A. Διεθνής Κατάσταση
Κλιμακώνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και οι πολεμικές συγκρούσεις για το ξαναμοίρασμα του κόσμου
1. Ραγδαίες εξελίξεις σημειώνονται στη διεθνή σκηνή τα τελευταία χρόνια σαν αποτέλεσμα της αλλαγής του παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και της διαπάλης τους για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής. Στη βάση αυτών των διεργασιών είχαμε μια σειρά κρίσιμες στρατιωτικοπολιτικές εξελίξεις με πιο σημαντικές το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, που μαίνεται δυο χρόνια και εξελίσσεται σε μια σύγκρουση Ρωσίας – ΗΠΑ, ΝΑΤΟ. Τον πόλεμο του Ισραήλ, του κράτους εξολοθρευτή, που πνίγει στο αίμα το λαό της Παλαιστίνης και κατερειπώνει από τον περασμένο Οκτώβρη τη Λωρίδα της Γάζας, και τις αλλεπάλληλες στρατιωτικές επιθέσεις των αμερικανοβρετανών στην Ερυθρά Θάλασσα ενάντια στην Υεμένη, που απειλούν να ρίξουν στη φωτιά του πολέμου όλη τη Μέση Ανατολή. Τις γιγαντιαίες αεροναυτικές ασκήσεις πολέμου της Κίνας και των ΗΠΑ στη Νότια Σινική Θάλασσα και την Ταϊβάν με πρωτοφανή δύναμη πυρός, που κυοφορούν ένα νέο πολεμικό μέτωπο. Την τρομερή κλιμάκωση των συμβατικών εξοπλισμών και την κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας και τις νέες στρατιωτικές συνεργασίες που συγκροτούνται. Την ανάδυση, τέλος, ενός νέου οικονομικο-πολιτικού παράγοντα, των χωρών BRICS, με ξεχωριστή σημασία και βαρύτητα στην παγκόσμια σκηνή.
Παράλληλα, ο παγκόσμιος καπιταλισμός σαρώνει εργατικά και λαϊκά δικαιώματα και κατακτήσεις και έχει περάσει στην ανοιχτή αντιλαϊκή βία και τρομοκρατία, σε στρατοκρατικά καθεστώτα «έκτακτης ανάγκης». Οι ταξικές αντιθέσεις οξύνονται, η καπιταλιστική εκμετάλλευση εντείνεται και δυναμώνει η πιο άγρια καταπίεση και καταλήστευση των εξαρτημένων χωρών του κόσμου από τους ιμπεριαλιστές, με τους φτωχούς λαούς των χωρών της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής να αντιμετωπίζουν συνθήκες πολέμων, λιμού, ξεριζωμού και προσφυγιάς. Οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ακροβολίζονται σε μια άγρια διαμάχη ενίσχυσης της παγκόσμιας επιρροής τους. Ένας επιθετικός παροξυσμός επικρατεί, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ασία. Στην ημερήσια διάταξη βρίσκεται το ξαναμοίρασμα των αγορών και των ζωνών επιρροής και η κατάπνιξη του αγώνα των λαών για την εθνική και κοινωνική τους απελευθέρωση.
Συνέπεια όλων αυτών των εξελίξεων είναι να καταστρέφονται χώρες και να αιματοκυλούνται λαοί, ο πλανήτης να βρίσκεται στην πιο επικίνδυνη τροχιά εδώ και δεκαετίες και ο κίνδυνος για παγκόσμιο πόλεμο και πυρηνικό αλληλοεκβιασμό να απειλεί τους λαούς.
Η μονοκρατορία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού έχει αρχίσει να κλονίζεται και αυτό τον κάνει πιο επικίνδυνο και τυχοδιωκτικό, πηγή πολέμου και επίθεσης
2. Μετά την κατάρρευση και διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1990-91 και την επέκταση του ΝΑΤΟ στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, σε συνθήκες δηλαδή που ο παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων άλλαξε αποφασιστικά και αναδείχθηκαν οι ΗΠΑ στη μόνη υπερδύναμη, η στρατηγική που διακήρυξαν και εφάρμοσαν οι ηγέτες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού συμπυκνώθηκε στο δόγμα: «δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα αντίπαλο κράτος να αμφισβητήσει την παγκόσμια θέση που κατακτήσαμε».
Ωστόσο, η νέα τάξη πραγμάτων και η παγκοσμιοποίηση που διακήρυξαν οι ηγέτες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού δεν έφεραν τη σταθερότητα του καπιταλιστικού κόσμου και τη διαιώνιση της κυριαρχίας του, αντίθετα η μονοκρατορία του έχει αρχίσει να κλονίζεται. Οι πολυδάπανοι και μακρόχρονοι κατακτητικοί πόλεμοι που εξαπέλυσε στα Βαλκάνια και στη συνέχεια στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Συρία, τη Λιβύη και η ήττα που γνώρισε από τη γενναία αντίσταση των λαών. Η πολύχρονη καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε στο εσωτερικό του, καθώς και η ισχυροποίηση των ανταγωνιστών του, ιδιαίτερα η ανάδυση του κινέζικου ιμπεριαλισμού σε παγκόσμια δύναμη και η επανάκαμψη του ρώσικου ιμπεριαλισμού στη διεθνή σκηνή, υπέσκαψαν και εξασθένησαν την παγκόσμια ηγεμονική του θέση και έκαναν να ξεθωριάσει το αλαζονικό του όνειρο για έναν «αμερικανικό 21ο αιώνα».
Η ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση τελικά όχι μόνο δεν εξασφάλισε την αδιατάρακτη οικονομική πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, αλλά σε συνθήκες παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης επιταχύνθηκαν οι οικονομικές ανακατατάξεις στη δύναμη των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, η παγκοσμιοποίηση μετατράπηκε σε μπούμερανγκ σε βάρος της θέσης τους στην παγκόσμια οικονομία, η Κίνα γνωρίζει μια ασυγκράτητη καπιταλιστική ανάπτυξη και επέκταση, ενώ μια σειρά αναπτυσσόμενες χώρες του Τρίτου Κόσμου με την οικονομική τους ανάπτυξη αλλάζουν τα δεδομένα στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία και πολιτική.
Από τα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η Κίνα έχει αναδειχθεί στη μεγαλύτερη πραγματική οικονομία στον κόσμο, αν υπολογιστεί το ΑΕΠ της σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης -που θεωρείται επιστημονικά ο πιο σωστός τρόπος υπολογισμού-, και η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, αν υπολογιστεί το ΑΕΠ της ονομαστικά σε δολάρια. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των περισσότερων χωρών στον κόσμο, ενώ το μερίδιό της στην παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή έφτασε το 30% το 2021, όταν οι ΗΠΑ στο αποκορύφωμα της μεταποιητικής παραγωγής τους στον 20ό αιώνα, το 1953, αντιπροσώπευαν περίπου το 28% της παγκόσμιας βιομηχανικής παραγωγής.
Το μερίδιο των αναπτυσσόμενων χωρών του τρίτου κόσμου στο παγκόσμιο ΑΕΠ έχει ξεπεράσει το αντίστοιχο των ανεπτυγμένων χωρών της Δύσης και κάθε χρόνο μεταβάλλεται υπέρ των πρώτων. Και αυτή η εξέλιξη στην παγκόσμια οικονομία έχει αναπόφευκτα την αντανάκλασή της και στην παγκόσμια πολιτική. Χαρακτηριστικά, η μεγάλη πλειοψηφία των χωρών αυτών, όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, αρνήθηκε να ευθυγραμμιστεί με την πολιτική των ΗΠΑ και να ακολουθήσει τη Δύση στην επιβολή αλλεπάλληλων σκληρών οικονομικών κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, παρά την άσκηση αφόρητων πιέσεων.
3. Παρά τις αλλαγές αυτές και τις ανακατατάξεις που έχουν σημειωθεί στη διεθνή σκηνή, οι ΗΠΑ με τους συμμάχους τους εξακολουθούν να παραμένουν ακόμη ο πιο ισχυρός ιμπεριαλιστικός πόλος, πλην όμως οι δυνατότητές τους εξασθενούν, η αμερικανική κυριαρχία συναντά μεγάλα εμπόδια και αυτό τροφοδοτεί μια κλιμακούμενη πολιτική κρίση στο εσωτερικό τους και μια παγκόσμια αστάθεια.
