Το αφοπλιστικότερο τραγούδι των κυρίαρχων τάξεων, που δυστυχώς επαναλαμβάνουν οι κυριαρχούμενοι, οι εργάτες και ο απλός λαός, είναι ότι «δε γίνεται τίποτα», «οι ελπίδες στέρεψαν», πως η ματαιότητα βασιλεύει και πως τα πράγματα δεν αλλάζουν. Αυτό το νανούρισμα ακούγονταν αιώνες επί αιώνων ακόμα κι όταν κλονίζονταν θρόνοι, βασιλιάδες και ριζωμένες πεποιθήσεις. Γιατί οι «από πάνω» έχουν κάθε λόγο να βάλουν τους «από κάτω» να σκέφτονται αδιέξοδα ή με ξένα υλικά, να βλέπουν τον κόσμο με δανεικά μάτια. Η πάλη λοιπόν ανάμεσα σε αντίπαλες ή εχθρικές τάξεις δε γίνεται μόνο με την απεργία, τη διαδήλωση ή –πολύ περισσότερο- την επανάσταση. Γίνεται και «μέσα στο κεφάλι» μας, αφορά τις αντιλήψεις, τις γνώσεις μας και τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Αν το γενικεύσουμε αφορά την κοσμοαντίληψη, δηλαδή την κοσμοθεωρία μας. Ο καθένας διαθέτει μια κοσμοαντίληψη. Άλλος πιο ολοκληρωμένη, άλλος πιο κομματιαστή και σπερματική. Ο τρόπος που σκεφτόμαστε, ακόμα κι όταν είναι αντιφατικός και αλληλοσυγκρουόμενος, δείχνει μια ορισμένη μέθοδο, έναν τρόπο πρόσληψης και ανάλυσης πραγμάτων, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι σκεφτόμαστε όχι τυχαία, ασύνδετα και «όπως λάχει», αλλά διατηρώντας μία βασική μέθοδο που σχετίζεται με την κοσμοαντίληψη (κοσμοθεωρία) μας και προσεγγίζουμε ορισμένα ζητήματα από την πλευρά της διαλεκτικής σκέψης, δηλαδή μιας επιστημονικής υλιστικής αντίληψης. Αυτά τα ζητήματα είναι οι αντιθέσεις, η μορφή, το περιεχόμενο, η σχέση αιτίας-αποτελέσματος, η διάκριση τύχης και ανάγκης, η σχέση ανάγκης κι ελευθερίας. Δεν εξαντλούμε το θεματολόγιο. Το ανοίγουμε.
Οι αντιθέσεις
Δεν υπάρχει ζωή χωρίς αντιθέσεις και δεν υπάρχει εξέλιξη χωρίς αυτές. Ο νόμος της ενότητας και πάλης των αντιθέσεων είναι η «καρδιά» και ο πυρήνας της διαλεκτικής σκέψης. Στην κλασική ελληνική αρχαιότητα, οι φιλόσοφοι πρόγονοί μας προσπάθησαν να εξηγήσουν τη διαρκή εξέλιξη των πραγμάτων. Φυσικά δεν είχαν στο οπλοστάσιό τους τις σύγχρονες γνώσεις, τη γνώση της έλξης (βαρύτητα), την πίεση της ακτινοβολίας, τη θετική και αρνητική φόρτιση στον τομέα της ηλεκτρολογίας, ωστόσο με αρχή τον Ηράκλειτο και σ’αντίθεση με τη σκέψη του στατικού ιδεαλιστή Πλάτωνα, διαπίστωσαν ότι «τα πάντα ρει» και αυτό συμβαίνει διότι υπάρχουν εσωτερικές αντίθετες δυνάμεις που τα κινούν. Ένα φρούτο είναι ένα φρούτο, λέει ο ιδεαλιστής φιλόσοφος. Ένα φρούτο έχει μέσα του δυνάμεις φθοράς που θα το σαπίσουν αύριο, θ’αλλάξει, θα μυρίσει αλλιώτικα, λέει ο διαλεκτικός παρατηρητής. Στην κοινωνική εξέλιξη ισχύουν τα ίδια. Το καπιταλιστικό σύστημα είναι διαιρεμένο σε τάξεις, με βασικές αυτήν των καπιταλιστών και των εργατών. Η σύγκρουση ανάμεσά τους λύνεται προσωρινά με τη νίκη της εργατικής τάξης και τον σοσιαλισμό. Αλλά οι αντιθέσεις συνεχίζονται, όπως απέδειξε περίτρανα η καπιταλιστική παλινόρθωση, αποσβολώνοντας τους ρεβιζιονιστές και δικαιώνοντας απόλυτα τους μαρξιστές-λενινιστές και την κινέζικη πολιτιστική επανάσταση. Ακόμα και στον κομμουνισμό που είναι ένα ανώτερο κοινωνικό σύστημα θα υπάρχουν αντιθέσεις, μόνο που θα είναι άλλου τύπου. Πχ η αντίθεση ανάμεσα στο νέο και το παλιό ή το σωστό και το λαθεμένο, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς πάλη των αντιθέσεων. Ο Λένιν συνόψιζε αυτήν τη θέση του διαλεκτικού υλισμού ως εξής: «Εξέλιξη είναι η πάλη των αντιθέσεων» και ο Μάο ανέπτυξε σε ανώτατο επίπεδο και με οξυδερκή τρόπο το κεφάλαιο «αντιθέσεις».
