Η βρύση των λυγμών
“Στη ρίζα δυο αγκαλιασμένων δέντρων κάτου από μαύρα φύλλα σταλάζει η βρύση των λυγμών μόλις έρθη το βράδυ.
Μόλις πλαγιάσουν τα πουλιά στα λίκνα των κλαριών και το δάσος βυθιστή στους συλλογισμούς του — η ψυχές κατεβαίνουν τη μαύρη ρεμματιά και πάνε στη βρύση των λυγμών να γεμίσουν. . .
Χωρίς να μετανιώσουν που αγάπησαν — χωρίς να στενάξουν που πληγώθηκαν — κρατούν το στόμα της στάμνας των κάτου απ’ τους λίγους σταλαγμούς της…
Κι όταν φύγουν όλες, πλησιάζω στη βρύση των λυγμών τη βαρειά μου στάμνα και περιμένω ως τα μεσάνυχτα — καθώς το θέλησες, αδερφέ μου, — να γεμίση.”
(του σπουδαίου Ευρυτάνα λογοτέχνη Ζαχαρία Παπαντωνίου – εκατό χρόνια πριν, “Πεζοί ρυθμοί”, 1922)
ΥΓ. Για τους προγόνους που έφυγαν…
e-prologos.gr