γράφει ο Γιώργος Βασιλείου
στη φωτογραφία: Η είσοδος σε υπόγειο καταφύγιο στον Πειραιά
Πειραιάς: Μία πόλη γεμάτη αντιθέσεις που συνθέτουν τη μακραίωνη ιστορία της, εκεί όπου τα όρια του «σήμερα» και του «χθες» ξεθωριάζουν. Μία πόλη ουσιαστικά «άγνωστη» σε πολλούς, καθώς η αίγλη της Αθήνας επισκίαζε πάντοτε το επίνειό της.
Ο υπόγειος κόσμος του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας κρύβει έναν τεράστιο πλούτο, από τους νεολιθικούς χρόνους και τους Μινύες μέχρι τον 20ο αιώνα. Οι θρύλοι πολλοί, φτάνουν να μιλούν ακόμα και για σήραγγες που οδηγούν απευθείας στην Ακρόπολη της Αθήνας.
Η ομάδα Alter Exploring Team κατεβαίνει στα άγνωστα υπόγεια «μυστικά» και το Reader την ακολουθεί σε μια «πυκνή» και ενδιαφέρουσα ξενάγηση.
«Ο υπόγειος Πειραιάς είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητος, πολλά μένουν στην αφάνεια. Για την Αθήνα λίγο πολύ έχουν γραφτεί διάφορα, υπάρχουν αρκετά δημοσιεύματα, για εδώ όμως ελάχιστα», θα πει ο Παναγιώτης Δευτεραίος, πολιτικός μηχανικός – σπηλαιολόγος, συγγραφέας του βιβλίου «Υπόγεια Αθήνα» και επικεφαλής της ξενάγησης.
Ξεκίνημα «από τα απλά και καθημερινά»
Το γκρουπ συναντήθηκε στην Πλατεία Παύλου Μπακογιάννη, με πρώτη στάση τον σταθμό του μετρό «Δημοτικό Θέατρο», «ξεκινώντας από τα απλά και καθημερινά», όπως είπε ο Παναγιώτης Δευτεραίος, στο καλωσόρισμά του. Ο ίδιος συμμετείχε στην αρχική αρχαιολογική έρευνα κατά την αποκάλυψη των ευρημάτων το 2014.
Ο σταθμός «φιλοξενεί» μία μικρή αρχαιολογική έκθεση με ευρήματα που ήρθαν στην επιφάνεια κατά την επέκταση της γραμμής 3. Υπόγεια υδραγωγεία, δεξαμενές συλλογής υδάτων, στοές για τη μεταφορά του νερού στον αρχαίο Πειραιά και ένα ψηφιδωτό με μερικά αγγεία.
Τα ευρήματα καλύπτουν διάφορες περιόδους, από την κλασική αρχαιότητα έως τα έργα που σχεδίασε ο αρχαίος Έλληνας αρχιτέκτονας και πολεοδόμος Ιππόδαμος, τα οποία χρησιμοποιούνταν έως τα ρωμαϊκά χρόνια, εξελιγμένα προκειμένου να καλύπτουν τις ανάγκες του ολοένα αυξανόμενου πληθυσμού, όπως εξηγεί η Ελευθερία Πλούσιου, ιστορικός – αρχαιολόγος, που είχε αναλάβει το αντίστοιχο κομμάτι της ξενάγησης.
Στους χάρτες του σταθμού αποκαλύπτονται όσα κρύβονται κάτω από τα ογκώδη κτίρια και τις πλατείες του μεγάλου εμπορικού και βιομηχανικού κέντρου. Οικίες, πηγάδια, δεξαμενές, στοές και ένα υπόγειο ρωμαϊκό τούνελ – υδραγωγείο, προερχόμενο από τον Ιλισό, το οποίο «κατέβαινε» στην πόλη ακολουθώντας χάραξη εντός των Μακρών Τειχών.
