21 Απρίλη 1967 21 Απρίλη 2023:  56 χρόνια μετά. Οι αναμνήσεις ενός έφηβου απ’ τις πρώτες στιγμές του πραξικοπήματος

Ήταν 6 η ώρα ξημερώματα όταν ξαφνικά η μάνα μου με ξύπνησε απότομα και με αγωνία το πρωί εκείνης της αποφράδας ημέρας του Απρίλη. Ξύπνα μου φώναξε! Έγινε πραξικόπημα! Νέος μόλις 15 χρονών, θύμωσα με το απότομο πρωινό ξύπνημα και γύρισα απ’ την άλλη να ξανακοιμηθώ. Ξύπνα μου ξαναφώναξε! Δεν καταλαβαίνεις τι σου λέω. Έγινε πραξικόπημα.

Εξακολουθούσα να μην καταλαβαίνω. Άλλωστε η ηλικία μου και οι εμπειρίες δεν ήταν αρκετές για να χωνέψω τότε τι ακριβώς σήμαινε και η λέξη πραξικόπημα. Όμως η μάνα μου επέμενε και γι’ αυτό αναγκάστηκα να σηκωθώ. Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν τα εμβατήρια που έπαιζε συνεχώς το ραδιόφωνο, αλλά και η αυταρχική φωνή του εκφωνητή, που με στόμφο μας ανακοίνωνε ότι «αι ένοπλαι δυνάμεις ανέλαβαν την ευθύνη να σώσουν την πατρίδα απ’ τον κομμουνιστικό κίνδυνο και την αναρχία»!

Δεν είχε πάει καλά- καλά 7 το πρωί και η μάνα μου με έστειλε στο φούρνο να πάρω ψωμί. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση αυτή της η εντολή, αλλά χωρίς άλλη κουβέντα πήγα. Πίστευα ότι ο φούρναρης θα με κοίταζε περίεργα για την τόσο πρωινή μου επίσκεψη και ότι θα ήμουν ίσως ο πρώτος του πελάτης. Όμως βρέθηκα μπροστά σε μια εικόνα που ούτε καν μπορούσα να την φανταστώ. Πάνω από 30 άλλοι νέοι και μεγαλύτεροι ήταν στη γραμμή για να πάρουν ψωμί και ένας αστυφύλακας επιτηρούσε για τα ψώνια επιτρέποντας να αγοράσουμε μόνο μία φραντζόλα ψωμί!

Αυτό το πρωινό σοκ που μου απαγόρευε να πάρω έστω δύο φραντζόλες ψωμί, αυτή η πρώτη εμπειρία με τη διχτατορία, μου έδωσε να καταλάβω ότι κάτι πολύ σοβαρό συνέβαινε και ότι είχε πολύ δίκιο η μάνα μου που ήταν τόσο πολύ ανήσυχη. Με το πέρασμα της μέρας ένιωθες όλο και περισσότερο ότι κάτι δεν πάει καθόλου καλά. Κάτι είχε αλλάξει απότομα στη ζωή μας, κάτι που θα μας σημάδευε για πολλά χρόνια κατόπιν.

Στη φτωχογειτονιά που έμενα, στην Άνω Δάφνη, έβλεπες μόνο παιδιά να κυκλοφορούν στους δρόμους όπου συνηθίζαμε να παίζουμε, αλλά όλοι ήταν απορημένοι με το τι ακριβώς γίνεται. Οι μεγαλύτεροι μπαινόβγαιναν βιαστικά στα σπίτια τους. Ελάχιστα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν στους δρόμους. Άλλωστε τότε ούτως ή άλλως πολύ λίγα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν στις γειτονιές και πολύ περισσότερο στις φτωχογειτονιές.

Και ξαφνικά, εκεί που χαζεύαμε στο δρόμο, εμφανίστηκε το περιπολικό της αστυνομίας μπροστά στο σπίτι ενός γείτονα και αφού μπήκαν στο σπίτι, σε λίγο βγήκαν έξω έχοντας το Νικήτα, έναν ηλιοκαμένο οικοδόμο, ανάμεσα τους και το έβαλαν στο περιπολικό. Ρώτησα απορημένος τη μάνα μου. Πού τον πάνε τον κυρ Νικήτα; Και η μάνα μου μου απάντησε. Τον πάνε εξορία παιδί μου! Ήταν το δεύτερο μεγάλο σοκ που ένιωσα την αποφράδα εκείνη ημέρα της 21ης Απρίλη το 1967.  

Πέρασε το μεσημέρι, «πήξαμε» απ’ τα εμβατήρια στο ραδιόφωνο και τα διαγγέλματα που μας έκαναν να νιώθουμε όλο και πιο περίεργα για τους μεγάλους κινδύνους που μας είχαν περικυκλώσει και δεν είχαμε καταλάβει και ήρθε το απόγευμα προς το βράδυ. Είχαμε βέβαια ακούσει τα καλά νέα της απαγόρευσης της κυκλοφορίας, αν και δεν το πολυπιστεύαμε. Γρήγορα όμως οι σειρήνες των περιπολικών και οι απειλές απ’ τα μεγάφωνά τους μας έπεισε ότι αυτοί δεν αστειεύονται και πραγματικά πια άρχισα να καταλαβαίνω από ποιους κινδυνεύουμε!

Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η ζωή μου με την πρώτη γνωριμία της «εθνοσωτηρίου επαναστάσεως» που μας έβαλε στο γύψο για 7 ολόκληρα χρόνια και με τις τραγικές συνέπειες που προκάλεσε στο λαό μας. Όμως οι πρώτες επαφές μου με το πραξικόπημα και οι πρώτες μου εμπειρίες έδειξαν απ’ την πρώτη στιγμή την πραγματικότητα. Γιατί όπως λέει και ο λαός μας: Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται!

Γιώργος Σόφης, ένας έφηβος του 1967   

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το