Καθώς οι τάσεις αυτές φαίνεται να εδραιώνονται στη διεθνή σκηνή, οι ΗΠΑ μπροστά στον κίνδυνο να εξοστρακιστούν από την πρώτη θέση και να ανατραπούν «οι κανόνες που διέπουν τη διεθνή τάξη», τους οποίους αυτοί έχουν επιβάλει, οξύνουν διαρκώς την αντιπαράθεσή τους με την Κίνα και τη Ρωσία σε όλα τα επίπεδα. Εφαρμόζουν μια ακόμα πιο επικίνδυνη και τυχοδιωκτική πολιτική πολέμου και επίθεσης και προετοιμάζονται για παγκόσμιους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς.
Η στρατηγική του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού είναι να φρενάρει και να αναχαιτίσει την ορμητική άνοδο της Κίνας και την επάνοδο της Ρωσίας, αποτρέποντας μια συμμαχία ανάμεσά τους. Να εξαναγκάσει όλες τις άλλες δυνάμεις στην Ευρώπη και την Ασία με την οργάνωση παλιών και νέων στρατιωτικών συμμαχιών (ΝΑΤΟ, AUKUS) να ευθυγραμμιστούν μαζί του σε αυτή την αντιπαράθεση, με στόχο να αποτρέψει την απώλεια της παγκόσμιας ηγεμονικής του θέσης.
Στην «εθνική στρατηγική ασφάλειας των ΗΠΑ», που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβρη 2022 και αναλύει την παγκόσμια στρατηγική του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού για την περίοδο που διανύουμε, αναφέρεται: «Αυτή η στρατηγική αναγνωρίζει ότι η Λ.Δ. Κίνας αποτελεί την κύρια απειλή των ΗΠΑ. Αν και ο Ινδο-Ειρηνικός είναι ο τόπος που αυτή τη στιγμή διεξάγεται ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός, υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις και σε αλλά σημεία του πλανήτη. Για παράδειγμα, η Ρωσία αποτελεί άμεση και συνεχή απειλή για την περιφερειακή τάξη ασφαλείας στην Ευρώπη και αποτελεί πηγή αναστάτωσης και αστάθειας παγκοσμίως, αλλά δεν έχει την ισχύ που έχει η Λ.Δ. Κίνας…
«Η Ρωσία και η Λ.Δ. Κίνας αποτελούν δύο διαφορετικές απειλές. Η μεν Ρωσία αποτελεί την άμεση απειλή για το «ελεύθερο» και «ανοιχτό» διεθνές σύστημα, καθώς αυτή τη στιγμή διεξάγει τον επιθετικό της πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Η Λ.Δ. Κίνας, αντίθετα, είναι ο στρατηγικός ανταγωνιστής καθώς στόχο έχει να αναδιαμορφώσει τη διεθνή τάξη και για την επίτευξή του προσπαθεί μέσω της οικονομικής, διπλωματικής, στρατιωτικής και τεχνολογικής δύναμής της…
«Η Λ.Δ. Κίνας είναι ο μόνος ανταγωνιστής με την πρόθεση να αναδιαμορφώσει τη διεθνή τάξη και έχει την οικονομική, διπλωματική, στρατιωτική και τεχνολογική δύναμη για να το κάνει. Το Πεκίνο έχει φιλοδοξίες να δημιουργήσει μια ενισχυμένη σφαίρα επιρροής στον Ινδο-Ειρηνικό και να γίνει η πρώτη δύναμη στον κόσμο…».
Λίγους μήνες πριν, τον Απρίλη 2022, τα στρατιωτικά επιτελεία της Ουάσιγκτον εκπονούσαν την «Εθνική Στρατηγική Άμυνας των ΗΠΑ», στην οποία αναφέρεται: «Οι αμυντικές προτεραιότητες είναι:
1. Η υπεράσπιση της πατρίδας, με ρυθμό που να συμβαδίζει με την αυξανόμενη απειλή που θέτει η ΛΔΚ σε πολλαπλούς τομείς…
3. Η αποτροπή της επιθετικότητας, ενώ προετοιμάζεται να επικρατήσει σε σύγκρουση όταν είναι απαραίτητο, δίνοντας προτεραιότητα στην πρόκληση της ΛΔΚ στον Ινδο-Ειρηνικό και στη συνέχεια στην πρόκληση της Ρωσίας στην Ευρώπη.
4. Το Υπουργείο θα ενεργήσει επειγόντως για να διατηρήσει και να ενισχύσει την αποτροπή, με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ) ως τον πιο σημαντικό στρατηγικό ανταγωνιστή μας…».
Οι εκτιμήσεις των επιτελείων των ΗΠΑ, όπως καταγράφονται, θεωρούν την Κίνα ως τον πιο σημαντικό στρατηγικό αντίπαλο και ανταγωνιστή τους.
Τόσο η διοίκηση Τραμπ όσο και αυτή του Μπάιντεν θεωρούν ότι τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ απειλούνται από την Κίνα και την αδιάκοπη άνοδό της σε όλους τους τομείς, οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό, την ψηφιακή οικονομία και τους τομείς των προωθημένων τεχνολογιών.
Η κύρια ενδοϊμπεριαλιστική αντίθεση που διαμορφώνεται στην παγκόσμια σκηνή σε οικονομικό, γεωπολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο που θα καθορίσει την πορεία των επόμενων δεκαετιών, είναι αυτή μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Η ραγδαία άνοδος της Κίνας και η προοπτική να εκθρονίσει τα επόμενα χρόνια τις ΗΠΑ από την κορυφή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την αμερικάνικη ηγεσία. Γι’ αυτό ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός κηρύσσει τον οικονομικό και πολιτικό πόλεμο ενάντιά της, αφού -όπως αποφαίνεται η ηγεσία του- αποτελεί «τον πιο σημαντικό στρατηγικό ανταγωνιστή μας που έχει την πρόθεση να αναδιαμορφώσει τη διεθνή τάξη» και «προετοιμάζεται να επικρατήσει σε σύγκρουση» μαζί της. Η ηγεσία των ΗΠΑ, από κήρυκας της παγκοσμιοποίησης μέχρι πριν λίγα χρόνια και της ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων και κεφαλαίων, όταν διαπίστωσε πως η παγκοσμιοποίηση μετατράπηκε σε όπλο στα χέρια του κινέζικου ιμπεριαλισμού, κηρύσσει απροσχημάτιστα τον οικονομικό και εμπορικό πόλεμο, επιβάλλει υπέρογκους δασμούς στα κινέζικα προϊόντα, γίνεται κήρυκας της «αποσύνδεσης» των οικονομιών τους, πιέζοντας τους συμμάχους της στην Ευρώπη και την Ασία να ορθώσουν και αυτοί τείχη στην κινέζικη οικονομία.
Η πρόσφατη στρατιωτική συμφωνία ανάμεσα σε ΗΠΑ-Αυστραλία-Μ. Βρετανία, η επονομαζόμενη AUKUS, έρχεται να κλιμακώσει την αντιπαράθεση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα στην Ασία και σε όλο τον πλανήτη, να τροφοδοτήσει μια νέα κούρσα στρατιωτικών εξοπλισμών. Στην κατεύθυνση αυτή, μετά τη συγκρότηση της συμμαχίας AUKUS, ένα άλλο συμμαχικό σχήμα επαναδραστηριοποιούν οι ΗΠΑ με την Ιαπωνία, την Ινδία και την Αυστραλία, την επονομαζόμενη Quad (τετράδα), με σκοπό τη συσπείρωση των δυνάμεών τους ενάντια στην Κίνα. Στη βάση αυτή επιταχύνουν τη μεταφορά του μεγαλύτερου μέρους των στρατιωτικών τους δυνάμεων στη ζώνη Ασίας-Ειρηνικού και πραγματοποιούν με τους συμμάχους τους γιγαντιαίων διαστάσεων αεροναυτικές ασκήσεις συνεχώς στις θάλασσες της Ανατολικής Ασίας και την Ταϊβάν, ενώ οξύνουν εκρηκτικά την κρίση στην Κορεατική Χερσόνησο και προκαλούν στρατιωτικά επεισόδια για τα διαφιλονικούμενα νησιά στις θάλασσες της νότιας Κίνας, με σκοπό να την πλευροκοπήσουν από παντού και να καθυστερήσουν όσο μπορούν την παγκόσμια οικονομική και πολιτική της επέκταση και επιρροή.