Τα Μακρά Τείχη και μία «κάψουλα από τσιμέντο» του 1937
Έπειτα, βρισκόμαστε σε έναν μεγάλο ναό του Πειραιά. Στο «μυστικό» υπόγειο παρεκκλήσι του, άγνωστο σε πολλούς, διατηρούνται μέχρι σήμερα υπολείμματα των Μακρών Τειχών που ήρθαν στο φως κατά την ανέγερση του ναού και διατηρήθηκαν, βρισκόμενα ανάμεσα σε καθίσματα και στο ιερό.
Στη συνέχεια κατευθυνόμαστε με λεωφορείο προς ένα καταφύγιο του Μεσοπολέμου, στον παλιό σιδηρορομικό σταθμό του Αγίου Διονυσίου. Πρόκειται για μία ημιυπόγεια κατασκευή του 1937, με ιδιαίτερο τριγωνικό σχήμα στην κορυφή που πλαταίνει στη βάση. Μέσω μίας στενής σκάλας (από τις πολλές που περάσαμε στην ξενάγηση) βρεθήκαμε σε έναν χώρο από συμπαγές μπετόν.
Είχαν ήδη αναλάβει δράση οι δύο οδηγοί που συνόδευαν την ομάδα, η Μαριλένα Μέγγου και ο Πασχάλης Κασίδας, με όλο τους τον εξοπλισμό και που στο εξής θα μάς συνόδευαν σε κάθε βήμα, βοηθώντας στα ανεβοκατεβάσματα από απότομες σκάλες και βράχους, κάνοντας «σκούπα» και διασφαλίζοντας ότι δεν λείπει κανείς.
Υπολογίσαμε ότι περίπου 100 άνθρωποι θα μπορούσαν να χωρέσουν εδώ, τηρώντας, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Δευτεραίο, την αναλογία ένα τετραγωνικό κατ’ άτομο. «Πρόκειται ουσιαστικά για μία κάψουλα από τσιμέντο», όπως εξηγεί, «με προδιαγραφές από τη γερμανική εταιρία, με την οποία η κυβέρνηση Μεταξά συνεργαζόταν».
Πλήθος παρόμοιων κατασκευών υπάρχουν σε Αθήνα και Πειραιά. «Πολλά από αυτά είναι εγκαταλελειμένα, άλλα σε λειτουργία και άλλα εμφανίζονται ενεργά, αλλά παρουσιάζουν μία εικόνα εγκατάλειψης», επισήμανε ο επικεφαλής της ξενάγησης.
Δείτε επίσης: Το αρχαίο ποτάμι της Αθήνας που περνάει μέσα από τις γραμμές του ηλεκτρικού
Λίγο πριν η Ελευθερία Πλούσιου υποδείκνυε μερικούς λαξευμένους στον βράχο κιβωτιόσχημους τάφους που ελάχιστοι πρόσεξαν. Χρονολογούνται από την εποχή του Χαλκού (2.000 π.Χ) και συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται και στα νεότερα χρόνια. Οι τάφοι αυτοί καλύπτονται από τη βλάστηση και σίγουρα ο περιηγητής θα πρέπει να «ψάξει» για να τους βρει.
Βιομηχανική εξερεύνηση σε καταφύγια, πολυβολεία
Μπαίνουμε ξανά στο λεωφορείο και κατευθυνόμαστε στη βιομηχανική ζώνη του Πειραιά, εκεί όπου αρχαία ερείπια, βιομηχανικές μονάδες, λιμάνια και άλλες εγκαταστάσεις εναλλάσσονται, συναντώντας το γαλάζιο του Σαρωνικού με τα διάσπαρτα εμπορικά πλοία.
«Δεν ήξερα καν ότι υπάρχει τέτοιο μέρος στον Πειραιά», ακούγεται να λέει ένας από τους συμμετέχοντες εξερευνώντας με περιέργεια το τοπίο. Κατεβαίνουμε σε παλιές βιομηχανικές εγκαταστάσεις που βρίσκονταν σε λειτουργία τουλάχιστον μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90.
Προορισμός τα δύο παλιά καταφύγια που χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες της βιομηχανικής μονάδας που χτίστηκε πάνω τους. Χρονολογούνται και αυτά μεταξύ 1937 και 1939. Το πρώτο βρίσκεται εν μέρει μέσα στον βράχο και «χρησιμοποιήθηκε μετέπειτα από τους Γερμανούς, όπως φαίνεται», θα πει ο Παναγιώτης Δευτεραίος.