Ουσία και μορφή (φαινόμενο)
Γύρω από τη σχέση περιεχομένου και μορφής, έχουν γίνει και γίνονται αναρίθμητες συζητήσεις και δεν αφορούν μόνο στο χώρο της τέχνης και της αισθητικής. Η ουσία των πραγμάτων εκδηλώνεται (φαίνεται) με τη μορφή τους, ωστόσο δεν ταυτίζεται με αυτήν. Βλέπουμε πχ τον ήλιο να περιστρέφεται γύρω από τη γη αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια· συμβαίνει το αντίθετο. Γι’αυτόν το λόγο παρεμβάλλεται και αναπτύσσεται η επιστήμη, δηλαδή η βαθύτερη ανάλυση και σχέση των πραγμάτων. Ο Μαρξ έγραφε πως αν η μορφή εμφάνισης και η ουσία των πραγμάτων συνέπιπταν, τότε η επιστήμη θα ’ταν περιττή. Ωστόσο, η ουσία και η μορφή δεν χωρίζονται με «σινικά τείχη». Αποτελούν μία διαλεκτική ενότητα γεμάτη αντιθέσεις με καθοριστική και δεσπόζουσα την πλευρά της ουσίας. Η μορφή αποτελεί τον δευτερεύοντα πόλο στη διαλεκτική ενότητα αλλά με τη σειρά της λειτουργεί προωθητικά και ανασταλτικά στην ουσία των πραγμάτων. Όταν ο Δ.Σολωμός γράφει για την «ελευθερία» δίνει ένα ανώτατο εθνικό περιεχόμενο στη σύλληψή της και ξεπερνάει έτσι τον «τυχαίο» ποιητή που ασχολείται με το ίδιο θέμα. Όταν ο αυθορμητισμός κάθε λογής μιλάει για το «χρέος», τα «επαναστατικά συμβούλια», τη «συμμετοχή» και τη «διαμεσολάβηση», ξεκόβει την ουσία από τη μορφή, απολυτοποιεί το δεύτερο, μιλάει «καθεαυτά» χωρίς το περιεχόμενό τους, ακριβώς όπως κάνουν οι αστοί πολιτικοί και δημοσιολόγοι όταν μιλάνε για το κοινοβούλιο και τον ύπατο ρόλο του. Η ουσία και η μορφή αποτελούν τα δύο βασικά συστατικά ολόκληρου του είναι και πουθενά δεν υπάρχει περιεχόμενο χωρίς μορφή ή αντίστροφα (εκτός κι αν γίνουμε ιδεαλιστές και μιλάμε για το πνεύμα). Στην κοινωνία που ζούμε, οι παραγωγικές δυνάμεις (εργαλεία, γη, τεχνική, άνθρωποι) και η μορφή (παραγωγικές σχέσεις-σχέσεις ιδιοκτησίας) δημιουργούν μια εκρηκτική αντίθεση που μπορεί να λυθεί μόνο με ανατροπή-επανάσταση.