Ο κινέζικος ιμπεριαλισμός αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, διεισδύει σε τεράστιες περιοχές του πλανήτη, επιδιώκοντας την αναδιανομή των παγκόσμιων αγορών και των ζωνών επιρροής
4. Η Κίνα προχωρεί με ραγδαίους ρυθμούς στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, τις τελευταίες δεκαετίες, με μία ταχύτητα, διάρκεια και κλίμακα ανόδου τέτοιας έκτασης που δεν έχει γνωρίσει ποτέ η ιστορία των καπιταλιστικών κρατών. Από 3,6% που ήταν το ποσοστό της κινέζικης οικονομίας στο παγκόσμιο ΑΕΠ το 2000, ανήλθε στο 20% το 2021. Παρ’ ότι την τελευταία τετραετία, λόγω πανδημίας και λοκντάουν, ο ρυθμός ανάπτυξής της έχει πέσει κάτω από το 10% που αναπτυσσόταν τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες και το 2022-23 βρέθηκε στο 5-6 %, αυτός ο ρυθμός είναι πολλαπλάσιος από αυτόν των ανταγωνιστών της. Το ποσοστό της Κίνας στην αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2022 ξεπέρασε το 50%, πολύ μεγαλύτερο από ό,τι ήταν μαζί των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Ήδη, αν υπολογιστεί το ΑΕΠ σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης, τότε, με βάση την παγκόσμια κατάταξη του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2021, το ΑΕΠ της Κίνας ήταν πρώτο με 27,3 τρισ. δολάρια και των ΗΠΑ δεύτερο με 22,9 τρισ. δολάρια.
Το κέντρο βάρους της παγκόσμιας καπιταλιστικής παραγωγής, του παγκόσμιου εμπορίου και των επενδύσεων έχει μετατοπιστεί στην Ασία. Το μερίδιο της Ασίας στο παγκόσμιο εμπόριο αυξήθηκε από 15,7% το 1980 σε 36% το 2020. Το 1980 οι αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας αντιπροσώπευαν μόνο το 12,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ, αλλά το 2020 το 31,2% και το 2030 υπολογίζεται να φτάσει το 50%.
Έχοντας εξασφαλίσει μια τεράστια συσσώρευση αποθεματικών κεφαλαίων, ο κινεζικός ιμπεριαλισμός διεισδύει οικονομικά και επεκτείνει τη δράση του σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, και αποτελεί τη μόνη κρατική δύναμη που μπορεί να ανταγωνιστεί σε παγκόσμια κλίμακα τις ΗΠΑ και να διεκδικήσει την πρωτοκαθεδρία.
Το τελευταίο διάστημα συντελούνται τεκτονικές αλλαγές στον παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό χάρτη. Ολόκληρες «γεωπολιτικές πλάκες», όπως αυτές της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής και της Λ. Αμερικής, γλιστρούν και μετακινούνται αργά μα σταθερά από τη Δύση προς την Ανατολή. Η διεύρυνση των BRICS, τον περασμένο Αύγουστο, με την ένταξη πέντε νέων χωρών στους κόλπους τους (Αίγυπτος, Ιράν, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αιθιοπία), από την 1η Γενάρη 2024, αποτέλεσε ένα πολιτικό γεγονός με παγκόσμια σημασία και αντίκτυπο. Ένας άγριος ανταγωνισμός ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ΗΠΑ-ΕΕ, Κίνα-Ρωσία και μια μεγάλη αναδιανομή των παγκόσμιων αγορών και των ζωνών επιρροής βρίσκονται σε εξέλιξη. Το γεγονός αυτό εκφράζει η συμμετοχή των νέων χωρών στους BRICS, όπως και πολλών άλλων χωρών που έχουν κάνει αίτηση, βρίσκονται στον προθάλαμο και πρόκειται να ενταχθούν τα επόμενα 2-3 χρόνια. Αυτές οι αλλαγές αποτυπώνονται στις μέρες μας, αλλά κυοφορούνταν αρκετά χρόνια πριν. Από τη δεκαετία του 2010, όταν ξεκινούσε η ορμητική οικονομική και πολιτική άνοδος της Κίνας που επενδύοντας τρισεκατομμύρια δολάρια στο γιγαντιαίο σχέδιο «Μια ζώνη, ένας δρόμος», σε ένα τεράστιο διηπειρωτικό δίκτυο που περιλαμβάνει τη μεγάλη πλειοψηφία των χωρών του κόσμου, υπέσκαπτε την επιρροή των ΗΠΑ και προωθούσε τα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, προσφέροντας μια εναλλακτική προοπτική για τις χώρες του Τρίτου Κόσμου, προκειμένου να απαλλαγούν από τα νεοαποικιοκρατικά δεσμά και την κυριαρχία της Δύσης, πλέκοντας το δικό της ιστό γύρω από αυτές. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιτάχυνε τις εξελίξεις και σε αυτό το επίπεδο. Δεκάδες χώρες διαπίστωσαν πως μπορούν, ανά πάσα στιγμή, να υποστούν και αυτές κυρώσεις από τις ΗΠΑ, αν δεν ευθυγραμμιστούν με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, ενώ ταυτόχρονα υφίστανται τη ληστρική εκμετάλλευση μέσω της εργαλειοποίησης του δολαρίου και της συνεχούς αύξησης των επιτοκίων από την Αμερικάνικη Κεντρική Τράπεζα (Fed), εκτοξεύοντας το χρέος τους στα ύψη. Έτσι έχει τεθεί από δεκάδες χώρες το ζήτημα της σταδιακής απαλλαγής τους από τη θηλιά του δολαρίου και της αντικατάστασής του από εθνικά νομίσματα στο διμερές και πολυμερές εμπόριό τους. Αυτό θα αποτελέσει πλήγμα στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό και νομισματικό σύστημα που κανοναρχούν οι ΗΠΑ με αιχμή το δολάριο.
Αρχιτέκτονας και κινητήρια δύναμη της διεύρυνσης των BRICS, όπως και της νέας διεύρυνσης που θα επακολουθήσει, είναι η Κίνα. Και από δίπλα ένθερμος υποστηριχτής η Ρωσία. Και αν αυτή η πρωτοβουλία της Κίνας, στα πλαίσια των BRICS, είχε παγκόσμιο αντίκτυπο και μια σειρά άλλες πρωτοβουλίες που ανέλαβε τον τελευταίο χρόνο είχαν παγκόσμια πολιτική απήχηση και αποτέλεσαν ισχυρό πλήγμα για τις ΗΠΑ. Όπως η συμφωνία-ορόσημο για την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, με την καθοριστική μεσολάβηση και διαιτησία της Κίνας, που επέφερε αλυσιδωτές εξελίξεις και αναδιατάξεις σχέσεων και ισορροπιών σε όλη τη Μέση Ανατολή και επισφραγίστηκε με την ένταξη των δυο αυτών χωρών στους BRICS. Βασικό στοιχείο αποτέλεσε η δυναμική ενίσχυση της επιρροής της Κίνας, αλλά και της Ρωσίας, στη Μέση Ανατολή, με ταυτόχρονη μείωση του ρόλου των ΗΠΑ και γενικότερα της Δύσης, σε μία περιοχή προνομιακή -μέχρι τώρα- για τις δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Οι διεθνείς αυτές πρωτοβουλίες της Κίνας, που αποσκοπούν να εμφανιστεί σαν παγκόσμιος ειρηνοποιός, συνδέονται με τη Παγκόσμια Πρωτοβουλία Ασφάλειας (GSI), η οποία προτάθηκε το 2022 από τον Σι Τζινπίνγκ, και έχει τη μορφή ενός πολυμερούς φόρουμ υπό την ηγεσία της στα πλαίσια του ΟΗΕ. Ταυτόχρονα, συγκροτεί τις δυνάμεις και τις συμμαχίες της στην περιοχή της Ευρασίας μέσα από μια σειρά οικονομικά και πολιτικά σχήματα, με βασικό τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), που αποκτά και χαρακτηριστικά Οργανισμού Ασφάλειας, ενώ θέτει όλο και πιο επιτακτικά το ζήτημα της επανένωσης με την Ταϊβάν. Υπό την ηγεμονία της τέθηκε σε ισχύ από την 1η Γενάρη 2022 η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία του πλανήτη, η Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Εταιρική Σχέση (RCEP) που υπογράφηκε από 15 χώρες καλύπτοντας το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού και το 30% της παγκόσμιας οικονομίας. Όλες αυτές οι διεθνείς πρωτοβουλίες του Πεκίνου επιδιώκουν να δυναμώσουν την παγκόσμια επιρροή του κινέζικου ιμπεριαλισμού, να προσδέσουν στο άρμα του όλο και νέες χώρες, να εξοστρακίσουν τις ΗΠΑ από την πρώτη θέση, προκαλώντας ανατροπές στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, στο οποίο κυριαρχούσε αποκλειστικά η Δύση τους τελευταίους αιώνες.