Από πάνω βρίσκεται ένα πολυβολείο από το οποίο κατοπτεύει κανείς ολόκληρο τον περιβάλλοντα χώρο. Η απαραίτητη επίσκεψη στο εσωτερικό του και έπειτα αρχίζουμε την κατάβαση.
Μέσα το σκηνικό σαν από ταινία για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο: γκρι τοίχοι από συμπαγές μπετόν, στενοί διάδρομοι με διακλαδώσεις, εσοχές και δύο είσοδοι/έξοδοι καμουφλαρισμένες δίπλα στα κτίρια και στον βράχο. Υπό το φως των φακών διακρίνουμε διάσπαρτα λιγοστά αντικείμενα.
Βγαίνουμε και προχωράμε βαθύτερα στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, με τις μεγάλες αποθήκες και τα στέγαστρα με τα τμήματα μηχανών και τις εντοιχισμένες εγκαταστάσεις. Από τον τεράστιο προαύλιο χώρο διακρίνουμε το κτίριο της διοίκησης με το νεοκλασικό του στυλ που ξεχωρίζει και φέρει σημάδια πυρκαγιάς.
Ακριβώς δίπλα η είσοδος για το δεύτερο υπόγειο καταφύγιο, μικρότερο αυτή τη φορά. Είχε μετατραπεί σε αποθήκη, καθώς εντός του βρίσκουμε πλήθος υλικών που ανήκαν στο εργοστάσιο, τοποθετημένα σε ράφια.
Οι οδηγοί μαζί με τους επικεφαλής πλέον βοηθούσαν συνεχώς τους συμμετέχοντες να ανεβοκατέβουν τις κάθετες σκάλες. Η έξοδος βγάζει στο κτίριο που βρισκόταν από πάνω. Ήταν η τραπεζαρία, η κουζίνα και οι τουαλέτες του εργοστασίου. Στους τοίχους, όπως και στα τριγύρω κτίρια μερικές περίτεχνες ζωγραφιές και γκράφιτι.
Το γκρουπ χωρίζεται μετά από μιάμιση ώρα περιήγησης. Ορισμένοι κατευθύνονται στο λεωφορείο και οι υπόλοιποι ακολουθούν την περίφραξη που βρισκόταν στην ανηφόρα, όπου, παρά τον καυτό ήλιο, η θέα αποζημιώνει τον επισκέπτη. Έπειτα κατηφορίσαμε για μία στάση για καφέ.
Το εργοστάσιο από τις αρχές του αιώνα και μία απρόσμενη έκπληξη
Ο επόμενος προορισμός μας είναι το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο της ΑΓΕΤ Ηρακλής που χρονολογείται από τις αρχές του 20ου αιώνα. Τα κτίρια και το φυσικό σπηλαιοβάραθρο για το οποίο ξεκίνησαν να μιλούν ο Παναγιώτης Δευτεραίος και η Ελευθερία Πλούσιου εγείρουν την περιέργεια και τη διάθεση εξερεύνησης, με συζητήσεις και πλήθος ερωτήσεων.
Το φυσικό σπηλαιοβάραθρο εντοπίστηκε τυχαία και, όπως εξήγησαν οι ξεναγοί, δεν αναφέρεται σε κάποια δημοσίευση, ούτε οι ίδιοι έχουν συναντήσει κάποια σχετική αναφορά.
Ο πυθμένας είναι γεμάτος νερό, ενώ πιθανόν να χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες του εργοστασίου που βρίσκεται λίγα μόλις μέτρα μακριά. Ακριβώς δίπλα στον βράχο διακρίνονται ίχνη βιομηχανικής δραστηριότητας. Η λήθη και η σκόνη του χρόνου σκέπασαν τη μνήμη τους.