Αιτία και αποτέλεσμα
Αν θεωρήσουμε ότι υπάρχουν γεγονότα (στην ιστορία) και πράγματα (στη φύση) χωρίς αιτία, τότε αναπόδραστα θα πέσουμε στον σχετικισμό και τον αγνωστικισμό. Όλα τα γεγονότα και τα φαινόμενα συνδέονται με προηγούμενα γεγονότα και όλα τα πράγματα έχουν μια αιτία. Η σχέση αιτίας και αποτελέσματος (αλληλουχία) είναι ένας βασικός τρόπος για να βλέπουμε τα πράγματα και να συνδέουμε τα γεγονότα που από πρώτη ματιά δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Αυτός ο τρόπος ερμηνείας δεν έχει τίποτα το κοινό με τη θεοκρατική τελεολογία. Σύμφωνα με αυτήν υπάρχει ένας σκοπός (τέλος) στο «μυαλό» του θεού και τα πράγματα κινούνται σύμφωνα μ’αυτόν το σκοπό. Η διαλεκτική όμως αλληλουχία μας υποδεικνύει πως μια αιτία προϋποθέτει μια προηγούμενη και πως στην πολυπλοκότητα των γεγονότων ένα αποτέλεσμα γεννά ένα επόμενο κ.ο.κ. Η σύνδεση αιτίας και αποτελέσματος δεν είναι μια αριθμητική και μηχανική πράξη, ούτε αποτυπώνεται φωτογραφικά εκτός κι αν έχουμε ένα φυσικό τόπο (πχ το βράσιμο του νερού στους 100 βαθμούς). Αν οι λεγόμενες πλατείες το 2011, 2012 οδήγησαν στην ενδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ και η απόγνωση των μικροαστών «τρυγήθηκε» από τον Τσίπρα, αυτό οφείλεται και στην απουσία κομμουνιστικής αριστεράς άρα το ζήτημα δεν είναι απλό και η συνάρτηση αιτίας κι αποτελέσματος οφείλει να λάβει υπόψιν της όλες τις παραμέτρους. Ορισμένες φορές, όταν προσπαθούμε να βρούμε το κλειδί της συνάρτησης αίτιο-αποτέλεσμα, ξεχνάμε τον παράγοντα «ίδιοι όροι» και γενικεύουμε με απολυτότητα πέφτοντας σε λάθη. Ο παράγοντας εργοδοτική πίεση και αυταρχισμός θα οδηγήσει σε συσπείρωση και απάντηση των εργαζομένων «εάν κι εφόσον». Η εργοδοτική πίεση και ο αυταρχισμός είναι «ικανή» αλλά όχι απαραίτητα και αναγκαία συνθήκη για να υπάρξει ξεσηκωμός. Τα Ορλωφικά γεγονότα πριν την επανάσταση του 1821 κατέληξαν σε τραγωδία γιατί δεν είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για το ποθούμενο αποτέλεσμα και οι αγώνες του σήμερα θα γυρίζουν σαν σε μαγγανοπήγαδο όσο δεν υπάρχει μαζικός επαναστατικός κομμουνιστικός φορέας για να φτάσουμε στο αναγκαίο αποτέλεσμα.
Τύχη και αναγκαιότητα
Αν ο κόσμος μας, φυσικός και κοινωνικός, ήταν ένα άθροισμα ξεχωριστών και ασύνδετων πραγμάτων, «λίθων, πλίνθων και κεράμων ατάκτως ερριμμένων» τότε το τυχαίο θα βασίλευε. Αλλά δεν είναι έτσι. Τα υπαρκτά πράγματα γεννήθηκαν από αιτίες. Αυτό σημαίνει ότι είναι και αναγκαία; Όχι βέβαια. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος έχει αιτίες αλλά δεν είναι διόλου αναγκαίος, ο φασισμός, η πείνα και η εκμετάλλευση το ίδιο. Το λεγόμενο τυχαίο δεν είναι αυτοτελές και αυτοδύναμο φαινόμενο, δεν υπάρχει από μόνο του όπως νομίζουν ορισμένοι. Το φαινομενικά τυχαίο βρίσκεται σε μία αλληλουχία πραγμάτων, συναρτάται με πράγματα που άλλοτε είναι γνωστά, άλλοτε όχι. Αυτό που φαντάζει τυχαίο, είναι απότοκο βαθύτερων διεργασιών που ενδεχομένως δεν έχουν διερευνηθεί. Αν ο άνθρωπος έχει αλεύρι, νερό και φωτιά μπορεί να φτιάξει ψωμί. Αλλιώς θα πιστεύουμε στο θαύμα και στον πολλαπλασιασμό των άρτων από τον Χριστό στην Κανά της Γαλιλαίας. Η επιστήμη ούτε πιστεύει, ούτε ασχολείται με τα θαύματα, το αφήνει στη μεταφυσική και στις προλήψεις. Η αναγκαιότητα, λοιπόν, είναι μία