Αν και ο κινέζικος ρεβιζιονισμός του Σι και ο ρώσικος παλινορθωμένος καπιταλισμός του Πούτιν δεν συνοδεύουν τη διείσδυσή τους στις χώρες του τρίτου κόσμου με ιδεολογικά λάβαρα και «σοσιαλιστικά» προσωπεία, επιδιώκουν όμως να εμφανιστούν στη συνείδηση των καταπιεζόμενων λαών σαν συνεχιστές της πολιτικής της σοσιαλιστικής Κίνας του Μάο και του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού του Μπρέζνιεφ, εκμεταλλευόμενοι το αβυσσαλέο μίσος που έχει συσσωρεύσει στους λαούς η βάναυση καταπίεση αιώνων των δυτικών ιμπεριαλιστών, η στυγνή αποικιακή και νεοαποικιακή οικονομική εκμετάλλευση, αρπαγή και καταλήστευση του εθνικού τους πλούτου. Και είναι γι’ αυτό ξεχωριστά επικίνδυνοι, παριστάνοντας τους υποστηρικτές του αντιδυτικού, αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Το γεγονός αυτό δεν εμποδίζει βέβαια την Κίνα και τη Ρωσία να χρησιμοποιούν όλες τις κλασσικές μεθόδους του ιμπεριαλισμού και του αποικισμού για την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική διείσδυσή τους στις χώρες του τρίτου κόσμου.
Στο πρόσφατο 20ό Συνέδριο του ΚΚΚίνας, τον Οκτώβρη 2022, ο Σι Τζινπίνγκ, που αναδείχθηκε για τρίτη φορά πανίσχυρος γενικός γραμματέας, κάλεσε το κόμμα να είναι έτοιμο για να «αντέξει τους δυνατούς ανέμους και τις επικίνδυνες καταιγίδες». Την ίδια στιγμή που το αντιδραστικό καθεστώς έχει ρίξει τον κινέζικο λαό στην πιο στυγνή καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση και διευρύνεται συνεχώς το χάσμα ανάμεσα στον πλούτο μιας χούφτας μεγιστάνων καπιταλιστών και τη φτώχεια της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, οι αποφάσεις του Συνεδρίου διαπνέονται από μια ασύστολη σοσιαλιστική δημαγωγία και καπηλεία. Η ρεβιζιονιστική ηγεσία επιδιώκει να αποπροσανατολίσει την εργατική τάξη της Κίνας και τον εργαζόμενο λαό. Εκμεταλλεύεται τις επαναστατικές παραδόσεις και τις σοσιαλιστικές κατακτήσεις του ΚΚΚίνας με επικεφαλής τον Μάο Τσετούνγκ και επιδιώκει να προσδώσει ιδεολογικοπολιτική συνέχεια στην πολιτική της καπιταλιστικής παλινόρθωσης που ακολουθεί με αυτή της επαναστατικής περιόδου. Η εφαρμοζόμενη αντιλαϊκή πολιτική ντύνεται με τον προπαγανδιστικό μανδύα του σοσιαλιστικού «εκσυγχρονισμού» και του σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, για να μπορέσουν οι ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες του Πεκίνου να επιτευχθούν, ο Σι Τζινπίνγκ προέτρεψε ο κινέζικος στρατός να γίνει «στρατός παγκόσμιας κλάσης» που «θα πρέπει να επικεντρωθεί στην προετοιμασία για πραγματική μάχη».
Ο ρώσικος ιμπεριαλισμός επιδιώκει να ανακτήσει με πόλεμο την επιρροή και τα συμφέροντά του πάνω στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης που απέσπασαν οι ΗΠΑ
5. Ύστερα από μία μακρά περίοδο εσωτερικής, εθνικιστικής αποσύνθεσης που ξεκίνησε το 1991 με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, οι ΗΠΑ απέσπασαν από τη ζώνη επιρροής της 14 χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, των Βαλκανίων και άλλων χωρών που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, τις οποίες ενέταξαν στο ΝΑΤΟ μέσα από 5 διαδοχικά κύματα επεκτάσεων, αλλάζοντας τους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων και οδηγώντας σε μια μεγάλη εξασθένηση και ασφυκτική περικύκλωση της Ρωσίας. Σταδιακά, η αστική τάξη της Ρωσίας πέρασε σε μία φάση εσωτερικής καπιταλιστικής ανασυγκρότησης, ισχυροποίησης και επανάκαμψης. Με μια πολιτική ενεργητικής ανάσχεσης και διεκδίκησης των ζωτικών συμφερόντων του ρωσικού ιμπεριαλισμού κατάφερε να αναχαιτίσει την επεκτατική πορεία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Έχοντας εξασφαλίσει, με το αντιδραστικό καθεστώς Πούτιν, πολιτική σταθερότητα και σχετικά υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης και διαθέτοντας τεράστια γεωστρατηγικά εδάφη και ανεξάντλητα ενεργειακά αποθέματα, ο ρωσικός ιμπεριαλισμός με ένα πανίσχυρο στρατιωτικό-πυρηνικό οπλοστάσιο, που τον καθιστά παγκόσμια στρατιωτική δύναμη, επανήλθε με νέους όρους στο τραπέζι των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Προχώρησε μάλιστα την τελευταία δεκαπενταετία σε δυναμικές κινήσεις που δημιούργησαν νέα δεδομένα στη διεθνή σκηνή, όπως η επέμβαση στη Γεωργία το 2008 που ανέκοψε την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και την επέκταση της Δύσης σε αυτήν την περιοχή του Καυκάσου, η επέμβαση στη Συρία το 2015 που καθόρισε την έκβαση του πολέμου υπέρ του Άσαντ και η προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 στη Ρωσία. Προχωρώντας σε αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση και θεωρώντας πως οι γενικότερες συμφωνίες που καθόριζαν τις σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση μπορούσαν να ανατραπούν και να επιβληθούν νέες, περισσότερο επωφελείς για την ίδια, με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς δυνάμεων, εξαπέλυσε τον πόλεμο ενάντια στην Ουκρανία το Φλεβάρη 2022. Στην πραγματικότητα, ο στόχος της ήταν να αναχαιτίσει την επεκτατική πορεία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, να σπάσει την ασφυκτική περικύκλωση της Ρωσίας, να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και να ανακτήσει την επιρροή και τα συμφέροντα του ρωσικού ιμπεριαλισμού πάνω στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης που απέσπασαν οι ΗΠΑ. Βασικός στόχος των αμερικάνων ιμπεριαλιστών, όλο αυτό το διάστημα, ήταν η πρόσδεση της Ουκρανίας στο φιλοπόλεμο άρμα του ΝΑΤΟ, με στήριγμα τους ντόπιους λακέδες τους, και ο περιορισμός ή και η εκμηδένιση των ερεισμάτων και της επιρροής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Δυο χρόνια μετά τη στρατιωτική εισβολή του ρωσικού ιμπεριαλισμού στην Ουκρανία, την κατάκτηση ουκρανικών εδαφών και την προσάρτησή τους, οι πολεμικές συγκρούσεις κλιμακώνονται διαρκώς με το ρίξιμο νέων δυνάμεων στις μάχες. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια καταστροφική για την Ουκρανία και το λαό της σύγκρουση, που απειλεί να πυροδοτήσει έναν ευρύτερο πόλεμο και επανέρχονται οι απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων, ενώ και ο ρωσικός λαός βιώνει τις συνέπειες της στρατιωτικής σύγκρουσης, ματώνοντας στα πεδία των μαχών.