Η αρχαία δεξαμενή, το υπόγειο καταφύγιο και η Amstel που έληγε… το 1987
Φεύγουμε και κατευθυνόμαστε στον τελικό μας προορισμό, τον Λόφο της Καστέλλας. Εκεί βρίσκουμε μία αρχαία δεξαμενή, μερικά «δωμάτια» λαξευμένα στον βράχο και το τελευταίο και μεγαλύτερο καταφύγιο. Στην περιοχή υπάρχουν στοές και άλλες υπόγειες εγκαταστάσεις που σχετίζονται με το δίκτυο υδροδότησης της αρχαίας πόλης του Πειραιά.
Βρισκόμαστε σε ό,τι έχει απομείνει από μία μεγάλη κωδωνόσχημη αρχαία δεξαμενή αποθήκευσης όμβριων υδάτων, μία κινστέρνα. Στην οροφή διακρίνεται το στόμιο με τα χαρακτηριστικά πατήματα που χρησιμοποιούνταν για σκαλιά.
Στα τοιχώματα διακρίνονταν υπολείμματα από ειδικό κονίαμα που βοηθούσε στη στεγανοποίηση. Ανάγεται, σύμφωνα με την Ελευθερία Πλούσιου, στους ελληνιστικούς χρόνους, ενώ μεταγενέστερα συνδέθηκε με παρακείμενες δεξαμενές με μία μικρή στοά που την περάσαμε σκυφτοί, σχεδόν στα γόνατα.
Βρεθήκαμε έτσι στη διπλανή δεξαμενή, κωδωνόσχημη και αυτή, που χτίστηκε μεταγενέστερα για την κάλυψη των αναγκών του αυξανόμενου πληθυσμού της πόλης. Τότε συνέδεσαν παλιά πηγάδια και παλιές εγκαταστάσεις ύδρευσης με νεότερα έργα. Από εκεί περάσαμε στην τρίτη δεξαμενή, μέσα από ένα παρόμοιο χαμηλό τούνελ, όπου ήταν και το τέλος της διαδρομής, καθώς στο τέλος της ήταν γκρεμισμένη.
Βγαίνουμε και πηγαίνουμε λίγα μέτρα πιο δίπλα σε μερικά μικρά δωμάτια λαξευμένα στον βράχο που, όπως εξήγησαν οι διοργανωτές, συνδέονται με διάφορες παραδόσεις και θρύλους.
Μετά το σύντομο αυτό πέρασμα οδεύουμε στην τελευταία στάση της ξενάγησης, ένα μεγάλο καταφύγιο, επίσης του 1937, γεμάτο μικρά «διαμαντάκια». Ανοίγουμε την καταπακτή και κατεβαίνουμε σε μία σκάλα με μεγάλη κλήση. Αρχικά πέτρα, έπειτα σκέτο συμπαγές μπετόν, μετά μίξη των δύο.
Στους τοίχους ονόματα και ημερομηνίες που μετρούν δεκαετίες, κυρίως από τα ’90’s, αλλά και παλιότερα, από το 1960 και το 1979. Κάποιος σχεδίασε με κιμωλία την κάτοψη του καταφυγίου. Και εδώ δαιδαλώδεις διάδρομοι και διάφορα αντικείμενα διάσπαρτα.
Σε ένα ράφι στον τοίχο μερικά κουτάκια Amstel που μετά βίας θύμιζαν μπύρα. Στον πάτο είχαν την ημερομηνία λήξης με μωβ γράμματα: «08 – 1987»! Το άνοιγμα, σαν γάλα εβαπορέ, με «δαχτυλίδι», όπως επισήμανε ο υποψιασμένος Παναγιώτης Δευτεραίος. Δίπλα ένα κουτάκι Seven Up.
Ο χρόνος μέσα στο καταφύγιο έμοιαζε να έχει παγώσει. Από τις δύο διπλές πιθανότατα εισόδους, η μία ήταν εντελώς μπαζωμένη, ενώ στην άλλη η μία μόνη δίοδος ήταν προσβάσιμη. Ελάχιστοι μπαίνουν πια εδώ…
«Αστική Σπηλαιολογία» και «Βιομηχανική Αρχαιολογία»
Τελικά τι είναι αυτό όμως που κάνει το Alter Exploring; Η ομάδα το κωδικοποιεί ως «Αστική Σπηλαιολογία» που «παράλληλα με τη μελέτη των φυσικών σπηλαίων, η αστική υπόγεια εξερεύνηση οδηγεί στην αναζήτηση υπογείων θαλάμων και στοών κατασκευασμένων από τον άνθρωπο».
