήγησαν ότι είχαν ζωγραφίσει σε εγκαταλελειμμένο κτίριο στην οδό Πειραιώς -σε εγκαταλελειμμένο κτίριο επαναλαμβάνουμε κι όχι σε υπό στενή έννοια δημόσιο χώρο-. Το δικαστήριο τους καταδίκασε σε έξι μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή, παρά την πρόταση της εισαγγελέως να αθωωθούν οι κατηγορούμενοι λόγω αμφιβολιών, παρότι ο μάρτυρας αστυνομικός, έπεσε σε αντιφάσεις και ήταν καταφανές ότι υπήρχε μόνο η ένδειξη των σπρέι στις τσάντες. Αντίθετα οι νέοι έδειξαν στο δικαστήριο το εικαστικό έργο που είχαν κάνει στην Πειραιώς, καθώς και άλλων έργων που έχουν πραγματοποιήσει στο παρελθόν -όπως δημοσιεύει το Επιμελητήριο. 

Η κα. Κορίτσογλου, που κατέθεσε το δικαστήριο, περιέγραψε όσα διαδραματίστηκαν στη δικαστική αίθουσα. «Εμάς μας ειδοποίησε για την υπόθεση ο καθηγητής ενός παιδιού κι εγώ πήγα ως αντιπρόεδρος του ΕΕΤΕ να υποστηρίξω την αξία αυτής της τέχνης. Τώρα, όσο γι’ αυτά που έγιναν εκείνη την Παρασκευή, μια παρέα τεσσάρων παιδιών έγινε “στόχος” αστυνομικών που περνούσαν από το Θησείο μετά από ημέρα διαδηλώσεων και επεισοδίων. Οι αστυνομικοί, προφανώς έρχονταν “φτιαγμένοι” από τα επεισόδια και βρήκαν …εύκολα θύματα. Χωρίς κανέναν λόγο έκαναν έρευνα στα παιδιά με βίαιο τρόπο. Βρήκαν πολύχρωμα σπρέι στα σακίδιά τους και το “αστείο” είναι ότι το γκράφιτι στο Θησείο για το οποίο …κατηγορήθηκαν ήταν μονοχρωματικό. Βασικά, ήταν ένα γράμμα. Τι ανάγκη έχουν τέσσερις καλλιτέχνες να πάνε να γράψουν ένα γράμμα; Η πολιτική αγωγή παρά τα όσα άκουσε επέμεινε στη μήνυση… Επίσης, ο αστυνομικός που ήρθε στο δικαστήριο να καταθέσει έπεσε σε αντιφάσεις. Ρωτήθηκε τι τον έκανε να ψάξει τα παιδιά και είπε “εε τους είδαμε όλους μαζί μπροστά από έναν τοίχο με γκράφιτι”. Μετά είπε ότι “κατάλαβε πως ήταν εκείνης της ώρας το γκράφιτι γιατί μύριζε φρέσκια μπογιά”, χωρίς να έχουν δει ποιος το έκανε ωστόσο».

Το ΤΡΡ επιβεβαίωσε το περιστατικό από μάρτυρα που ήταν εκεί. Τα παιδιά ήταν σε απόσταση 100μ. περίπου από τον τοίχο εκεί στο Θησείο, αστυνομικοί της ομάδας ΔΕΛΤΑ τους πλησίασαν για έλεγχο, τους πήγαν στο τμήμα για «εξακρίβωση στοιχείων», ενώ είχαν δείξει τις ταυτότητές τους και δε βρέθηκε κάτι ύποπτο πάνω τους. Τους άφησαν περί τις 4 ώρες στο τμήμα και ο επικεφαλής της ομάδας ΔΕΛΤΑ κίνησε αυτεπάγγελτα τη νομική διαδικασία, πήρε τηλέφωνο τον σταθμάρχη του ΗΣΑΠ και είπε “νομίζω πως τέσσερα παιδιά έκαναν κάτι”. Οι κατηγορίες που αποδόθηκαν στα παιδιά και η συζήτηση στο δικαστήριο, με τα “πειστήρια” των αστυνομικών θύμιζε περισσότερο συζήτηση καφενείου, ότι “κάποιοι νομίζω έκαναν κάτι”.

Η θέση της αντιπροέδρου του ΕΕΤΕ είναι ξεκάθαρη: δε νοείται να κατηγορούνται καλλιτέχνες ότι μουτζουρώνουν τους δρόμους και βανδαλίζουν το δημόσιο έργο. Οι καλλιτέχνες κάνουν τέχνη, θέλουν έργα να επικοινωνούν με το κοινό, να περνάνε μηνύματα, να καυτηριάζουν-σχολιάζουν την επικαιρότητα μέσα από τη ζωγραφική.

«Με ρώτησαν στο δικαστήριο “μα καλά, δε χρειάζεται άδεια για να βάψεις έναν τοίχο;”» μου είπε, με την ίδια να απαντά πως πλέον δήμοι, ακόμα και διευθυντές σχολείων καλούν καλλιτέχνες να ζωγραφίσουν τοίχους κτηρίων.  Θυμίζει μάλιστα τον Bansky, τον σπουδαιότερο κατά πολλούς street artist. Mιλάει για ένα βαθιά σκοταδιστικό κράτος, το ελληνικό. «Δε θέλουν τον πολιτισμό. Θέλουν μια νέα γενιά άβουλη. Θέλουν να βουλώνουν τα στόματα των παιδιών που έχουν κάτι να πουν, των ανήσυχων νέων». 

Κι είναι πολλά τα εικαστικά που βλέπουμε στους δρόμους καθημερινά. Άλλα γλυκανάλατα, άλλα για εκείνη τη Μαρία που ακόμη κάποιος την αγαπά, άλλα που κοσμούν ολόκληρα κτίρια με συνθέσεις που στηλιτεύουν με τον δικό τους τρόπο τη ζοφερή πραγματικότητα που ζούμε. Είναι άλλα που όποιος περνάει τα φωτογραφίζει κι άλλα που κάποιοι θέλουν να τα κουκουλώσουν, όχι γιατί είναι άσχημα, αλλά γιατί περνάνε στο κοινό αλήθειες -αλήθειες που στο κράτος με τα λάθη του δεν αρέσουν. Κριτής της τέχνης είναι πάντα το κοινό. Κι είναι πάντα υποκειμενικό της κριτήριο.

πηγή: thepressproject.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το