Η ρωσική εισβολή και ο πόλεμος στην Ουκρανία έδωσαν το έναυσμα για να αναπτυχθεί στο έπακρο ο αμερικανικός επιθετισμός. Οι ΗΠΑ και ΕΕ -μαζί με τους εταίρους και λακέδες τους σε όλο τον κόσμο, με την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε περίοπτη θέση- προσφέρουν αποφασιστική στήριξη στα κυβερνητικά τους ανδρείκελα στο Κίεβο και τα εφοδιάζουν με τεράστιο πολεμικό εξοπλισμό και δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ συνεχίζουν -δυο χρόνια μετά- τον οικονομικό πόλεμο και την επιβολή αλλεπάλληλων πακέτων κυρώσεων στη Ρωσία, επιδιώκοντας να πλήξουν καίρια τη ρωσική οικονομία και να εξαναγκάσουν σε υποχώρηση και συμβιβασμό τον Πούτιν. Ταυτόχρονα, αποφάσισαν να εγκαταστήσουν νέες νατοϊκές δυνάμεις μάχης με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες στις Βαλτικές χώρες, την Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Σλοβακία, ενώ ετοιμάζονται ύστερα από την ένταξη της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ να εντάξουν και τη Σουηδία. Πραγματοποιούν μεγάλες πολεμικές ασκήσεις και επιθετικές κινήσεις στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, ενώ τα αμερικάνικα αεροπλανοφόρα και η πολεμική αρμάδα τους αλωνίζουν στην Ανατολική Μεσόγειο, την Κρήτη (Σούδα) και το Αιγαίο (Αλεξανδρούπολη). Οι ΗΠΑ αξιοποιούν τον πόλεμο στην Ουκρανία για να προκαλέσουν τη μεγαλύτερη δυνατή φθορά και αποδυνάμωση -οικονομική, πολιτική, στρατιωτική- στη Ρωσία και να κρατούν γονατισμένη την ΕΕ, ιδιαίτερα τη Γερμανία, παραδομένες στους αμερικανικούς σχεδιασμούς και σε ρήξη με τη Ρωσία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και το αντιρωσικό μέτωπο χρησιμοποιούνται επίσης από ΗΠΑ-ΝΑΤΟ για να δημιουργηθούν όροι και συνθήκες που θα αποτρέψουν τις μεγάλες γεωπολιτικές ανακατατάξεις και ανατροπές που κυοφορούνται σε παγκόσμια κλίμακα. Σε ένα πλαίσιο όπου οι σχέσεις μεταξύ Κίνας και Ρωσίας γίνονται όλο και πιο στενές, διαμορφώνεται σταδιακά ένας άλλος, μεγαλύτερος κόσμος, που αμφισβητεί έμπρακτα την κυριαρχία των ΗΠΑ και της Δύσης. Τόσο στα πλαίσια του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης όσο και στην ομάδα των BRICS, η Κίνα και η Ρωσία όχι μόνο προωθούν την οικονομική και πολιτική συνεργασία των χωρών που συμμετέχουν αλλά έχουν θέσει και το ζήτημα της στενής συνεργασίας τους και στον στρατιωτικό τομέα. Χάρις σε αυτόν τον κόσμο που διαμορφώνεται, η επιβολή σκληρών οικονομικών κυρώσεων της Δύσης σε βάρος της Ρωσίας δεν είχε τα αποτελέσματα που προσδοκούσαν. Αντίθετα η ρωσική οικονομία άντεξε το ασφυκτικό οικονομικό εμπάργκο, ξεπέρασε τον ορυμαγδό των κυρώσεων, ενώ αυτοί που βουλιάζουν στην οικονομική και πολιτική κρίση είναι οι Δυτικοί, ιδιαίτερα οι χώρες της ΕΕ με πρώτη τη Γερμανία, αφού αναγκάστηκε να αντικαταστήσει τη φθηνή ενέργεια του φυσικού αερίου της Ρωσίας με το πανάκριβο υγροποιημένο αέριο των ΗΠΑ.
Δυο χρόνια μετά τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, οι μάχες συνεχίζονται σε όλα τα μέτωπα και η έκβαση της πολεμικής αναμέτρησης είναι αβέβαιη. Τώρα ο πόλεμος βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Τα ουκρανικά στρατεύματα έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες. Η πρόσφατα οργανωμένη και καθοδηγημένη από τους αμερικανούς αντεπίθεση των ουκρανών για την ανακατάληψη των εδαφών που απέσπασε η Ρωσία γνώρισε οικτρή αποτυχία. Οι ηγέτες της Δύσης βρίσκονται μπροστά σε μεγάλα διλήμματα και αδιέξοδα. Το φερέφωνό τους, ο Ζελένσκι, όχι μόνο δεν φαίνεται ικανό να απωθήσει τις ρωσικές δυνάμεις αλλά κινδυνεύει να χάσει και άλλα εδάφη όσο συνεχίζεται ο πόλεμος. Όλος ο πακτωλός βοήθειας που ρέει από τους κρουνούς της Δύσης προς το Κίεβο για να συνεχίζει τον πόλεμο και να προκαλεί φθορά στη Ρωσία γίνεται καπνός χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Όλο και δυναμώνουν οι φωνές από ιθύνοντες της Δύσης να σταματήσει η οικονομική στήριξη στο Ζελένσκι και να οδηγηθεί σε διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν, αλλά σε μια τέτοια περίπτωση όχι μόνο δεν θα επιτευχθεί ο στόχος τους για ήττα της Ρωσίας αλλά αντίθετα ο Πούτιν είναι αυτός που θα επιβάλει τους όρους για το σταμάτημα των εχθροπραξιών.
Το κύριο πρόβλημα της Ουκρανίας και του λαού της είναι πρόβλημα ιμπεριαλιστικής ανάμειξης και επέμβασης. Και ενάντια σ’ αυτές τις δυνάμεις πρέπει να κατευθύνεται ο αγώνας της εργατικής τάξης και του λαού της Ουκρανίας. Για την απόκρουση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων από ΗΠΑ και Ρωσία, για να ανατραπούν οι κυβερνήσεις ανδρεικέλων που εγκαθιδρύουν, για να μην ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, ούτε να μετατραπεί σε προτεκτοράτο της Ρωσίας, για τη συντριβή των φασιστικών δυνάμεων και την ανατροπή συνολικά του καθεστώτος της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας. Τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα μπορεί να τα υπερασπίσει η εργατική τάξη της Ουκρανίας, με επικεφαλής τους κομμουνιστές, συνενώνοντας όλους τους εργαζόμενους, τον ουκρανικό λαό στον αγώνα ενάντια στους αμερικάνους και ρώσους ιμπεριαλιστές και τους ντόπιους λακέδες τους, για την απαλλαγή από την ξενική υποδούλωση και κυριαρχία, για την υπεράσπιση της εδαφικής κυριαρχίας και ακεραιότητας της χώρας του ενάντια σε νέους διαμελισμούς και προσαρτήσεις, για το διώξιμο των ρωσικών στρατευμάτων κατοχής, για την ειρήνη, τη δημοκρατία, την εθνική ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό.