ανάγκη που έγινε γνωστή στην κοινότητα των ανθρώπων. Ορισμένοι υλιστές, παραμένοντας στο στάδιο μιας απλοϊκής σκέψης, μεταφέρουν αυτόματα (με μηχανιστικό τρόπο) την αναγκαιότητα από το φυσικό στο κοινωνικό πεδίο. Έτσι λένε λοιπόν «πως ο σοσιαλισμός θα ’ρθει οπωσδήποτε». Χωρίς, όμως, τη συνειδητή παρέμβαση του υποκειμενικού παράγοντα η υπέρβαση του σημερινού συστήματος παραπέμπεται στις…ελληνικές καλένδες και στο βάθος του αιώνα. Έτσι που η «σιδερένια αναγκαιότητα» αποδεικνύεται απλώς ευχή. Ο Φ. Ένγκελς, στο παρακάτω εκτεταμένο απόσπασμα, στο έργο του «Διαλεκτική της φύσης», ανασκευάζει τη «σιδερένια εξέλιξη» ως εξής: «Σύμφωνα με την άποψη αυτή, κυριαρχεί μονάχα η απλή, η άμεση αναγκαιότητα. Το ότι αυτός ο λοβός περιέχει πέντε μπιζέλια κι όχι τέσσερα ή έξι, το ότι η ουρά αυτού του σκύλου έχει πέντε δάχτυλα μάκρος, το ότι τούτο το χρόνο γονιμοποιήθηκε από μια μέλισσα αυτό το άνθος του τριφυλλιού κι όχι το άλλο, και μάλιστα από αυτήν τη συγκεκριμένη μέλισσα και σ’αυτό το συγκεκριμένο χρόνο, το ότι αυτός ο συγκεκριμένος σπόρος φύτρωσε κι όχι ο άλλος, το ότι εμένα χθες τη νύχτα με τσίμπησε ένας ψύλλος στις τέσσερις η ώρα το πρωί κι όχι στις τρεις ή στις πέντε και μάλιστα στον δεξί ώμο κι όχι στην αριστερή μου γάμπα – όλα αυτά είναι γεγονότα που προκλήθηκαν από μια αναμφισβήτητη αλυσίδα, από αιτίες κι αποτελέσματα, από μια αδιασάλευτη αναγκαιότητα, έτσι μάλιστα, που ήδη η σφαίρα αερίων απ’την οποία διαμορφώθηκε το ηλιακό σύστημα ήταν τέτοιας φύσης ώστε τα γεγονότα έπρεπε να συντελεστούν έτσι και όχι αλλιώς. Μ’αυτό το είδος αναγκαιότητας δεν απαλασσόμαστε και πάλι από τη θεολογική αντίληψη της φύσης… Όσο καιρό εμείς δεν μπορούμε ν’αποδείξουμε σε τι οφείλεται ο αριθμός των μπιζελιών των λοβών, ο αριθμός αυτός παραμένει τυχαίος…Η επιστήμη που θα έθετε σα στόχο της να παρακολουθήσει προς τα πίσω την περίπτωση του ξεχωριστού λοβού με τα μπιζέλια σε ολόκληρη την αιτιακή του αλυσίδα, δε θα ήταν πλέον επιστήμη αλλά καθαρό παιχνίδι. Εδώ το τυχαίο δεν εξηγείται λοιπόν από την αναγκαιότητα, κάτι περισσότερο, η αναγκαιότητα υποβαθμίζεται απλώς σε προϊόν του τυχαίου… Για το ξεχωριστό ζώο είναι τυχαίο το πού αυτό γεννήθηκε, ποιο περιβάλλον βρίσκει στη ζωή, ποιοι και πόσοι εχθροί το απειλούν. Για το φυτό μητέρα είναι τυχαίο το προς τα πού ο άνεμος σκόρπισε το σπόρο του, για το θυγατρικό φυτό είναι πάλι τυχαίο το πού ο σπόρος του βρίσκει γόνιμο έδαφος από το οποίο και κατάγεται και η διαβεβαίωση ότι όλα βασίζονται τάχα εδώ σε μία απαραβίαστη αναγκαιότητα είναι μία φτωχική παρηγοριά».
Είναι, λοιπόν, η επιστήμη και οι προσπάθειες των ανθρώπων να εισχωρήσουν στα άδυτα των αδύτων της φύσης εκείνες που μπορούν να βρουν τις λογικές ακολουθίες, να βάλουν το τυχαίο σ’ένα κάδρο ευρύτερων συναρτήσεων και ν’ανακαλύψουν, πίσω από τη φαινομενική τυχαιότητα, τους νόμους της εξέλιξης. Μ’ άλλα λόγια, στη φαινομενική αταξία κι αρρυθμία να δώσουν λογικές εξηγήσεις. Είναι αυτός άλλωστε ο λόγος που η θεολογία και η εκκλησία μίσησαν όσο τίποτε άλλο τις επιστήμες και τα συμπεράσματά τους. Γιατί στη θέση ενός υπερβατικού απόκοσμου κι απομακρυσμένου θεού η αληθινή επιστήμη και οι τίμιοι επιστήμονες έβαζαν τη λογική και τα εξηγήσιμα πράγματα.
Πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr