Πρωί-πρωί η Μαρίνα κατέβηκε στην ψαραγορά, παραδοσιακά, μέρες που είναι, σκέφτηκε, να μαγειρέψει φρέσκο ψάρι. Οι πάγκοι μπροστά της ήταν γεμάτοι από αλιεύματα και οι πωλητές διαλαλούσαν το καλύτερο εμπόρευμα, ανταγωνιστικά, ο καθένας στον πάγκο του. Η αγορά γεμάτη, μα η τσέπη αδειανή. Στα παιδιά της άρεσαν οι μπακαλιάροι, αλλά η τιμή τους ήταν αλμυρή. Έφερε μια βόλτα στην αγορά και γρήγορα απογοητεύτηκε.

«Πάρε προσφυγάκια Ατλαντικού…» της είπε ο Χάρυ, «…είναι φτηνότερα!» (παλιός ψαράς στην αγορά, ήξερε να πουλάει προσφυγάκια). «Μπορεί να είναι μικρά, αλλά είναι πεντανόστιμα». Μαζί με τα λόγια του, της ήρθε και μια αναγούλα. Σαν να έφαγε γροθιά στο στομάχι.
Ψηλά στην Αμφιάλη όπου έμενε, τις τελευταίες μέρες στηθήκανε πρόχειρα καμιά δεκαριά αντίσκηνα και ακόμη μερικά κάτω στην πλατεία. Ο μικρός γιός της, ήταν ο πρώτος που τη ρώτησε, όταν η μπάλα του σταμάτησε στο τελευταίο αντίσκηνο. Του έκαναν εντύπωση οι καινούριοι. «Προσφυγάκια είναι, Κωστή μου…» του απάντησε, «…τα έφερε ο πόλεμος». Η κυρία που βγήκε από τη σκηνή για να πετάξει τη μπάλα πίσω, μαζί με τη μαντίλα φορούσε και τη θλίψη. Είχαν μια σκιαγμένη αξιοπρέπεια.
Οι γείτονες κατέβηκαν, δεν μπορείς να πεις ότι αδιαφόρησαν. Συμπεριφέρθηκαν όπως έπρεπε στον άνθρωπο της ανάγκης. Της έκαμε εντύπωση πως ακόμα και η Στέλλα, της γνωστής οικογένειας νταήδων της περιοχής, άφησε κρυφά δύο τσάντες με τρόφιμα. Εδώ φαίνεται η ψυχή του λαού, σκέφτηκε η Μαρίνα, όταν με έκπληξη την είδε από το μισάνοιχτο παράθυρο. Το σώμα το κατευθύνουν οι διακινητές και οι διαχειριστές της βίας, την ψυχή είναι δυσκολότερο να την υποτάξουν.
«Προσφυγάκια, μη το σκέφτεσαι, πάρε και θα δεις, είναι καλά και φτηνά!» αντηχούσε ακόμη στα αφτιά της η φωνή του Χάρυ του ψαρά, μέχρι που έφτασε στη στάση του λεωφορείου. Έφυγε τρέχοντας, ανακατεμένη και θυμωμένη με τον ψαρά, με αυτούς που τους πέταξαν στη θάλασσα, με αυτούς που τους κατέστρεψαν τη χώρα, με αυτούς που τους ανάγκασαν να τριγυρνάνε με έναν μπόγο, σαν τις άδικες κατάρες, με αυτούς που τους έμαθαν να φεύγουν χωρίς να ξέρουν πού πηγαίνουν, με αυτούς που δεν τους λογαριάζουν για ανθρώπους και τους σωριάζουν όπου να ’ναι, όπως ’ναι, έτοιμους για κατανάλωση στην αγοραία κοινωνία της Ευρώπης, όπου από καιρό σχεδίαζε για φτηνά εργατικά χέρια. Τώρα εγκλωβισμένοι, περιδιαβαίνουν μια χώρα χρεωμένη και φτωχή, ενώ η Ευρώπη του βαλς και του πολιτισμού, αδιαφορώντας για την τύχη του υπογείου νότου, στήνει φράχτες κρατώντας ανέγγιχτη και αστραφτερή τη βιτρίνα του πλούσιου βορρά. Βορά λοιπόν τα εγκλωβισμένα προσφυγάκια, μαζί με την πτωχευμένη και εξαρτημένη Ελλάδα, στους μεγαλοκαρχαρίες της Ευρώπης και του Βορειοατλαντικού Συμφώνου που εμφανίζεται στην ώρα του, τον καιρό της κρίσης, σαν σωτήρας. Παροχή υπηρεσιών, ασφάλειας, ειρήνης και σταθερότητας στο Αιγαίο με τις δήθεν περιπολίες του. «Ένα κακό χρειαζούμενο για ώρα ανάγκης» διαδίδουν οι άσπονδοι φίλοι και οι εχθροί του.
Μια ιστορία που ξεκινάει το 1949 στην Ουάσινγκτον με το όνομα North Atlantic Treaty Organization (ΝΑΤΟ) για την προστασία του «ελεύθερου κόσμου» από τον κίνδυνο του κομμουνισμού και των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων που αμφισβητούν την ηγεμονία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Από τότε οι καρχαρίες του ΝΑΤΟ φάγανε κράτη και κράτη, ανθρώπους και ανθρώπους, και φτιάξανε προσφυγάκια Ατλαντικού.
Η Ελλάδα, με νωπές τις μνήμες του εμφυλίου και την ήττα της Αντίστασης, από τον Φλεβάρη του 1952 με την κυβέρνηση του Πλαστήρα μπαίνει στη μεγάλη αγκαλιά των συμμαχικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ για να έχει ασφάλεια και προστασία. Το «ευχαριστώ» προς τους Αμερικανούς εκφράστηκε από τις υποτελείς κυβερνήσεις και με την τοποθέτηση του αγάλματος το 1963 του πιο μισητού, 33ου Προέδρου των ΗΠΑ, Χάρυ Τρούμαν. Η τελετή των εγκαινίων του αγάλματος γίνεται τη μέρα της κηδείας του Γρηγόρη Λαμπράκη, σε μια προσπάθεια τρομοκράτησης του λαού για την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος για το ποιος κυβερνά και ποιος προστατεύει τον τόπο. Και πράγματι, το ΝΑΤΟ μάς «προστάτεψε» από τη χούντα των συνταγματαρχών (1967) και την εισβολή της συμμάχου Τουρκίας στην Κύπρο (1974) αποδεικνύοντας περίτρανα τον λόγο της ύπαρξής του.
Με νου, λοιπόν, και γνώση, «ευχαριστούμε» κατ’ εξακολούθηση τη μεγάλη ομπρέλα προστασίας της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Τώρα επανήλθαν για την προστασία μας και τη ρύθμιση των προσφυγικών ροών. «Δεν αντέχουμε άλλη προστασία, σκάσαμε!» μονολόγησε η Μαρίνα, και της ήρθε στο μυαλό το παλιό αλλά και επίκαιρο συνθηματάκι «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο».

Ανδριανή Στράνη

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το