Οι σιωνιστές κατακτητές ισοπεδώνουν και αιματοκυλούν τη Γάζα. Η αδούλωτη Παλαιστίνη γίνεται φάρος για τους αγώνες των λαών. Οι ΗΠΑ απειλούν με γενική ανάφλεξη τη Μέση Ανατολή
6. Μια νέα κατάσταση δημιουργήθηκε στη Μέση Ανατολή από τον περασμένο Οκτώβρη. Ο ηρωικός αγώνας του παλαιστινιακού λαού έφερε στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας πραγματικότητας τη μεγάλη υπόθεση της μαρτυρικής Παλαιστίνης που επεδίωκαν να ενταφιάσουν οι σιωνιστές κατακτητές, οι αμερικανοί προστάτες τους και οι ευρωπαίοι σύμμαχοί τους. Η παγκόσμια προοδευτική ανθρωπότητα υποκλίνεται στον αδάμαστο αγώνα, την ανυπέρβλητη αντίσταση και τις θυσίες του ηρωικού λαού της Παλαιστίνης απέναντι στα φρικτά εγκλήματα και τις θηριωδίες που διαπράττει το κράτος-εξολοθρευτής. Και δίνει την αμέριστη υποστήριξή της με μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις για τη νίκη της παλαιστινιακής αντίστασης, για την αποτίναξη της ισραηλινής κατοχής, για ένα ελεύθερο, ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, οδηγώντας σε παγκόσμια απομόνωση τους σιωνιστές δολοφόνους και τους αμερικάνους προστάτες τους. Τίποτα δεν θα είναι πιά όπως πριν στην Παλαιστίνη και τη Μέση Ανατολή, όσο κι αν το τίμημα για τη λευτεριά το πληρώνει με ποταμούς αίματος η αδούλωτη Παλαιστίνη.
Ο κατοχικός στρατός του Ισραήλ, με την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ, συνεχίζει να βομβαρδίζει ανελέητα τη Γάζα από αέρα, ξηρά και θάλασσα, ισοπεδώνοντας πόλεις και χωριά, νοσοκομεία, σχολεία και προσφυγικούς καταυλισμούς και προκαλώντας ένα εφιαλτικό λουτρό αίματος με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες. Από τις 7 Οκτώβρη, η κτηνώδης κυβέρνηση Νετανιάχου έχει εφαρμόσει διακοπή της υδροδότησης, της ηλεκτροδότησης και του ανεφοδιασμού της Γάζας με τρόφιμα, καύσιμα και φάρμακα, επιβάλλοντας στον πληθυσμό της ένα φρικιαστικό αποκλεισμό αργού θανάτου. Το ένα μαζικό έγκλημά της διαδέχεται το επόμενο. Παρ’ όλα αυτά όχι μόνο δεν έχει πετύχει να κάμψει και να υποτάξει την εθνική παλαιστινιακή αντίσταση και τον αδούλωτο παλαιστινιακό λαό αλλά οι υπολογισμοί της για άμεση επικράτηση χρεοκόπησαν και άρχισε να βουλιάζει σε έναν παρατεταμένο, αδιέξοδο πόλεμο φθοράς κάτω από τα γενναία χτυπήματα των μαχητών της αντίστασης που προκαλούν μεγάλες απώλειες στους κατακτητές.
Ο πόλεμος του Ισραήλ ενάντια στους Παλαιστίνιους έχει αναστατώσει όλη την περιοχή της Μέσης Ανατολής και την απειλεί με γενική ανάφλεξη. Πέρα από το κεντρικό πολεμικό μέτωπο στη Γάζα, οι ισραηλινοί ανοίγουν μέτωπο στο Νότιο Λίβανο με τη Χεζμπολάχ, ενώ στη Συρία και το Ιράκ εξαπολύουν στρατιωτικά πλήγματα σε αντιστασιακές δυνάμεις. Με τα προκλητικά, τρομοκρατικά χτυπήματα στο Λίβανο και το Ιράν, όπου δολοφονήθηκαν ηγετικά στελέχη της Χαμάς και της Χεζμπολάχ και δεκάδες ιρανοί πολίτες, η κυβέρνηση Νετανιάχου επεδίωκε τη γενίκευση του πολέμου. Και το πρώτο βήμα επέκτασης του πολέμου έγινε με την εξαπόλυση στρατιωτικής επίθεσης των αμερικανοβρετανών ενάντια στην Υεμένη, κουρελιάζοντας το διεθνές δίκαιο και καταπατώντας κάθε έννοια εθνικής κυριαρχίας. Βομβαρδίζουν καθημερινά λιμάνια, αεροδρόμια, πόλεις, για να πλήξουν τους μαχητές Χούθι που εκφράζουν την ένοπλη αλληλεγγύη τους στην παλαιστινιακή αντίσταση χτυπώντας ισραηλινών συμφερόντων πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα και ζητώντας να εφαρμοστεί η απόφαση του ΟΗΕ για κατάπαυση του πυρός στην Παλαιστίνη.
Τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ διαβλέπουν ότι ο χρόνος δουλεύει αναπότρεπτα σε βάρος τους και υπέρ των αντιπάλων τους στη Μέση Ανατολή. Αυτό τους υπαγορεύει να δράσουν άμεσα, ακραία επιθετικά και τυχοδιωκτικά, επιζητώντας την επέκταση του πολέμου, έχοντας πάντα στο στόχαστρο το Ιράν. Οι θέσεις και η επιρροή των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή εξασθενούν τα τελευταία χρόνια. Και η προοπτική διαγράφεται ακόμα πιο δυσοίωνη. Στην πραγματικότητα, ΗΠΑ και Ισραήλ βρίσκονται μπροστά σε ένα πολιτικό και στρατηγικό αδιέξοδο. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός από αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της Μέσης Ανατολής τα τελευταία 50 χρόνια, με τους κατακτητικούς πολέμους και τις στρατιωτικές επεμβάσεις του, έχασε τελικά το Ιράν, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία, την Υεμένη και κινδυνεύει να χάσει τα βασικά του ερείσματα, μια σειρά αραβικές χώρες που αποτέλεσαν τα θεμέλια της αμερικάνικης κυριαρχίας στη Μέση Ανατολή. Οι χώρες αυτές, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος, μαζί με την Αιθιοπία και το Ιράν, εντάχθηκαν πρόσφατα στους BRICS, ξεκίνησαν να εξομαλύνουν τις μεταξύ τους σχέσεις, αφήνουν πίσω τους πολύχρονες αντιπαραθέσεις που υποδαύλιζαν οι ΗΠΑ, συντονίζουν τη στάση τους και δυναμώνουν τις πολιτικές και οικονομικές σχέσεις τους με την Κίνα και τη Ρωσία. Αποτέλεσμα των τελευταίων εξελίξεων είναι «οι συμφωνίες του Αβραάμ», που προωθούσαν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ με αραβικές χώρες, με σκοπό την αναγνώριση του Ισραήλ και τον ενταφιασμό του παλαιστινιακού ζητήματος, να ναυαγούν και τελικά να ενταφιάζονται. Οι ΗΠΑ γνωρίζουν καλύτερα από όλους σε ποια κατεύθυνση βαδίζουν οι γενικότερες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Το διαπίστωσαν όταν προχώρησαν στην οργάνωση της στρατιωτικής επιχείρηση «Φρουρός της Ευημερίας» για να πλήξουν τους αντάρτες Χούθι. Όλες οι αραβικές χώρες αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε αυτή τη στρατιωτική επιχείρηση, το ίδιο και ορισμένες χώρες της Ευρώπης, αναλογιζόμενες πού μπορεί να οδηγήσει αυτή η επιχείρηση, και μόνο η Μεγάλη Βρετανία και ο πιο πιστός λακές τους στην Ευρώπη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, προσέτρεξαν να προσφέρουν στρατιωτική στήριξη.
Οι ΗΠΑ εντείνουν τη στήριξή τους στο Ισραήλ, το εφοδιάζουν με άφθονο πολεμικό εξοπλισμό, αναπτύσσουν τα αεροπλανοφόρα τους στην Ανατολική Μεσόγειο ασκώντας πολιτική κανονιοφόρου και ενθαρρύνοντας το αιματοκύλισμα του παλαιστινιακού λαού. Ταυτόχρονα, επιδιώκουν να αναπληρώσουν το χαμένο έδαφος στη Μέση Ανατολή και να ανακτήσουν την επιρροή τους μέσα από τυχοδιωκτικές στρατιωτικές επεμβάσεις, διακινδυνεύοντας έναν ευρύτερο πόλεμο στη Μέση Ανατολή, με αβέβαιη τουλάχιστον έκβαση, τη στιγμή που θέλουν να επικεντρωθούν στα βασικά τους μέτωπα με τη Ρωσία στην Ουκρανία και την Κίνα στην Ασία-Ειρηνικό.