Πρόκειται για «τεχνητά υπόγεια κοιλώματα κατασκευασμένα από την αρχαιότητα μέχρι και τη σύγχρονη εποχή, διαφόρων χρήσεων και χαρακτηριστικών που παρουσιάζουν ενδιαφέρον το οποίο προσομοιάζεται με εκείνο για τις σπηλιές, περισσότερο όσον αφορά τον τρόπο κίνησης και την παρουσία σε κλειστό σκοτεινό περιβάλλον κάτω από τη γη».
«Ο ειδικός εξοπλισμός κατάβασης για τις στοές, είναι συνήθως απαραίτητος μόνο στις περιπτώσεις προσέγγισης μέσω φρεάτων. Η παρεμφερής με τη σπηλαιολογία δραστηριότητα αποτελεί ξεχωριστό ερευνητικό κλάδο σε όλες σχεδόν τις χώρες που την ανέπτυξαν», σημειώνει η ομάδα και εξηγεί:
«Δεδομένου ότι οι περισσότερες από αυτές τις υπόγειες κατασκευές αναπτύσσονται κάτω από αρχαίες ή σύγχρονες πολιτείες ή έστω κατασκευάστηκαν σε περιοχές με αισθητή την ανθρώπινη παρουσία, καθιερώθηκε σταδιακά και σε παγκόσμια κλίμακα, ο διεθνής όρος urban speleology που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2014 στο ιστολόγιο (https://urbanspeleology.blogspot.com/)».
Το blog «δημιουργήθηκε αποκλειστικά για τις δράσεις της ομάδας μας. Παρ’ όλο λοιπόν που δεν αφορά επισκέψεις σπηλαίων (εκτός κι αν κατατάξουμε εδώ μερικά αστικά σπήλαια), ο όρος διαδόθηκε και χρησιμοποιείται ευρέως σε κάθε γωνιά της γης όπου αναπτύσσεται ανάλογη δραστηριότητα».
Και η βιομηχανική ξενάγηση; Σύμφωνα με την Ελευθερία Πλούσιου, μία τέτοια αρχαιολογική – ιστορική ξενάγηση «είναι μια εξερεύνηση της ιστορίας μέσα από αρχαιολογικούς χώρους και αρχαιολογικά ευρήματα, κατά την οποία μπορούμε να μάθουμε για την ιστορία, την αρχιτεκτονική, τα τεχνήματα, τη ζωή των ανθρώπων και τις πρακτικές που χρησιμοποιούνταν σε διάφορες εποχές».
Αναφορικά με τον όρο «Βιομηχανική Αρχαιολογία», «εμφανίστηκε στη Βρετανία τη δεκαετία του 1950 και αναφέρεται στην έρευνα που εστιάζει στα κατάλοιπα των βιομηχανιών του παρελθόντος, ενώ προσφέρει πληροφορίες για την τεχνολογική εξέλιξη και την οικονομική δομή της χώρας».
«Από την άλλη μεριά, η ιστορία της βιομηχανίας συνδέεται με την εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας και την τεχνολογική πρόοδο», αναφέρει η Ελευθερία Πλούσιου και συμπληρώνει: «Με άλλα λόγια εξετάζει την ανάπτυξη της ανθρώπινης τεχνολογίας και οικονομίας ανά τους αιώνες και πώς έχει επηρεάσει τον τρόπο ζωής και την παγκόσμια οικονομία».
Η ίδια καταλήγει, επισημαίνονυας ότι «οι δύο επιστημονικοί κλάδοι έχουν ρόλο αλληλοσυμπληρωματικό, καθώς και οι δύο ασχολούνται με βιομηχανικά κτίρια, εργατικές κατοικίες, μέσα επικοινωνίας και μεταφοράς, μηχανές και εργαλεία, μελετώντας το παρελθόν με διαφορετικές προσεγγίσεις και μεθόδους».
πηγή: reader.gr
e-prologos.gr