Σε παρατεταμένη οικονομική και πολιτική κρίση η ΕΕ και σε καθεστώς ομηρίας, πληρώνει τον πόλεμο των ΗΠΑ στην Ουκρανία
7. Η βίαιη απεξάρτηση της ΕΕ από τη φθηνή ρωσική ενέργεια οδήγησε σε δεινή θέση τις ευρωπαϊκές οικονομίες, που πληρώνουν πανάκριβα το υγροποιημένο φυσικό αέριο στα αμερικάνικα μονοπώλια. Συνέπεια αυτού ήταν η ευρωπαϊκή οικονομία, τα τελευταία δύο χρόνια, να υποστεί μεγάλο πλήγμα σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας απέναντι στις οικονομίες των άλλων μεγάλων καπιταλιστικών κέντρων, αφού οι τιμές αυτές είναι 2 με 3 φορές υψηλότερες απ’ ό,τι στην Κίνα και στις ΗΠΑ. Η ΕΕ βρίσκεται σε μια αδιέξοδη κατάσταση, ύστερα ιδιαίτερα από τον πόλεμο στην Ουκρανία, εγκλωβισμένη σε ένα ιδιότυπο καθεστώς ομηρίας από τις ΗΠΑ. Στη βάση αυτή, σοβαρές αντιθέσεις αναπτύσσονται ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ και ανάμεσα στις ίδιες τις ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα όταν η γερμανική κυβέρνηση αποφάσισε να επιδοτήσει με 200 δισεκατομμύρια ευρώ την οικονομία της. Ενώ αμέσως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία φάνηκε να ενισχύονται οι δεσμοί ΗΠΑ-ΕΕ και να περιορίζονται οι μεταξύ τους αντιθέσεις, στη συνέχεια όλο και πιο ευδιάκριτα διαγράφεται μια διαφοροποίηση στη στάση βασικών χωρών της ΕΕ. Και αυτό φαίνεται τώρα στη Μέση Ανατολή. Ενώ οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές πλήρωσαν και πληρώνουν τον πόλεμο των αμερικανών στην Ουκρανία, τώρα αρνήθηκαν να συρθούν στη στρατιωτική επέμβασή τους στην Ερυθρά Θάλασσα. Ανοίγουν ξανά το ζήτημα της «κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας», με στόχο η ΕΕ κάτω από την ηγεσία του γερμανογαλλικού άξονα να δυναμώσει ως ξεχωριστός πόλος στη διεθνή «αρχιτεκτονική ασφάλειας». Επιδιώκοντας να σταθεί με μεγαλύτερες αξιώσεις και σαν στρατιωτική δύναμη απέναντι στη Ρωσία και στις άλλες μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις -την Κίνα αλλά και τις ΗΠΑ μακροπρόθεσμα- όσο και αν, σήμερα, κοινά δυτικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα τις φέρνουν να είναι δίπλα-δίπλα και μέσα στην ίδια στρατιωτική συμμαχία του ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα προχωρούν, ιδιαίτερα η Γερμανία, σε ένα τεράστιο πρόγραμμα στρατιωτικών εξοπλισμών. Αναθέτουν από κοινού με τη Γαλλία στις δικές τους πολεμικές βιομηχανίες τον εξοπλισμό των στρατιωτικών τους δυνάμεων και ανοίγει ξανά η συζήτηση για το κατά πόσο ο «ανεξάρτητος ευρωστρατός» μπορεί να αποκτήσει υπόσταση στο μέλλον. Οι συνέπειες από αυτή τη νέα πορεία μιλιταρισμού δεν θα σημάνουν μόνο μια στυγνότερη οικονομική αφαίμαξη των ευρωπαϊκών λαών για να χρηματοδοτηθούν οι γιγαντιαίοι εξοπλισμοί. Θα σημάνουν και παραπέρα ένταση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και αναμφίβολα ενίσχυση των πολεμοκάπηλων χαρακτηριστικών της ΕΕ.
Πριν κοπάσει η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην περίοδο της πανδημίας και των παρατεταμένων λοκντάουν το 2020-21, αμέσως μετά, το 2022-23, ξεκίνησε μια νέα παγκόσμια οικονομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, ένα οικονομικό τσουνάμι που ήρθε να πλήξει την εργατική τάξη και τους λαούς όλου του κόσμου. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση πήρε μεγαλύτερες διστάσεις και οξύνθηκε από την εξαπόλυση του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία, με τις πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις που επέβαλε η Δύση, την εκτόξευση των τιμών στην ενέργεια και τα βασικά προϊόντα διατροφής, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό υπόβαθρο που ταρακουνά την ευρωπαϊκή καπιταλιστική οικονομία. Οι διεθνείς καπιταλιστικοί οργανισμοί αναφέρονται σε όλο και μεγαλύτερη επιβράδυνση της ανάπτυξης στις χώρες της ΕΕ (ο ΟΟΣΑ προέβλεπε για τη Γερμανία μείωση του ΑΕΠ της το 2023), σε όλο και μεγαλύτερη εκτίναξη του πληθωρισμού, σε όλο και υψηλότερη ανεργία. Στη βάση αυτή ξέσπασαν μεγάλες εργατικές και αγροτικές κινητοποιήσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με χαρακτηριστική περίπτωση τη Γερμανία όπου η κυβέρνηση Σολτς δέχεται τα πυρά των αγροτών και κλυδωνίζεται. Τη Γαλλία, όπου ο Μακρόν, μετά τον παρατεταμένο αγώνα του γαλλικού λαού («κίτρινα γιλέκα», διαδηλώσεις για τα δημοκρατικά δικαιώματα μέσα στην πανδημία, συνταξιοδοτικό), βρίσκεται ξανά υπό την ισχυρή πίεση των δυναμικών κινητοποιήσεων των αγροτών που μπήκαν στο Παρίσι. Τις Βρυξέλλες, όπου η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ πολιορκήθηκε από αγρότες.
Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες των τελευταίων εξελίξεων είναι ήδη δραματικές και στην Ευρώπη της φτώχειας. Δεν καταστρέφονται μόνο οι εμπόλεμες χώρες. Δεν αιματοκυλούνται μόνο οι λαοί τους. Δεν είναι μόνο τα τεράστια κύματα της προσφυγιάς που δεν λένε να κοπάσουν, αλλά αντίθετα δυναμώνουν. Είναι και οι δραματικές συνθήκες φτωχοποίησης που απλώνονται πλέον σε όλες τις χώρες, ανεπτυγμένες και μη. Είναι ο ακραίος αυταρχισμός, η ανοιχτή αντιλαϊκή βία, τα νέα σώματα καταστολής «έκτακτης ανάγκης» στη «δημοκρατική» ΕΕ. Είναι τα αντιμεταναστευτικά, ξενοφοβικά και ρατσιστικά μέτρα και κηρύγματα στην Ευρώπη. Η θεωρία των «δύο άκρων», ο ξέφρενος αντικομμουνισμός που εξισώνει το ναζισμό με τον κομμουνισμό, για να ξεπλύνει τον πρώτο. Είναι τα αντικομμουνιστικά νομοθετήματα που επιβάλλουν περιορισμούς και απαγορεύσεις στα κομμουνιστικά κόμματα. Είναι η πολιτική εκείνη που φτάνει στο σημείο να φυλακίζει, ως «τρομοκράτες», επαναστάτες Μαρξιστές-Λενινιστές σε Γερμανία και Ισπανία, που κυνηγά διαρκώς τους Τούρκους και Κούρδους πολιτικούς πρόσφυγες.
Είναι αυτή ακριβώς η αντιδραστική πολιτική που φουντώνει τα κόμματα της ακροδεξιάς και του φασισμού σε πολλές χώρες της Ευρώπης, τη Σουηδία, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Αυστρία αλλά και τη Γαλλία και τη Γερμανία, όπου με τη στήριξη ισχυρών κύκλων της ευρωπαϊκής οικονομικής ολιγαρχίας γίνονται πλέον οι βασικοί ρυθμιστές των πολιτικών εξελίξεων, προδιαγράφοντας μια επικίνδυνη και σκοτεινή περίοδο για την Ευρώπη και τους λαούς της. Το οικοδόμημα της ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπο με την πιο βαθιά κρίση της ιστορίας του, κλονίζεται και εξασθενεί η ιμπεριαλιστική του συνοχή και απειλείται με περαιτέρω διάσπαση. Αυτό που εμφανίστηκε από τους θιασώτες και προπαγανδιστές του ιμπεριαλισμού σαν κάτι δημοκρατικό, σταθερό και αδιατάρακτο, ο περίφημος «ευρωμονόδρομος», η περιβόητη «Ευρωπαϊκή ενοποίηση και ολοκλήρωση», στην οποία όφειλαν οι ευρωπαϊκοί λαοί να υποταχθούν σαν μια αδήριτη πραγματικότητα, αποκαλύπτεται και καταρρίπτεται από τις εξελίξεις, σαν αντιδραστικό, σαν κάτι σάπιο, ασταθές και προσωρινό. Μπροστά στις ευρωεκλογές δυναμώνει η ανάγκη να εκφραστεί από τους λαούς η καταδίκη των κυρίαρχων δυνάμεων της ΕΕ, της ακροδεξιάς και του φασισμού, η απαίτηση για την έξοδο της χώρας μας από την ΕΕ.
Η ασίγαστη πάλη των λαών ενάντια στον ιμπεριαλισμό, τον πόλεμο και το φασισμό, για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση
8. Αναζητώντας διέξοδο από την οικονομική κρίση στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και τις πολεμικές επεμβάσεις, οι ιμπεριαλιστές και το καπιταλιστικό σύστημα αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Οι κυρίαρχες κλίκες του μονοπωλιακού κεφαλαίου και οι κυβερνήσεις τους συνεχίζουν να επιβάλλουν σαρωτικά αντεργατικά μέτρα, προωθώντας ριζικές ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, κατεδαφίζοντας όλες τις μεταπολεμικές εργατικές κατακτήσεις και επιφέροντας ραγδαία επιδείνωση των όρων διαβίωσης εκατοντάδων εκατομμυρίων εργαζομένων, εκτοξεύοντας στα ύψη τις τιμές της ενέργειας και όλων των ειδών πρώτης ανάγκης. Θωρακίζουν την αντιδραστική πολιτική κυριαρχία τους με τον ακρωτηριασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων, τα κατασταλτικά μέτρα για την κατάπνιξη των εργατικών και λαϊκών αγώνων και τα σιδερόφρακτα τείχη που υψώνουν για τη βίαιη αναχαίτιση όσων προσφύγων έρχονται από την Ασία και την Αφρική.
Οι λαοί, παρά τα μεγάλα εμπόδια που υψώνονται μπροστά τους, αντιστέκονται στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, τους πολέμους και τα εγκλήματα των κατακτητών. Στην πρωτοπορία των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων στέκεται σήμερα ο αδούλωτος παλαιστινιακός λαός που γράφει με το αίμα του τη νέα λαμπρή σελίδα της παγκόσμιας ιστορίας των λαϊκών αγώνων. Απέναντι στον πιο σύγχρονο στρατό του κόσμου, ο οποίος διαθέτει την αμέριστη στήριξη και τις εφεδρείες των ΗΠΑ αλλά και της Ευρώπης, απέναντι στα πιο φρικτά εγκλήματα και τις θηριωδίες των ισραηλινών, οι Παλαιστίνιοι αντιπαραθέτουν μια ηρωική, ακατάβλητη, γεμάτη αυταπάρνηση αντίσταση για την εθνική απελευθέρωση από τους φασίστες σιωνιστές κατακτητές και για μια ανεξάρτητη, ελεύθερη παλαιστινιακή πατρίδα. Αυτός ο αγώνας αποτελεί έμπνευση για όλους τους λαούς του κόσμου που μάχονται για τα δίκαιά τους, αποτελεί ταυτόχρονα απάντηση σε όσους δικαιολογώντας τη συνθηκολόγηση και την υποταγή τους στους κυρίαρχους, ψελλίζουν πως οι λαοί σταμάτησαν δήθεν να μάχονται και να αντιστέκονται στους δυνάστες τους. Από την καρδιά του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, μέχρι κάθε γωνιά του πλανήτη, ξέσπασε μια πρωτοφανής λαϊκή κινητοποίηση με τη συμμετοχή εκατομμυρίων εργαζομένων σε μεγαλειώδεις διαδηλώσεις αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό.
Οι λαοί βομβαρδίζονται καθημερινά από τρομοκρατικές «προειδοποιήσεις» των αστικών επιτελείων που σπέρνουν τον πανικό και τρομοκρατούν. Για να εκφοβίσουν και να παραλύσουν τους λαούς, για να καταπνίξουν τις επερχόμενες αναπόφευκτες κοινωνικές εκρήξεις μπροστά στην άγρια καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση. Η λαϊκή οργή, που απλώνεται παντού, μετασχηματίζεται ήδη σε μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις, σε παναγροτικό, πανευρωπαϊκό ξεσηκωμό, σε μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις και απεργίες στην Αγγλία, την Ισπανία, το Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, όπου τα τελευταία χρόνια ο γαλλικός λαός αντιτάχθηκε σθεναρά και ανυποχώρητα για την ανατροπή των αντιδραστικών-αντεργατικών μέτρων, κόντρα στις τρομοκρατικές κατασταλτικές επιθέσεις της κυβέρνησης Μακρόν.
Σε όλο τον κόσμο αναπτύσσεται ο αγώνας των λαών. Σημαντικοί αγώνες αναπτύχθηκαν στη Λατινική Αμερική, την Αφρική, ιδιαίτερα στη ζώνη του Σαχέλ, αλλά και την Ασία, με τα εκατοντάδες εκατομμύρια των εργαζομένων στις Ινδίες να κατεβαίνουν σε μαχητικές απεργίες.
Σίγουρα, από γενική άποψη, οι αγώνες της εργατικής τάξης και των καταπιεζόμενων εθνών και λαών συναντούν μεγάλες δυσκολίες, εξελίσσονται κάτω από δυσμενείς συνθήκες, λόγω της υποχώρησης του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος και του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων. Όμως, στα εικοσιπέντε χρόνια κατακτητικών πολέμων στη Μέση Ανατολή, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός όχι μόνο δεν βγήκε νικητής, αλλά αντίθετα -όπως έδειξε η έκβαση του πολέμου στο Αφγανιστάν, τη Συρία, το Ιράκ, τη Λιβύη- τα ερείσματα και οι δυνάμεις του στην περιοχή δέχθηκαν ισχυρά πλήγματα και ηττήθηκε από τη μακρόχρονη και γενναία αντίσταση των λαών. Την ίδια νικηφόρα εξέλιξη θα έχει στο τέλος και ο ηρωικός αγώνας του παλαιστινιακού λαού.
Όταν κλιμακώνεται η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα με τις στρατιωτικές επεμβάσεις και τους πολέμους στην Ουκρανία και τη μαρτυρική Παλαιστίνη και ηχούν τα τύμπανα του πολέμου στην Υεμένη και σε πολλές περιοχές του κόσμου, πρέπει σταθερά και επίμονα να θέσουμε στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της αντιπολεμικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Είναι ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να φρενάρει την καπιταλιστική βαρβαρότητα και την φιλοπόλεμη ιμπεριαλιστική επιθετικότητα που εκδηλώνονται στην πιο άγρια μορφή. Να σταθούμε στο πλευρό των λαών που γίνονται θύματα της ιμπεριαλιστικής και σιωνιστικής επιθετικότητας. Να σταθούμε στο πλευρό του αδούλωτου παλαιστινιακού λαού στον ανειρήνευτο αγώνα του ενάντια στους σιωνιστές κατακτητές μέχρι την τελική νίκη για πατρίδα και ελευθερία. Ο λαός μας πρέπει να δυναμώσει τον αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό του αγώνα, να απαιτήσει να σταματήσει κάθε εμπλοκή της Ελλάδας στα αμερικανονατοϊκά επιθετικά σχέδια στη Μέση Ανατολή και κάθε στρατιωτική αποστολή όπλων στα ανδρείκελα της Ουκρανίας, παλεύοντας για την έξοδο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, για το διώξιμο των αμερικάνικων βάσεων, για την ειρήνη και τη φιλία των λαών.